Ηθικά Νικομάχεια: ΕΝΟΤΗΤΑ 5




ΕΝΟΤΗΤΑ 5η (Β 3, 1-2)

Η πραγμάτωση της ηθικής αρετής συνεπάγεται ευχαρίστηση για τον άνθρωπο


Σημεῖον δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύπην τοῖς ἔργοις· ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων, ὁ δ' ἀχθόμενος ἀκόλαστος, καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος, ὁ δὲ λυπούμενος δειλός. Περὶ ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή· διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα. Διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων, ὡς ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ· ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν.
v ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Σημεῖον δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων 


τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν λύπην
τοῖς ἔργοις·
μὲν γὰρ ἀπεχόμενος
τῶν σωματικῶν ἡδονῶν
καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων
 σώφρων,
δ' ἀχθόμενος 
ἀκόλαστος,
καὶ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ
καὶ χαίρων
ἢ μὴ λυπούμενός γε
ἀνδρεῖος,
ὁ δὲ λυπούμενος δειλός.
Περὶ ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή·
διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν 
τὰ φαῦλα πράττομεν,
διὰ δὲ τὴν λύπην 
τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα.
Διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων,

ὡς ὁ Πλάτων φησίν, 
ὥστε χαίρειν τε
καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ·
ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν
Και πρέπει να θεωρούμε ως αποδεικτικό σημάδι ότι έχουν πια διαμορφωθεί οι «έξεις» (τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα)
την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια
η οποία συνοδεύει τις πράξεις μας·
δηλαδή, αυτός που απέχει
από τις σωματικές ηδονές
και αυτό το ίδιο τού προκαλεί ευχαρίστηση είναι σώφρων,
ενώ αυτός που δυσανασχετεί
είναι ακόλαστος,
και αυτός που υπομένει τους κινδύνους
και αυτό τού προκαλεί ευχαρίστηση
ή, τουλάχιστον, δεν τον δυσαρεστεί
είναι ανδρείος,
ενώ αυτός που δυσαρεστείται (είναι) δειλός. Γιατί η ηθική αρετή σχετίζεται με την ευχαρίστηση και τη δυσαρέσκεια·
γιατί εξαιτίας της ευχαρίστησης
πράττουμε τα τιποτένια,
ενώ εξαιτίας της δυσαρέσκειας
απέχουμε από τα ωραία πράγματα.
Γι’ αυτό το λόγο πρέπει από την πιο μικρή ηλικία να έχουμε πάρει εκείνη την αγωγή, όπως λέει ο Πλάτων,
που θα μάς κάνει να ευχαριστούμαστε
και να δυσαρεστούμαστε με όσα πρέπει·
αυτή είναι, πράγματι, η σωστή παιδεία.

v Νοηματικοί Άξονες
·         Το συναίσθημα που συνοδεύει την πράξη ως κριτήριο διαμόρφωσης των ἕξεων
·         Συσχετισμός των συναισθημάτων (ευχαρίστησης – δυσαρέσκειας) με την ηθική αρετή
·         Η ανάγκη για σωστή αγωγή από  την πιο μικρή ηλικία, ώστε ο άνθρωπος να ευχαριστείται και να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει.



v   Ερμηνευτική Προσέγγιση

Η θέση της ενότητας μέσα στο έργο
Ανάμεσα στο κείμενο της τέταρτης και, στο κείμενο της πέμπτης δι­δακτικής ενότητας του σχολικού βιβλίου υπάρχει ένα μικρό τμή­μα, που παραλείπεται· σ' αυτό ο Αριστοτέλης, ανάμεσα σε κάποιες μεθοδολογικές διευκρινίσεις, κάνει μια αναφορά στο βλαπτικό για τις αρετές ρόλο της υπερβολής και της έλλειψης. Στο κείμε­νο της πέμπτης διδακτικής ενότητας τον απασχολεί ο συσχετισμός της ηθικής αρετής με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα συναισθήμα­τα που συνοδεύουν τις πράξεις μας.

Η σημασία καίριων λέξεων του κειμένου
«ἡδονή» στο κείμενο είναι η ευχαρίστηση, το ευχάριστο συναίσθημα, το οποίο όμως δε δημιουργείται από σωματικό ερέθισμα (για το ευ­χάριστο συναίσθημα που προξενείται από σωματικό ερέθισμα στο κείμενο χρησιμοποιείται ο όρος σωματικαὶ ἡδοναί). Αντίστοιχο ρήμα είναι το χαίρω, που σημαίνει νοιώθω ευχάριστα, δοκιμάζω ευχά­ριστο συναίσθημα.
ü  Όταν ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για αποχή από τις σωματικές ηδονές («ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν»), δεν εννοεί την πλήρη αποχή από αυτές, αλλά την αποχή από τις υπερβολικές σωματικές ηδονές, την έμμετρη απόλαυσή τους. Η πλήρης αποχή είναι κατά τον φιλόσοφο κακία, και αυτός που απέχει πλήρως από αυτές είναι αναίσθητος. 
 «λύπη» είναι το αντίθετο της "ἡδονῆς", δηλαδή το δυσάρεστο γενικά συναίσθημα. Εδώ χρησιμοποιούνται δυο αντίστοιχα ρήματα: λυ­ποῦμαι, που σημαίνει νοιώθω δυσάρεστα, και ἄχθομαι, που έχει σχεδόν την ίδια σημασία (= νοιώθω δυσάρεστα, νοιώθω ψυχικό βά­ρος και δυσανασχετώ).
 «σώφρων» είναι ο εγκρατής, αυτός που απέχει από τις υλικές απο­λαύσεις και τις σωματικές ηδονές υπό την έννοια ότι μπορεί να ε­πιβάλλεται σ' αυτές και να τις ελέγχει, δοκιμάζοντας όμως παράλληλα ευχαρίστηση γι' αυτό. Στη Νέα Ελληνική η λέξη έχει διαφορετικό περιεχόμενο (= συνετός, μυαλωμένος˙ αυτός που συμπεριφέρεται με μέτρο και λογική).
 «ἀκόλαστος» στην αριστοτελική ορολογία είναι όχι μόνο ο πολύ ακρατής, ο έκδοτος στις ηδονές (νεοελληνική σημασία), αλλά κι αυτός που απέ­χει από τις υλικές απολαύσεις, από τις σωματικές ηδονές, που μπο­ρεί και επιβάλλεται σ' αυτές και τις ελέγχει, όμως δε δοκιμάζει πα­ράλληλα ευχαρίστηση γι' αυτό, αλλά νοιώθει δυσάρεστα.
 «ἀνδρεῖος»: αισθάνεται ικανοποίηση, χαρά, όταν αντιμετωπίζει τα δεινά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν νιώθει το συναίσθημα του φόβου, αλλά μπορεί και επιβάλλεται πάνω σ’ αυτό και το ξεπερνά κι αυτό είναι στοιχείο της αρετής. 
«δειλός»: λυπάται, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τις δυσκολίες, και νιώθει υπερβολικό φόβο στην αντιμετώπιση των κινδύνων. Ο φόβος του υπερβαίνει τα όρια του μέτρου και δεν μπορεί να τον ξεπεράσει. Αυτό είναι στοιχείο της κακίας.


Σημεῖον δὲ δεῖ ... τοῖς ἔργοις.
Η ενότητα εισάγεται με τη λέξη «σημεῖον» που υποδηλώνει με έμφαση την προσπάθεια του Αριστοτέλη για τεκμηρίωση των θέσεών του, καθώς και την πρόθεση του στη συνέχεια να δώσει ένα ατράνταχτο κριτήριο της ποιότητας των πράξεων και της παγίωσης των «ἕξεων».
Στην ερώτηση «πώς καταλαβαίνει κάποιος ότι οι «ἕξεις» έχουν πια διαμορφωθεί;» («ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων») απαντά ότι η ψυχική α­ντανάκλαση των ενεργειών του θα τον καθοδηγήσει στη συνειδητοποίηση της ποιοτικής θεμελίωσης του χαρακτήρα του. Αποδει­κτικό σημάδι της διαμόρφωσης των «ἕξεων» είναι η ευχαρίστηση που αισθά­νεται κάποιος από ενάρετες πράξεις ή η δυσαρέσκεια που πηγάζει από τις αντίθετες των αρετών κακίες («τὴν ἐπιγιγνομένην ἡδονὴν ἢ λύπην τοῖς ἔργοις»). Με άλλα λόγια, όταν κάνουμε ενάρετες πράξεις και, εξαιτίας αυτών, αισθανόμαστε ευχαρίστηση, αυτό σημαίνει ότι η αρετή αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό μας. Γι' αυτό η τέτοιου είδους ηδονή αποτελεί αγαθό για το οποίο δεν πρέπει να αδιαφορούμε. Άλλωστε, αυτή είναι και η επιβράβευση για τις ηθικές πράξεις μας. Από την άλλη, η λύπη που αισθανόμαστε, όταν πράττουμε ενάρετα, αποδεικνύει ότι δεν έχουμε κάνει κτήμα μας την αρετή, δεν είμαστε ενάρετοι.


ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος ... λυπούμενος δειλός.
Όταν ο άνθρωπος έχει διαμορφώσει τα μόνιμα στοιχεία του χαρα­κτήρα του, δοκιμάζει κατά την εκτέλεση μιας πράξης ένα ευχάρι­στο ή ένα δυσάρεστο συναίσθημα και αυτό είναι το σημάδι, το κριτήριο, που δείχνει ότι πράγματι έχουν διαμορφωθεί αυτά τα στοιχεία. Για να κάνει εναργέστερη αυτή τη θέση, ο Αριστοτέ­λης φέρνει δύο αποδεικτικά -και όχι ενισχυτικά- παραδείγματα: στο πρώτο ο άνθρωπος απέχει από κάτι, ενώ στο δεύτερο δοκιμάζει κάτι:
uΣτην αποχή από τις σωματικές ηδονές: Όταν ένας άνθρωπος κρα­τιέται μακριά από σωματικές απολαύσεις (εδώ, βέβαια, νοούνται οι κακές, οι βλαπτικές ηδονές) και αυτή την αποχή την συνοδεύει ένα ευχάριστο συναίσθημα, αυτό σημαίνει ότι έχει διαμορφωθεί ένα μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του: ο άνθρωπος αυτός είναι σώφρων («ὁ μὲν ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν και αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων»). Αντίθετα, αν κάποιος δυσανασχετεί γι' αυτή την αποχή, αυτό σημαίνει πάλι ότι έχει διαμορφωθεί ένα μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του: ο άνθρωπος αυτός είναι ἀκόλαστος («ὁ δ’ἀχθόμενος ἀκόλαστος»).
Η σωφροσύνη -και εν γένει η πραγμάτωση των ηθικών αρετών- δεν πρέπει να απαιτεί συνεχή εσωτερικό αγώνα· στον πραγματικά σώφρονα –και εν γένει ενάρετο –άνθρωπο η αρετή γίνεται πηγή ευχαρίστησης και χαράς.
vΣτην αντιμετώπιση των δεινών. Όταν ένας άνθρωπος αντιμετωπίζει όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου και αυτή την αντιμε­τώπιση την συνοδεύει ένα ευχάριστο (ή τουλάχιστον όχι δυσάρεστο) συναίσθημα, αυτό σημαίνει ότι έχει διαμορφωθεί ένα μόνιμο στοι­χείο του χαρακτήρα του: ο άνθρωπος αυτός είναι ἀνδρεῖος («καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος») . Α­ντίθετα, αν κάποιος νοιώθει δυσάρεστα με αυτή την αντιμετώπιση, αυτό σημαίνει πάλι ότι έχει διαμορφωθεί ένα μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του: ο άνθρωπος αυτός είναι δειλός («ὁ δὲ λυπούμενος δειλός»).


Περὶ ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἠθικὴ ἀρετή
Από τα παραπάνω ο Αριστοτέλης συνάγει το συμπέρασμα ότι οι αρετές συνδέονται άμεσα με τα συναισθήματα και τις επιθυμίες («περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας ἐστὶν ἠθικὴ ἀρετή»). Με άλλα λόγια, η ικανοποίηση ή ο ψυχικός εξαναγκασμός που αισθανόμαστε από τις πράξεις που κάνουμε αντικατοπτρίζουν και το ε­πίπεδο ηθικών αρχών και αξιών που έχει εδραιωθεί μέσα μας, δηλαδή η ψυχική αντανάκλαση των πράξεων μας υποδηλώνει και την κατάκτηση ή όχι της ηθικής αρετής. Αν μας προκαλεί ευχαρίστηση η ηθική πράξη, τότε η ηθική αρετή είναι στοιχείο του χαρακτήρα μας, ενώ αν μας προκαλεί δυσαρέσκεια αυτή η πράξη, τότε μας διακρίνει η αντίθετη κακία και απέχουμε πολύ από την κατάκτηση της αρετής.
Εδώ διακρίνουμε κάτι από τα πρώτα βήματα της ψυχολογίας, της οποίας θεμελιωτής θεωρείται από πολλούς ο Αριστοτέλης. Την ίδια ιδέα, ότι δηλαδή αἱ ἡδοναὶ καὶ αἱ λῦπαι επηρεάζουν αποφασιστικά τη ζωή των ατόμων και των κοινωνιών, τη συναντούμε και στον Πλάτωνα· ο Αριστοτέλης όμως συστηματοποίησε περισσότερο από τον δάσκαλο του την εξέταση των συναισθημάτων, και είδε τα συναισθήματα με λιγότερη, γενικά, αυστηρότητα από εκείνον.

Ηθική και ψυχολογία
Ο Αριστοτέλης συνδέει στενά την ηθική με την  ψυχολογία. Προβαίνει σε μια ψυχολογική προσέγγιση της έννοιας των «ἕξεων», προβάλλοντας την άποψη ότι κάθε πράξη τη συνοδεύει ένα ευχάριστο ή ένα δυσάρεστο συναίσθημα ή την ακολουθεί («ἐπιγινομένην»). Έτσι, κοντά στους όρους της ηθικής χρησιμοποιεί και όρους της ψυχολογί­ας. Η σύνδεση αυτή δεν εί­ναι τυχαία, αφού ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με την έρευνα ψυχολογικών θεμάτων και από πολ­λούς θεωρείται πατέρας της ψυχολογίας· έχει γράψει, μάλιστα, και πολλά σχετικά συγγράμματα με οξύτατες παρατηρήσεις, ενώ την άποψη ότι τα συναισθήματα επηρεά­ζουν τη ζωή των ανθρώπων την είχε διατυπώσει και ο Πλάτωνας.

όροι της ηθικής
όροι της ψυχολογί­ας
ἕξεις, σώφρων, ἀ­κόλαστος, ἀνδρεῖος, δειλός, ἠθικὴ ἀρετή, φαῦλα, καλῶν
ἡδονή, λύπη, λυπούμενος, ἀχθόμενος, χαίρων, χαίρειν, λυπεῖσθαι

LΗ συλλογιστική πορεία του Αριστοτέλη μέχρι αυτή την ενότητα

Συγκεφαλαιωτικά, στις πέντε πρώτες διδακτικές ενότητες η συλλογιστική πορεία του φιλοσόφου σχετικά με την αρετή είναι η εξής:
j Η αρετή είναι «ἕξις», δηλαδή δημιουργείται με την επανάληψη μιας πράξης (ενότητες 1-2)
k Η ποιότητα των πράξεων καθορίζει την ποιότητα των «ἕξεων» (ενό­τητα 3 και 4)
l Οι πράξεις συνοδεύονται από συναίσθημα, ευχάριστο ή δυσάρε­στο, ανάλογα με την ποιότητα τους (ψυχολογικού περιεχομένου παρατήρηση). Αυτό είναι κριτήριο για τη διαμόρφωση «ἕξεως» αντίστοιχης με την ποιότητα της πράξης (ενότητα 5).

διὰ μὲν γὰρ ... καλῶν ἀπεχόμεθα
Η ηδονή που αναφέρεται στην αρχή της ενότητας («Σημεῖον δὲ δεῖ ... λυπούμενος δειλός») έχει την έννοια της «καλής» ηδονής και εκφράζει τη συναισθηματική ποιότητα που αντιστοιχεί στην ποιότητα της ενέργειας. Η ηδονή που αναφέρεται παρακάτω («διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν») παρουσιάζεται ως «κακή» ηδονή, ζωώδες, ενστικτώ­δες και ασυνάρτητο με τον «ορθό λόγο» συναίσθημα που συνοδεύει τις ευτε­λείς μας πράξεις, εκείνες, δηλαδή, που βρίσκονται στο πεδίο της ακρότητας και της υπερβολής. Έτσι, ο Αριστοτέλης εμμέσως διακρίνει τις ηδονές σε «καλές» και σε «κακές».

ΗΔΟΝΗ
«καλή»
πραγμάτωση ηθικής αρετής è
διατήρηση της μεσότητας και του ορθού λόγου
«κακή»
εκτέλεση ευτελών πράξεων è
αντί­θετο αποτέλεσμα από τις «καλές» ηδονές
Ü Η παιδεία καθιστά τον άνθρωπο ικανό να διακρίνει μεταξύ "καλών" και "κακών" ηδονών και να επιλέγει τις πρώτες

ü   Αντιθετική αντιστοίχηση εννοιών βρίσκουμε και στη λέξη «λύπη», αφού στο απόσπασμα «διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα» η λέξη δηλώνει τη δυσαρέσκεια και τη δυσχέρεια επιμονής στην επιτέλεση των κα­λών και ενάρετων πράξεων.
ü   Λόγω της διφυούς διάστασης της ηδονής, λοιπόν, ο Αριστοτέλης (Ηθικά Νικο­μάχεια 1109 a 30 εξ.) συζητώντας τους πρακτικούς τρόπους με τους οποίους ο καθένας θα πρέπει να βοηθεί τον εαυτό του να αποκτήσει την αρετή, δεν θα παραλείψει να το­νίσει ότι κάθε άτομο οφείλει να εξετάζει να δει προς τα πού είναι εὐκατάφορον, ποιες είναι, δηλαδή, οι φυσικές ροπές του, κάτι που θα το καταλάβει από την ευχαρίστηση και τη δυσαρέσκεια που συνοδεύουν τις πράξεις μας και τις ενέργειές μας· γι' αυτό και θα συστήσει στη συνέχεια να είμαστε στον μέγιστο δυνατό βαθμό προσεκτικοί σε ό,τι αφορά «τὸ ἡδὺ καὶ τὴν ἡδονήν· οὐ γὰρ ἀδέκαστοι κρίνομεν αὐτήν».

Συνολικά
Προκειμένου ο Αριστοτέλης να τονίσει τα ευχάριστα και δυσάρεστα συναισθήματα που ακολουθούν τις ηθικές και μη ηθικές πράξεις και για να διαφοροποιήσει τα χαρακτηριστικά που αντιστοιχούν σε όσους διαθέτουν και σε όσους δεν διαθέτουν τις ηθικές αρετές, συσσωρεύει ζεύγη αντιθετικών εννοιών: 

- ἡδονὴ ≠ λύπη
- χαίρων ≠ ἀχθόμενος
- σώφρων ≠ ἀκόλαστος
- ἀνδρεῖος ≠ δειλὸς
- φαῦλα ≠ καλὰ
- χαίρω ≠ λυποῦμαι

Όσοι κατέχουν τις ηθικές αρετές
Όσοι δεν κατέχουν τις ηθικές αρετές
ü  βιώνουν ευχάριστα συναισθήματα με την εκτέλεση μιας ηθικής πράξης και γι' αυτό τις επιδιώκουν
ü  βιώνουν δυσάρεστα συναισθήματα με την εκτέλεση μιας μη ηθικής πράξης (η άποψη αυτή αφήνεται να εννοηθεί από τα συμφραζόμενα).
§  βιώνουν δυσάρεστα συναισθήματα με την εκτέλεση μιας ηθικής πράξης και γι' αυτό την αποφεύγουν,
§  βιώνουν ευχάριστα συναισθήματα με την εκτέλεση μιας μη ηθικής πράξης.

) Επιφυλάξεις ως προς την άποψη του Αριστοτέλη
Προβληματισμό εγείρει η θέση του Αριστοτέλη ότι οι ηθικές πράξεις πρέπει να συνοδεύονται από ευχάριστα συναισθήματα, εφόσον υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Πρέπει, λοιπόν, να θεωρήσουμε ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν κατέχουμε τις ηθικές αρετές;
Για παράδειγμα, όταν επιδεικνύουμε τη συμπαράστασή μας στις συμφορές των άλλων, είναι λογικό να επηρεαστούμε από αυτές και να νιώσουμε δυσάρεστα συναισθήματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν διαπνεόμαστε από την αρετή της φιλανθρωπίας. Επιπρόσθετα, όταν κάνουμε μια δίκαιη πράξη, είναι δυνατό να νιώσουμε ένα δυσάρεστο συναίσθημα, γιατί είμαστε υποχρεωμένοι να βλάψουμε κάποιον στην προσπάθειά μας να απονείμουμε δικαιοσύνη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε δίκαιοι.
Τον ίδιο προβληματισμό είχε και ο Αριστοτέλης, ο οποίος γράφει γι’ αυτό το θέμα στα Ηθικά Νικομάχεια: «οὐ δὴ ἐν ἁπάσαις ταῖς ἀρεταῖς τὸ ἡδέως ἐνεργεῖν ὑπάρχει, πλὴν ἐφ’ ὅσον τοῦ τέλους ἐφάπτεται» (= δεν είναι δυνατόν σε όλες γενικά τις αρετές η ενέργεια να συνοδεύεται από ευχάριστο συναίσθημα παρά μόνο όταν η ενέργεια πετυχαίνει τον σκοπό της). Βέβαια, η διευκρίνιση αυτή του φιλοσόφου δεν δίνει ικανοποιητική απάντηση στον παραπάνω προβληματισμό.

) Η άποψη του Σωκράτη
Οι θέσεις αυτές του φιλοσόφου για την ηδονή μπορούν να συσχετιστούν με τις αντίστοιχες που διατυπώνει ο Σωκράτης στον Πρωταγόρα. Εκεί ο φιλόσοφος αναφέρεται στους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι, παρ' όλο που γνωρίζουν το σωστό και το ωφέλιμο, τα παραμελούν «νικημένοι από την ηδονή». Έτσι, παραδείγματος χάριν, δεν γυμνάζονται, αν και γνωρίζουν πόσο επωφελής είναι η άσκηση για την υγεία, και προτιμούν να παραδίδονται στις απολαύσεις του φαγη­τού. Όμως, θα ισχυριστεί ο Σωκράτης, δεν είναι η ηδονή, αλλά η άγνοια που παρα­σύρει αυτούς τους ανθρώπους. Γιατί η γνώση του καλού θα τους δίδασκε πως η πραγματική ηδονή βρίσκεται στην υγεία και όχι στις βλάβες που θα τους προξενή­σουν οι καταχρήσεις μιας φαινομενικής ευχαρίστησης.
Επομένως, ο αριστο­τελικός συσχετισμός της αρετής με τα συναισθήματα δε συμφωνεί με τη νοησιαρχική αντίληψη του Σωκράτη για την αρετή (η α­ρετή είναι γνώση).


Διὸ δεῖ ἦχθαί πως ... αὕτη ἐστίν
Η θέση ότι «διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα» δημιουργεί εύλογα ένα ερώτημα: πώς ο πολίτης θα καταφέρει να διακρίνει τις «καλές» από τις «κακές» ηδονές και θα φτάσει στην επιλογή των πρώτων από αυτές; Η απάντηση στο ερώτημα δίνεται άμεσα από τον Αριστοτέλη, αφού στη συνέχεια καταγράφει την πίστη του ότι η «ὀρθὴ παιδεία» που θα δοθεί στους πολίτες από μικρά παιδιά θα τους κάνει ικανούς να διακρίνουν με ποια πράγματα πρέπει να νιώθουν ευχαρίστηση και με ποια δυσαρέσκεια.

Ο ορισμός της «ορθής» παιδείας[1]
1.      Η «ὀρθή παιδεία» είναι εκείνη που θα καταφέρει να επιτύχει την τέλεια ενσωμάτωση του ατόμου στην κοινωνική πραγματικότητα που λειτουργεί με κανόνες ενός συγκεκριμένου ιδεο­λογικού συστήματος. Στόχος της πρέπει να είναι η σταδιακή ένταξη ενός α­διαμόρφωτου ατόμου στο κοινωνικό σύμπαν ως ενός εν δυνάμει μέλους που θα λειτουργεί ως φορέας ανανέωσης και βελτίωσης («δεῖ»).
ü  Εξάλλου, με τη μεταφορική χρήση τού όρου «ὀρθή» υποσημαίνεται η διαδικασία που απαιτείται, ώστε να λειτουργήσει ορθά το νεαρό άτομο, δηλαδή να υπαχθεί «στον ίσιο δρόμο», ο οποίος δεν είναι άλλος από εκείνον της ηθικής αρετής. Έτσι, θα επιτευχθεί και η συμμόρφωση ως προς τις επιταγές τού κοινωνικού συνόλου («οἷς δεῖ»)[2]
2.      Η «ὀρθή παιδεία» προϋποθέτει τον ορθό λόγο που θα διαμορφώσει τον κανόνα αξιολόγησης του κοινωνικού αξιολογικού συστήματος. Άλλωστε, «ἡ μετὰ τοῦ ὀρθοῦ λόγου ἕξις ἀρετή ἐστι».
3.      Η πολιτεία πρέπει να παρεμβαίνει διδακτικά από την τρυφερή ηλικία («εὐθὺς ἐκ νέων»), όπου ξεκινά η διαδικασία μονιμοποίησης κάποιων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας.
Και στον Πλάτωνα συναντούμε την ίδια διδασκα­λία: «ἐμφύεται πᾶσι... τὸ πᾶν ἦθος διὰ ἔθος». Λέει, μάλιστα, ο Πλάτωνας ότι ο άν­θρωπος μπορεί να αποκτήσει κάποια ψυχικά χαρακτηριστικά ήδη από τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του.
4.      Έτσι, ο πολίτης θα διαμορφώσει σταδιακά τα ιδεολογι­κά και ηθικά του γνωρίσματα με τέτοιον τρόπο, ώστε οι ενάρετες πράξεις να τού προκαλούν το αίσθημα της ικανοποίησης και οι ενδεχομένως κακές πράξεις να τού προκαλούν δυσαρέσκεια («ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ»). Αν ο πολίτης είναι ευχαριστημένος με τις εναρμονισμένες προς τις κοινωνικές ανάγκες πράξεις του, τότε βαδίζει προς το «τέλος» του που είναι η κατάκτηση της ευδαιμονίας.

( Η πλατωνική άποψη για το ρόλο της παιδείας
Ο Αριστοτέλης συμφωνεί με τον Πλάτωνα («ὡς ὁ Πλάτων φησίν»), αφού και ο τελευταίος διατυπώνει στους Νόμους τη θέση ότι στη διαμόρφωση των μόνιμων στοιχείων του χαρακτήρα μας σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ορθή αγωγή και ιδιαίτερα από πολύ μικρή ηλικία.
Το ανθρώπινο περιβάλλον του παιδιού (γονείς και δάσκαλοι), πρέπει από νωρίς να επεμβαίνει, να καθοδηγεί, να τού υποδεικνύει τις πράξεις για τις οποίες πρέπει να νοιώθει ευχάριστα συναισθήματα και να το βοηθήσει να ασκηθεί σ’ αυτές. Με την επιβράβευση των ηθικών πράξεων και την αποδοκιμασία των μη ηθικών πράξεων θα το βοηθήσει να επιδιώκει μόνο τις πρώτες, αφού μόνο αυτές θα τού προσφέρουν τη χαρά της επιβράβευσης, συναίσθημα που προτιμά να αισθάνεται κάθε άνθρωπος. Έτσι, θα επέλθει ο εθισμός σε ενάρετες-ηθικές πράξεις, ο οποίος θα συνεχιστεί και σε μεγαλύτερες ηλικίες, μέχρι να διαμορφωθούν τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα.

( Σύγκριση με τη σύγχρονη παιδαγωγική
m Η σύγχρονη παιδαγωγική αποδέχεται την άποψη ότι ο άνθρωπος πρέπει να διαπαιδαγωγείται από πολύ μικρή ηλικία. Επιπλέον, αναγνωρίζει την αξία και τη συμβολή της ηθικής επιβράβευσης. 
m Διάσταση απόψεων μπορούμε να παρατηρήσουμε ως προς τον χαρακτήρα της αγωγής: η πλατωνική αγωγή έχει χαρακτήρα περισσότερο αυταρχικό. Οι φορείς αγωγής προσπαθούν να επιβάλλουν στο παιδί τις δικές τους επιλογές και δεν το αφήνουν να ενεργήσει ελεύθερα. Αντίθετα, η σύγχρονη παιδαγωγική προωθεί την ελεύθερη και ενεργητική συμμετοχή του παιδιού στη διαδικασία της αγωγής. Αυτό πρέπει να αφήνεται να αναπτύξει ελεύθερα την προσωπικότητά του, να κάνει τις επιλογές του, να αναλαμβάνει την ευθύνη τους και να μαθαίνει μέσα από τα λάθη του. Ο ρόλος των φορέων αγωγής είναι να το καθοδηγήσουν και να το προστατέψουν από σημαντικές παρεκτροπές χωρίς να επιβάλλουν συμπεριφορές.

Παιδεία και ηθική αρετή
Είναι χαρακτηριστική η επιμονή του Αριστοτέλη στο ζήτημα της παιδείας, με το οποίο κλείνει τις τρεις τελευταίες ενότητες, προσθέτοντας κάθε φορά κι ένα νέο στοιχείο ανάλογα με την πρόοδο του συλλογισμού του.
·         Στην 3η ενότη­τα μίλησε για την αναγκαιότητα της διδασκαλίας («εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί»)
·         στην 4η ενότητα έδωσε έμφαση στην ανάγκη έναρξης της αγωγής από την παιδική ηλικία («Οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ οὕτως ἢ οὕτως εὐθύς ἐκ νέων ἐθίζεσθαι, ἀλλὰ πάμπολυ, μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν»)
·         στην 5η ενότητα το νέο στοιχείο είναι η σύνδεση του ορθού λόγου με τη συναισθηματική έκφραση («Διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέ­ων, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ· ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν»).

Κοινωνική διάσταση της αρετής («οἷς δεῖ»)
Για άλλη μια φορά στο κείμενο του Αριστοτέλη διαφαίνεται η κοινωνική διάσταση της αρετής, καθώς η πόλη (μέσω των νομοθετών), αλλά και η οικογένεια και το στενό κοινωνικό περιβάλλον είναι αυτοί που έχουν την ευθύνη για την κατάκτηση της ηθικής αρετής από τους ανθρώπους. Η αρετή, λοιπόν, έχει κοινωνικό χαρακτήρα, επειδή:
·         οι πράξεις συντελούνται μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον και έχουν αντίκτυπο στον κοινωνικό περίγυρο
·         κάθε κοινωνία - πολιτεία αξιολογεί ποιες πράξεις είναι ηθικές και μας υποχρεώνει με την παιδεία και την αγωγή να τις ακολουθήσουμε.

v ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ-ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ


Παράγωγα
Συνώνυμα
Αντώνυμα
μένω
μόνος, μένος, μονή, (δια-, επί-, υπό-, παρά-, εμ-) μονή, μόνι­μος, μονάζω, μενετός, Μενέλαος

ἀπέρχομαι, ἀποδιδράσκω, δραπετεύω, φεύγω, κινοῦμαι




ἄγω
αγωγή (ανά-, δι-, προσ-, εισ-, εξ-, συν-, προ-, κατ-, μετ-, παρ, επ-, απ-, υπ-) αγωγή, αγωγός, παιδαγωγός, ευάγωγος, ανά­γωγος, αγέλη, αγώνας, αγώγιμος, άμαξα, άξονας, εισακτέος, επείσακτος, παρείσακτος, σύναξη, παρθεναγωγείο, υδραγωγείο, καταγώγιο, λοχαγός, ξενα­γός, χορηγός, στρατηγός
κομίζω, ὁδηγῶ, φέρω, ἡγοῦμαι
ἀφίημι, καταλείπω

λυποῦμαι
λύπη, συλλυπητήριος, αξιολύπητος, αλύπητος
ἀθυμῶ, ἀλγὼ, ἀνιῶμαι, ἄχθομαι, θλίβομαι
ἀγάλλομαι, γέγηθα, εὐφραίνομαι, ἥδομαι, τέρπομαι, χαίρω

χαίρω
χάρη, χαρά, χάρμα, χαρίζω, χαριτωμένος, περιχαρής, χαρ­μόσυνος, χαρωπός, χαιρέκακος
ἀγάλλομαι, εὐθυμῶ, γέγηθα, ἥδομαι, τέρπομαι
ἀθυμῶ, ἀνιῶμαι, ἄχθομαι, ἀσχάλλω, θλίβομαι, λυποῦμαι

Ετυμολόγηση λέξεων-Παράγωγα
ü  σημεῖον < σημαίνω: σήμα, σημείο, σημάδι, σημαδιακός, σημαία, σήμανση, σήμαντρο, σημασία, σημασιολογία, σημείωση, σημείωμα, σημειολογία, αξιοσημείωτος, πρόσημο, παράσημο, ένσημο, γραμματόσημο, χαρτόσημο, βιβλιόσημο, επίσημος, άσημος, διάσημος, δίσημος, αμφίσημος, πολύσημος, σηματοδότης, σηματοδότηση, σημαδιακός, επισήμανση, προσήμανση, σημαντικός, ασήμαντος 
ü  ἡδονὴν < ἥδομαι (= ευχαριστιέμαι): ηδονή, ηδονικός, ηδονιστής, ηδονοβλεψίας, ηδυπάθεια, ηδύποτο (= λικέρ), αηδία, δυόσμος 
ü  ἀχθόμενος < ἄχθομαι: άχθος, αχθοφόρος, επαχθής, σεισάχθεια, άγχος, αγχόνη 
ü  ὑπομένων < ὑπὸ + μένω: υπομονή, διαμονή, επιμονή, εμμονή, παραμονή, προσμονή, επίμονος, ανυπόμονος, έμμονος, υπομονετικός, μόνιμος, μονιμότητα, μοναχός 
ü  ὀρθὴ < (επίθ.) ὀρθός: όρθιος, ορθώνω, κατορθώνω, επανορθώνω, διορθώνω, διόρθωση, επιδιόρθωση, επανόρθωση, παλινόρθωση, κατόρθωμα, αδιόρθωτος, ακατόρθωτος, διορθωτής, ορθολογισμός, ορθολογιστής
ü  χαίρω < χαρά
ü  ἄχθομαι < ἄχθος (= βάρος, φορτίο· πβ. σεισάχθεια, απεχθής)
ü  ἦχθαι < ἄγομαι
ü  ὀρθός < ὄρνυμι (= σηκώνω) < ὀρούω (= ορμώ)
ü  παιδεία < παῖς (παιδ-ός)

v ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ στα ΘΕΜΑΤΑ για ΣΥΖΗΤΗΣΗ

1. σημεῖον δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύπην τοῖς ἔργοις: Κουβεντιάστε μέσα στην τάξη για το κριτήριο που θέτει ο Αρι­στοτέλης, προκειμένου να αποφανθεί κανείς αν έχουν πια οριστικά διαμορ­φωθεί οι «ἕξεις». Κάντε πιο συγκεκριμένη τη συζήτηση σας χρησιμοποιώ­ντας τα παραδείγματα που χρησιμοποιεί και ο Αριστοτέλης. Στο τέλος δοκι­μάστε να προσθέσετε και άλλα, δικά σας παραδείγματα.
Βλ. τις ενότητες: «Σημεῖον δὲ δεῖ ... τοῖς ἔργοις» και «ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος ... λυπούμενος δειλός».

2. Θυμηθείτε ότι είχαμε παραπέμψει σ' αυτό το σημείο τη συζήτηση για την εναλλαγή πρώτου και τρίτου πληθυντικού προσώπου που είχαμε προσέ­ξει στη δεύτερη ενότητα. Συζητήστε, λοιπόν, στην τάξη για το θέμα αυτό.
Στην 5η ενότητα παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο που είχαμε εντοπίσει στη 2η ενότητα: εναλλαγή του πρώτου με το τρίτο πρόσωπο. Έχοντας και ε­δώ ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου μπορούμε τώρα να προσθέσουμε στα πρώτα συμπεράσματα που είχαμε διατυπώσει και κάποιες άλλες ακόμη επιση­μάνσεις.
Στην 5η ενότητα το πρόσωπο που κυριαρχεί εν αντιθέσει με τη 2η ενότη­τα είναι το τρίτο, το οποίο διακόπτεται μόνο στις προτάσεις: «διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα». Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το τρίτο πρόσωπο στις αναφορές του για το σώφρονα, τον ακόλαστο, τον ανδρείο και το δειλό. Θα ήταν αλαζονικό βέ­βαια να θεωρεί ότι έχει φθάσει στην κατάκτηση των αρετών που αναφέρονται αλλά και ότι βρίσκεται ο ίδιος στην πλευρά κάποιας από τις κακίες. Έχει αδυναμίες, όπως κάθε άνθρωπος, και παρά το γεγονός ότι επιδιώκει την κατάκτηση της αρετής, αποδέχεται ότι έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει.
Πέρα από τις επισημάνσεις όμως που έχουν γίνει, θα πρέπει να δούμε το ζήτημα της προσωπικής του εμπλοκής στην εξέταση ενός «επιστημονικού» αντικειμένου και από άλλη οπτική γωνία. Τα Ηθικά Νικομάχεια που έχουν φθάσει ως τις μέρες μας δεν είναι ένα έργο, το οποίο ο συγγραφέας το έγρα­ψε για να δημοσιοποιηθεί, αλλά απαρτίζεται από πρόχειρες σημειώσεις που κρατούσε προκειμένου να τις χρησιμοποιήσει στις παραδόσεις που έκανε προς τους μαθητές του («ακροαματικά» έργα). Είναι, λοιπόν, έντονα τα σημάδια του προ­φορικού λόγου, της αυθόρμητης διατύπωσης και της ψυχικής εμπλοκής.

3.  Δυο φορές πιο πάνω η λέξη «ἕξεις» γράφτηκε μέσα σε εισαγωγικά. Γιατί;
Τα εισαγωγικά μέσα στα οποία γράφτηκε η λέξη «ἕξεις» δηλώνουν ότι δεν είναι μια απλή λέξη που θα μπορούσε να έχει κάποιες εναλλακτικές εκ­φορές, αλλά αποτελεί θεμελιώδη όρο της Ηθικής του Αριστοτέλη με τη συ­γκεκριμένη έννοια που ο ίδιος δίνει σ' αυτόν. «Ἕξεις» για τον Αριστοτέλη είναι η μόνιμη ιδιότητα του χαρακτήρα που έχει εγκατασταθεί με τον εθι­σμό, με την επανάληψη, δηλαδή, κάποιων πράξεων. Τα εισαγωγικά, λοιπόν, δικαιολογούνται από το γεγονός ότι ο όρος αυτός αποτελεί κομβικό σημείο της συλλογιστικής του για την πορεία προς την αρετή, αλλά και διακριτή χρήση της σημασίας της από τη νεοελληνική λέξη έξη.

4. Γράψε ένα σύντομο δοκίμιο (μιας ή δύο σελίδων) α) για να επεξηγήσεις το περιεχόμενο του πλατωνικού ορισμού της αγωγής, β) για να δηλώσεις τη συμφωνία ή τη διαφωνία σου (κάνοντας, δηλαδή, κάτι σαν αυτό που έκανε και ο Αριστοτέλης).
Βλ. τις ενότητες: «Η πλατωνική άποψη για το ρόλο της παιδείας» και «Σύγκριση με τη σύγχρονη παιδαγωγική».

v Ερωτήσεις Αξιολόγησης

Ερμηνευτικές ερωτήσεις
1. Με βάση ποιο κριτήριο θεωρεί ο Αριστοτέλης ότι διαμορφώνονται τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας; Πώς το αποδεικνύει και σε ποιο συμπέρασμα καταλήγει;
2. Ποια παραδείγματα χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης για να εξηγήσει το κριτήριο της διαμόρφωσης ἕξεων;
3. Ποια είναι η σχέση μεταξύ ηθικής αρετής και λύπης ή ηδονής και πώς την εξηγεί ο Αριστοτέλης;
4. Ποια είδη ηδονής φαίνεται να διακρίνει ο Αριστοτέλης σύμφωνα με τα σχόλια του βιβλίου σας;
5. Παρουσιάστε διαγραμματικά τα συναισθήματα που βιώνουν με την εκτέλεση μιας ηθικής πράξης όσοι κατέχουν και όσοι δεν κατέχουν την ηθική αρετή.
6. Ποια θεωρεί ο Αριστοτέλης «ορθή» παιδεία; Συμφωνείτε με τα κριτήριά του;
7. σώφρων, ἀκόλαστος, ἀνδρεῖος, δειλός: Να δώσετε τον ορισμό καθενός όρου με βάση το κείμενο.
8. Διὸ δεῖ οἷς δεῖ: Ποιος νομίζετε ότι αποφασίζει με τι «πρέπει» να χαίρονται ή να λυπούνται οι νέοι, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη; Η άποψή του θα ήταν χρήσιμη στη σύγχρονη πραγματικότητα;
9. Τι χαρακτήρα δίνει στην αρετή ο Αριστοτέλης και πώς αυτός διαφαίνεται μέσα στο κείμενο;
10. Να εντοπίσετε και να αναλύσετε το σημείο του κειμένου στο οποίο φαίνεται ότι η ηθική αρετή συνδέεται με την οργανωμένη πολιτική- κοινωνική ζωή.
11. Ποια είναι η αξία του συναισθήματος στον Αριστοτέλη όπως φαίνεται από την ενότητα;
12. Πώς αντιλαμβάνεσθε την άποψη ότι η πραγμάτωση της ηθικής αρετής συνεπάγεται ευχαρίστηση για τον άνθρωπο; Μήπως κάποτε συμβαίνει και το αντίθετο, δηλαδή εκείνο που «πρέπει» να κάνουμε - το ηθικώς πράττειν - να μας είναι πιο δυσάρεστο; Ο Αριστοτέλης γράφει σχετικά (ΗΝ, 1117b 17-18) ότι: οὐ δὴ ἐν ἁπάσαις ταῖς ἀρεταῖς τὸ ἡδέως ἐνεργεῖν ὑπάρχει, πλὴν ἐφ' ὅσον τοῦ τέλους ἐφάπτεται (= δεν είναι λοιπόν δυνατόν να βρει κανείς σε όλες ανεξαιρέτως τις αρετές μια ενέργεια που συνεπάγεται ηδονή, παρά μόνο εφόσον αυτή επιτυγχάνει το σκοπό της). Ποια είναι η δική σας άποψη;
13. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί την έκφραση ὀρθὴ παιδεία και ο Πρωταγόρας αναφερόμενος στην αγωγή των νέων (από την πόλη με τους νόμους) την έκφραση εὐθύνουσι (= ισιώνουν). Ποιο είναι το κοινό σημείο αυτών των μεταφορικών εκφράσεων και πώς εξηγείται η σχέση τους με την αγωγή των νέων;
14. Αφού διαβάσετε τις απόψεις που εκφράζει ο Αθηναίος ξένος για την παιδεία στους πλατωνικούς Νόμους (653 a - c) και την άποψη που εκφράζει ο Λάκων στον Πλούταρχο να δείξετε τη σχέση τους με τις θέσεις που διατυπώνει ο Αριστοτέλης σαυτή την ενότητα.

Η «ορθή» παιδεία και η ηδονή
ΑΘ. Κατ' αρχήν θα ήθελα να σας ξαναθυμίσω τι ακριβώς λέμε πως είναι σωστή παιδεία. Διότι, όπως τουλάχιστον το αντιλαμβάνομαι τώρα εγώ, αυτού του πράγματος η διαφύλαξις επιτυγχάνεται με τη σωστή εκτέλεση του θεσμού αυτού.
ΚΛ. Σπουδαίο θέμα πραγματεύεσαι.
ΑΘ. Λέγω λοιπόν, ότι τα πρώτα αισθήματα των παιδιών είναι η ηδονή και η λύπη της παιδικής ηλικίας, και ότι μ’ αυτά πρωτοεμφανίζεται στην ψυχή τους η αρετή και η κακία, ενώ όσον αφορά τη φρόνηση και τις αληθινά σωστές γνώμες, ευτυχής είναι εκείνος που θα τις αποκτήσει, έστω και στα γηρατειά του. Και είναι τέλειος ο άνθρωπος εκείνος, που διαθέτει αυτά τα προσόντα και όλα όσα αυτά περικλείουν. Αν δηλαδή η ηδονή και η φιλία και η λύπη και το μίσος αναπτύσσονται με τον τρόπο που πρέπει στις ψυχές τους, προτού ξυπνήσει μέσα τους η λογική, και αν, όταν ξυπνήσει η λογική, τα αισθήματα συμφωνούν μαζί της στο ότι σωστά διεμορφώθησαν από τις αντίστοιχες συνήθειες, αυτή η συμφωνία στο σύνολό της αποτελεί την αρετή· όσον αφορά δε το τμήμα εκείνο της αρετής που συνίσταται στο να διαπαιδαγωγούμε σωστά (τα παιδιά), σε ό,τι αφορά τις ηδονές και τις λύπες, ώστε απαρχής μέχρι τέλους της ζωής τους να μισούν εκείνα που πρέπει να μισούν, και ναγαπούν αυτά που πρέπει ναγαπούν, αυτό ακριβώς απομονώνοντας με τη λογική και ονομάζοντάς το παιδεία, σωστά θα το ονόμαζες έτσι, κατά τη δική μου γνώμη τουλάχιστον.
ΚΛ. Είμεθα της γνώμης, αγαπητέ μου, ότι και όσα είπες πριν και όσα είπες τώρα για την παιδεία, σωστά είναι.
Πλάτων, Νόμοι, 653 a-c. (Μετάφραση: Κων. Φίλιππας)

Ηθική αρετή - διδασκαλία ηδονή
Τι λοιπόν; Δεν θα έλεγες και συ ότι «αν οι άνθρωποι δεν γίνονται καλύτεροι με τη μάθηση, η αμοιβή που δίνεται στους παιδαγωγούς πάει χαμένη»; Αυτοί, δηλαδή, είναι οι πρώτοι που παραλαμβάνουν το παιδί μόλις απογαλακτιστεί και, όπως ακριβώς οι τροφοί πλάθουν το σώμα του με τα χέρια τους, έτσι οι παιδαγωγοί διαπλάθουν με τις συνήθειες που του μαθαίνουν το χαρακτήρα του παιδιού, βάζοντάς το να κάνει το πρώτο βήμα του στα χνάρια της αρετής. Έτσι ο Λάκωνας, όταν ρωτήθηκε τι πετύχαινε παιδαγωγώντας, απάντησε: «Κάνω τα σωστά πράγματα ευχάριστα για τα παιδιά».
Πλούταρχος, Εἰ διδακτὸν ἡ ἀρετή, 439 f. (Μετάφραση: Φιλολογική ομάδα, εκδ. Κάκτος)






[1] Η ενότητα μπορεί να συσχετιστεί με τη 20ή των Πολιτικών, που αναφέρεται στην παιδεία, καθώς και με την ενότητα 7 από τον Πρωταγόρα.
[2]Η χρήση μεταφοράς σχετικά με τον κοινωνικοποιητικό ρόλο τής παιδείας απαντά και στον Πρωταγόρα. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί την έκφραση «ὀρθὴ παιδεία» και ο Πρωταγόρας αναφερόμενος στην αγωγή των νέων (από την πόλη με τους νόμους) την έκφραση «εὐθύνουσι (= ισιώνουν)».
Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης