Ενδεικτικές
Απαντήσεις Αρχαίων Ελληνικών 2020
(ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ)
Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ
ΚΕΙΜΕΝΟ
Α1.α.
1. Λάθος: «ἡ δὲ τοῦ φρονῆσαι παντὸς μᾶλλον θειοτέρου τινὸς
τυγχάνει, ὡς ἔοικεν, οὖσα, ὃ τὴν μὲν δύναμιν οὐδέποτε ἀπόλλυσιν»
2. Λάθος: «ὑπὸ δὲ τῆς περιαγωγῆς χρήσιμόν τε καὶ ὠφέλιμον καὶ
ἄχρηστον αὖ καὶ βλαβερὸν γίγνεται».
3. Σωστό: «Τούτου τοίνυν, ἦν δ’ ἐγώ, αὐτοῦ τέχνη ἂν εἴη, τῆς
περιαγωγῆς, τίνα τρόπον ὡς ῥᾷστα τε καὶ ἀνυσιμώτατα μεταστραφήσεται»
Α1.β. 1. Η αντωνυμία «σφεῖς» αναφέρεται
στη λέξη «ἐπαγγελλόμενοι».
2. Η αντωνυμία «ᾧ» αναφέρεται στη
λέξη «ὄργανον»
Β1.
Κατά τον Πλάτωνα, η γνώση και η επιστήμη γεννιούνται μέσα στον άνθρωπο· κατά
συνέπεια, η διαδικασία απόκτησής τους, η παιδεία, είναι μια εσωτερική, ψυχική,
διεργασία: η σταδιακή απομάκρυνση από το πρόσκαιρο γίγνεσθαι (ἐκ τοῦ
γιγνομένου),
και η θέαση του Αγαθού μέσα από μια ολιστική προσέγγισή του (σύν ὅλῃ τῇ ψυχῇ).
Ειδικότερα, στόχος
τής παιδείας είναι η μεταστροφή τής ψυχής προς το ὄν και το πιο φωτεινό από το
ὄν («εἰς τὸ ὄν καὶ τοῦ ὄντος τὸ
φανότατον»). Η
ουσιαστικοποιημένη μετοχή «τὸ ὄν» του ρήματος εἰμί αποδίδει την υπαρκτική σημασία
του ρήματος. Το ὂν είναι το υπαρκτό. Η αναζήτηση του αληθινά υπαρκτού αποτέλεσε εξ
αρχής για τη φιλοσοφία μέγα ερώτημα, το λεγόμενο οντολογικό ερώτημα: τὸ πάλαι τε καὶ νῦν καὶ ἀεὶ ζητούμενον καὶ ἀεὶ ἀπορούμενον, τί
τὸ ὄν (Αριστοτέλης,
Μετὰ τὰ φυσικά 1028b2-4). Αυτό που υπάρχει πραγματικά είναι
μόνο οι Ιδέες, όχι τα αισθητά.
Αποτελεί πάγια πλατωνική
διδασκαλία η ταύτιση του ὄντος (του αληθινά υπαρκτού) με το ἀγαθόν. Ο Πλάτωνας δεν δίνει μια σαφή ερμηνεία για αυτόν τον όρο που είναι
από τους βασικότερους στο φιλοσοφικό του σύστημα, παρά αρκείται σε ορισμένους
υπαινιγμούς. Αγαθόν
πάντως είναι το εἶναι και ό,τι διατηρεί το εἶναι·
η τάξη, ο κόσμος και η ενότητα που διαπερνά και συνέχει
την πολλαπλότητα· ό,τι παρέχει την αλήθεια και την επιστήμη (Πολ. 509a). Η έκφραση αὐτὸ τὸ
ἀγαθόν φαίνεται να
δηλώνει την ύψιστη αρχή και την πηγή του όντος και της γνώσης. (Βλ. Πολιτεία 508e: «Τοῦτο τοίνυν τὸ τὴν ἀλήθειαν παρέχον τοῖς γιγνωσκομένοις καὶ τῷ
γιγνώσκοντι τὴν δύναμιν ἀποδιδὸν τὴν τοῦ ἀγαθοῦ ἰδέαν φάθι εἶναι»). Πάντως
ήδη στην αρχαιότητα το Πλάτωνος ἀγαθόν ήταν παροιμιακή έκφραση για κάτι το
ασαφές και σκοτεινό. Πρβλ. Ἄμφις (στον Διογ. Λαέρτιο III 27). «ἧττον
οἶδα τοῦτ' ἐγώ, ὦ δέσποτ', ἢ τὸ
Πλάτωνος ἀγαθόν».(Μιλά προφανώς κάποιος δούλος και λέγει στον κύριό του:
αυτό το πράγμα το γνωρίζω λιγότερο από ό,τι γνωρίζω το Αγαθόν του Πλάτωνα,
δηλαδή το σκοτεινό αυτό φιλοσόφημα). Από τον πλούτο των αναφορών του Πλάτωνα στην πολυσήμαντη λέξη ἀγαθόν, εδώ να
τονιστεί μόνο ότι ο φιλόσοφος ταυτίζει το αληθινά υπαρκτό με το αγαθό,
ακριβέστερα με την Ιδέα του Αγαθού.
Για να μπορέσει ο άνθρωπος να
απεγκλωβιστεί από την πρόσδεση στον παραπλανητικό κόσμο των αισθήσεων και να
αναχθεί, απελευθερωμένος πια, σε μια νοητική θεώρηση του κόσμου, είναι
απαραίτητη μια ψυχική μεταβολή: η περιαγωγή τής ψυχής. «Περιαγωγή» είναι η μεταστροφή.
Η λέξη έχει φιλοσοφική βαρύτητα, διότι δείχνει πως η γνώση και η παιδεία, καθώς
στρέφεται στον κόσμο, οφείλει να έχει πάντα καθολικό χαρακτήρα και να μην εξαντλείται
σε προσέγγιση από μία επιμέρους οπτική γωνία. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η
χρήση του δεοντολογικού ρηματικού επιθέτου περιακτέον, το οποίο όμως δεν προτρέπει
απλώς σε μια ευρύτερη θέαση αλλά αποβλέπει σε μια μεταστροφή της ψυχής από τον
κόσμο των αισθήσεων προς τον κόσμο των Ιδεών. Πρόκειται, όπως και στην
περίπτωση της παιδείας, για μια στροφή όλης της ύπαρξης προς τον «ήλιο», προς
το αγαθό –για μια επώδυνη πορεία. Λίγο παρακάτω (521d) ο Πλάτων θα ονομάσει την
άνοδο της ψυχής προς το όντως Ον, «μεταστροφή/επιστροφή της ψυχής από μια
νυχτερινή μέρα στην αληθινή μέρα» –και αυτή είναι η «αληθινή φιλοσοφία».
Επομένως, η λέξη «περιαγωγή»
δηλώνει καταρχάς την απομάκρυνση από τη μία, δεδομένη και υποχρεωτική οπτική
γωνία· έτσι, η περιαγωγή είναι αρχικά (αλλά όχι πρωταρχικά) μια σφαιρική διεύρυνση της
οπτικής γωνίας, μια περιστροφή. Δεν αρκεί, όμως, αυτή για να απεγκλωβιστεί ο
άνθρωπος από την αποκλειστικά αισθητηριακή πρόσληψη του κόσμου. Χρειάζεται η
φιλοσοφική παιδεία που θα κάνει την περιαγωγή ολική μεταστροφή της ύπαρξης,
ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να βλέπει, πάνω και πέρα από τα επιμέρους
αντικείμενα, την ουσία του καθενός και να νοεί την Ιδέα τους.
Το να γίνει κανείς φιλόσοφος
σημαίνει να βιώσει μια μεταστροφή της ψυχής η οποία αλλάζει ολόκληρη τη ζωή του
(«ψυχῆς περιαγωγή», Πολιτεία, 521c,
518d). Αυτό που κάποιον τον κάνει φιλόσοφο είναι μια τελείως διαφοροποιημένη
στάση απέναντι στην πραγματικότητα: μόνο αυτός είναι ικανός για τη γνώση των
Ιδεών. Παντού, όπου ο Πλάτων προσεγγίζει την έννοια του φιλοσόφου, αναφέρεται
σε αυτόν τον οντολογικό επαναπροσανατολισμό.
Β2. Ο Σωκράτης συνεχίζει τη διήγηση
της αλληγορίας του σπηλαίου, επιχειρώντας να ορίσει την έννοια της παιδείας.
Ξεκινά με αποφατική διατύπωση προσδιορίζοντας
αρχικά τι δεν είναι παιδεία. Η παιδεία, λοιπόν, δεν
είναι μια διαδικασία με την οποία η επιστήμη, δηλαδή η ορθή και τεκμηριωμένη
γνώση, εισάγεται έξωθεν στην ψυχή του δέκτη της. Απεναντίας, αυτό ακριβώς
υποστηρίζουν ορισμένοι αυτόκλητοι επαγγελματίες της εκπαίδευσης. Αυτοί ισχυρίζονται πως στην ψυχή
δεν υπάρχει γνώση και πως αυτή ο άνθρωπος την αποκτά μέσα από τη διαδικασία
της μάθησης («Φασὶ δέ που οὐκ ἐνούσης ἐν τῇ ψυχῇ ἐπιστήμης σφεῖς ἐντιθέναι»).
Με τη φράση ἐπαγγελλόμενοί τινες ο Πλάτωνας υπονοεί
τους σοφιστές, οι οποίοι ήταν περιφερόμενοι δάσκαλοι ανώτερης παιδείας. Είναι
γνωστή η εκ διαμέτρου αντιθετική στάση του Σωκράτη και των σοφιστών απέναντι
στην παιδεία. Ο Σωκράτης δεν άσκησε επαγγελματικά (επ' αμοιβή) τη διδασκαλία.
Πίστευε ότι δεν μεταδίδει γνώσεις, απλώς βοηθεί τον συνομιλητή του να τις
ανακαλύψει μέσα του: το παιδί δεν το γεννά η μαία αλλά η μητέρα του. Αντίθετα,
πολλοί σοφιστές άσκησαν επαγγελματικά τη διδασκαλία, μεταδίδοντας στους
μαθητές τους γνώσεις ρητορικής, πολιτικής και άλλες. Αντίστοιχες προς τους υψηλούς
στόχους των πλουσίων και φιλόδοξων μαθητών τους ήταν και οι αμοιβές τους.
Ο Σωκράτης εκδηλώνει παραστατικά την αποδοκιμασία του απέναντι
στις πρακτικές αυτές των σοφιστών με μια παρομοίωση: με τη διδασκαλία τους
εμφυτεύουν (ἐντιθέναι) τη γνώση στην ψυχή των μαθητών,
σαν να βάζουν την ικανότητα της όρασης στα μάτια ενός τυφλού, ώστε να μπορεί
να βλέπει με αυτά («οἷον τυφλοῖς ὀφθαλμοῖς ὄψιν ἐντιθέντες»).
Ο φιλόσοφος, λοιπόν, παρατηρεί πως η αλληγορία φανερώνει ακριβώς
το αντίθετο απ’ό,τι υποστηρίζουν οι επαγγελματίες δάσκαλοι: στην ψυχή κάθε
ανθρώπου ενυπάρχουν η δυνατότητα της μάθησης και κατάλληλο όργανο για τη
μάθηση. Μια πληροφορία ή ένα σύνολο πληροφοριών τα
οποία προσλαμβάνει ο άνθρωπος από εξωτερικές πηγές (π.χ. εικόνες, ακούσματα,
συμβατικά μαθήματα, βιβλία, διαδικτυακές πηγές -σήμερα) και τα εσωτερικεύει
μέσω των αισθήσεών του, δεν συνιστούν για τον Πλάτωνα αληθινή γνώση.
Ενδεχομένως, μάλιστα, να συνιστούν και παραπλάνηση, να υποσκάπτουν την αληθινή
γνώση, καθώς δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κατοχής της.
Ο Πλάτων δεν πιστεύει ότι ο
άνθρωπος αποκτά τη γνώση ως πληροφορία που λαμβάνει χώρα έξωθεν, αλλά ότι την
ανακαλύπτει και την παράγει μέσα του. Γι’ αυτό και αυτήν την έντονα βιωματική
γνωστική διαδικασία την ονομάζει συμβολικά ἀνάμνησιν (Φαίδων
76a). Κατά τον φιλόσοφο, μετά την περιαγωγή της ψυχής μας στους
ουράνιους τόπους, όπου γνώρισε τις ιδέες, συντελέστηκε το γεγονός της φυσικής
γέννησης μας. Τότε η ψυχή μας εισήλθε στο σώμα μας. Το γεγονός αυτό στάθηκε
αιτία, ώστε να ξεχάσουμε τις ιδέες. Η λήθη αυτή στη συνέχεια παγιώθηκε κάτω από
το βάρος των πλαστών εντυπώσεων, με τις οποίες τροφοδοτούν την ψυχή μας οι
αισθήσεις για τα πράγματα που υπάρχουν γύρω μας. Ο Πλάτων προσπαθεί να
αισθητοποιήσει τον εσωτερικό, βιωματικό χαρακτήρα της γνώσης με την τετραπλή
χρήση της πρόθεσης ἐν
στην α' παράγραφο (ετυμολογικό σχήμα / παρονομασία): «ἐνούσης ἐν τῇ ψυχῇ, ἐντιθέναι,
ἐντιθέντες».
Επομένως, κατά τον Σωκράτη (και για τον Πλάτωνα), η γνώση είναι
ανάμνηση. Αυτό σημαίνει πως ο άνθρωπος γνωρίζει την αλήθεια, την Ιδέα, και πως
η προσπάθεια της φιλοσοφικής σκέψης έγκειται στο να βοηθήσει τον άνθρωπο να την
ξαναθυμηθεί, να την επαναφέρει στη μνήμη του.
Β3.
1.α
2. γ
3. β
4. β
5. γ
Β4. α. φανόν: φάσμα
ἀνασχέσθαι: ανακωχή
περιακτέον: άξονας
τετραμμένῳ: ανατροπή
ἐντιθέντες: παρακαταθήκη
ἀπόλλυσι: απώλεια
β. ἐπαγγελλόμενοι: Ο επαγγελματικός
προσανατολισμός είναι απαραίτητος για τη σωστή επιλογή σπουδών.
ἐπιστήμης: Η επικράτηση τής ειρήνης συμβάλλει αποφασιστικά στην
πρόοδο των επιστημών και των τεχνών.
Β5. Στο πρωτότυπο κείμενο ο Πλάτωνας
μέσω τού Σωκράτη εκφράζει τις απόψεις του σχετικά με τον σκοπό τής παιδείας. Οι
θέσεις τού Α. Δελμούζου επί τού ίδιου θέματος (όπως καταγράφονται από τον Ε.Π.
Παπανούτσο) παρουσιάζουν εμφανείς αναλογίες με τις αντίστοιχες πλατωνικές.
Αρχικά, η λέξη «παιδεία» σημαίνει
αυτό που πρέπει να μάθει το παιδί. Ήδη από τον 5ο αι. ως όρος της
παιδαγωγικής δηλώνει τη γενική καλλιέργεια, που είναι προνόμιο μόνο του
ανθρώπου -γι' αυτόν τον λόγο άλλωστε αποδίδεται στα λατινικά ως humanitas. Βάση της παιδείας είναι για τον
Πλάτωνα η μουσική (λογοτεχνία, τραγούδι, καλλιέργεια της καλλιτεχνικής
ευαισθησίας) και η γυμναστική. «Παίδευση» είναι η
πορεία προς την παιδεία. Στο πρωτότυπο κείμενο ο φιλόσοφος τονίζει
ότι η γνώση
και η επιστήμη γεννιούνται μέσα στον άνθρωπο· κατά συνέπεια, η διαδικασία
απόκτησής τους, η παιδεία, είναι μια εσωτερική, ψυχική, διεργασία: η σταδιακή
απομάκρυνση από το πρόσκαιρο γίγνεσθαι (ἐκ τοῦ γιγνομένου), και η θέαση του
Αγαθού μέσα από μια ολιστική προσέγγισή του (σύν ὅλῃ τῇ ψυχῇ). Παρόμοια, και ο
Α. Δελμούζος απορρίπτει την έξωθεν εμβολή τής πνευματικής καλλιέργειας,
τονίζοντας τη σημασία τής ενεργοποίησης των εσωτερικών δυνάμεων τού ανθρώπου («Η ψυχική
όμως καλλιέργεια και η ελευθερία δεν έρχονται έτοιμα απ’ έξω, παρά είναι
καρπός που ωριμάζει μέσα μας ολοένα και περισσότερο με αδιάκοπη ατομική
προσπάθεια»).
Ταυτόχρονα, υπογραμμίζεται και στα δύο κείμενα ο απελευθερωτικός ρόλος τής
παιδείας. Με τον μύθο του σπηλαίου παρουσιάζεται
μια δυναμική εικόνα για την ισχυρή ικανότητα που έχει η φιλοσοφία να
διαφωτίζει και να ελευθερώνει. Η γνώση του κόσμου, του ανθρώπου και της
κοινωνίας, η χρήση της λογικής για τη ρύθμιση και καθοδήγηση της ζωής σε
ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, απεικονίζονται στο Σπήλαιο ως κάτι βαθύτατα
απελευθερωτικό. Δεν πρόκειται για μια εξωτερική και επιφανειακή αποδέσμευση,
αλλά για ουσιαστική, υπαρξιακή μεταστροφή, μια αλλαγή του όλου ανθρώπου και
της σχέσης του με τον κόσμο. Ο άνθρωπος που αρχίζει να στοχάζεται
παρουσιάζεται σαν κάποιος που σπάει τα δεσμά της συμμόρφωσης στην συνηθισμένη
εμπειρία και στην παραδεδεγμένη γνώμη (ἐκ τοῦ γιγνομένου), ενώ η πρόοδος της
απαλλαγής από τις πλανερές αντιλήψεις απεικονίζεται σαν ταξίδι από το σκοτάδι
προς το φως. Ομοίως και στο μεταφρασμένο απόσπασμα επισημαίνεται η σύνδεση
τής παιδείας με την απελευθέρωση από τις δεσμεύσεις τού υλικού κόσμου («Με
προσπάθεια και δοκιμασία λυτρώνεται με τον καιρό το άτομο από το βάρος της
ύλης και υψώνεται σκαλί το σκαλί προς τον ελεύθερο άνθρωπο»). Στον μύθο του σπηλαίου,
ειδικότερα, η αναφορά στην παιδεία έχει και γνωσιολογικό περιεχόμενο: πώς
μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει την αλήθεια, και μάλιστα το αληθινά υπαρκτό;
Παράλληλα, κοινός τόπος μεταξύ των δύο
κειμένων είναι η σύνδεση τής παιδείας με την ηθική καλλιέργεια. Ο Πλάτωνας
αναφέρει ότι η αξιοποίηση τής φρόνησης μπορεί να αποβεί χρήσιμη και ωφέλιμη («ἡ δὲ τοῦ φρονῆσαι παντὸς μᾶλλον
θειοτέρου τινὸς τυγχάνει, ὡς ἔοικεν, οὖσα, ὃ τὴν μὲν δύναμιν οὐδέποτε ἀπόλλυσιν, ὑπὸ δὲ τῆς περιαγωγῆς χρήσιμόν τε καὶ ὠφέλιμον»). Άλλωστε, στην Πολιτεία γενικότερα
η αναφορά στην παιδεία γίνεται πάντα σε σύνδεση με την ηθική διαπαιδαγώγηση
των πολιτών (424a): [: γιατί η καλή εκπαίδευση και η ανατροφή, αν
διατηρείται, γεννά καλές φύσεις, και πάλι οι χρηστές αυτές φύσεις, όταν
λάβουν μια τέτοια ανατροφή, θα γίνουν ακόμη καλύτερες από τις προηγούμενες]. Στην
ίδια γραμμή σκέψης κινείται και η θέση τού Δελμούζου: η παιδεία προσδίδει
ποιότητα στον εσωτερικό κόσμο τού ανθρώπου («Γίνεται καλύτερη η ζωή του ανθρώπου όσο περισσότερο δουλεύεται η
ψυχή του και όσο βαθύτερα ποτίζεται με την αγάπη και την καλοσύνη»). Αυτή
η βελτίωση συνίσταται στην ηθικοποίησή του μέσα από την καλλιέργεια αξιών και
αρχών που καθιστούν τον πεπαιδευμένο άνθρωπο υπόδειγμα κοινωνικής στάσης («Καλύτερη, στο βάθος, θα ειπεί πιο
καλλιεργημένη, πιο ηθική και πιο ελεύθερη»). Γι’ αυτό, άλλωστε, «σκοπός
της [παιδείας είναι] να υπηρετήσει και να κάμει καλύτερη τη ζωή του
ανθρώπου», όπως θα υποστήριζε και ο Πλάτωνας με τη μεταστροφή της ψυχής τού
ανθρώπου προς το σωστό σημείο («τίνα
τρόπον ὡς ῥᾷστα τε καὶ ἀνυσιμώτατα μεταστραφήσεται»).
Η διακειμενική επισκόπηση των δύο
αποσπασμάτων φανερώνει τη μεταξύ τους αναλογία ως προς τις θέσεις των
εκπροσώπων τους για την παιδεία. Ο σκοπός της αναδεικνύεται βαθύτατα
απελευθερωτικός και ηθοπλαστικός, εφόσον ο πεπαιδευμένος άνθρωπος «υψώνεται στο ιδανικό εγώ του».
|
Γ. ΑΔΙΔΑΚΤΟ
ΚΕΙΜΕΝΟ
Γ1. Αν κάποιος με ξαναρωτούσε : Πραγματικά, αν κάποιος αδικεί την πόλη, λες ότι πρέπει να κάνουμε ειρήνη
μαζί του; Δεν θα το έλεγα. Αντίθετα, περισσότερο ισχυρίζομαι ότι πολύ γρηγορότερα
μπορούμε να τους τιμωρήσουμε, αν δεν αρχίσουμε
να αδικούμε κανένα· γιατί δεν θα είχαν κανένα
σύμμαχο.
Γ2. Στο δοθέν απόσπασμα του έργου
«Πόροι ἢ περί προσόδων» ο Ξενοφών εξαίρει τα αγαθά της ειρήνης, καταγγέλλοντας ταυτόχρονα
τα μειονεκτήματα τού πολέμου. Καταρχάς, ο συγγραφέας κάνει αναδρομή στο παρελθόν
τής πόλης του, προκειμένου να αναδείξει τα
οφέλη που έχει αποκομίσει από την ειρήνη («εἰ
δέ τις αὖ εἰς χρήματα κερδαλεώτερον νομίζει εἶναι τῇ πόλει πόλεμον ἢ εἰρήνην,
ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα πῶς ἂν ἄμεινον ταῦτα κριθείη ἢ εἴ τις τὰ προγεγενημένα
ἐπανασκοποίη τῇ πόλει πῶς ἀποβέβηκεν»). Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι τα οικονομικά
κέρδη τής πόλης του σε ειρηνικές περιόδους υπήρξαν ασύγκριτα μεγαλύτερα απ΄ ό,τι
στον καιρό τού πολέμου («εὑρήσει γὰρ τό
τε παλαιὸν ἐν εἰρήνῃ μὲν πάνυ πολλὰ χρήματα εἰς τὴν πόλιν ἀνενεχθέντα, ἐν
πολέμῳ δὲ πάντα ταῦτα καταδαπανηθέντα»). Άλλωστε, οι πολεμικές συρράξεις απαιτούν
υπέρογκες δαπάνες που απομυζούν τον κρατικό πλούτο («γνώσεται δ’, ἢν σκοπῇ, καὶ ἐν τῷ νῦν χρόνῳ διὰ μὲν τὸν πόλεμον καὶ
τῶν προσόδων πολλὰς ἐκλιπούσας καὶ τὰς εἰσελθούσας εἰς παντοδαπὰ [πολλὰ]
καταδαπανηθείσας»). Στον αντίποδα, η ειρηνική επικράτηση στη θάλασσα προσπορίζει
άφθονα έσοδα, τα οποία μπορούν να επενδυθούν για την ευημερία των πολιτών («ἐπεὶ δὲ εἰρήνη κατὰ θάλατταν γεγένηται,
ηὐξημένας τε τὰς προσόδους, καὶ ταύταις ἐξὸν τοῖς πολίταις χρῆσθαι ὅ τι
βούλονται»). Συνολικά, γίνεται φανερή στο απόσπασμα η πρόθεση τού Ξενοφώντα
να συνδέσει την οικονομική ευημερία της Αθήνας με τα αγαθά της ειρήνης.
Γ3.α. ἐκλιπούσας: ἐξέλειπες
εἰσελθούσας: εἰσῄεις /εἰσῄεισθα
καταδαπανηθείσας: κατεδαπανῶ
β. μᾶλλον: μάλα (θετικός), μάλιστα
(υπερθετικός)
θᾶττον: ταχύ /ταχέως (θετικός), τάχιστα (υπερθετικός)
γ. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον
τύπο που ζητείται για καθεμία από τις παρακάτω λέξεις: τις : τισί(ν)
προσόδους : πρόσοδοι
πολίταις : (ὦ) πολῖτα
Γ4.
α. ἤ εἰρήνην: β’ όρος σύγκρισης,
που εκφέρεται με το «ἤ» και ομοιόπτωτα με τον α’ όρο («πόλεμον»)
ταῦτα (το πρώτο του κειμένου): υποκείμενο τού ρήματος «κριθείη ἄν»
(αττική σύνταξη)
τῶν προσόδων: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική
διαιρετική στο «πολλάς»
ἄγειν: άναρθρο τελικό απαρέμφατο, υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα
«χρή», ετεροπροσωπία
β. ἀνενεχθέντα: είναι
κατηγορηματική μετοχή, που εξαρτάται από το ρήμα αντίληψης /γνώσης «εὑρήσει»
και αναφέρεται στο αντικείμενο τού ρήματος «χρήματα»· λειτουργεί ως ομοιόπτωτος
ονοματικός κατηγορηματικός προσδιορισμός στο «χρήματα».
γ. «πῶς ἂν ἄμεινον ταῦτα κριθείη»:
είναι δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση κρίσεως, καταφατική
επαυξημένη, που λειτουργεί ως αντικείμενο στο ρήμα γνώσης «οὐκ οἶδα»
«ὡς χρὴ καὶ πρὸς τοῦτον εἰρήνην ἄγειν»: είναι δευτερεύουσα
ονοματική ειδική πρόταση κρίσεως, καταφατική, επαυξημένη, που λειτουργεί ως
αντικείμενο στο λεκτικό ρήμα «λέγεις».