Πλάτωνος Πρωταγόρας ενότητα 4


ΕΝΟΤΗΤΑ 4η (322 Α – 323 Α)

                  Η πολιτική αρετή, κοινό δώρο του Δία στους ανθρώπους,                                  απαραίτητη ιδιότητα για τη συγκρότηση κοινωνιών

Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι  καὶ ἀγάλματα θεῶν· ἔπειτα  φωνὴν  καὶ  ὀνόματα  ταχὺ  διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο. Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ' ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν· ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής —πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική— ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις· ὅτ' οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν  σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν' εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί. Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις· "Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; Νενέμηνται δὲ ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί· καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;" "Ἐπὶ πάντας," ἔφη ο Ζεύς, "καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν· καὶ νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως." Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὤν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι—ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις. Αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία.


 
v ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας,
πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν
ζῴων μόνον
θεοὺς ἐνόμισεν,
καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν·
ἔπειτα  φωνὴν  καὶ  ὀνόματα  ταχὺ  διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς
καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο.
κατ' ἀρχὰς ἄνθρωποι
ᾤκουν σποράδην,
πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν·
ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων
διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι,
καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν,
πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής 
—πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον,
ἧς μέρος πολεμική—
ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι 
καὶ σῴζεσθαι
κτίζοντες πόλεις·
ὅτ' οὖν ἁθροισθεῖεν,
 ἠδίκουν ἀλλήλους 
ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι  διεφθείροντο.
Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν

μὴ ἀπόλοιτο πᾶν,
Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους

αἰδῶ τε
καὶ δίκην,
ἵν' εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί.
Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία
τίνα οὖν τρόπον
δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις·

"Πότερον
ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω;
Νενέμηνται δὲ ὧδε·
εἷς ἔχων ἰατρικὴν
πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις,
 καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί·
καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις,

ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;"
"Ἐπὶ πάντας," ἔφη ο Ζεύς, "καὶ πάντες μετεχόντων·
οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις,
εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν
ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν·
καὶ νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ
τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως."


Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες,
καὶ διὰ ταῦτα
οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι,
ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος
ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, 

καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὤν τῶν ὀλίγων

συμβουλεύῃ,
οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς
—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι—
ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν,
ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης,
εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται,
ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς

ἢ μὴ εἶναι πόλεις.

Αὕτη, ὦ Σώκρατες,
τούτου αἰτία.

Επειδή, λοιπόν, ο άνθρωπος
συμμετέσχε στο θεϊκό μερίδιο,
πρώτα πρώτα λόγω της συγγένειας του με το θεό
αυτός μόνο από τα ζωντανά πλάσματα
πίστεψε σε θεούς,
και επιχειρούσε να καθιερώνει βωμούς και αγάλματα θεών·
έπειτα, γρήγορα άρθρωσε με την τέχνη
φθόγγους και λέξεις
και βρήκε κατοικίες και ενδύματα
και υποδήματα και στρωσίδια
και τις τροφές από τη γη.
Με αυτά τα μέσα, λοιπόν, εφοδιασμένοι
 οι άνθρωποι στην αρχή
κατοικούσαν διασκορπισμένοι,
πόλεις όμως δεν υπήρχαν·
αφανίζονταν, λοιπόν, από τα θηρία, γιατί από κάθε άποψη ήταν πιο αδύναμοι από αυτά,
και οι τεχνικές γνώσεις ήταν, βέβαια, καλός βοηθός τους  για την ανεύρεση τροφής,
ήταν όμως ανεπαρκής για τον πόλεμο με τα θηρία
-γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη,
της οποίας μέρος είναι η πολεμική τέχνη-
επιδίωκαν, λοιπόν, να συγκεντρώνονται και να εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους
κτίζοντας πόλεις·
κάθε φορά, λοιπόν, που συγκεντρώνονταν,
αδικούσαν ο ένας τον άλλο,
επειδή δεν είχαν την πολιτική τέχνη,
κι έτσι πάλι διασκορπίζονταν
και καταστρέφονταν.
Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας
μήπως χαθεί εντελώς,
στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους
και το σεβασμό (των άγραφων νόμων)
και την αντίληψη περί του δικαίου,
για να αποτελούν την τάξη στις πόλεις
και δεσμούς συνεκτικούς φιλίας.
Ρωτάει, λοιπόν, ο Ερμής το Δία
με ποιο τρόπο, τέλος πάντων,
να δώσει στους ανθρώπους
τη δικαιοσύνη και το σεβασμό·
«Με ποιον από τους δύο τρόπους,
όπως έχουν μοιραστεί οι τεχνικές γνώσεις, έτσι να μοιράσω και αυτές;
Και έχουν μοιραστεί ως εξής:
ένας που κατέχει την ιατρική
είναι αρκετός για πολλούς απλούς πολίτες, το ίδιο και οι άλλοι τεχνίτες·
και τη δικαιοσύνη, λοιπόν, και το σεβασμό
με τον ίδιο τρόπο να τα εγκαταστήσω μέσα στους ανθρώπους
ή να τα μοιράσω σε όλους;».
«Σε όλους», είπε ο Δίας, «και όλοι να έχουν συμμετοχή·
γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν πόλεις,
αν λίγοι έχουν συμμετοχή σ' αυτά,
όπως ακριβώς σε άλλες τέχνες·
και μάλιστα θέσπισε νόμο εκ μέρους μου,
να θανατώνουν σαν νοσηρό στοιχείο της πόλης αυτόν που δεν μπορεί να έχει συμμετοχή στον σεβασμό και στη δικαιοσύνη».
Έτσι, λοιπόν, Σωκράτη,
και γι' αυτούς τους λόγους
τόσο οι άλλοι όσο και οι Αθηναίοι,
όταν γίνεται συζήτηση για θέμα σχετικό με την ικανότητα στην οικοδομική
ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα,
νομίζουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να δίνουν συμβουλή,
και αν κάποιος που είναι έξω από τους λίγους
επιχειρεί να δίνει συμβουλές,
δεν τον δέχονται, όπως λες εσύ,
-εύλογα (δεν τον δέχονται), όπως λέω εγώ·
όταν όμως έρχονται να συμβουλέψουν
για ζήτημα πολιτικής αρετής,
η οποία πρέπει να διέπεται ολόκληρη
από δικαιοσύνη και σωφροσύνη,
δικαιολογημένα δέχονται κάθε άνδρα,
επειδή - κατά τη γνώμη τους- αρμόζει
στον καθένα, βέβαια, να έχει μερίδιο
σ' αυτήν την αρετή,
γιατί αλλιώς δεν είναι δυνατό να υπάρχουν πόλεις.
Αυτή, Σωκράτη,
είναι η αιτία αυτού του πράγματος.

v Νοηματικοί άξονες
·         Τα επιτεύγματα του ανθρώπου χάρη στο δώρο του Προμηθέα:
ü  πί­στη σε θεούς και δημιουργία λατρευτικών χώρων προς τιμήν τους,
ü  σχηματισμός έναρθρου λόγου,
ü  κάλυψη των βασικών βιοτικών α­ναγκών μέσω της άσκησης των πρακτικών τεχνών.
·         Το σοβαρό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι ζώντας «σποράδην»: κίνδυνος αφανισμού από τα ισχυρότερα σωματικά έμβια όντα, αδυναμία διαβίωσης σε «πόλεις».
·         Η επίλυση του προβλήματος: χορήγηση από τον Δία στους αν­θρώπους της «αίδοῦς» και της «δίκης», συστατικών στοιχείων της πολιτικής αρετής, για να καταστεί εφικτή η διαβίωση σε «πόλεις».
·         Η θέσπιση νόμου εξ ονόματος του να θανατώνεται όποιος δεν αποκτά την πολιτική αρετή.
·         Το επιμύθιο: στις άλλες «τέχνες» δεν χρειάζεται να είναι όλοι οι πολίτες ειδικοί, γι' αυτό και δεν διαθέτουν για τέτοια ζητήματα το δικαίωμα της «ισηγορίας». Στην πολιτική αρετή, αν και επίκτητη, είναι όλοι οι πολίτες ειδικοί, γιατί αλλιώς δεν είναι δυνατή η ύ­παρξη «πόλεων»· γι' αυτό και σε πολιτικά ζητήματα παρέχεται σε όλους το δικαίωμα της «ισηγορίας».

v Ερμηνευτική Προσέγγιση

Το θέμα της ενότητας
Στην ενότητα αυτή ολοκληρώνεται η παρουσίαση του ανθρωπολογικού μύθου του Πρωταγόρα. Ο σοφιστής αναφέρεται στον τρόπο με τον ο­ποίο απέκτησε τελικά ο άνθρωπος την «πολιτική τέχνη» και στις συνέ­πειες που είχε για εκείνον ο συγκεκριμένος τρόπος απόκτησης της.

«Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας ... τροφὰς ηὕρετο»
Σύμφωνα με τον πρωταγόρειο μύθο, ο άνθρωπος ήταν το μόνο έμβιο ον που απέκτησε μερίδιο στη θεϊκή φύση, χάρη στη χορήγηση σε αυτόν από τον Προμηθέα στοιχείων που ανήκαν στους θεούς («ἔντεχνος σοφία σὺν πυρί») και αποτελούσαν μέ­ρος της θεϊκής υπόστασης τους. Η απόκτηση αυτών των ιδιοτήτων έδω­σε τη δυνατότητα στο ανθρώπινο είδος να αναπτύξει τεχνικό και πνευ­ματικό πολιτισμό και παρεμβαίνοντας στη φύση να μετασχηματίσει την όψη της, όπως ο θεός, προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του. Ο άνθρωπος δηλαδή, χάρη στην έμφυτη νοημοσύνη του (homo sapiens), καθίσταται το μοναδικό ζωικό είδος που διαθέτει την ικανότητα της δημιουργίας (homo faber), της παραγωγής πνευματικού και χειρωνακτικού έργου.
Η φωτιά αποτελεί το θεϊκό μερίδιο που είχαν την τύχη, χάρη στην παρέμβαση του Προμηθέα, να λάβουν οι άνθρωποι. Είναι θεϊκό, γιατί
1.   το κατείχαν ως τότε μόνον οι θεοί,
2.   οι άνθρωποι το απέκτησαν με θεϊκή παρέμβαση του Προμηθέα
3.   επιτρέποντας στον άνθρωπο να αναπτύξει πολιτισμό, του επέτρεψε κατά συνέπεια να αναγνωρίσει την ύπαρξη των θεών. Η πρώτη και άμεση συνέπεια του δώρου της φωτιάς, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, εί­ναι ακριβώς η εμφάνιση της θρησκείας.

Οι πολιτισμικές κατακτήσεις τού ανθρώπου
1.     βωμοί καὶ ἀγάλματα θεῶν
2.     φωνὴν καὶ ὀνόματα
3.     οἰκήσεις, ἐσθῆτας, ὑποδέσεις, στρωμνὰς, ἐκ γῆς τροφὰς

ü  Είναι χαρακτηριστικό το πολυσύνδετο σχήμα με το οποίο παρουσιάζονται τα ποικίλα επιτεύγματα τού ανθρώπου: «φωνὴν καὶ ὀνόματα... καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καί... καί... καί...»
ü  Η σειρά με την οποία αναφέρονται οι πολιτισμικές κατακτήσεις του ανθρώπου δεν είναι χρονική αλλά αξιολογική, κατιούσας κλίμακας. Έτσι, προτάσσονται η θρησκεία και η γλώσσα (πνευματικός πολιτισμός) και ακολουθούν κατασκευές και επινοήσεις για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του ανθρώπου (υλικός πολιτισμός). Η σειρά είναι κατιούσα, αφού αρχίζει με το πνευματικά υψηλότερο, τη θρησκεία, και τελειώνει με το υλικά κατώτερο και πλέον αυτονόητο, την τροφή. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, τα επιρρήματα «πρῶτον» και «ἔπειτα» πρέπει να τα εννοήσουμε με αξιολογική και διαιρετική σημασία και όχι χρονική.

 «πρῶτον μὲν ... καὶ ἀγάλματα θεῶν»
Η πνευματική συγγένεια των ανθρώπων με το θείο υπήρξε η αιτία, για να πιστέψουν σε θεούς («θεοὺς ἐνόμισεν») και να οικοδομήσουν βωμούς και ναούς για την τέλεση λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμήν τους.

ü Η πρόταξη θρησκευτικής συμπεριφοράς («ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν») και θρησκευτικού συναισθήματος («θεοὺς ἐνόμισεν») μπορεί να ερμηνευθεί και ως προβολή του υψηλότερου σημείου ανάπτυξης που παρουσίασε το ανθρώπινο είδος στο προμηθεϊκό στάδιο. Αυτό σημαίνει ότι ο Πρωταγόρας αξιολόγησε τη θρησκεία ως πολύ σημαντική κατάκτηση του ανθρώπου ανάμεσα στις άλλες, γιατί δείχνει ότι ο άνθρωπος απέκτησε εξελικτικά τη δυνατότητα να τον απασχολεί η έννοια της δημιουργίας και να συνειδητοποιεί τη δική του θνητότητα απέναντι στην παντοδυναμία της φύσης. Εξάλλου, η πίστη στους θεούς είναι εκδήλωση πνευματικής ωριμότητας του ανθρώπου, γιατί ο άνθρωπος περνά από την απλή, ενστικτώδη ύπαρξη στην αναζήτηση των παραγόντων που δημιούργησαν τη φύση και πιθανότατα και των τρόπων να τους επηρεάζει για τη βελτίωση των όρων της ζωής του.

Γιατί ο αγνωστικιστής Πρωταγόρας αναφέρει τη θρησκεία;
Ο  Πρωταγόρας ήταν αγνωστικιστής σε θέματα θρησκείας, καθώς υποστήριζε πως είναι αδύνατο για τον άνθρωπο να διαπιστώσει την ύπαρξη θεών. Επομένως, προκαλεί εντύπωση η αναφορά στη θρησκεία και στους θεούς μέσα στο μύθο. Οι απόψεις που δικαιολογούν την αναφορά αυτή είναι οι εξής:
α) Ίσως πρόκειται για πλατωνική θεωρία που έντεχνα τοποθετείται στο στόμα του Πρωταγόρα.
β) Ο Πρωταγόρας αντιμετώπιζε θρησκεία ως ανθρωπολογικό δεδομένο, ως ιδιαίτερο γνώρισμα κάθε ανθρώπινης κοινωνίας και πολιτισμού, χωρίς να αποφαίνεται για την ύπαρξη ή μη του αντικειμένου της (θεοί). Με άλλα λόγια, το ένστικτο της πίστης και της λατρείας είναι θεμελιώδες στην ανθρώπινη φύση, και η απόδοσή του σε θεϊκή συγγένεια δεν είναι κάτι το περίεργο σε μια αφήγηση που ομολογουμένως δίνεται σε μορφή λαϊκής μυθολογίας, για να γίνει πιο ευχάριστη.

 «ἔπειτα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ
Χάρη στην απόκτηση της «ἐντέχνου σοφίας σὺν πυρί» της Αθηνάς και του Ηφαίστου (νοημοσύνης), ο άνθρωπος άρθρωσε λόγο, σχημάτισε φθόγγους, λέξεις και προτάσεις («φωνήν ... διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ»). Δημιούργησε, δηλαδή, ένα σύνθετο γλωσσικό σύστημα (γλώσσα), που αποτελεί τον βασικότερο κώδικα επικοινωνίας του με τους άλλους ανθρώπους αλλά και τον σημαντικότερο παράγοντα για τη δημιουργία πνευματικού πολιτισμού. Μάλιστα, το επίρρημα «ταχύ» δηλώνει ότι η γλώσσα δημιουργήθηκε ήδη  κατά τα πρώτα στάδια εξέλιξης τού ανθρώπου.

ü Ως προς τις απόψεις του Πρωταγόρα για τη γλώσσα, παρατηρείται ότι:
1) Ο Πρωταγόρας θεωρεί τη γλώσσα, τον έναρθρο λόγο, ανθρώπινο δημιούργημα («τ τέχνῃ»), το οποίο διαμορφώθηκε σταδιακά στο πέρασμα των αιώνων, και όχι δώρο των θεών, εξαρχής δοσμένο στους ανθρώπους, όπως πίστευαν οι σύγχρονοι του. Η άποψη αυτή φαίνεται να συμφωνεί με τη γενικότερη άποψη των σοφιστών, ότι η γλώσσα δημιουργήθηκε νόμῳ. Την αντίληψη αυτή ενστερνίζονται στις μέρες μας οι γλωσσολόγοι, γι' αυτό και ο σοφιστής θα μπορούσε να θεωρηθεί μακρινός πρόδρομος της επιστή­μης της γλωσσολογίας. Αντίθετα, η αρχαία παράδοση ήταν θεοκρατική (την άποψη αυτή εκφράζει π.χ. ο Ηρόδοτος, ΙΙ, 2, όταν αναφέρει το πείραμα του Ψαμμήτιχου). Σύμφωνα μ’ αυτή, η γλώσσα υπάρχει φύσει, δηλαδή τη χάρισε στον άνθρωπο ο θεός, μόλις τον έπλασε. Πιο σύνθετη προσέγγιση της γλώσσας κάνει αργότερα ο Αριστοτέλης, ο οποίος συνθέτει στοιχεία και από τη φύσει και από τη νόμῳ θεώρηση της γλώσσας.
2) Μάλιστα, είναι πιθανό ο Πρωταγόρας να είχε συλλάβει αυτό που οι γλωσσολόγοι ονομάζουν «διπλή άρθρωση της γλώσσας» («φωνὴν καὶ ὀνόματα διηρθρσατο»):
α. άρθρωση φθόγγων (φωνημάτων), μέσω της οποίας σχηματίζονται οι λέξεις, με την καθεμιά τους να εκφράζει ένα απλό δεδομένο της πραγματικότη­τας,
β. άρθρωση λέξεων, μέσω της οποίας σχηματίζονται οι προτάσεις, που με τη σειρά τους εκφράζουν σύνθετα δεδομένα της πραγματικότη­τας.

καὶ οἰκήσεις... τροφὰς ηὕρετο»
Σε επίπεδο υλικοτεχνικού πολιτισμού, ο άνθρωπος εξασφάλισε:
α) επαρκείς πόρους διατροφής για την κάλυψη των βασικών βιοτικών του αναγκών (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία)
β) εφηύρε σημαντικά μέσα προστασίας από τις δυσμενείς για τον ίδιο περιβαλλοντικές συνθήκες («καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὶς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο»).
ü Όλα αυτά τα κατορθώματα του ανθρώπου εντάσσονται σε ένα προ-ηθικό στάδιο της πολιτισμικής εξέλιξης.

«Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι... σκεδαννύμενοι διεφθείροντο»
Ο Πρωταγόρας παρουσιάζει τις θαυμαστές ανθρώπινες κατακτήσεις που προαναφέρθηκαν να συμβαίνουν σε κατάσταση ακοινωνησίας, αγριότητας και αδυναμίας για οργανωμένη ζωή.

1ο  πρόβλημα των ανθρώπων
Αρχικά, οι άνθρωποι κατοικούσαν διασκορπισμένοι («ᾤκουν σποράδην») και κινδύνευαν από τα θηρία, τα οποία δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν λόγω:
α) της έλλειψης σωματικών δυνατοτήτων σε σχέση με αυτά,
β) της έλλειψης κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, αλλά και της πολεμικής τέχνης, η οποία, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, αναπτύσσεται μόνο μέσα στο πλαίσιο μιας οργανωμένης κοινωνίας.
Æ Έτσι, λοιπόν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτούς τους κινδύνους, αναγκάζονται να συγκεντρωθούν και να συγκροτήσουν τις πρώτες μορφές κοινωνίας («ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις).

2ο πρόβλημα των ανθρώπων
Λόγω της έλλειψης πολιτικής αρετής (άρα και δικαιοσύνης) οι άνθρωποι άρχισαν να αδικούν ο ένας τον άλλον («ἠδίκουν ἀλλήλους») και να αλληλοσκοτώνονται, με αποτέλεσμα να βρεθούν και πάλι στην ίδια χαοτική κατάσταση («ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο»). Εξάλλου, η επιστροφή τους στη φύση τούς εξέθετε στον θανάσιμο κίνδυνο των άγριων θηρίων, ενώ η συνύπαρξή τους στον κίνδυνο της αλληλοεξόντωσής τους.
Æ Το ανθρώπινο είδος, λοιπόν,  βρίσκεται πάλι αντιμέτωπο με την πρόκληση της επιβίωσής του.
ü  Είναι χαρακτηριστικό το σχήμα κύκλου που δημιουργείται στο κείμενο, εφόσον το θέμα τού αφανισμού τού ανθρώπινου είδους (συνυφασμένο με την έλλειψη κοινωνίας) επανέρχεται και μετά την πρώιμη προσπάθεια για κοινωνική οργάνωση: «ᾤκουν σποράδην… ἀπώλλυντο … σκεδαννύμενοι διεφθείροντο».

δημιουργική τέχνη: η τέχνη των δημιουργών, δηλαδή των τεχνιτών
·           ο δημιουργός (<δῆμος+ἔργον) είναι αυτός που παράγει ένα έργο ωφέλιμο στον δήμο, στον λαό (βλ. τάξη των δημιουργών στην πλατωνική Πολιτεία)
·           στην κατηγορία των δημιουργών ανήκαν κατά τους ομηρικούς χρόνους οι μάντεις, οι γιατροί, οι κήρυκες, οι οικοδόμοι κ.τ.λ..

ü  Είναι χαρακτηριστική στο κείμενο η προσωποποίηση τής «δημιουργικής τέχνης»: «... καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη ... ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δέ ... ἐνδεής»

Η πρώτη απόπειρα για κοινωνική οργάνωση
Ο πραγματισμός (ρεαλισμός) του Πρωταγόρα δηλώνεται και εδώ, αφού συνδέει το πρόβλημα της φυσικής εξόντωσης των ανθρώπων με την ανάγκη εύρεσης της λύσης του. Συγκεκριμένα στο εδάφιο «ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις˙ ὅτ’ οὖν ἁθροισθεῖεν» ο Πρωταγόρας κάνει λόγο για μια πρώτη εκδήλωση κοινωνικότητας, δηλαδή για απόπειρα συνύπαρξης προς ένα σκοπό: «σῴζεσθαι», να προστατευθούν από τα άγρια θηρία.
ü Αξιοπρόσεκτα είναι τα εξής:
α) Η κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου «κτίζοντες πόλεις»  προβάλλεται πάλι ως τρόπος σωτηρίας. Ως αποτέλεσμα επιφέρει την υλική εμφάνιση των πόλεων, η οποία -κατά τον Πρωταγόρα- προηγείται χρονικά σε σχέση με τους θεσμούς της και τον άυλο πολιτισμό της, που ακολουθεί.
β) Η πρώτη απόπειρα κοινωνικής συγκρότησης έγινε χωρίς οργάνωση και αποκατάσταση λειτουργικών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη των πρώτων κοινωνικών συσσωματώσεων. Ενδεικτική είναι η επανάληψη του ρήματος ἁθροίζω ἁθροίζεσθαι», «ἁθροισθεῖεν»), που δηλώνει πως επρόκειτο για μια απλή αθροιστική συνύπραξη. Μάλιστα, αυτή η προσπάθεια υπήρξε χρονοβόρα, όπως δηλώνει η χρήση του ρήματος ἐζήτουν (=επεδίωκαν, προσπαθούσαν, μια και δεν ήταν καθόλου δεδομένη η επιτυχία του εγχειρήματος) σε χρόνο μάλιστα παρατατικό, που επιτείνει τη διάρκεια των προσπαθειών του ανθρώπου για σωτηρία.
γ) Η ανάγκη, η χρεία, ενεργοποιεί την ανθρώπινη ευρηματικότητα, η οποία εκδηλώνεται άμεσα και πρωτόγονα με την πράξη της αθροιστικής (όχι ακόμα λειτουργικής) συνύπαρξης των ανθρώπων για την από κοινού αντιμετώπιση του φυσικού κινδύνου από τα άγρια ζώα. Συνεπώς η τάση κοινωνικής συνύπαρξης δεν εκδηλώνεται από εσωτερική αναγκαιότητα του ανθρώπου, αλλά από την εξωτερική αναγκαιότητα που επιβάλλει η φυσική υπεροχή των άγριων θηρίων. Με άλλα λόγια, η πολιτική κοινότητα δε δημιουργείται φύσει (από φυσική αναγκαιότητα), αλλά νόμῳ (ως προϊόν σύμβασης των ανθρώπων)[1].
δ) Αποτέλεσμα της πρωτοκοινωνικής εκδήλωσης των ανθρώπων, δηλαδή της τυχαίας αθροιστικής συνύπαρξής τους, χωρίς εσωτερικούς δεσμούς και κανόνες που οριοθετούν την συμπεριφορά τους, ήταν η εμφάνιση πρόσθετου κινδύνου αφανισμού τους. Συνολικά, κατά τον Πρωταγόρα, ο ανθρώπινος βίος εκτός «πόλεων» θεωρείται ανέφικτος ή -στην καλύτερη περίπτω­ση- δυσχερής.

«πολιτικὴ γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική»
Η πολεμική τέχνη παρουσιάζεται ως μέρος της πολιτικής, γιατί δημιουργείται και αναπτύσσεται σε πολιτικά οργανωμένες κοινωνίες. Η πολιτική τέχνη είναι συνώνυμο της οργανωμένης κοινωνίας, η οποία προϋποθέτει σταθερό τόπο κατοικίας, κοινή γλώσσα, την ύπαρξη θεσμών και νόμων, στρατού και στόλου, ηθών, εθίμων, παραδόσεων και ιδανικών, ανάπτυξη γραμμάτων και τεχνών, και γενικά την ανάπτυξη τεχνολογίας και πολιτισμού. Με άλλα λόγια, η πολεμική τέχνη προϋποθέτει τη συνείδηση του συνανήκειν και της συνυπευθυνότητας των μελών μιας οργανωμένης κοινωνίας.
Πρέπει να επισημανθεί ότι έκφραση αυτή δεν συνεπάγεται ότι ο Πρωταγόρας είναι υπέρ του πολέμου. Υπάρχει η άποψη ότι ο πόλεμος εδώ, παρά τις συμφορές που προξενεί, μπορεί να νοηθεί με τη θετική του σημασία: δεν είναι ο πόλεμος που έχει ως στόχο την κατάκτηση νέων εδαφών και τον αλληλοσπαραγμό των λαών (επεκτατικός πόλεμος), αλλά ο πόλεμος που αναπτύσσει τις ευγενείς ορμές του ανθρώπου, την άμυνα υπέρ του δικαίου και της ελευθερίας, που θέτει σε λειτουργία τα αντανακλαστικά των εθνών για δημιουργική επιβίωση.

«Ζεὺς οὖν δείσας... δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί»
Λύση στο σοβαρότατο πρόβλημα επιβίωσης (αδιέξοδο) που αντιμετώπι­ζε το ανθρώπινο είδος δίνει, σύμφωνα με τον μύθο, ο Δίας. Ο θεός στέλ­νει μέσω του εκτελεστικού του οργάνου (Ερμή) στους ανθρώπους την «αἰδῶ» (αλληλοσεβασμό) και τη «δίκην» (δικαιοσύνη), βασικά συστατικά στοιχεία της πολιτικής αρετής, απαραίτητα για τη συγκρό­τηση και διατήρηση πολιτικών κοινοτήτων.

Το περιεχόμενο των εννοιών «αδώς» και «δίκη»
Στη μυθολογία η Αἰδώς ήταν παραμάνα της Αθηνάς και μητέρα της Σωφροσύνης. Καθόταν κοντά στο θρόνο του Δία και εκπροσωπούσε το σεβασμό στους άγραφους θεϊκούς νόμους. Η Δίκη προσωποποιεί τη δύναμη του Δικαίου, έχει βοηθούς τις Ερι­νύες και εμφανίζεται ως μία από τις τρεις «ὥρες» (Ευνο­μία, Ειρήνη, Δίκη). Στα μεταγενέστερα χρόνια εμφανίζεται ως κόρη τον Κρόνου και της Ανάγκης.
ü Ωστόσο, στο κείμενο δεν παρουσιάζονται όμως ως θεότητες, αλλά ως ηθικές ιδιότητες ή αξίες, που μοιράζονται και διδάσκονται στους ανθρώπους.

Η έννοια «αἰδώς» περιλαμβάνει:
1.      το συναίσθημα της ντροπής που νιώθει ο κοινωνικός άνθρωπος για κάθε πράξη που δε συμφωνεί με τις καθιερωμένες κοινωνικές αντιλή­ψεις·
2.      το σεβασμό του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, τον αυτοσεβασμό και τον αυτοέλεγχο·
3.      την ηθική συνείδηση, την ηθικότητα και τη σωφροσύνη·
4.      το σεβασμό των άγραφων νόμων
5.      τη συναίσθηση τής τιμής και τής φιλοτιμίας, την κοσμιότητα και τη σεμνότητα
6.      την αγανάκτηση που συχνά εκδηλώνεται με αποδοκιμασία για όποιον ενεργεί αντικοινωνικά· το συναίσθημα αυτό λειτουργεί και ως κίνη­τρο για την εκτέλεση του χρέους και του καθήκοντος που επιβάλλει η κοινωνία στα μέλη της, αφού έτσι αποφεύγεται η αγανάκτηση και η αποδοκιμασία των άλλων.
ü Στη νέα ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να αποδοθεί με τις ακόλουθες εκφράσεις: αυτοσεβασμός, αλληλοσεβασμός, αυτοσυγκράτηση/αυτοκυριαρχία, ηθικότητα, κοσμιότητα, σεβασμός στην κοινή γνώμη.

Ο όρος «δίκη»[2] περιλαμβάνει:
1.      το αίσθημα της δικαιοσύνης
2.      το σεβασμό των δικαιωμάτων των συνανθρώπων μας και τις ενέργειες για την αποκατάσταση αυτών των δικαιωμάτων, όταν καταστρατη­γούνται βάναυσα από κάποιον
3.      την έμφυτη αντίληψη για το δίκαιο, το σωστό και το νόμιμο.

ü Οι αρχαίοι συνέδεαν στενά τη «δίκη» με την «αἰδῶ» και πίστευ­αν ότι δεν αρκεί η «δίκη», για να εξασφαλιστεί η αρμονική συμβίωση στην πόλη. Είναι, μάλιστα, αξιοσημείωτο ότι ο Ησίοδος, στην αντίστροφη θεωρία του, διατυπώνει την άποψη πως η «αἰδώς» και η «δίκη» υπήρ­χαν στον άνθρωπο, αλλά στον αιώνα του σιδήρου «πέταξαν» στον ουρανό (αντίθετα, ο Πρωταγόρας πιστεύει πως στην αρχή αυτές δεν υπήρ­χαν στον άνθρωπο).

«ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοὶ»
Με τη φράση αυτή διατυπώνεται έξοχα η κοινωνιοπλαστική αποστολή της αἰδοῦς και της δίκης. Χάρη στην αιδώ και στη δίκη εξασφαλίζεται η αρμονική συμβίωση μέσα στην πόλη, η συνοχή του συνόλου, η ισορροπία και η ευταξία. Ειδικότερα:
α) η αἰδὼς οδηγεί σε ό,τι ονομάζεται «πόλεων κόσμοι», δηλαδή εμπνέει στους πολίτες κόσμια συμπεριφορά και συντελεί στην κατάκτηση της αυτονομίας τους, αναγκαία για την αρμονία της κοινωνίας.
β) η δίκη παραπέμπει στο «πόλεων δεσμοί», δηλαδή σε υπαγορεύσεις με τις οποίες οι πολίτες υποβάλλονται σε δεσμεύσεις της συμπεριφοράς τους, ώστε να επιβάλλεται η συνοχή της πολιτικής κοινωνίας.
_ Η συμπληρωματική λειτουργία των δύο «δώρων» συνεπάγεται φιλίαν, που σημαίνει ηθική ενότητα της πολιτείας, σύμπνοια και ομόνοια των πολιτών, ώστε να συμβιώνουν αρμονικά.
φιλίας
Φιλία è φυσική δύναμη που συνδέει τα διαφορετικά στοιχεία, σε α­ντίθεση προς το Νείκοςè φυσική δύναμη που τα χωρίζει.
ü Όσο για την αρχή του σύμπαντος, ο Εμπεδοκλής αρνείται τη θεωρία του Παρμενίδη για το αναλλοίωτο των πραγμάτων και διδάσκει πως η γη, το νερό, ο αέρας και η φωτιά, τα τέσσερα βασι­κά στοιχεία, διαρκώς αναμειγνύονται και διαχωρίζονται δημιουργώντας, με τη συνε­χή αλλαγή τους, την ποικιλία του σύμπαντος. Η διαρκής αυτή ένωση και διάσπαση προκαλείται από την παρέμβαση δύο μεγάλων αντίθετων δυνάμεων, της Φιλίας (Αγάπης) και του Νείκους (Εχθρότητας).

Σε τι είδους πολιτεύματα αναφέρεται ο Πρωταγόρας;
Η αἰδώς και η δίκη κρίνονται απαραίτητες για κάθε πο­λίτη και συνιστούν μέρος της πολιτικής αρετής, αφού χάρη σ' αυτά εξα­σφαλίζεται η εμπέδωση της πολιτικής ενότητας και της κοινωνικής αρ­μονίας. Κατάληξη αυτής της πολιτιστικής εξέλιξης αποτελεί η αθηναϊκή δημοκρατία, που δικαιώνεται με το μύθο του Πρωταγόρα.
Ο Πρωταγόρας, λοιπόν, φαίνεται (και από τη συνέχεια της ρήσης του) να δέχεται ότι το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας είναι αυτό που ανταποκρίνεται περισσότερο στις ανάγκες μιας πολιτιστικά προηγμένης κοινωνίας. Είναι ευνόητο ότι οι ιδιότητες της «αἰδοῦς» και της «δίκης» αναπτύσσο­νται και ευδοκιμούν πρωτίστως σε δημοκρατικά συγκροτημένες κοινω­νίες, όπου γίνονται σεβαστά τα ατομικά δικαιώματα και λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η γνώμη κάθε πολίτη. Υπάρχει η φυσική καταβολή και η ισομοιρία (ισοκατανομή) της πολιτικής, η οποία όμως θα χρειαστεί το κατάλληλο έδαφος της δημοκρατικής κοινωνίας για να αναπτυχθεί.  
Η άποψη του Πρωταγόρα συμπίπτει με αυτή του Περικλή, που υπερηφανεύεται ότι η αθηναϊκή δημοκρατία στηρίζεται στην ενσυνείδητη πειθαρχία των πολιτών της στους γραπτούς και άγραφους νόμους. (Θουκ. ΙΙ, 37, 3). Η κοινωνία που περιγράφουν ο Πρωταγόρας και ο Περικλής συμπίπτει με αυτή που ο Dodds ονομάζει «κοινωνία της ντροπής» και τον πολιτισμό της αντίστοιχα «πολιτισμό της ντροπής».  

Εξήγηση της θεϊκής παρέμβασης του Δία
Η εξέλιξη αυτή του μύθου με δεδομένο τον αγνωστικισμό του Πρωταγόρα μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής:
α) Ο Πλάτωνας ως συγγραφέας του διαλόγου μεθοδεύει τη διήγηση του Πρωταγόρα κατά τρόπο ώστε να προβάλλεται η μέριμνα του Δία για τους ανθρώπους. Έτσι η μέριμνα του Δία συμφωνεί με τη γενικότερη αντίληψη του Πλάτωνα για το θείο και είναι πλατωνική άποψη και όχι του Πρωταγόρα.
β) Ο Πρωταγόρας στη διήγησή του, που έχει τη μορφή λαϊκής μυθολογίας, συμβολίζει το ανώτερο στάδιο εξέλιξης του πολιτισμού με τον Δία, οποίος αποτελεί την αλληγορική απόδοση του λόγου, της λογικής και της νομοτέλειας στη φύση. Απόλυτα συνεπής στη διήγησή του, αντιστοιχεί τα στάδια εξέλιξης του ανθρώπου με θεούς σε ανιούσα κλίμακα ως προς τη δύναμη και τη σημασία τους (ανώνυμοι θεοί g Επιμηθέας g Προμηθέας g Αθηνά-Ήφαιστος g Δίας με όργανο τον Ερμή).
γ) Το στάδιο του Δία συμβολικά αποδίδει ένα μεταγενέστερο στάδιο εξέλιξης του ανθρώπου, ποιοτικά ανώτερο από τα προηγούμενα, όπου διαμορφώνεται η «κρίσιμη μάζα» της ηθικοπνευματικής ωρίμανσης, αναγκαίας και ικανής για να εννοήσουν οι άνθρωποι την αἰδῶ και τη δίκην ως αιτήματα της ηθικής, απολύτως αναγκαία για τη συγκρότηση πολιτικής κοινωνίας και για τη συμβίωσή τους σε πολιτισμένη κοινωνία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κείμενο εξι φορές επαναλαμβάνεται η λέξη «πόλις», η οποία αποτελεί και το κατεξοχήν επίτευγμα τού ανθρώπου σε αυτό το στάδιο εξέλιξης. Έτσι, εξαίρεται η σημασία της για την επιβίωση και το εὖ ζῆν.
δ) Ο θεός προσέφερε την «αἰδῶ» και τη «δίκην» στους ανθρώπους μετά την εμφάνιση τους στη γη. Τόσο η «αιδώς» (ηθική, σεβασμός στους άγραφους ηθικούς νόμους) όσο και η «δίκη» (δικαιοσύνη, σεβασμός στους γραπτούς νόμους) αποτελούν τις ενδιάθετες στον άνθρωπο προϋποθέσεις για την κατάκτηση της πολιτικής αρετής. Αυτό σημαίνει ότι ο Δίας δεν χορήγησε στους ανθρώπους την πολιτική αρετή καθεαυτήν (αν και την κατείχε), αλλά τις αναγκαίες για την κα­τάκτηση της ηθικές ιδιότητες (προδιάθεση).
è Τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι η πολιτική αρε­τή δεν είναι έμφυτη αλλά επίκτητη ιδιότητα.

Σύγκριση δώρων Προμηθέα και Δία
Συγκρίνοντας τα δώρα του Προμηθέα και του Δία, γίνεται σαφές ότι συνδέονται με διαφορετικές φάσεις εξέλιξης και ανταποκρίνονται σε διαφορετικές ανάγκες του ανθρώπου:
1) Τα «δώρα του Προμηθέα» εκφράζουν την ανάγκη του ανθρώπου να αντισταθμίσει τη φυσική του αδυναμία με δικά του δημιουργήματα και να επιβιώσει απέναντι στην άλογη δύναμη της φύσης. Όμως με αυτά ο άνθρωπος, παρά τα σπουδαία βήματα που έκανε σε επίπεδο υλικοτεχνικού και πνευματικού πολιτισμού, δεν μπόρεσε να οργανώσει κοινωνίες.
2) Αντίθετα, τα δώρα του Δία έσωσαν τον άνθρωπο από τον αφανισμό, αλλά κυρίως τον βοήθησαν να αποκτήσει την πολιτική αρετή, να μετασχηματίσει τα κοινωνικά μορφώματα σε κοινωνίες με συνειδητοποιημένη συναίσθηση δημιουργικότητας και να αναπτύξει υψηλό επίπεδο πολιτισμού. Επομένως, τα «δώρα του Δία» εκφράζουν ένα ανώτερο στάδιο εξέλιξης του πολιτισμού, κατά το οποίο ο άνθρωπος ωριμάζει ηθικοπνευματικά και παράγει πολιτισμό, του οποίου οι συντεταγμένες ορίζονται όχι μόνο από την ανάγκη του ζῆν, αλλά από τη συνειδητοποίηση της αξίας του εὖ ζῆν.


 «Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία...
Η ερώτηση του Ερμή φαντάζει αφελής και κωμική και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα θυμηδίας, που ωστόσο έχει λειτουργικότητα:
α) χαλαρώνει προς το παρόν τον ακροατή και τον προετοιμάζει για το συμπέρασμα του μύθου, που ακολουθεί,
β) η εναλλαγή ευθέος και πλαγίου λόγου δίνει ζωντάνια και παραστατικότητα στην αφήγηση,
γ) η ερώτηση του Ερμή δημιουργεί το αναγκαίο κλίμα για την επιτακτική  απαίτηση τού Δία να μοιραστούν σε όλους οι ηθικές ιδιότητες (αἰδώς, δίκη).

«εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοὶ»
Σ’ αυτό το σημείο γίνεται αναφορά στη χρησιμότητα του καταμερισμού της εργασίας. Όσον αφορά, λοιπόν, στις τεχνικές δεξιότητες, ο καταμερισμός είναι απολύτως απαραίτητος, διότι έτσι:
 α) εξυπηρετούνται καλύτερα οι πολίτες, αφού ένας τεχνίτης μπορεί να εξυπηρετήσει πολλούς πολίτες
β) υπάρχει δυνατότητα εμβάθυνσης και εξειδίκευσης σε κάθε τομέα, με αποτέλεσμα την πρόοδο και την ευημερία της κοινωνίας και
γ) η επιλογή του επαγγέλματος είναι υπόθεση προσωπική κάθε ανθρώπου και συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις ειδικές δεξιότητες, ικανότητες, ταλέντα, κλίσεις που μπορεί να έχει.
F Ο καταμερισμός της εργασίας αφορά στους ἰδιώτας και όχι στους πολίτας.
ιδιώτης
α) ο πολίτης ως άτομο σε αντίθεση προς την πόλη·
β) ο κοινός άνθρωπος·
γ) ο τρόπος ζωής των ανθρώπων που αφορά στην προσωπική και όχι στη δημόσια δρατηριότητά τους·
δ) ο αγύμναστος, άπειρος άνθρωπος, ο αδίδακτος, ο αμαθής (α­πό την έννοια αυτή του ιδιώτης προκύπτουν το αγγλικό idiot και το γαλλικό idiot, που σημαίνουν ανόητος).
Ἐπὶ πάντας … ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν»
Στο ερώτημα του Ερμή για τον τρόπο διανομής της «αἰδοῦς» και της «δίκης» στους ανθρώπους, ο Δίας του δίνει τη ρητή εντολή να τις μοιράσει σε όλους ανεξαιρέτως ἐπὶ πάντας καὶ πάντες μετεχόντων») και όχι μόνο σε μερικούς από αυτούς, όπως είχε συμβεί με τις πρακτικές τέχνες και τις επιστήμες. Ο Δίας, αιτιολο­γώντας την απόφαση του, υποστηρίζει πως μόνο με την καθολική από­κτηση της «αἰδοῦς» και της «δίκης» θα καταστεί δυνατή η σύσταση και η εύρυθμη λειτουργία πολιτικών κοινωνιών, ευνομούμενων και δημο­κρατικά συγκροτημένων («οὐ γὰρ ἄν γένοιντο πόλεις, εἰ ολίγοι αὐτῶν μετέχοιεν»). Αν περιλαμβανόταν στον καταμερισμό εργασίας και η πολιτική, δε θα συμμετείχαν όλοι στην πολιτική ζωή και δε θα υπήρχαν πόλεις, με την έννοια ότι η πολιτική προϋποθέτει πως οι άνθρωποι αποδέχονται κοινές ηθικές αξίες, την αἰδῶ και τη δίκην. Αν δεν τις αποδέχονταν, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί θα κατέληγαν στην αλληλοεξόντωση των ανθρώπων, όπως στην προηγούμενη φάση.
ü  Η έμφαση στην καθολική συμμετοχή των ανθρώπων στην «αἰδῶ» και τη «δίκην» επιτυγχάνεται εκφραστικά:
α) με την επανάληψη: «ἐπὶ πάντας … καὶ πάντες…»
β) με τη χρήση τής προστακτικής: «μετεχόντων»
Με άλλα λόγια, ο Πρωταγόρας θεωρεί ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη πολιτικών κοινωνιών είναι ο σεβασμός και η απο­δοχή κοινών ηθικών αξιών και κανόνων από όλους τους πολίτες. Με τον τρόπο αυτό, ο σοφιστής καταδεικνύει -στηριζόμενος και πάλι σε ανθρωπολογικά δεδομένα- την αξία της δικαιοσύνης και της ηθι­κής ως εγγυητών του πολιτικού βίου, του μόνου δυνατού τρόπου ζωής για τον άνθρωπο. Έτσι, προβαίνει στην ηθική θεμελίωση της πολιτικής, θέση που υπερασπίζονται και ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης.

 «καὶ νόμον γε θές... κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»
Όπως φάνηκε μέσω του μύθου, οι ιδιότητες της «αἰδοῦς» και της «δίκης» δεν αποτελούν μέρος της αρχικής φύσης του ανθρώπου, καθώς του δόθηκαν μετά τη δημιουργία του και την εμφάνιση του στη γη. Γι' αυτό και ο Δίας, παρότι θεός, αδυνατεί να διασφαλίσει την απόκτηση τους από το σύνολο των μελών μιας πολιτικής κοινωνίας. Γνωρίζοντας όμως πως είναι απαραίτητο να τις διαθέτουν όλοι, προκειμένου να υ­φίστανται «πόλεις» και κατ' επέκταση ανθρώπινη ζωή, θεσπίζει νόμο, που προβλέπει την επιβολή της θανατικής ποινής σε όποιον αμελεί να τις αποκτήσει («νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»). Όσοι δεν έχουν συνείδηση των αξιών της αἰδοῦς και της δίκης αποτελούν νοσηρά στοιχεία της πόλης, που έχει δικαίωμα να τους τιμωρήσει, αφού πρώτα θα έχει χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να τους αλλάξει.

Ερμηνεία του θεσπίσματος του Δία
α) Σήμερα θα θεωρούσαμε τη θανάτωση σκληρό και απάνθρωπο μέτρο. Εντούτοις, αν αφαιρέσουμε το περίβλημα του μύθου, σημαίνει ότι το θέσπισμα, ο νόμος αυτός,  ήταν έργο του χρόνου, της πικρής πείρας και της ανάγκης. Μπορεί, λοιπόν, να ιδωθεί συμβολικά ως έσχατη λύση για όποιον δε συμμορφώνεται προς τις αναγκαίες ηθικές συνιστώσες του συλλογικού βίου (αἰδῶ, δίκη).
β) Η απαίτηση αυτή -στην πραγματικότητα του Πρωταγόρα- να θανατώνεται ως καρκίνωμα της πολιτείας όποιος δεν κατέχει έως έναν βαθμό την «αἰδῶ» και τη «δί­κην», αναδεικνύει την ύψιστη σημασία που ο σοφιστής αποδίδει στις συγκεκριμένες ιδιότητες για τη συγκρότηση και διατήρηση πολιτικών κοινοτήτων.
γ) Έμμεσα τονίζεται ότι η πολιτική αρετή δεν είναι έμφυτη ιδιότητα, καθώς προβλέπεται τιμωρία για όποιον δεν την κατέχει.

Συνολική αποτίμηση του μύθου
Με τον μύθο ο Πρωταγόρας:
1.   Παρουσιάζει την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας ως συνεχή πορεία εξανθρωπισμού και βελτίωσης της ζωής (βιολογικός σχηματισμός του ανθρώπου g υλικοτεχνικός πολιτισμός g ηθικοπνευματικός πολιτισμός / πολιτική κοινωνία). Στο μύθο εκφράζεται η αισιόδοξη αντίληψη για την πορεία του ανθρώπου (αισιόδοξος ουμανισμός), παρόμοια όπως στο πρώτο στάσιμο της Ἀντιγόνης του Σοφοκλή. Ο προοδευτικός χαρακτήρας της εξέλιξης του πολιτισμού διαφοροποιείται:
α) από την αντίληψη της κυκλικής ιστορικής εξέλιξης (Πλάτων, Θουκυδίδης), κατά την οποία δεν έχουμε δημιουργία, αλλά επανάληψη, γιατί η ανθρώπινη φύση παραμένει αμετάβλητη στα βασικά χαρακτηριστικά της.
β) από τις απαισιόδοξες απόψεις ότι η ιστορία της ανθρωπότητας αποτελεί παρακμή (Ησίοδος, Πλάτων).
2.   Υπερασπίζεται τη δημοκρατική αντίληψη στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων, ανασκευάζοντας το επιχείρημα του Σωκράτη. Η αἰδώς και η δίκη μοιράστηκαν σε όλους τους ανθρώπους και δεν ακολουθούν τη λογική του καταμερισμού της εργασίας. Η ύπαρξη οργανωμένων πολιτικά κοινωνιών προϋποθέτει την καθολικότητα των αξιών αυτών.
3.  Δείχνει ότι η πολιτική αρετή είναι επίκτητη, άρα και διδακτή, γιατί:
α) Ο Προμηθέας δεν κατάφερε να την αποσπάσει από την ακρόπολη τού Δία και να την χορηγήσει a priori στους ανθρώπους.

β)  Οι άνθρωποι σε πρώιμο στάδιο τής εξέλιξής τους ζούσαν διασκορπισμένοι και αδυνατούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά, χωρίς τις αναγκαίες ηθικές ιδιότητες.

γ) Η αἰδώς και η δίκη δόθηκαν μετά την εμφάνιση τού ανθρώπου στη γη (a posteriori).

δ) Το θέσπισμα τού Δία επιβάλλεται σε όποιον αμέλησε να καλλιεργήσει τα συστατικά τής πολιτικής αρετής.


Υπεροχή του ανθρώπου - ο «ανθρωπισμός» του Πρωταγόρα
Η έννοια του «ανθρωπισμού» συνίσταται στην αναγνώριση ορισμένων έμφυτων δυνατοτήτων / ιδιοτήτων στον άνθρωπο οι οποίες θεμελιώνουν την υπεροχή του σε σχέση με τα υπόλοιπα όντα. Η υπεροχή του ανθρώπου στο μύθο του Πρωταγόρα είναι φανερή, διότι:
α) Μόνο ο άνθρωπος χάρη στην παράτολμη πρωτοβουλία του Προμη­θέα διαθέτει «τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί», δηλαδή το «λόγο» (=λογική), με τον οποίο αναδείχτηκε στη συνέχεια κατασκευαστής και δημιουργός (homo faber). Ο άνθρωπος αναπλήρωσε και με το παραπάνω, χάρη στην «ἔντεχνον σοφίαν» του, όλες τις ελλείψεις στις οποίες τον καταδίκασε η αφροσύνη του Επιμηθέα. Και δεν ικανοποίησε απλώς τις υλικές ανάγκες του, αλλά, επιπλέον, μόνο αυτός «θεοὺς ἐνόμισεν» και «ἔπει­τα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ».
β) Μόνο ο άνθρωπος, χάρη στη φροντίδα του Δία, ξεπέρασε τη διαβίω­ση σε μικρές ομάδες, απόκτησε την πολεμική ικανότητα και οργάνω­σε ορθολογικά τη διακυβέρνηση των κοινωνιών του, δηλαδή διαμόρ­φωσε και άσκησε την πολιτική τέχνη.

Τα στάδια εξέλιξης που παρουσιάζει ο μύθος
Συνολικά, ο μύθος μπορεί να χωριστεί σε τέσσερα στάδια:
1) Ύπαρξη θεών-ανυπαρξία θνητών όντων («Ἦν γάρ ποτε χρόνος, ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν»)
2) Επιμηθεϊκό στάδιο: βιολογικός σχηματισμός θνητών πλασμάτων, εφοδιασμός ζώων με ιδιότητες
3) Προμηθεϊκό στάδιο: δημιουργία υλικοτεχνικού και πνευματικού πολιτισμού
4) Τα δώρα του Δία: συγκρότηση πολιτικών κοινωνιών

Ως προς την ανθρώπινη εξέλιξη, διακρίνονται οι εξής φάσεις:
 I.      Φάση του Επιμηθέα: βιολογικός σχηματισμός του ανθρώπου
προπολιτικό
ή
 προκοινωνικό στάδιο
II.      Φάση του Προμηθέα: δημιουργία υλικοτεχνικού και πνευματικού πολιτισμού
III.      Φάση του Δία και του Ερμή: συγκρότηση πολιτικών κοινωνιών
πολιτικό στάδιο

ü      Στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται η έκθεση του πρωταγόρειου πολιτιστι­κού μύθου σχετικά με τη δημιουργία των έμβιων όντων και τη σταδιακή εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Ακολουθεί το επιμύθιο με τη συμπληρωματική απόδειξη.

«Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες,... Αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία»
Ο σοφιστής με τη φράση «οὕτω δή» περνά από το μύθο στη λογική διερεύνηση των δεδομένων και επιχειρεί να εξαγάγει συμπεράσματα χρησιμοποιώντας και εμπειρικά στοιχεία (επιμύθιο). Απαντά στο 1ο επιχείρημα που είχε διατυπώσει ο Σωκράτης (ενότητα 1).
ü Είναι αξιοπρόσεκτο ότι ο Πρωταγόρας ανασκευάζει το επιχείρημα του Σωκράτη χρησιμοποιώντας περίπου τις ίδιες προκείμενες, αλλά καταλήγοντας σε διαφορετικό συμπέρασμα. Η τακτική του Πλάτωνα να χρησιμοποιούν οι συνομιλητές τα ίδια επιχειρήματα για να συναγάγουν αντίθετα συμπεράσματα, δείχνει ότι δεν είναι εύκολη και απλή υπόθεση η συζήτηση για το διδακτό της πολιτικής αρετής. Αντίθετα, απαιτεί συστηματική εκτύλιξη της σκέψης των συνομιλητών και ερμηνευτική ευελιξία.

Στην Εκκλησία τού Δήμου
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
1) Οι Αθηναίοι για τεχνικά ζητήματα συμβουλεύονται μόνο τους ειδικούς Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὤν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι»)
Γιατί: οι τεχνικές γνώσεις είναι προϊόν διδασκαλίας
Γιατί: στις τεχνικές δεξιότητες ισχύει ο καταμερισμός της εργασίας
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
2) Οι Αθηναίοι για θέματα πολιτικά δέχονται τη γνώμη κάθε πολίτη («ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται»)
Γιατί:
η πολιτική αρετή δε διδάσκεται
Γιατί:
α) όλοι διαθέτουν την προδιάθεση για την πολιτική αρετή στην οποία πρέπει να μετέχουν, ώστε να υπάρχουν πόλεις («ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις»).
β) η πολιτική αρετή είναι επίκτητη και, κατά συνέπεια, διδακτή
è Με τον τρόπο αυτό, ο Πρωταγόρας μπόρεσε:
1)    Να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά των Αθηναίων στην εκκλησία του δήμου σε πολιτικής φύ­σεως ζητήματα, προβάλλοντας ταυτόχρονα τις δημοκρατικές πεποιθή­σεις του. Δηλαδή, επιδοκιμάζει το αθηναϊκό πολίτευμα και ιδίως το δικαίωμα ισηγορίας.  
2)  Να υπερασπιστεί το επάγγελμα του, που βα­σιζόταν στη δυνατότητα διδασκαλίας της πολιτικής αρετής.
«ἥν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης»
Για πρώτη φορά ο Πρωταγόρας αντικαθιστά εδώ τα συστατικά της αρετής (αἰδὼς και δίκη), που χρησιμοποιούσε ως τώρα, με το δίπτυχο «δικαιοσύνη – σωφροσύνη». Η σύγχυση αυτή θα συνεχιστεί με την εξέλιξη της συζήτησης με άλλες παραλλαγές από το σοφιστή και θα δώσει αφορμή στο Σωκράτη να ζητήσει διεξοδικότερη διερεύνηση της έννοιας «αρετή».

Πώς ορίζεται η πολιτική αρετή
1) Είναι επί­κτητη ανθρώπινη ιδιότητα (όχι φύσει), άρα και διδακτή. 
2) Κάθε άνθρωπος έχει τη φυσική προδιάθεση (ενδιάθετη ικανότητα) να την αναπτύξει.
3) Απαρτίζεται από ηθικές αρχές και αξίες («αἰδώς» και «δίκη» ή «δικαιοσύνη» και «σωφροσύνη»).
4) Όλοι πρέπει να μετέχουν στα συστατικά της, ώστε να υπάρχουν πόλεις
5) Όποιος δε μετέχει σ’ αυτήν υφίσταται τιμωρία
6) Είναι αναγκαία συνθήκη για την επιβίωση
7) Περιλαμβάνει την πολεμική αρετή
8) Αντιδιαστέλλεται προς τις τεχνικές γνώσεις


v   ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ-ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ

μετέσχε: γ’ ενικό οριστικής ενεργητικού αορίστου β' του ρ. μετέχω (μετά + ἔχω, θ. σεχ-, σχε-, σχη-, ἐχ-), συνώνυμα: κοινωνῶ, μέτεστί μοί τι­νος, αντώνυμο: ἀπέχω, ομόρριζα: έξη, μέθεξη, ευεξία, καχεξία, ε­ξής, σχολή, σχολείο, σχεδόν, σχέση, σχήμα, αποχή, ανοχή, ανακωχή, ενοχή, εσοχή, εξοχή, κατοχή, μετοχή, προσοχή, συμμετοχή, υπεροχή, μέτοχος, αμέτοχος, συμμέτοχος, κάτοχος, ένοχος, ραβδούχος, κλει­δούχος.
μοίρας: ουσιαστικό α' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ μοῖρα) < ρ. μείρομαι [δόκιμο στο γ’ ενικό μέσου παρακειμένου (εἵμαρται) και υπερσυντέλικου (εἵμαρτο) και στη μετοχή μέσου παρακειμένου (εἱμαρμένος, -η, -ον)], ομόρριζα: μερίδιο, μερίδα, μέρι­σμα, μέρος, μοιραίος.
συγγένειαν: ουσιαστικό α' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ συγγένεια) < σὺν + γένος < σὺν + γίγνομαι (θ. γεν-, γενε-, γένη-, γον-), ομόρριζα: γέ­νος, γενιά, γένεση, γέννηση, γενέθλιος, γενετικός, γενετήσιος, νεο­γνό, γηγενής, ενδογενής, πρωτογενής, υστερογενής, ευγενής, αγε­νής, συγγενής, γέννα, προγενέστερος, μεταγενέστερος, γόνος, γο­νέας, απόγονος, επίγονος, πρόγονος.
ζῴων: ουσιαστικό β' κλίσης ουδέτερου γένους (τὸ ζῴον) < ρ. ζήω -ῶ (θ. ζη-), ομόρριζα: ζωή, ζωηρός, ζωντανός, ζωικός, ζωτικός, ευζωία.
ἐνόμισεν: γ' ενικό οριστικής ενεργητικού αορίστου του ρ. νομίζω < νό­μος (νέμω) + -ίζω, συνώνυμα: δοκῶ, ἡγοῦμαι, οἴομαι, ὑπολαμβάνω, φρονῶ, κρίνω, ομόρριζα: νόμος, νομικός, νόμισμα, νομοθέτης, νο­μοθεσία, δικονομία, παρανομία, ανομία, ευνομία.
ἐπεχείρει: γ' ενικό οριστικής ενεργητικού παρατατικού του ρ. ἐπιχειρέω -ῶ < ἐπί + χείρ, ομόρριζα: επιχείρηση, επιχείρημα, επιχειρηματίας, εγχείρημα.
βωμούς: ουσιαστικό β' κλίσης αρσενικού γένους (ὁ βωμός) < ρ. βαίνω, (θ. βη-, βα-, βω-), ομόρριζα: βάση, (ανά, από, δια, εκ, κατά, μετά, πα­ρά, πρόσ, σύμ)βαση, βάσιμος, αβάσιμος, βαθμός, αναβαθμός, βαθμί­δα, βάθρο, βακτηρία, βατός, δύσβατος, αδιάβατος, άβατο, βάδην, (α­να, δια, επι, παρα)βάτης, ορειβάτης, βήμα, διάβημα, διαβήτης, βωμολόχος.
ἱδρύεσθαι: απαρέμφατο μέσου ενεστώτα του ρ. ἱδρύω (θ. ἱδρυ-), συνώνυμα: θεμελιῶ, κτίζω, οἰκοδομῶ, ομόρριζα: ίδρυμα, ίδρυση, ιδρυτής, ιδρυτικός.
ἀγάλματα: ουσιαστικό γ' κλίσης ουδέτερου γένους (τὸ ἄγαλμα) < ρ. ἀγάλλομαι = χαίρομαι, ευχαριστιέμαι, ομόρριζο: αγαλλίαση.
φωνήν: ουσιαστικό α’ κλίσης θηλυκού γένους (ἡ φωνή), παράγωγο του ρ. φημί (θ. φη-, φα-, φω-), ομόρριζα: φήμη, προφήτης, κατάφαση, πρόφαση, άφατος, αφασία.
διηρθρώσατο: γ' ενικό οριστικής μέσου αορίστου του ρ. διαρθρόω -ῶ (διὰ + ἀρθρόω < ἄρθρον + jω), ομόρριζα: άρθρο, έναρθρος, άναρθρος, άρθρωση, διάρθρωση, εξάρθρωση.
οἰκήσεις: ουσιαστικό γ' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ οἴκησις = η κατοικία) < ρ. οἰκέω -ῶ < οἶκος + jω, ομόρριζα: οίκος, άποικος, έποικος, πάροι­κος, οικία, αποικία, κατοικία, παροικία, συνοικία, οίκημα.
ἐσθῆτας: ουσιαστικό γ' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ ἐσθής = το ένδυμα, το ρούχο) < ρ. (ἀμφι)έννυμι, θ. ἐσ-, ομόρριζα: αμφίεση, μεταμφίεση, άμφια.
ὑποδέσεις: ουσιαστικό γ' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ ὑπόδεσις) < ρ. ὑποδέω -ῶ < ὑπό + δέω, θ. δε-, δη-, ομόρριζα: δέμα, δεμάτι, δεσμός, δέση, δέσιμο, δετός, δεμένος, άδετος, ασύνδετος, αλληλένδετος, (επί, πρόσ, σύν)δεση, δεσμώτης, δεσμωτήριο, σύνδεσμος, επίδεσμος, διά­δημα (= ταινία), υπόδημα, ανυπόδητος.
στρωμνάς: ουσιαστικό α' κλίσης θηλυκού γένου (ἡ στρωμνή = το στρω­σίδι) < ρ. στρώννυμι (θ. στρα-, σταρ-, στορ-, στρο-, στρω-), ομόρριζα: στρατός, στρατόπεδο, στρατιώτης, στρώμα, κατάστρωμα, στρώση, επίστρωση, στρωσίδι, στρωτός, άστρωτος.
τροφάς: ουσιαστικό α' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ τροφή) < ρ. τρέφω (θ. τρεφ-, τραφ-, τροφ-, θρεφ-, θραφ-, θροφ-), ομόρριζα: ανατροφή, δια­τροφή, εκτροφή, υποτροφία, τρόφιμα, τροφαντός, θρέμμα, θρέψη, θρεπτικός, ευτραφής.
ηὕρετο: γ' ενικό οριστικής μέσου αορίστου β' του ρ. εὑρίσκω (θ. εὑρ-, εὑρε-, εὑρη-), ομόρριζα: εύρεση, (αν, εξ, εφ, συν)εύρεση, εύρημα, ε­φεύρημα, εφευρέτης, ευρετήριο, δυσεύρετος, ευρηματικός, ευρεσιτε­χνία.
παρεσκευασμένοι: μετοχή παθητικού παρακειμένου αρσενικού γένους του ρ. παρασκευάζω (παρά + σκευάζω), συνώνυμο: ἑτοιμάζομαι, ομόρριζα: σκεύος, σκευή, διασκευή, επισκευή, συσκευή, συσκευασία, παρασκευή, προπαρασκευή, παρασκεύασμα, παρασκευαστικός.
ᾤκουν: γ' πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρατατικού του ρ. οἰκέω -ῶ < οἶκος + jω, συνώνυμα: διατρίβω, ἐνδιαιτῶμαι, ομόρριζα: οίκος, άποικος, δουλοπάροικος, ένοικος, έποικος, κάτοικος, οικία, κατοικία, συνοικία, παροικία, οίκημα.
σποράδην: επίρρημα παραγόμενο από το επίθετο «ὁ, ἡ σποράς -άδος» = διάσπαρτος, διασκορπισμένος < ρ. σπείρω (θ. σπερ-, σπαρ-, σπορ-), ομόρριζα: σπέρμα, σπαρτός, άσπαρτος, διάσπαρτος, κατάσπαρτος, σπόρος, σπορά, διασπορά, σποραδικός.
ἀπώλλυντο: γ’ πληθυντικό οριστικής μέσου παρατατικού του ρ. ἀπόλλυμαι = αφανίζομαι, καταστρέφομαι (ἀπό + ὄλ-νυ-μαι, θ. ὀλ-), συνώνυμα: φθείρομαι, διαφθείρομαι, λυμαίνομαι, ἀφανίζομαι, αντώνυμο: σῴζομαι, ομόρριζα: ολετήρας, όλεθρος, ολέθριος, πανω­λεθρία, απώλεια, πανώλης, προώλης, εξώλης.
πανταχῇ: επίρρημα με διττή σημασία: α. παντού, από όλες τις πλευρές, β. με κάθε τρόπο, από κάθε άποψη.
ἐνδεής: επίθετο γ' κλίσης θηλυκού γένους, τριγενές και δικατάληκτο (ὁ, ἡ ἐνδεής, τὸ ἐνδεές) < ρ. ἐνδέομαι (ἐν + δέομαι, θ. δε-, δέη-), αντώνυμο: πλήρης, ομόρριζα: ένδεια, δέηση.
ἐζήτουν: γ' πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρατατικού του ρ. ζητέω -ῶ (θ. ζητε-, ζητη-), συνώνυμα: αιτῶ, ἐξετάζω, ομόρριζα: ζήτη­ση, (ανά, εκ, επί, συν)ζήτηση, ζήτημα, αζήτητος, περιζήτητος, κατα­ζητούμενος.
ἁθροίζεσθαι: απαρέμφατο μέσου ενεστώτα του ρ. ἁθροίζομαι = συγκε­ντρώνομαι < ἁθρόος + ίζω, συνώνυμα: συναγείρομαι, συλλέγομαι, αντώνυμα: διαλύομαι, σκεδάννυμαι, διαχέομαι, διασπείρομαι, ο­μόρριζα: άθροιση, συνάθροιση, άθροισμα, αθροιστικός.
κτίζοντες: μετοχή ενεργητικού ενεστώτα αρσενικού γένους του ρ. κτί­ζω, συνώνυμα: ἱδρύω, οἰκοδομῶ, ομόρριζα: κτίση, κτίσμα, κτίστης, κτίσιμο, κτιστός, άκτιστος, νεόκτιστος.
ἠδίκουν: γ' πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρατατικού του ρ. ἀδικέω -ῶ < ἄδικος (ἀ + δίκη) + jω, συνώνυμα: ἁμαρτάνω, σφάλλω, ομόρριζα: αδικία, αδίκημα, αδικητής, αδικοπραγία, δικαιοπραξία.
σκεδαννύμενοι: μετοχή μέσου ενεστώτα αρσενικού γένους του ρ. σκεδάννυμαι = διασκορπίζομαι, (θ. σκεδα-, σκεδασ-), συνώνυμα: διαχέ­ομαι, διασπείρομαι, ομόρριζα: διασκέδαση, διασκεδαστής, διασκε­δαστικός.
διεφθείροντο: γ' πληθυντικό οριστικής μέσου παρατατικού του ρ. δια­φθείρομαι = καταστρέφομαι (διὰ + φθείρομαι, θ. φθερ-, φθορ-, φθαρ), συνώνυμα: ἀπόλλυμαι, φθείρομαι, λυμαίνομαι, ἀφανίζομαι, αντώνυμο: σῴζομαι, ομόρριζα: φθορά, διαφθορά, παραφθορά, αδιάφθο­ρος, φθοροποιός, φθαρτός, άφθαρτος, διεφθαρμένος, παρεφθαρμένος.
δείσας: μετοχή ενεργητικού αορίστου αρσενικού γένους του ρ. δέδοικα ή δέδια = φοβάμαι (θ. δει-, δι-, δοι-), συνώνυμα: ὀκνῶ, ὀρρωδῶ, φοβοῦμαι, δειμαίνω, ομόρριζα: δέος, άδεια, περιδεής, ψοφοδεής, δει­λός, δεινός, δεινότητα, δεισιδαιμονία.
ἀπόλοιτο: γ' ενικό ευκτικής μέσου αορίστου β' του ρ. ἀπόλλυμι.
πέμπει: γ' ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρ. πέμπω (θ. πεμπ-, πομπ-), συνώνυμα: στέλλω, ἀποστέλλω, ομόρριζα: πομπή, (από, εκ, παρά, νηο)πομπή, πομπός, πομπώδης, διαπόμπευση, απο­πεμπτικός, παραπεμπτικός.
ἄγοντα: μετοχή ενεργητικού ενεστώτα αρσενικού γένους του ρ. ἄγω (θ. ἀγ-), συνώνυμα: κομίζω, φέρω, οδηγώ, ἡγοῦμαι, ομόρριζα: αγωγή, (από, δια, επί, εξ, μετά, παρά, προ, συν, υπο)αγωγή, αγωγός, αγώγι, αγωγιάτης, αγώνας, αγέλη, άμαξα (ἅμα + ἄγω), άξονας, ά­ξιος, παρείσακτος, επείσακτος, πλοηγός, στρατηγός, χορηγός, σύνα­ξη, καταγώγιο, υδραγωγείο.
αἰδῶ: ουσιαστικό γ' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ αἰδώς) (> ρ. αἰδέομαι –οῦμαι) (θ. αἰδεσ-), ομόρριζα: αιδημοσύνη, αναίδεια, αναιδής, αιδεσιμότατος.
κόσμοι: ουσιαστικό β' κλίσης αρσενικού γένους (ὁ κόσμος = η πειθαρ­χία, η τάξη, το σύμπαν, το κόσμημα), από το οποίο παράγεται το ρ. κοσμέω -ῶ, αντώνυμο: ἀταξία, ομόρριζα: κόσμημα, διακόσμηση, διακοσμητής, διακοσμητικός, ακόσμητος, κόσμιος, κοσμήτορας, ευκοσμία.
δεσμοί: ουσιαστικό β' κλίσης αρσενικού γένους (ὁ δεσμός) < ρ. δέω -ῶ (θ. δε-, δη-), ομόρριζα: σύνδεση, σύνδεσμος, συνδετήρας, δεσμώτης, δεσμωτήριο, δέσμη, δεσμίδα, δέμα, δεμάτι, ασύνδετος, αλληλένδετος, υπόδημα, διάδημα.
συναγωγοί: επίθετο β' κλίσης αρσενικού γένους, τριγενές και δικατάληκτο (ὁ, ἡ συναγωγός, το συναγωγόν) < ρ. συνάγω (σύν + ἄγω, θ. ἀγ-).
ἐρωτᾷ: γ' ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρ. ἐρωτάω -ῶ (θ. ἐρ-, ἐρε-, ἐρη-), συνώνυμο: πυνθάνομαι, ομόρριζα: ερώτηση, επερώτηση, ερώτημα, ερωτηματικός.
δοίη: γ’ ενικό ευκτικής ενεργητικού αορίστου β' του ρ. δίδωμι (θ. δω-, δο-), συνώνυμα: παρέχω, προσφέρω, αντώνυμο: λαμβάνω, ομόρριζα: δόση, (από, δια, επί, εκ, κατά, μετά, παρά, αναμετά)δοση, προδοσία, ασυδοσία, δότης, (αιμο, εκ, κατά, προ, φωτο, αναμετα)δότης, δοτός, έκδοτος, ανέκδοτος, ανένδοτος, ασύδοτος, επιδότηση, επιδοτήριο, κληροδότημα, δωσίλογος, δώρο, δωρεά.
νενέμηνται: γ' πληθυντικό οριστικής μέσου παρακειμένου του ρ. νέμω = μοιράζω (θ. νεμ-, νομ-, νέμε-, νεμη-), συνώνυμα (στην ενεργητική φωνή): μερίζω, διαμερίζω, ομόρριζα: νομή, (από, δια, κατα)νομή, νομέας, διανομέας, νόμος, παιδονόμος, αστυνόμος, τροχονόμος, νό­μιμος, παράνομος, νομικός, νομοταγής, νομομαθής, ευνομία, νέμε­ση.
ἰατρικὴν: < ἰάομαι-ῶμαι: ανίατος, ίαμα, ιαματικός, ίαση, ιάσιμος, ιατός, ιατρείον, ιατρός.
θῶ: α' ενικό υποτακτικής ενεργητικού αορίστου β’ του ρ. τίθημι = θέτω (θ. θη-, θε-), ομόρριζα: θέση, (ανά, αντί, από, δια, εκ, επί, κατά, μετά, παρά, προ, πρόσ, συν, υπό, αντεπί, αντιπαρά, συγκατά)θεση, νομο­θέτης, εκθέτης, συνθέτης, αγωνοθέτης,  θέμα (ανά,  εκ, προ, παρά)θεμα, θεσμός, θέμις, θεμιτός, αθέμιτος, θετός, εγκάθετος, ενδιάθετος, ευδιάθετος, αδιάθετος, αντίθετος, έκθετος, επίθετο, θήκη, (από, δια, προσ, συν, υπό, παρακατα)θήκη, σύνθημα.
θές: β' ενικό προστακτικής ενεργητικού αορίστου β' του ρ. τίθημι.
δυνάμενον: μετοχή μέσου ενεστώτα αρσενικού γένους του ρ. δύναμαι = μπορώ (θ. δυνα-, δυνασ-), συνώνυμα: οἷός τ' εἰμι, δυνατός εἰμι, αντώνυμο: ἀδυνατῶ, ομόρριζα: δύναμη, αδυναμία, δυναμίτης, δυνα­μικός, δυνατός, αδύνατος, δυνάστης, δυναστικός.
κτείνειν: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του ρ. κτείνω = θανατώνω (θ.  κταν-, κτεν-, κτον-), συνώνυμα: ἀναιρῶ, θανατῶ, φονεύω, δια­φθείρω, ἀποσφάττω, ομόρριζα: μητροκτόνος, πατροκτόνος, αδελφο­κτόνος, ανθρωποκτονία, αυτοκτονία, ζωοκτονία, εντομοκτόνο.
νόσον: ουσιαστικό β' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ νόσος), απ' το οποίο παράγεται το ρ. νοσέω -ῶ, συνώνυμο: ασθένεια, αντώνυμο: ὑγιεία, ομόρριζα:   νόσημα,   ανοσία,   ελονοσία,   νοσοκομείο,   νοσοκόμος, νοσογόνος.
λόγος: ουσιαστικό β' κλίσης αρσενικού γένους < ρ. λέγω (θ. λεγ-, ἐρε-, ῥε-, εἰπ-), συνώνυμο: ἔπος, ομόρριζα: λέξη, διάλεξη, λεκτικός, λέ­σχη, λογική, (αντί, δια, επί, παρά, προ, υπό)λογος, έλλογος, άλογος, παραλογισμός, ρήμα, επίρρημα, ρήση, αντίρρηση, ρήτορας, ρήτρα, ρητός, άρρητος, απόρρητος, έπος, καλλιέπεια, ορθοέπεια.
οἴονται: γ' πληθυντικό οριστικής μέσου ενεστώτα του ρ. οἴομαι = νομί­ζω  (θ.  οἴ-,  οἴε-,  οἴη-),  συνώνυμα:  ἡγοῦμαι,  δοκῶ,  νομίζω,  ὑπολαμβάνω, ομόρριζα: οίηση (= έπαρση, αλαζονεία), οιηματίας (= αλα­ζόνας, επηρμένος).
μετεῖναι: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του απρόσωπου ρήματος «μέτεστι» (μετά + ἐστί, θ. έσ-), συνώνυμα: κοινωνῶ, μετέχω, μεταλαμβάνω, ομόρριζα: ουσία, ουσιώδης, επουσιώδης, ανούσιος, ουσια­στικός, παρουσία, απουσία, εξουσία, μετουσίωση.
συμβουλῆς: ουσιαστικό α’ κλίσης θηλυκού γένους (ἡ συμβουλή), από το οποίο παράγεται το ρ. συμβουλεύω (σὺν + βουλεύω), ομόρριζα: βουλή, βούλευμα, προβούλευμα, βουλευτής, βουλευτήριο, διαβούλιο, διαβούλευση, συμβούλιο, συμβουλευτικός, επιβουλή, επίβουλος.
ἀνέχονται: γ' πληθυντικό οριστικής μέσου ενεστώτα του ρ. ἀνέχομαι (ἀνά + ἔχομαι), συνώνυμα: ὑπομένω, καρτερῶ, φέρω, ομόρριζα: α­νοχή, ανεκτικός.
φῄς: β' ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρ. φημί (θ. φη-, φα-), συνώνυμα: λέγω, φάσκω, φράζω, αντώνυμα: ἀπόφημι, ἀρνοῦμαι, ομόρριζα: πρόφαση, κατάφαση, καταφατικός, αποφατικός, άφατος, αφασία, φήμη, φημολογία, προφήτης, φωνή.
εἰκότως: επίρρημα που παράγεται από τη μετοχή «εἰκός» του ρ. εἴκω, το οποίο είναι εύχρηστο στον παρακείμενο «ἔοικα» = μοιάζω και στον υπερσυντέλικο «ἐῴκειν», ομόρριζα: εικόνα, εικόνι­σμα, απεικόνιση, απείκασμα, επιεικής, επιείκεια.
ἴωσιν: γ' πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρ. εἶμι ή ἔρχομαι (θ. εἰ-, ἰ-, ἐρχ-, ἐλευθ-, ἐλυθ-, ἐλθ-), ομόρριζα: ιταμός (= ορ­μητικός, θρασύς), ανεξίτηλος, εισιτήριο, εξιτήριο, ισθμός, αμαξιτός (= δρόμος), προσιτός, δυσπρόσιτος, απρόσιτος.
δεῖ: γ' ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του απρόσωπου ρήματος «δεῖ» (θ. δε-, δέη-), συνώνυμα: χρή, πρέπει, προσήκει.
σωφροσύνης: ουσιαστικό α' κλίσης θηλυκού γένους (ἡ σωφροσύνη) < σώφρων (σῶς + φρήν), ομόρριζα: φρόνημα, φρόνηση, περιφρόνηση, φρόνιμος, εχέφρων, άφρων, παράφρων, παραφροσύνη.
προσῆκον: μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του απρόσωπου ρήματος «προσήκει» = αρμόζει, ταιριάζει (πρός + ἥκει), συνώνυμα: δέον, πρέ­πον, χρεών ἐστι, ομόρριζα: ανήκω, προσήκοντες.


v  ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ στα ΘΕΜΑΤΑ για ΣΥΖΗΤΗΣΗ

1.     Ποια είναι η συνεισφορά του Δία στον πολιτισμό, σύμφωνα με τον μύθο του Πρωταγόρα; Σε τι διαφέρει η προσφορά του Δία από το δώρο της φωτιάς του Προμηθέα;
Βλ. τις ενότητες: «Ζεὺς οὖν δείσας... δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί», Εξήγηση της θεϊκής παρέμβασης του Δια,  Σύγκριση δώρων Προμηθέα και Δία

2.    Πώς βλέπετε να ορίζεται η πολιτική αρετή μέσα στο από­σπασμα;
Βλ. την ενότητα: «Πώς ορίζεται η πολιτική αρετή»

3.    Πώς βλέπετε να διαρθρώνονται, μέσα στον μύθο του Πρωτα­γόρα, τα στάδια της εξέλιξης του πολιτισμού που κατακτά ο άνθρωπος;
Βλ. την ενότητα: «Τα στάδια  εξέλιξης που παρουσιάζει ο μύθος»

4.    Συγκρίνετε τον μύθο του Πρωταγόρα με το απόσπασμα Αισχύλου από τον Προμηθέα Δεσμώτη.
ΑΙΣΧΥΛΟΥ, ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Μην πάρετε για πείσμα και περφάνια
τη σιωπή μου· η φρόνηση με τρώει
σε τέτοιες βλέποντας ντροπές τον εαυτό μου.
Όμως ποιος άλλος από με στους νέους
θεούς έχει χαρίσει τις τιμές των;
440

Μα δε μιλώ γι' αυτά. Τι να τα λέω;
Τα ξέρετε καλά· τις δυστυχίες
ακούστε των θνητών, που ενώ δεν είχαν
πρωτύτερα μυαλό, με νου και σκέψη
τους φώτισα. Κι όσα θα πω, δεν είναι
παράπονο γι' αυτούς, μονάχα δείχνω
445

το τι καλό τους έχω κάνει· πρώτα
εκείνοι εβλέπαν, μα έβλεπαν του κάκου
κι άκουγαν, μα δεν άκουγαν καθόλου,
αλλά ως θολές μορφές ονείρων σ' όλο
το μάκρος της αργόσυρτης ζωής των
αστόχαστα ανακάτευαν τα πάντα·
κι ουδέ πλιθόχτιστα ξέραν να χτίζουν
450

ηλιόφωτα καλύβια, ουδέ την τέχνη
τα ξύλα να δουλεύουν, μα υπόγεια ζούσαν
σ' ανήλιαγες σπηλιές στης γης τα βάθη,
καθώς τ' αλαφροκίνητα μερμήγκια.
Μήτε να ξεχωρίζουνε κατέχαν
με σίγουρο σημάδι το χειμώνα,
μηδέ την άνοιξη την ανθισμένη,
455

μηδέ το καρποφόρο καλοκαίρι,
αλλά έτσι δίχως κρίση και στην τύχη
ήταν η κάθε πράξη τους, ωσότου
τις δύσκολες κι ανέγνωρες των άστρων
ανατολές τους έδειξα και δύσεις.
Μα και τον αριθμό, πρώτη σοφία,
τους βρήκα εγώ, και των γραμμάτων
460

τα συνταιριάσματα, δουλεύτρα τέχνη,
μητέρα των Μουσών, μνήμη των πάντων.
Κι έβαλα πρώτος στο ζυγό τα ζώα
σε ζεύγλες και σαμάρια να δουλεύουν,
για να σηκώνουν των θνητών τους μόχθους
τους πιο τρανούς, και δαμασμένα στο άρμα
τ' αλόγατα έζεψα, λαμπρό καμάρι
465

της πλούσιας αρχοντιάς. Κι έξω από μένα
κανένας άλλος τα λινόφτερα δεν ήβρε
τα θαλασσόδρομα των ναυτικών αμάξια.
Κι ενώ για τους ανθρώπους τέτοιες τέχνες
σκέφτηκα ο δόλιος, τρόπο εγώ δεν έχω
470

τη συμφορά μου ετούτη να ξεφύγω.
475
ΧΟΡΟΣ
Αταίριαστη σε βρήκε δυστυχία·

ξαστόχησες και παραδέρνει ο νους σου,

κι όπως κακός γιατρός που αρρώστια
τον χτύπησε, κι εσύ στενοχωριέσαι,

γιατί δεν έχεις γιατρικά να σε γιατρέψουν
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ακούγοντας και τ' άλλα, θα σαστίσεις
ακόμα περισσότερο, ποιους τρόπους
σοφίστηκα, ποιες τέχνες. Πρώτα απ' όλα·
αν κάποιος αρρωστούσε, δεν υπήρχε
ξαρρωστικό κανένα, ούτε να φάει,
ουδέ να πιει και ν' αλειφτεί, μα έτσι
480
δίχως αντίδοτο αργοσβήναν, ώσπου
τους έδειξα πραϋντικά βοτάνια
να σμίγουν και μ' αυτά όλες τις αρρώστιες
να πολεμούνε. Και τους πλήθιους τρόπους
της μαντικής εδίδαξα, και πρώτος
εξήγησα ποια ονείρατα αληθεύουν
485
κι αλλόκοτους αχούς των δρόμων
και συντυχιές τους έμαθα να κρίνουν.
Και των αρπαχτικών πουλιών καθάρια
τους όρισα το πέταγμα· σημάδι,
εξαίσιο το δεξί να λογαριάζουν
και το ζερβί κακότυχο. Ποιες έχτρες
490
έχει καθένα, ποιες συνήθειες και φιλίες,
πώς σμίγει σε κοπάδι, και των σπλάχνων
τη λαμπερή μορφή, τι χρώμα νά 'χουν
στους θεούς για ν' αρέσουνε κι ακόμη
τις πλήθιες όψεις του λοβού και της χολής
495
και τα μεριά με πάχος σκεπασμένα
και το μακρύ το κόκαλο της πλάτης
πυρώνοντας στη θράκα, εγώ το δρόμο
δύσκολης στους θνητούς χάραξα τέχνης·
και τα λαμπρά φανέρωσα της φλόγας
σημάδια, που αφανέρωτα ήταν πρώτα.
Αυτά λοιπόν· και κάτω από το χώμα
500

κκρυμμένους θησαυρούς για τους ανθρώπους,
σίδερο και χαλκό, χρυσάφι, ασήμι,
ποιος θά 'λεγε πως τά 'βρε πρώτος;
Κανείς, καλά το ξέρω, εχτός αν θέλει
να φλυαρεί του κάκου. Μ' ένα λόγο
στο λέω για να το μάθεις στους θνητούς
505

όλες οι τέχνες απ' τον Προμηθέα.

Μετάφραση: Τάσου Ρούσσου

Και στα δύο κείμενα ο Προμηθέας παρουσιάζεται ως ο μεγάλος ηγέτης του ανθρώπινου είδους, ο οποίος το βοήθησε ν' απαλλαγεί από την κτηνώδη και ημιάγρια κατάσταση του και να διαμορφώσει μια ανώτερη μορφή ζωής κι έναν αξιόλογο τεχνικό και πνευματικό πολιτισμό. Η φωτιά, την οποία ο Τιτάνας χαρίζει στους ανθρώπους, είναι το στοιχείο που επιτρέπει στον άνθρωπο να μπει στην ιστορία και τον πολιτισμό. Είναι όμως, κυρίως, το στοιχείο που επιτρέπει την ανάπτυξη της γλώσσας και της γραφής, την ανάπτυξη της τεχνολογίας, της τέχνης και της σκέψης. Ο Πρωταγόρας εν γένει τηρεί την αισχύλεια θεώρηση και αισιοδοξία για την πορεία του ανθρώπου.
Οι διαφορές που εντοπίζονται ανάμεσα στις δύο αφηγήσεις είναι λίγες και επουσιώδεις: στον πρωταγόρειο μύθο ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως ένα ανίσχυρο σωματικά έμβιο ον, που χωρίς το δώρο του Προμηθέα δεν θα μπορούσε επιβιώσει σ ένα εχθρικό και αφιλόξενο γι' αυτόν φυσικό περιβάλλον. Στο έργο του Αισχύλου ο άνθρωπος περιγράφεται ως μια σκιώδης ύπαρξη, χωρίς πραγματική συναίσθηση και αντίληψη του κόσμου που τον περιβάλλει. Επί­σης, στη δική του αφήγηση ο Αθηναίος τραγικός αναφέρεται εκτενέστερα και με πιο λυρική γλώσσα από τον σοφιστή στα επιτεύγματα και στις πολι­τιστικές κατακτήσεις του ανθρώπου, που προήλθαν από το δώρο του Τιτάνα. Επιλέον, αν ο Αισχύλος είναι ένας τραγικός ποιητής με βαθύτατες φιλοσοφικές ανησυχίες, ο Πρωταγόρας είναι ένας φιλόσοφος με έντονους «κοινωνιολογικούς» (με τη σύγχρονη ορολογία) προβληματισμούς. Είναι, λοιπόν, φυσικό, οι προβληματισμοί αυτοί να εκφράζονται και να υπογραμμίζονται με ιδιαίτερη έμφαση στη δική του εκδοχή του μύθου του Προμηθέα. Έτσι, ο Πρωταγόρας τονίζει κυρίως την ανάπτυξη της κοινωνικής οργάνωσης του ανθρώπου και την βάζει στο κέντρο της μυθικής του αφήγησης. Η ύπαρξη του ανθρώπου εδώ είναι αλληλένδετη με το σχηματισμό και τη διατήρηση των ανθρώπινων κοινωνιών.

v Ερωτήσεις Αξιολόγησης

Συνδυασμός ερωτήσεων κλειστού και ανοικτού τύπου
1. Ο Δίας μοιράζει σε όλους την αἰδῶ και τη δίκη, αλλά παράλληλα θεσπίζει νόμο για την τιμωρία όποιου δε μετέχει σαυτές. Από αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι:
α) Ο Πρωταγόρας αντιφάσκει, για να δικαιολογήσει το επάγγελμά του (δάσκαλος της πολιτικής αρετής).
β) Η αἰδώς και η δίκη δεν είναι έμφυτες στον άνθρωπο. Αν ήταν, ούτε τα εγκλήματα και γενικά η απείθεια στο νόμο θα εξηγούνταν, ούτε ο Πρωταγόρας θα δικαιωνόταν ως δάσκαλος της πολιτικής αρετής.
γ) Ο Δίας, αφού δίνονται σε μεταγενέστερο από τη δημιουργία του ανθρώπου στάδιο, δεν μπορεί να τις επιβάλει σε όλους καταναγκαστικά.
δ) Είναι τόσο αναγκαίες για την ύπαρξη της πόλης, ώστε η τιμωρία για την παραβίασή τους θα πρέπει να είναι σκληρή.
Α. Να επιλέξετε τις δύο πιο εύστοχες, κατά τη γνώμη σας, απόψεις.
Β. Να τις αναπτύξετε, αιτιολογώντας την επιλογή σας.
2. Ο Δίας νιώθει την ανάγκη να προστατεύσει τους ανθρώπους από τον αφανισμό. Αυτό σημαίνει ότι:
α) Είναι ο δημιουργός και αισθάνεται υπεύθυνος για τα δημιουργήματά του.
β) Το επιβάλλει η ανάγκη του μύθου να δικαιολογηθεί η κατανομή της αἰδοῦς και της δίκης.
γ) Η παρέμβαση του Δία αντιπροσωπεύει τη συνειδητοποίηση της ανάγκης συμβίωσης, την ανάπτυξη της ηθικής συνείδησης .
δ) Στις διάφορες θρησκείες οι θεοί παρεμβαίνουν για να σώσουν τους ανθρώπους, έστω και την τελευταία στιγμή.
Α. Να επιλέξετε δύο από τις παραπάνω απόψεις που, κατά τη γνώμη σας, είναι πιο εύστοχες.
Β. Να τις αναπτύξετε, αιτιολογώντας την επιλογή σας.

Ερμηνευτικές Ερωτήσεις
1. Πώς ο άνθρωπος απέκτησε συγγένεια με τους θεούς και γιατί η έντεχνος σοφία και η φωτιά θεωρούνται θεϊκά στοιχεία;
2. Πώς δικαιολογείται ένας αγνωστικιστής, ο Πρωταγόρας, να κάνει στο έργο του αναφορά στους θεούς;
3. Πώς δημιουργήθηκε η γλώσσα, κατά την άποψη του Πρωταγόρα; Να τη συγκρίνετε με την αρχαία παράδοση και τη σύγχρονη γλωσσολογία.
4. Γιατί η πολεμική τέχνη αναπτύσσεται μόνο μέσα στο πλαίσιο μιας οργανωμένης κοινωνίας;
5. ζήτουν δ θροίζεσθαι κα σζεσθαι κτίζοντες πόλεις: Να συγκρίνετε την άποψη του Πρωταγόρα με αυτή του Αριστοτέλη ότι ο άνθρωπος είναι φύσει ζῷον πολιτικόν.
6. Ποια προβλήματα αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι, όταν ζούσαν διασκορπισμένοι και ποια προβλήματα αντιμετώπισαν στις πόλεις αμέσως μετά την ίδρυσή τους; Πού οφείλονταν τα προβλήματα αυτά;
7. Από ποιες έννοιες αποτελείται η πολιτική αρετή και ποια η σημασία τους για τη συγκρότηση κοινωνιών;
8. Σε ποιο σημείο του κειμένου γίνεται αναφορά στον καταμερισμό της εργασίας; Ποια σημασία του αποδίδει ο Πρωταγόρας για την εξέλιξη του πολιτισμού και γιατί η πολιτική αρετή δεν μπορούσε να περιλαμβάνεται στον καταμερισμό αυτό;
9. Η αιδώς και η δίκη δεν είναι έμφυτες στον άνθρωπο, κατανέμονται σε όλους μεν αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο. Ποια σημασία έχει η θέση αυτή για τη διδασκαλία της αρετής που επαγγέλλεται ο Πρωταγόρας;
10. Η λέξη πόλις επαναλαμβάνεται στο κείμενο πέντε φορές. Τι δηλώνεται, κατά τη γνώμη σας, με την επανάληψη αυτή;
11. ο γρ ν γένοιντο πόλεις, ε λίγοι ατν (αδος κα δίκης) μετέχοιεν: Η άποψη αυτή αναφέρεται μόνο σε δημοκρατικά πολιτεύματα ή σε όλα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
12. Ποιο στάδιο στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου εκπροσωπεί η πολιτική τέχνη και πώς συντελείται η μετάβαση σαυτό;
13. κτείνειν ς νόσον πόλεως : Πώς κρίνετε το μέτρο αυτό;
14. Οτω δή, Σώκρατες, ... ατία: Σε ποιο επιχείρημα του Σωκράτη απαντά ο Πρωταγόρας και ποια στάση τηρεί απέναντι στο αθηναϊκό πολίτευμα; Να συγκρίνετε το επιχείρημα αυτό με το αντίστοιχο τού Σωκράτη (Ενότητα 1η: «Εγώ λοιπόν θεωρώ, όπως και οι άλλοι Έλληνες… είναι προφανές πως δεν θεωρούν ότι το πράγμα αυτό είναι κάτι που διδάσκεται»)
15. Πώς αντιμετώπιζαν οι Αθηναίοι τους ρήτορες (ομιλητές) στην εκκλησία του δήμου; Πώς εξηγείται η στάση τους; Η απάντησή σας να στηριχθεί μόνο στο κείμενο.
16. Αφού συγκρίνετε το μύθο του Πρωταγόρα για τα επιτεύγματα του ανθρώπου στον τομέα της τεχνολογίας με τα στοιχεία που μας δίνει ο Σοφοκλής στο πρώτο στάσιμο της Ἀντιγόνης για το ίδιο θέμα, να επισημάνετε όποιες διαφορές ή ομοιότητες υπάρχουν.
Σοφοκλεόυς, Αντιγόνη (Μετάφραση: Κ. Χ. Μύρης)

Πρώτο Στάσιμο

ΧΟ.  Πολλά γεννούν το δέος·
το μέγα δέος ο άνθρωπος γεννά·
περνά τον αφρισμένο πόντο
με τις φουρτούνες του νοτιά,
στη μέση σκάβει το βαθύ
και φουσκωμένο κύμα·
και την υπέρτατη θεά, τη Γη,
την άφθαρτη παιδεύει την ακάματη
οργώνοντας με τα καματερά
χρόνο το χρόνο φιδοσέρνοντας τ' αλέτρι.

Και των αστόχαστων πτηνών
τις φυλές κυνηγά με τα βρόχια,
των αγρίων θηρίων τα έθνη,
των βυθών την υδρόβια φύτρα
με δίχτυα πλεγμένα στριφτά,
ο τετραπέρατος· τ' αγρίμι της βουνοκορφής
δαμάζει με τεχνάσματα· φορεί
στων αλόγων την πλούσια χαίτη ζυγό
και στον ταύρο, που βαρβάτος βοσκάει στα όρη.

Ένας τον άλλο δίδαξε λαλιά,
τη σκέψη, σαν το πνεύμα των ανέμων,
την όρεξη να ζει σε πολιτείες·
πώς να γλιτώνει το χαλάζι μες στ' αγιάζι,
την άγρια δαρτή βροχή μέσα στον κάμπο,
ο πολυμήχανος· αμήχανος δε θ' αντικρίσει
τα μελλούμενα· το χάρο μόνο
να ξεφύγει δεν μπορεί·
μόλο που βρήκε ψάχνοντας και γιατρειές
σ' αγιάτρευτες αρρώστιες.

Τέχνες μαστορικές σοφίστηκε
που δεν τις βάζει ο νους,
κι όμως μια στο καλό, μια στο κακό κυλάει·
όποιος κρατεί τον ανθρώπινο νόμο
και του θεού το δίκιο, που όρκος το δένει φριχτός,
πολίτης· αλήτης και φυγάς,
όποιος κλωσάει τ' άδικο, μακάρι και μ' αποκοτιά,
ποτέ σε τράπεζα κοινή
ποτέ μου βούληση κοινή
με κείνον που τέτοια τολμάει.

Λεξιλογικές - Σημασιολογικές ασκήσεις
1. Να δοθούν από δύο ομόρριζα στη νέα ελληνική για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: μορας, νμισεν, πλλυντο, διεφθεροντο, γοντα, συμβουλς.
2. Να βρείτε στο κείμενο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τις παρακάτω: γονίδιο, βάθρο, δωρεά, ιαματικός, ισθμός.
3.  διταις: να σχηματίσετε σύνθετα της νέας ελληνικής με πρώτο συνθετικό το «διος».
4. δεσμο φιλίας συναγωγοί: Να συνθέσετε το ρήμα ἄγω με πέντε προθέσεις και να σχηματίσετε από κάθε σύνθετο ένα παράγωγο κατά το παράδειγμα συνάγω - συναγωγός συναγωγή. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και παραγωγικές καταλήξεις. Με τις λέξεις που θα προκύψουν να σχηματίσετε ισάριθμα ονοματικά σύνολα.
5.  δικαιοσύνην, φημί, μετέχειν, θροίζεσθαι, ταχ, δοίη, δείσας: Να γράψετε στην αρχαία ελληνική από ένα συνώνυμο ή αντώνυμο για καθεμία λέξη που σας δίνεται.
6. νέμω, (δια)φθερω, νόσος, δίκη, κόσμος: Από το θέμα καθεμιάς λέξης που σας δίνεται να σχηματίσετε πέντε παράγωγες (απλές ή σύνθετες) και να γράψετε δέκα σύντομες φράσεις ε δύο παράγωγα από κάθε λέξη).


Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης


[1] Σε αυτό το σημείο ο Πρωταγόρας διαφοροποιείται από τον Αριστοτέλη, οποίος στα Πολιτικά θα τονίσει ότι «η πόλη ήρθε στην ύπαρξη εκ φύσεως». (βλ. Πολιτικά, ενότητες 12-14).
[2] βλ. και σχόλιο βιβλίου, ενότητα 3 Πρωταγόρα: «δίκη»