Ηθικά Νικομάχεια: ΕΝΟΤΗΤΑ 1


Διανοητική και ηθική αρετή.
Ταιριάζει στη φύση μας η ηθική αρετή;

 ∆ιττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς, ἡ μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει καὶ τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν, διόπερ ἐμπειρίας δεῖται καὶ  χρόνου, ἡ δ’ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται, ὅθεν καὶ τοὔνομα        ἔσχηκε μικρὸν παρεκκλῖνον ἀπὸ τοῦ ἔθους. Ἐξ οὗ καὶ δῆλον ὅτι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται· οὐθὲν γὰρ τῶν φύσει ὄντων ἄλλως ἐθίζεται, οἷον ὁ λίθος φύσει κάτω φερόμενος οὐκ ἂν ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι, οὐδ’ ἂν μυριάκις αὐτὸν ἐθίζῃ τις ἄνω ῥιπτῶν, οὐδὲ τὸ πῦρ κάτω, οὐδ’ ἄλλο οὐδὲν τῶν ἄλλως πεφυκότων ἄλλως ἂν ἐθισθείη. Οὔτ’ ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί, ἀλλὰ πεφυκόσι μὲν ἡμῖν δέξασθαι αὐτάς, τελειουμένοις δὲ διὰ τοῦ ἔθους. 

v ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης,
τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς,
μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει καὶ τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν, 

διόπερ ἐμπειρίας δεῖται καὶ χρόνου,
ἡ δ' ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται, 
ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔσχηκε 
μικρὸν παρεκκλῖνον ἀπὸ τοῦ ἔθους.

Ἐξ οὗ καὶ δῆλον
ὅτι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν
φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται·
οὐθὲν γὰρ τῶν φύσει ὄντων 

ἄλλως ἐθίζεται,

οἷον ὁ λίθος
φύσει κάτω φερόμενος
οὐκ ἂν ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι,

 οὐδ' ἂν μυριάκις αὐτὸν ἐθίζῃ τις ἄνω ῥιπτῶν,


οὐδὲ τὸ πῦρ κάτω,

οὐδ' ἄλλο οὐδὲν τῶν ἄλλως πεφυκότων 


ἄλλως ἂν ἐθισθείη.

 Οὔτ' ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί,
ἀλλὰ πεφυκόσι μὲν ἡμῖν

δέξασθαι αὐτάς, 
τελειουμένοις δὲ
διὰ τοῦ ἔθους.
Επειδή, λοιπόν, η αρετή είναι δύο ειδών,
δηλαδή η διανοητική και η ηθική,
η μεν διανοητική οφείλει και τη γέννηση
και την επαύξησή της κατά κύριο λόγο
στη διδασκαλία,
γι’ αυτό και χρειάζεται εμπειρία και χρόνο,
η ηθική όμως γεννιέται από τη συνήθεια,
από όπου έχει πάρει και το όνομά (της),
το οποίο παρουσιάζει μικρή διαφορά
από τη λέξη «έθος».
Από αυτό και γίνεται φανερό
ότι καμιά από τις ηθικές αρετές
δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως·
πραγματικά, κανένα πράγμα που έχει από τη φύση μια ορισμένη ιδιότητα
δεν μπορεί να αποκτήσει με εθισμό μιαν άλλη ιδιότητα,
όπως, για παράδειγμα, ο λίθος,
που εκ φύσεως πέφτει προς τα κάτω,
δεν μπορεί να συνηθίσει να κινείται προς τα πάνω,
ακόμη κι αν κάποιος προσπαθήσει να τον συνηθίσει (σ’ αυτό) ρίχνοντάς τον προς τα πάνω
χιλιάδες φορές,
ούτε η φωτιά (μπορεί να αποκτήσει τη συνήθεια να κινείται) προς τα κάτω,
ούτε κανένα άλλο από τα πράγματα που γεννιούνται από τη φύση με μιαν ορισμένη ιδιότητα,
δεν θα μπορούσε να αποκτήσει με τη συνήθεια μια διαφορετική ιδιότητα.
Οι αρετές, επομένως, δεν γεννιούνται μέσα (μας) ούτε εκ φύσεως ούτε αντίθετα προς τη φύση(μας)
αλλά (δημιουργούνται) σ’ εμάς που έχουμε από τη φύση την ιδιότητα
να τις δεχτούμε,
τελειοποιούμαστε όμως
(σ' αυτές) με την συνήθεια.




·      Τα είδη της αρετής:
    1. η διανοητική (è διδασκαλία, πείρα,χρόνος)
    2. η ηθική (è έθος, συνήθεια)
·    Καμιά ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως.
·    Ό,τι έχει από τη φύση κάποιες ιδιότητες δεν μπορεί με τη συνήθεια να αποκτήσει άλλες:    π.χ. η πέτρα, η φωτιά.
·    Συμπέρασμα:
            α. Οι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως,
            β. Η φύση μας έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως γινόμαστε με τη          διαδικασία του έθους (της συνήθειας).


v  Ερμηνευτική Προσέγγιση

διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης
Η διάκριση των δύο μορφών της αρετής έχει γίνει στο πρώτο βιβλίο και τώρα, στην αρχή του δεύτερου, αναφέρεται συγκεφαλαιωτικά (αυτό δείχνει το δή). Διακρίνει, λοιπόν, ο Αριστοτέλης δύο μορφές της αρετής:
α) τη διανοητική και
β) την ηθική.
Oι δύο μορφές της αρετής σχετίζονται με αντίστοιχα μέρη της ψυ­χής του ανθρώπου:
α. Οι διανοητικές αρετές (π.χ. σοφία, σύνεση, φρόνηση) αφορούν στο λόγον ἔχον μέρος της ψυχής
β.  Οι ηθικές αρετές (π.χ. δικαιοσύνη, σωφροσύνη, ανδρεία) αφορούν στo ἐπιθυμητικόν (το μέρος της ψυχής που μετέχει και στο καθαρά λογικό μέρος και στο ἄλογον μέρος).

«ἀρετή»
Στην αρχαία ελληνική σήμαινε τη θετική ικανότητα, την υπεροχή, την ανωτερότητα. Έτσι, μιλάμε για την αρετή του πολεμιστή, του ρήτορα, του αλόγου, του ματιού (όλα αυτά θα αναφερθούν από τον Αριστοτέλη σε επόμενες ενότητες). Δεν είχε, επομένως, καθαρά ηθικό περιεχόμενο, όπως σήμερα, γι’ αυτό και στο κείμενο τοποθετείται δίπλα της ο προσδιορισμός «ἠθική».

ἡ μὲν διανοητικὴ ἐκ διδασκαλίας … ἐμπειρίας δεῖται καὶ χρόνου
Η διανοητική αρετή γεννιέται, καλλιεργείται και αυξάνεται κυρίως με τη συστηματική διδασκαλία, κάτι που, βέβαια, σημαίνει πως και η απόκτηση και η αύξησή της είναι σε
πολύ μεγάλο βαθμό συναρτημένες
α) με τον χρόνο (η δι­δασκαλία δεν μπορεί παρά να απαιτεί χρόνο)
β) με την πείρα που το άτομο αποκτά σταδιακά.
§  Στο κείμενο αναφέρεται ότι η γένεση και η επαύξηση της διανοητικής αρετής οφείλεται κατά κύριο λόγο (τὸ πλεῖον) στη διδασκαλία· η διατύπωση αυτή αφήνει να εννοηθεί ότι υπάρχει και άλλος ή και άλλοι παράγοντες, τους οποίους όμως ο φιλόσοφος δεν αναφέρει.
§  Ευνόητο, λοιπόν, είναι ότι, αφού οι διανοητικές αρετές οφείλονται στη διδασκαλία, δηλαδή είναι μεταδόσιμες, την κύρια ευθύνη για τη μετάδοση τους την έχει η εκπαίδευση και οι φορείς της (οι δά­σκαλοι), πέρα, βέβαια, από την ευθύνη που έχουν και άλλοι παρά­γοντες, ακόμα και το ίδιο το άτομο.
§  Η απλή αναφορά της διανοητικής αρετής γίνεται εδώ μόνο για με­θοδολογικούς λόγους: για να γίνει η διάκριση των αρετών σε δύο είδη και να φανεί η διαφορετική προέλευση του κάθε είδους. Διε­ξοδικά θα γίνει λόγος για τη διανοητική αρετή στο έκτο βιβλίο.

ἡ δ’ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίγνεται
Η απόκτηση της ηθικής αρετής οφείλεται στον εθισμό (ἔθος), στη συνήθεια που δημιουργείται με την επανά­ληψη.
Και στον Πλάτωνα συναντούμε την ίδια διδασκα­λία: «ἐμφύεται πᾶσι... τὸ πᾶν ἦθος διὰ ἔθος». Λέει, μάλιστα, ο Πλάτωνας ότι ο άν­θρωπος μπορεί να αποκτήσει κάποια ψυχικά χαρακτηριστικά ήδη από τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του.

§  Την ευθύνη για την κατάκτηση των ηθικών αρετών την έχει ο ίδιος ο άνθρωπος. Εξαρτάται μάλιστα σε απόλυτο βαθμό από αυτόν αν θα φτάσει στον στόχο του, αν θα αποκτήσει ήθος «εὐγενὲς καὶ φιλόκαλον». Και για να το κατορθώσει, πρέπει να καταβάλει επίπονη προσπάθεια και αγώνα, να εθίσει την ψυχή του σε πράξεις ενάρετες, να την καλλιεργήσει «διὰ τοῦ ἔθους».
Ü Σοφός, λοιπόν, γίνεται κανείς κατά κύριο λόγο με τη βοήθεια του δασκάλου, ενώ αγαθός γίνεται με τη θέληση και την επιμονή του στην άσκηση της αρετής.

ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔσχηκε μικρὸν παρεκκλῖνον ἀπὸ τοῦ ἔθους
Για να στηρίξει τη θέση του ότι η ηθική αρετή αποκτάται με τον εθισμό, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί την ετυμολογική συγγένεια που έχει η λέξη ηθική (<ἦθος) με τη λέξη ἔθος (παρονομασία ή ετυμολογικό σχήμα). Πράγματι, η λέξη ηθική παράγεται από τη λέξη ἔθος, που σημαίνει: συνήθεια, εθισμός, τρόπος συμπεριφοράς που παρατηρείται συχνά και κατ' επανάληψη (ως προς τη λέξη ἦθος, αυτή είναι εκτεταμένος τύπος της λέξης ἔθος).

Η ετυμολογική σύνδεση των λέξεων ως κριτήριο οντολογικής συσχέτισης
·      Ο Αριστοτέλης δείχνει ότι ερευνά την πραγματική σημασία των λέξεων συσχετίζοντας την με τα πράγματα (ή με τις ιδιότητες, με τις καταστάσεις) που αυτές δη­λώνουν: γι' αυτόν οι λέξεις δεν είναι απλοί ήχοι, παρά σχετίζονται όχι μόνο μεταξύ τους αλλά και με τα πράγματα που δηλώνουν. Έ­τσι, πιστεύει ότι βρίσκοντας τη σχέση ανάμεσα στις λέξεις θα διευ­κολυνθεί στην προσπάθεια του να κατανοήσει και τη σχέση ανάμε­σα στα πράγματα που εκφράζουν οι αντίστοιχες λέξεις.
·      Με άλλα λόγια, ο Αριστοτέλης πίστευε στην ταυτότητα «λέγεσθαι» και «εἶναι»· αυτό θα πει ότι ο Αριστοτέλης πίστευε πως ένα πράγμα "υπάρχει" ή "είναι έτσι" αφού η γλώσσα το εμφανίζει ως "υπάρχον" ή ως "τέτοιας λογής"· ο Αριστοτέλης, δηλαδή, έδινε οντολογικό περιεχό­μενο στις λέξεις.
·      Η πίστη αυτή του Αριστοτέλη γίνεται από κει και πέρα καθοριστική για τη διαμόρφωση των συλλογισμών του και για την εξαγωγή των συμπερασμάτων του. Βέβαια, μια τέτοια αντίληψη δεν οδηγεί πάντα σε ορθούς συλλογισμούς και συμπεράσματα.

Ἐξ οὗ καὶ δῆλον ὅτι ... ἄλλως ἐθίζεται
Αφού, λοιπόν, διακρίνει με σαφήνεια τα είδη των αρετών, ο Αριστοτέλης περνά στο επόμενο στάδιο, της αποκλειστικής ενασχόλησης με την ηθική αρετή.
§  Διατυπώνει, αρ­χικά, μια βασική θέση του για την ουσία των ηθικών αρετών, ότι, δηλαδή, δεν είναι έμφυτες αλλά επίκτητες ιδιότητες οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται»).Η θέση του αυτή προκύπτει ως συμπέρασμαἐξ οὗ καὶ δῆλον») από το γεγονός που μόλις ανέφερε, ότι, δηλαδή, η ηθική αποκτάται με τη συνήθεια, κάτι που ξεκάθαρα σημαίνει ότι οι ηθικές α­ρετές δεν είναι δοσμένες από τη φύση αλλά προσλαμβάνονται σταδιακά και μετά από επίπονες διαδικασίες.

§  Διπλή αξιοποίηση της θέσης «ἡ δ' ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται»: χρησιμοποιείται ταυτοχρόνως από τον Αριστοτέλη και
        i.      για τη διάκριση των ηθικών από τις διανοητικές αρετές και
      ii.      ως επιχείρημα απόδειξης ότι οι ηθικές αρετές δεν είναι έμφυτες.

Σύγκριση της άποψης του Αριστοτέλη με την αριστοκρατική αντίληψη[1]
§  Με το συμπέρασμά του αυτό ο Αριστοτέλης απορρίπτει την πα­λιά αριστοκρατική αντίληψη ότι η αρετή είναι δώρο της φύσης, το οποίο τελεσίδικα δίνεται ή δε δίνεται στον άνθρωπο με τη γέννηση του - και φυσικά δίνεται μόνο στους "αρίστους" (στους αριστοκράτες) και δε δίνεται στους "πολλούς" (στο λαό). Η παλιά αριστοκρατική άποψη, σύμφωνα με την οποία αξιόλογος είναι μόνο ο άνθρωπος που έχει φυάν, που είναι, δηλαδή, φορέας δώρου της φύσης, του θεού (ελάχιστη σημασία έχουν τελικά όσα ο ίδιος ο άνθρωπος κατα­φέρνει να μάθει μόνος του), δεν έχει την έγκριση του Αριστοτέλη.
§  Αντίθετα, την αριστοκρατική αυτή αντίληψη την συναντάμε σε πολλούς ποιητές (στον Όμηρο, τον Τυρταίο, τον Θέογνη, τον Πίνδαρο), ενώ χαρακτηριστικά είναι τα λόγια της Αντιγόνης προς την Ισμήνη στο έργο «Αντιγόνη» του Σοφοκλή: «δείξεις τάχα εἴτ’ εὐγενὴς πέφυκας, εἴτ’ ἐσθλῶν κακή». Παρόμοια, ο Ξενοφώντας στο έργο του Ἀγησίλαος αποδίδει την αρετή τού Αγησίλαου στην ευγενική του καταγωγή. 

οἷον ὁ λίθος ... ἄλλως ἂν ἐθισθείη
Ο Αριστοτέλης αισθάνεται την ανάγκη, ως πρακτικός νους, να ζωντανέ­ψει το συλλογισμό του με εμπειρικά δεδομένα. Παρουσιάζει δύο παραδείγμα­ταοἷον») από τη φύση, με τα οποία πείθει και τον πλέον δύσπιστο ότι οι φυσικές ιδιότητες δεν είναι δυνατό να καθοδηγηθούν και να αλλάξουν κα­τεύθυνση με τη συνεχή επανάληψη.
1)   Όσες φορές κι αν πετάξει κάποιος μια πέτρα προς τα πάνω, δεν είναι δυνατό αυτή να συνηθίσει να πηγαίνει προς αυτήν την κατεύθυνση («ὁ λίθος φύσει κάτω φερόμενος οὐκ ἂν ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι, οὐδ' ἂν μυριάκις αὐτὸν ἐθίζῃ τις ἄνω ῥιπτῶν»). Το  παράδειγμα αυτό είναι σχετικό με το νόμο της βαρύτητας (όπως θα λέγαμε σήμερα), που είναι νόμος της φύσης και αποκλείεται να αλ­λάξει.

2)   Το ίδιο συμβαί­νει με τη φωτιά, αφού η φυσική κατεύθυνση της είναι προς τα πάνω («οὐδὲ τὸ πῦρ κάτω»). Το παράδειγμα αυτό διατυπώνεται συνοπτικά και είναι σχετικό με την ιδιότητα που έχει ο θερμός αέρας να είναι πολύ ελα­φρύς και να διευθύνεται πάντα προς τα επάνω.

ü  «οὐδὲ τὸ πῦρ κάτω» è  βραχυλογία: Κανονικά θα έπρεπε να είναι: «οὐδὲ τὸ πῦρ φύσει ἄνω φερόμενον οὐκ ἂν ἐθισθείη κάτω φέρεσθαι, οὐδ' ἂν μυριάκις αὐτὸ ἐθίζῃ τις κάτω φέρεσθαι»              
Λειτουργώντας, λοιπόν, ο Αριστοτέλης επαγωγικά, ύστερα από τα παραδείγματα γενικεύει: τίποτε δεν μπορεί να λειτουργήσει με τρό­πο διαφορετικό από εκείνον που ορίζει η φύση, όσο και αν προ­σπαθεί κανείς γι' αυτό. Η φράση «οὐδ' ἄλλο οὐδὲν τῶν ἄλλως πεφυκότων ἄλλως ἂν ἐθισθείη» συνιστά επαναφορά στην παραδοχή «οὐθὲν τῶν φύσει ὄντων ἄλλως ἐθίζεται», εκφρασμένη με σχετικά διαφοροποιημένο τρόπο.
ð Άρα, από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι φυσικοί νόμοι δεν μεταβάλλονται, όσο κι αν προσπαθήσει κάποιος. Από την άλλη, ο άνθρωπος με τις ενέργειες και τις επιλογές του μπορεί να μεταβάλει τη συμπεριφορά του, να καλλιεργήσει και να αναπτύξει κάποιες ιδιότητες του χαρακτήρα του. 

Η χρήση παραδειγμάτων[2]
Για να ενισχύσει το συμπέρασμα και τη θεωρητική ετυμολογική στήριξη του, ο Αριστοτέλης φέρνει σ’ αυτή την ενότητα δύο πολύ παραστατικά και πει­στικά παραδείγματα με φυσικά φαινόμενα.
ü  Πολύ συχνά ο Αριστοτέλης χρησιμοποι­εί απλά, συγκεκριμένα παραδείγματα, για να ενισχύσει τον συλλογισμό του.
ü  Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε πως κανένας άλλος φιλόσο­φος δεν έκανε τα απλά δεδομένα της εμπειρίας, τα απλά, δηλαδή, δεδομένα της καθημερινής ζωής, αφετηρία για τη σκέψη του στον βαθμό που το έκανε ο Αριστοτέλης. Πραγματικά, συχνά ένα μόνο εμπειρικό δεδομένο μπορεί να εί­ναι γι' αυτόν ικανοποιητική βάση, για να προχωρήσει σε μια θεωρία με συνέ­πειες μεγάλης σημασίας.
ü  Πιθανώς, αυτό το αμείωτο ενδιαφέρον του για τα απλά πράγματα της καθημερινής ζωής ήταν που έκανε τον Αριστοτέλη πρώτο μελετητή του κόσμου των ζώων και των φυτών.

ἐξ ἔθους... οὐ φύσει
Στην αρχή ο Αριστοτέλης διατυπώνει καταφατικά τη θέση του, ότι η ηθική αρετή είναι αποτέλεσμα συνήθειας, εθισμού («ἡ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται»), ενώ στη συνέχεια εξάγει το συμπέρασμά του με άρνηση («οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται»). Προσπαθεί, δηλαδή, να ενισχύσει τη θέση του ανατρέποντας την αντίθετη. Γι’ αυτό ακριβώς στο συγκεκριμένο χωρίο συσσωρεύονται εννέα λέξεις και φράσεις με αρνητική σημασία: «οὐδεμία», «οὐθέν», «οὐκ ἂν ἐθισθείη», «οὐδ’ ἂν ἐθίζῃ», «οὐδὲ τὸ πῦρ», «οὐδ’ ἄλλο», «οὐδέν», «οὔτ’ ἄρα …», «οὔτε παρὰ φύσιν». Έτσι, υπογραμμίζεται έντονα η αντίθεση μεταξύ του «ἐξ ἔθους» και του «φύσει».

ü  εμμονή στη χρήση του ρήματος «ἐθίζομαι» («ἐθίζεται», «οὐκ ἂν ἐθισθείη», «ἐθίζῃ», «ἂν ἐθισθείη») è σημασία του εθισμού για την απόκτηση της ηθικής αρετής

ü  πολ­λαπλή αναφορά στη φύση («φύσει», «πεφυκότων», «παρὰ φύσιν», «πεφυκόσι», «τῶν φύσει ὄντων»): è ιδιαίτερη βαρύτητα που α­ποδίδει σ' αυτήν ο Αριστοτέλης, όπως, άλλωστε, φαίνεται και από το με­γάλο όγκο του φιλοσοφικού του έργου που έχει ως αντικείμενο τα φυ­σικά φαινόμενα και τη λειτουργία τους (τα «Φυσικά», τα «Μετὰ τὰ Φυσικά», το «Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς», το «Περὶ ζῴων γενέσεως» κ.α.). Στη συγκεκριμένη ενότητα η αναφορά στη φύση εστιάζει στη διά­κριση των ανθρωπίνων ιδιοτήτων που είναι έμφυτες και σ' εκείνες που αποκτώνται κατά τη διάρκεια της ζωής του και είναι επίκτητες, όπως είναι οι ηθικές αρετές.

Ο συλλογισμός επιγραμματικά
1.      Όλα τα πράγματα που είναι δημιουργημένα από τη φύση έχουν ένα συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφοράς, που σε καμιά περί­πτωση δεν μπορεί να αλλάξει με μια διαδικασία υπομονετικού και επαναλαμβανόμενου εθισμού οὐθὲν γὰρ τῶν φύσει ὄντων ἄλλως ἐθίζεται») [τεκμηριώνεται εμπειρικά με τα παραδείγματα του λίθου και της φωτιάς]
2.      Η ηθική αρετή δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γεννηθεί παρά μόνο με τον εθισμό («ἡ δ' ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται») [επιβεβαιώνεται μέσα από τον ετυμολογικό συσχετισμό του ἤθους με το ἔθος].
Æ Συμπέρασμα: Η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως («ἐξ οὗ καὶ δῆλον ὅτι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται»). Ωστόσο, έχουμε εν δυνάμει την ικανότητα να τις κατακτήσουμε και να φτάσουμε στο τέλειο, στον σκοπό της ύπαρξής μας («Οὔτ’ ἄρα φύσει ... διὰ τοῦ ἔθους»).

è Η συλλογιστική πορεία είναι επαγωγική (από το ειδικό στο γενικό).

Οὔτ’ ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί
Στην τελευταία περίοδο συμπυκνώνει το γενικό συμπέρασμαἄρα») που προκύ­πτει από την παράθεση των στοιχείων που έχει ήδη αναφέρει. Οι ηθικές α­ρετές, λοιπόν, δεν προέρχονται εκ φύσεως («οὔτε φύσει ἐγγίνονται αἵ ἀρεταί»), αλλά αυτό δε σημαίνει ότι οι ηθικές αρετές και η φύση δε συναντώνται πουθενά και δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ τους («οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί»). Με άλλα λόγια, η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως, αυτό όμως δε σημαίνει ότι είναι ολότελα αποκομμένη από αυτήν (οὔτε παρὰ φύσιν), γιατί ο άνθρωπος έχει από τη φύση ένα σχετικό με την αρε­τή στοιχείο: την προδιάθεση- την ιδιότητα, δηλαδή, να δεχτεί την η­θική αρετή, την οποία θα καλλιεργήσει με τη συνήθεια και θα ολο­κληρωθεί τελειουμένοις διὰ τοῦ ἔθους»). Δηλαδή, κατά τον φιλόσοφο, η άσκηση της αρετής είναι δυνατότητα («δυνάμει») και όχι χαρακτηριστικό, δοσμένη στον άνθρωπο από τη φύση. Επομένως, ο ίδιος ο άνθρωπος είναι ο μόνος υπεύθυνος για το αν θα φθάσει στην αρετή βελτιώνοντας αδιάλειπτα τη συμπεριφορά του, διαμορφώνοντας τον χαρακτήρα του, το ήθος του. Άρα, η φύση κάνει τον άνθρωπο έτοιμο και δεκτικό να προσλάβει, να αφομοιώσει, να κάνει κτήμα του τις αρετές και να καθορίσει μ' αυτές τη συμπεριφορά του και τον τρόπο ζωής του (πεφυκόσι μὲν ἡμῖν δέξασθαι αὐτάς).
è Σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν υπάρχει αντίφαση στη φράση «οὔ­τε φύσει οὔτε παρὰ φύσιν». Αυτή η θέση θα θεμελιωθεί με τα επι­χειρήματα της επόμενης διδακτικής ενότητας.

τελειουμένοις δὲ διὰ τοῦ ἔθους
Τονίζει ότι μπορεί η φύση να αποτελεί το στέρεο υπέδαφος, όπου θα στηρι­χτεί η προσπάθεια του ανθρώπου(«μέν»), αλλά το ἔθος, η συνήθεια θα δώσει στην προσπάθεια αυτή την τελική της κατάληξη («δέ»). Ο άνθρωπος με αυτό τον τρόπο θα φτάσει στην ολοκλήρωση, θα γίνει τέ­λειος, καθοδηγούμε­νος από την τάση αυτοπραγμάτωσης που τον διακρίνει μέσω της απόκτησης της αρετής «ἐξ ἔθους» («τελειουμένοις δὲ διὰ τοῦ ἔθους»).
ü Και σε άλλο έργο του (Μετὰ τὰ φυσικὰ)  ο Αριστοτέλης λέει πως η αρετή είναι τελείωσίς τις. Θεωρεί, δηλαδή, ότι ο άνθρωπος ολοκληρώνεται, γίνεται τέλειος, με την από­κτηση της αρετής, εκπληρώνοντας έτσι τον σκοπό (τέλος) της ύπαρξης του.
ü Είναι, εξάλλου, γνωστή η άποψη του Αριστοτέλη ότι η «φύσις οὐδὲν ποιεῖ μάτην». Η φύση, λοιπόν, καθιστά τον άνθρωπο επιδεκτικό της αρετής, ώστε να φθάσει στην ολοκλήρωσή του, δηλαδή στην εὐδαιμονία. Άλλωστε, «ἡ ἀρετή ἐστι τελειότης φύσεως και κατωρθωμένη φύσις» (Ασπάσιος).
ü Η μετοχή «τελειουμένοις» (τελειόομαι –οῦμαι = ολοκληρώνομαι - υποκεί­μενο: εν.  ἡμῖν) , παραπέμπει στη θεμελιώδη άποψη του Αριστοτέλη για την «ἐντε­λέχεια» (<ἐν + τέλος + ἔχω), σύμφωνα με την οποία σε κάθε ον ενυπάρχει ο σκοπός ύπαρξης του και η δυναμική, για να φτάσει στην επίτευξη αυτού του καθορισμένου από τη φύση σκοπού. _ τελεολογική αντίληψη.[3]

«ἡμῖν»
Η χρήση του πρώτου πληθυντικού προσώπου στο τέλος μιας ενότητας, ό­που κυριαρχεί το αντικειμενικό γ' πρόσωπο, χρησιμοποιείται από τον Αρι­στοτέλη, προκειμένου να γίνει η διάκριση ανάμεσα στους ανθρώπους και στα υπόλοιπα όντα, αφού η ηθική αρετή είναι ιδιότητα αμιγώς ανθρώπινη, βασι­κή προϋπόθεση της οποίας είναι η λογική ικανότητα («λόγος»), την οποία μόνον ο άνθρωπος διαθέτει.

Όροι της αριστοτελικής φιλοσοφίας
§  γένεσις: η δημιουργία 
§  αὔξησις: η διαμόρφωση και εξέλιξη 
§  ἔθος: ο εθισμός, η συνήθεια, ο τρόπος συμπεριφοράς, που καθιερώνεται με την επανάληψη 
§  φύσις: ο κόσμος και οι νόμοι που τον διέπουν 
§  φύσει: ο εκ φύσεως, ο έμφυτος, τα εγγενή χαρακτηριστικά του ανθρώπου 
§  ἀρετή: η διαρκής διάθεση να θέλουμε να επιτελέσουμε ένα ορισμένο είδος ηθικών πράξεων 
§  διανοητικὴ ἀρετή: η αρετή που σχετίζεται με το «λόγον ἔχον» μέρος της ψυχής (πχ. η φρονηση, η σοφία, η σύνεση) 
§  ἠθικὴ αρετή: η αρετή που ανήκει στο «ἐπιθυμητικὸν» μέρος της ψυχής και περιγράφει τον χαρακτήρα του ανθρώπου 
§  τελειουμένοις: η τελείωση, η ολοκλήρωση, η επίτευξη του ύψιστου στόχου, της ευδαιμονίας.

Το ύφος
Ο λόγος του Αριστοτέλη είναι καθαρά στοχαστικός και τον δια­κρίνουν:
α) η λιτότητα,
β) η σαφήνεια,
γ) η ακρίβεια και
δ) η κυριολεξία,
που απορρέουν από τη διαύγεια της σκέψης του. Δεν υπάρχει πρόθεση για προσέλκυση του αναγνώστη ή για εντυπωσιασμό, γι' αυτό απουσιάζουν τα σχήματα λόγου-ακόμα και τα επίθετα είναι πολύ λίγα (όπου υπάρχουν έχουν καί­ρια σημασία), ενώ κυριαρχούν τα ρήματα και τα ουσιαστικά. Αυ­τές οι παρατηρήσεις ισχύουν και για όλα τα κείμενα που θα ακο­λουθήσουν.

v ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ-ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ


Παράγωγα
Συνώνυμα
Αντώνυμα

κλίνω

κλίση, παρέκκλιση, σύγκλιση, κλίνη, κλίμακα, επικλινής, κλιτύς (=πλαγιά), κλιτός, κλίμα, ανάκλιντρο
ῥέπω, τρέπω, στρέφω
ὀρθῶ
εἰμί
ουσία, (συν-, απ-, εξ-)ουσία, όντως, ουσιώδης, ουσιαστικός, εσθλός, ετυμολογία, ετυμηγορία
γίγνομαι, ζῶ, ὑπάρχω.



ἔχω
έξη, μέθεξη, ευεξία, καχεξία, εξής, εφεξής, ηνίοχος, σχήμα, σχέση, σχεδόν, σχολείο, σχόλη, (απ-, εξ-, παρ-, υπέρ-, κατ-, συν-)οχή, ανακωχή, ένοχος, κάτοχος, μέτοχος, κακουχία, ραβδούχος, κλειδούχος, συνταξιούχος.
ἄγω, δύναμαι, κρατῶ, φέρω.
στεροῦμαι, ἡττῶμαι.


δέομαι

δέηση, ενδεής
ἀντιβολῶ, ἱκετεύω, κελεύω, λιπαρῶ



γιγνομαι

γένεση, γένος γενιά, γονέας, πρόγονος, απόγονος, εγγονός επίγονος, γόνος, αγενής, ευγενής, συγγενής, ομογενής, αγέννητος, συγγένεια, αγένεια, γενετήσιος
εἰμί, γεννῶμαι, ποιοῦμαι, φύομαι
ἀποθνῄσκω

ῥιπτῶ
ρίψη, απόρριψη, απορριπτέος, ρίψασπις, ριπή, ριψοκινδυ­νεύω, ακατάρριπτος, απορρίμματα
βάλλω, ἵημι




φέρω

φόρος, φορά (ανά-, συμ-, εκ-, εισ-, προσ-,
προ-, κατά-, δια-, μετά-, περί-, υπο-)φορά, φοράδα, φορέας, αμφορέας, φόρ­τος, φέρετρο, φαρέτρα, φορείο, δίφρος, ασύμφορος, διά­φορος, εύφορος, φερέγγυος, φερνή (= προίκα), πολύφερνος, διηνεκής, πυρφόρος, υδροφόρος, λεωφόρος, λεωφο­ρείο, ευεπίφορος (= επιρρεπής), ανυπόφορος, δορυφόρος, φορώ, διένεξη, βεληνεκές, φωριαμός, αυτόφωρο, οισοφάγος
ἄγω, ἔχω, κομίζω, ἀνέχομαι, ὑπομένω, ὑφίσταμαι


φύω

φύση, φυτό, φυτικός, φυτεύω, παραφυάδα, έμφυτος, σύμ­φυτος, φύλο, φύλλο, εμφύλιος, φυή, φυλή, φυλετικός, ευ­φυής, ευφυΐα



δέχομαι

(από-, εκ-)δοχή, δεξιός, δεξαμενή, δοκός, δέκτης, δόκανο, δοχείο, δεκτός (αποδεκτός, απαράδεκτος), δοκάρι, δόκανο
λαμβάνω



τελειοῦμαι
τελείωση, τελείωμα, τελειωτικός, ατελής, ευτελής, τέλειος, τελετή, τέλεση, αποτέλεσμα



Ετυμολόγηση λέξεων- Παράγωγα
ü  διανοητικῆς < διὰ + νοῦς: νοητός, νόημα, νόηση, νοητικός, νοερός, άνοια, παράνοια, διάνοια, ομόνοια, διχόνοια, έννοια, πρόνοια, μετάνοια, υπόνοια, διανόηση, κατανόηση, παρανόηση, επινόηση, συνεννόηση 
ü  ἠθικῆς < ἦθος < ἔθος: ηθικός, ηθικότητα, ηθοπλαστικός, ηθοποιός, ηθογραφία 
ü  ἐμπειρίας < ἐν + πειράομαι -ῶμαι: πείρα, απειρία, εμπειρία, απόπειρα, άπειρος, έμπειρος, αποπειρατικός, πολύπειρος, πείραμα, πειραματόζωο, πειραματιστής, πειραματόζωο, πείραγμα, πειρακτικός, πειρασμός, πειρατής 
ü  παρεκκλῖνον < παρὰ + ἐκ + κλίνω: κλίση, κλιτός, άκλιτος, κλίμα, ανάκλιντρο, απόκλιση, παρέκκλιση, απαρέγκλιτος, έγκλιση, υπόκλιση, κατάκλιση, σύγκλιση 
ü  δῆλον < δηλόω -ῶ: δήλωση, διαδήλωση, εκδήλωση, συνυποδήλωση, δηλωτικός, εκδηλωτικός 
ü  ἀρετῶν < ἀραρίσκω (= τακτοποιώ, προετοιμάζω, συνδέω): ενάρετος, πανάρετος, αρέσκεια, φιλαρέσκεια, δυσαρέσκεια, αρεστός, αριθμός, άρθρο, άρμα, αρμός, αρμονία, άριστος, αριστείο, αριστοκρατία 
ü  πεφυκότων < φύομαι: φύση, φυσικότητα, φυσιολογικός, φυτό, φυτικός, φυλή, φύλο, φυσικοθεραπευτής, φυσιολάτρης, φυσιογνώστης, φυσιογνωμία, αυτοφυής, ιδιοφυής, ευφυής, μεγαλοφυής, ευφυΐα, μεγαλοφυΐα, τριχοφυΐα 
ü  δέξασθαι < δέχομαι: δεκτός, αποδεκτός, παραδεκτός, ακατάδεκτος, ευπρόσδεκτος, αποδοχή, παραδοχή, συνεκδοχή, υποδοχή, δέκτης, αποδέκτης, διάδοχος, ανάδοχος, δοχείο, δεξαμενή, δοκιμή, δοκιμάζω
ü  γένεσις < γίγνομαι (πβ. ἐ-γεν-όμην)
ü  φύσις < φύω
ü  τελειουμένοις < τελειόομαι –οῦμαι < τέλειος < τέλος

v ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ στα ΘΕΜΑΤΑ για ΣΥΖΗΤΗΣΗ

1. Ἡ μὲν διανοητική... ἐξ ἔθους περιγίνεται: Αν αυτός είναι ο χαρακτήρας των διανοητικών και των ηθικών αρετών, ποιος έχει την κύρια ευθύνη για τη μετάδοση των πρώτων, και ποιος για την απόκτηση των δεύτερων;
Βλ. τις ενότητες: «διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης», «ἡ μὲν διανοητική... καὶ χρόνου» και «ἡ δ’ ἠθική ... ἀπὸ τοῦ ἔθους»

2. ὅθεν καὶ τοὔνομα έσχηκε: Πρόσεξε ότι ο Αριστοτέλης κάνει εδώ ετυμο­λογία της λέξης ηθικός. Κάνε ύστερα από αυτό κάποιες σκέψεις για τον τρό­πο με τον οποίο ο Αριστοτέλης οδηγείται στην επισήμανση των (πραγματι­κών) σημασιών των λέξεων και σχολίασε τη σχέση που έχουν μέσα στη σκέψη του τα πράγματα με τις λέξεις που τα δηλώνουν.
βλ. την ενότητα: «ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔσχηκε».

3. ἐξ οὗ καὶ δῆλον ὅτι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται: Διατύπωσε με δικά σου λόγια το συλλογισμό με τον οποίο ο Αριστοτέλης ο­δηγήθηκε σ' αυτό το συμπέρασμα.
βλ. την ενότητα: «ο συλλογισμός επιγραμματικά»


Ερμηνευτικές ερωτήσεις
1. Ο Αριστοτέλης συνεχίζοντας την εξέταση των προβλημάτων της ηθικής στο Β΄ βιβλίο των 'Ηθικν Νικομαχείων παίρνει ως δεδομένο το πόρισμα στο οποίο κατέληξε στο τέλος του Α΄ βιβλίου. Έχοντας υπόψη σας και την εισαγωγή του βιβλίου σας, να εντοπίσετε στο κείμενο τι απασχόλησε τη σκέψη του μέχρι τώρα και σε ποιο συμπέρασμα έχει καταλήξει.
2. Ποια είδη της αρετής διακρίνει ο Αριστοτέλης, σε ποιο μέρος της ψυχής ανήκει κάθε είδος και από ποιους παράγοντες εξαρτάται η ανάπτυξη καθενός;
3. Ποια σχέση έχουν με τις ηθικές αρετές ἡ φύσις και τὸ ἔθος; Να δώσετε το εννοιολογικό περιεχόμενο των όρων.
4. Α. Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις αποδίδουν σωστά το περιεχόμενο της ενότητας και ποιες όχι;
Να τις χαρακτηρίσετε ανάλογα βάζοντας ένα σταυρό στην αντίστοιχη στήλη.

α) Η αρετή διακρίνεται σε διανοητική και ηθική.

􀂆
β) Οι διανοητικές αρετές δεν εξαρτώνται από τη διδασκαλία.

􀂆
γ) Οι ηθικές αρετές προέρχονται από τη φύση.

􀂆
δ) Οι ηθικές αρετές είναι αποτέλεσμα εθισμού.

􀂆
ε) Οι φυσικές ιδιότητες αλλάζουν με τον εθισμό.

􀂆
στ) Έχουμε από τη φύση την προδιάθεση να δεχτούμε τις ηθικές αρετές.

􀂆
ζ) Οι διανοητικές αρετές χρειάζονται χρόνο και εμπειρία για να αναπτυχθούν.

􀂆
5. Ποια παραδείγματα χρησιμοποιεί στο απόσπασμα ο Αριστοτέλης και με ποιο στόχο;
6. Τι προσπαθεί να αποδείξει ο Αριστοτέλης στο κείμενο αυτό και με τη χρήση ποιου τρόπου καταφέρνει να ενισχύσει τη θέση του;
7. Να γράψετε μια μικρή παράγραφο σε δοκιμιακό ύφος στην οποία να χρησιμοποιήσετε ως θεματική πρόταση τη βασική θέση του φιλοσόφου για την ηθική αρετή και να την στηρίξετε με τα επιχειρήματα που εκείνος χρησιμοποιεί διατυπωμένα με δικά σας λόγια. Να ενισχύσετε την επιχειρηματολογία με απλά, συγκεκριμένα παραδείγματα από την καθημερινή εμπειρία.
8. Ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζεται πρακτικός νους που καταφεύγει συχνά στην πραγματικότητα για να τεκμηριώσει τις απόψεις του, τις οποίες παρουσιάζει σε απλό και λιτό ύφος. Ποια στοιχεία του αποσπάσματος θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν αυτές τις κρίσεις;
9. Ποιο είναι το γενικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Αριστοτέλης σχετικά με τη φύση της ηθικής αρετής;
10. Να επισημάνετε στο κείμενο τις λέξεις που εκφράζουν όρους της αριστοτελικής φιλοσοφίας και να δώσετε το εννοιολογικό τους περιεχόμενο
11 . Σχολιάστε το ύφος του Αριστοτέλη και τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί.
12. Στην Ἀντιγόνη του Σοφοκλή η ομώνυμη ηρωίδα, στην προσπάθειά της να κεντρίσει τη φιλοτιμία της αδελφής της Ισμήνης και να πετύχει τη βοήθειά της στην ταφή του Πολυνείκη, κλείνει τον λόγο της ως εξής:
οτως χει σοι τατα, κα δείξεις τάχα
ετεγενς πέφυκας, ετσθλν κακή.
(στ. 37-38)
Η ηθική που προβάλλει στο απόσπασμα η κόρη του Οιδίποδα συμφωνεί με όσα υποστηρίζει ο Αριστοτέλης στο κείμενό σας; Να δικαιολογήσετε την άποψή σας.

13. Ο Ξενοφώντας στο έργο του Ἀγησίλαος, όπου εγκωμιάζει τον ομώνυμο βασιλιά της Σπάρτης, αρχίζει και τελειώνει το προοίμιο του δοκιμίου του με τη λέξη ἀρετή. Στη συνέχεια, στην προσπάθειά του να δείξει την αρετή του Αγησιλάου, γράφει: Οδα τι τς γησιλάου ρετς τε κα δόξης ο ῥᾴδιον ξιον παινον γράψαι, μως δγχειρητέον. (…) Περ μν ον εγενείας ατο τί ν τις μεζον κα κάλλιον επεν χοι τι τι κα νν τος προγόνοις νομαζομένοις πομνημονεύεται πόστος φρακλέους γένετο, κα τούτοις οκ διώταις λλκ βασιλέων βασιλεσιν;(1, 1-3). «Γνωρίζω ότι δεν είναι εύκολο να γραφεί έπαινος αντάξιος της αρετής και της δόξας του Αγησιλάου αλλά παρόλα αυτά θα το επιχειρήσω (…) Για την ευγένειά του τι μεγαλύτερο και καλύτερο μπορεί να αναφέρει κανείς παρά το ότι και σήμερα ακόμη κατέχει εξαιρετική θέση μεταξύ των προγόνων που αναφέρονται ονομαστικά από τον Ηρακλή και μάλιστα όχι μεταξύ των ιδιωτών αλλά μεταξύ των βασιλέων που κατάγονται από βασιλείς;» [Μετάφραση: Κ. Καιροφύλας (διασκευή)].  
Να συγκρίνετε την άποψη που εκφράζει εδώ ο Ξενοφώντας με τη βασική θέση του Αριστοτέλη στο κείμενό σας.




Λεξιλογικές Σημασιολογικές ερωτήσεις

1. Βρείτε στο κείμενο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τις παρακάτω: δοχείο, φιλαρέσκεια, ανηθικότητα, σχεδόν, φορτίο, ένδεια

2. Δώστε μερικά ομόρριζα (απλά ή σύνθετα) στα νέα ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: γένεσιν, ἔσχηκε, φέρεσθαι

3. Να συμπληρώσετε τα κενά στις παρακάτω προτάσεις με λέξεις που παράγονται από το ρήμα «φέρω»: 

α.
Ο ……………….. εργασίας με έχει εξουθενώσει.
β.
Το καινούργιο …………………… που αγόρασε την έκανε πολύ χαριτωμένη.
γ.
Ο αγώνας έληξε με μεγάλη βαθμολογική ………………….
δ.
Η …………........... των ασθενών στο νοσοκομείο έγινε με …………………………..
ε.
Ο ………………………… έρωτας την έβγαλε εκτός εαυτού, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κρίνει αντικειμενικά.


4. Να συνδέσετε τα ρήματα της στήλης Α με τις ετυμολογικά συγγενείς τους λέξεις που βρίσκονται στη στήλη Β. Δυο λέξεις της στήλης Β περισσεύουν.
Α
Β
περιγίγνομαι
χω
φέρομαι
παρεκκλίνω
πέφυκα
δέχομαι
δέομαι
άδεια
δοχείο
αγενής
ευφυΐα
ένδεια
δίφρος
ενοχή
κλίτος
παράκληση

5. παρεκκλίνω: α) Τι σημαίνει το ρήμα; Ποια είναι τα συνθετικά του;
β) Να συνθέσετε το απλό ρήμα με τις προθέσεις ἐν, πό, σύν, κατά και να σχηματίσετε τα αντίστοιχα παρασύνθετα ουσιαστικά.

6. θος: α) Να δώσετε δύο ομόρριζα ρήματα στην αρχαία ελληνική και να γράψετε τη σημασία τους.
β) Να γράψετε δύο ομόρριζα ουσιαστικά της λέξης στη νέα ελληνική.

7. Δώστε ένα αντώνυμο στα αρχαία ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: ἀρετῆς, πλεῖον, γένεσιν, αὔξησιν, ἐμπειρίας

8. Να γράψετε σύνθετες λέξεις της νέας ελληνικής με πρώτο συνθετικό τις λέξεις: λίθος, πρ (πέντε σύνθετες για καθεμία).



[1] Η ενότητα αυτή προσφέρεται για σχολιασμό όλως των σημείων στα οποία ο Αριστοτέλης αποδεικνύει ότι η ηθική αρετή δεν είναι εκ φύσεως (βλ. ενότητες 2η, 3η, 4η, 6η, 7η, 10η).

[2]  Η ενότητα αυτή προσφέρεται για σχολιασμό όλων των σημείων στα οποία ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί εμπειρικά παραδείγματα, δηλαδή:
1.        ενότητα 2η : «οἷον οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταὶ»
2.        ενότητα 3η : «ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν... κακῶς κακοί»
3.        ενότητα 4η : «πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι ... ἐκ τοὺ οὑτωσί»
4.        ενότητα 5η : «ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος ... λυπούμενος δειλός»
5.        ενότητα 6η : «οἷον ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ ... εὖ ὁρῶμεν»
6.        ενότητα 7η : «Οἷον εἰ τὰ δέκα ... καὶ πάλης»
7.        ενότητα 9η : «Οἷον καὶ φοβηθῆναι ... οὐκ εὖ»
8.        ενότητα 12η (Πολιτικά): «π.χ. του ανθρώπου, του αλόγου, ή του σπιτιού»
9.        ενότητα 13η (Πολιτικά): «πραγματικά, αν πάψει να υπάρχει το σώμα ... αν μια φορά πεθάνει)»
10.     ενότητα 14η (Πολιτικά): «το χειρότερο από όλα στις ερωτικές απολαύσεις και στις απολαύσεις του φαγητού»
11.    ενότητα 18η (Πολιτικά): «όπως ακριβώς τα δείπνα ..μόνο ανθρώπου», «τα έργα της μουσικής και των ποιητών», «στην περίπτωση των ωραίων και μη ωραίων... αληθινών μορφών;»

[3] βλ. και σχόλιο σελ. 185 (σχολικό βιβλίο) «τέλεια»

Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης