Ηθικά Νικομάχεια: ΕΝΟΤΗΤΑ 2



ΕΝΟΤΗΤΑ 2η (Β1, 4)

Η ηθική αρετή καλλιεργείται με την ηθική πράξη

Ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα, ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν (ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων δῆλον· οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ἢ πολλάκις ἀκοῦσαι τὰς αἰσθήσεις ἐλάβομεν, ἀλλ’ ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα, οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν)· τὰς δ’ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν· ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν, οἷον οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί· οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ’ ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι. 

v ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, 
τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα, ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν 

(ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων δῆλον·

οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ἢ πολλάκις ἀκοῦσαι τὰς αἰσθήσεις ἐλάβομεν,

ἀλλ' ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα,

οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν

τὰς δ' ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον,
ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν·

ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν,

ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν,
οἷον οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται

 καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί·
οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα,
τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες,
τὰ δ' ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι.
Ακόμη, όσες ιδιότητες έχουμε από τη φύση,
πρώτα αποκτάμε τις δυνατότητες αυτών,
και ύστερα προχωρούμε στις αντίστοιχες
ενέργειες,
(πράγμα, βέβαια, που είναι φανερό στις αισθήσεις·
πράγματι, δεν αποκτήσαμε τις αισθήσεις,
έχοντας δει πολλές φορές ή έχοντας ακούσει πολλές φορές,
αλλά, αντίθετα, έχοντάς τις κάναμε χρήση τους,
δεν τις αποκτήσαμε έχοντας κάνει και ξανακάνει χρήση τους).
Τις αρετές, όμως, (τις) αποκτάμε, αφού πρώτα τις εφαρμόσουμε στην πράξη,
όπως ακριβώς (συμβαίνει) και στις άλλες τέχνες.
Γιατί όσα πρέπει να κάνουμε, αφού τα μάθουμε,
αυτά τα μαθαίνουμε κάνοντάς (τα),
όπως, για παράδειγμα, οικοδόμοι γίνονται με το να κτίζουν σπίτια,
και κιθαριστές με το να παίζουν κιθάρα.
Με τον ίδιο τρόπο, λοιπόν, γινόμαστε και δίκαιοι με το να κάνουμε δίκαιες πράξεις,
σώφρονες κάνοντας σώφρονες πράξεις,
ανδρείοι κάνοντας ανδρείες πράξεις.


v Νοηματικοί Άξονες
1. Σχετικά με όσα έχουμε μέσα μας από τη φύση, όπως οι αισθήσεις: προηγείται η ύπαρξη τους και ακολουθεί η ενέργεια, η εφαρμογή.
è παραδείγματα που ενισχύουν το συλλογισμό του: αισθήσεις όρασης και ακοής.
2. Τις ηθι­κές αρετές, αντίθετα, δεν τις έχουμε εκ των προτέρων, αλλά τις αποκτάμε, αφού προηγηθούν οι εμπειρίες, η επανάληψη, η άσκηση.
3. Αναλογία με τις τέχνεςè παραδείγματα τεχνών
è παραδείγματα που ενισχύουν το συλλογισμό του: γινόμαστε δίκαιοι κάνοντας δίκαιες πράξεις κτλ.



v  Ερμηνευτική Προσέγγιση

Σύνδεση της ενότητας με την προηγούμενη
Στην προηγουμένη ενότητα ο Αριστοτέλης πραγματεύτηκε το θέμα της προέλευσης (της γένεσης) των ηθικών αρετών διατυπώνο­ντας και στηρίζοντας την άποψη ότι αυτές προέρχονται από το ἔθος και καμία δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως. Τώρα έρχεται σε έ­να άλλο θέμα, παρεμφερές: ο τρόπος με τον οποί­ο καλλιεργείται και πραγματώνεται η ηθική αρετή.
Æ Για τη μετάβαση χρησιμοποιήθηκε το ἔτι. Η λέξη αυτή δείχνει ότι εισά­γεται μια νέα ενότητα, ένα νέο επιχείρημα, για τη στήριξη της θέ­σης ότι η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως. Το «ἔτι» αποκτά εδώ μεταβατική και προσθετική σημασία.

Το επιχείρημα του Αριστοτέλη στην ενότητα αυτή
Ο Αριστοτέλης συνε­χίζει τη θεμελίωση της θέσης του ότι καμία από τις ηθικές αρετές δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως, με ένα ακόμα αποδει­κτικό επιχείρημα (ἔτι...), χρησιμοποιώντας και εδώ παραδείγματα, τα οποία αντλεί από τις φυσιολο­γικές λειτουργίες του ανθρώπου (από τις αισθήσεις). Συγκεκριμένα,  παρατη­ρεί ότι:

α. Σχετικά με όσα έχουμε μέσα μας εκ φύσεως: υπάρχει εκ των προτέ­ρων η δυνατότητα να πραγματωθούν και ύστερα (χρονικά) πραγ­ματώνονται χωρίς να χρειάζεται ο εθισμός («ὁσα μὲν φύσει ἡμῖν ... τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν»).
è Για παράδειγμα οι αισθήσεις («ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων δῆλον»): η δυνατότητα της όρασης και της ακοής υπάρχει εκ φύσεως και μετά πραγματώνεται· η ό­ραση και η ακοή είναι δοσμένες σε κάθε άνθρωπο, έτοιμες, δεν τις α­ποκτάμε εκ των υστέρων με τη συχνή χρήση τους («πολλάκις»), βλέποντας ή ακούοντας ξανά και ξανά. Προηγείται, δηλαδή, η ύπαρξη και ακο­λουθεί η ενέργεια, η χρησιμοποίηση τους, η πραγμάτωση, οι οπτι­κές ή ακουστικές εμπειρίες («οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ... οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν»).

β. Σχετικά με την ηθική αρετή: όπως αναφέρθηκε στο τέλος της προηγούμενης ενότητας, έχουμε από τη φύση μόνο την ιδιότητα να την δεχτούμε, όμως στη συνέχεια η ηθική αρετή διαφοροποιείται α­πό εκείνα που έχουμε εκ φύσεως. Εδώ, δηλαδή, συμβαίνει το αντίθε­το: προηγείται η ενέργεια (οι εμπειρίες, οι επαναλήψεις, η άσκηση) και ακολουθεί η κατάκτηση της ηθικής αρετής («τὰς δ΄ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον»).
è Δύο παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, που αφορούν στις πρακτικές τέχνες αποδεικνύουν την αλήθεια της θέσης αυτής: για να αποκτήσει, δηλαδή, κανείς την ικανότητα του οικοδόμου ή του κιθαριστή, πρέπει πρώτα να εξασκηθεί στο χτίσιμο ή στο παίξιμο της κιθάρας αντίστοιχα («οἷον οἰκοδομοῦντες ... κιθαρισταί»). 
ü  Είναι χαρακτηριστική η αναλογίαμε την παραβολική πρόταση «ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν...» και τη φράση «οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα …» 


ÆΣυμπέρασμα: αυτό που συμβαίνει στις πρακτικές τέχνες, συμβαίνει και στις ηθικές αρετές (αναλογία): με την επανάληψη και τον εθισμό σε ηθικές πράξεις αποκτάμε τις ηθικές αρετές. Το συμπέρασμα εισάγεται με το «οὕτω δή» και περιλαμβάνει τρία παραδείγματα ηθικών αρετών: της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης και της ανδρείας («οὕτω δὴ ... ἀνδρεία ἀνδρεῖοι»). Με άλλα λόγια: ασκούμαστε πρώτα σε μια αρετή και ύστερα την αποκτάμε (π.χ. ε­νεργώντας συνεχώς με δίκαιο τρόπο γινόμαστε δίκαιοι).
Αυτή η διαφοροποίηση ενισχύει με τη σειρά της την άποψη ότι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται (ενότητα 1η ). Έτσι, και εδώ συνεχίζεται η αντίθεση «φύσει» ≠ «ἐξ ἔθους» με τα ακόλουθα εκφραστικά μέσα:
1.      αντιθέσεις:
α) «ὅσα μὲν φύσει... τὰς δ' ἀρετάς»
β) «τὰς δυνάμεις πρότερον ... ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας»
γ) «κομιζόμεθα ... ἀποδίδομεν»
δ) «οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ... ἀλλ' ἀνάπαλιν ἔχοντες ...οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν»
2.   Σχήμα άρσης - θέσης:  «οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν … ἀλλ’ ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα» 

Το επιχείρημα επιγραμματικά
1)      Όσα έχουμε μέσα μας από τη φύση, όπως οι αισθήσεις, λειτουρ­γούν με τον ακόλουθο τρόπο: προηγείται η δυνατότητα (δύναμις), η ύπαρξη τους, και ακο­λουθεί η ενέργεια, η εφαρμογή τους( «ὅσα μὲν φύσει ...  ἔσχομεν»): δύναμις " ενέργεια
2)      Αντίθετα, στην ηθική αρετή προηγείται η ενέργεια (οι εμπειρίες, οι επαναλήψεις, η άσκηση) και ακολουθεί η κατάκτηση της («τὰς δ’ ἀρετὰς ... πρότερον»): ενέργεια " δύναμις
Ø  Συμπέρασμα: η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως, αφού δεν ακολουθεί την πορεία εκείνων που υπάρχουν μέσα μας εκ φύ­σεως.

τὰς δυνάμεις – τὰς ἐνεργείας
Το πρόσθετο αυτό επιχείρημα εστιάζει στην αντιθετική σύγκριση («μὲν – δὲ») ανάμε­σα στις φυσικές ιδιότητες («ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται» - α' όρος σύ­γκρισης) και στις αρετές («τὰς δ' ἀρετάς» - β' όρος σύγκρισης). Στην προη­γούμενη ενότητα είχαμε ως βάση σύγκρισης ανάμεσα στις φυσικές και ηθικές ιδιότητες το «ἔθος» (οι φυσικές ιδιότητες δεν αλλάζουν χαρακτήρα με τη συ­νήθεια, ενώ οι ηθικές διαμορφώνονται με τον εθισμό). Τώρα βάση σύγκρισης είναι η «δύναμις» και η «ενέργεια».
Είναι θεμελιώδης στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη η διάκριση -συχνά αντιθετική- των εννοιών δύναμις και ἐνέργεια.
Δύναμις εί­ναι η δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ή ένα ον να γίνει ή να κάνει κάτι, ενώ η ἐνέργεια είναι η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας.
Γενικά ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η ἐνέργεια έχει μεγαλύτερη αξία από την δύναμιν. Εδώ συνδέει τὰς δυνάμεις με το πρότερον και τὰς ἐνεργείας με το ὕστερον, εννοώντας ότι αἱ δυνάμεις έχουν χρονική μόνο προτεραιότητα έναντι των ενεργειών (όχι λογική ή οντολογική).

Η σύγκριση στηρίζεται στη χρονική συσχέ­τιση «δυνάμεων» και «ἐνεργειῶν». Δηλαδή, η διαφοροποίηση των φυσικών και ηθι­κών ιδιοτήτων προκύπτει από το ότι:

στην περίπτωση των φυσικών ιδιοτήτων
στην περίπτωση των ηθικών αρετών
οι δυνάμεις είναι παρούσες από τη γέν­νηση ενός όντος και, άρα, προγενέστερες των ενεργειών
οι δυνάμεις μορφοποιούνται σταδιακά μέσω της συνεχούς επανάληψης των αντίστοιχων ενεργειών και, άρα, είναι μεταγενέστερες των ενεργειών.

ü  Η σημασιολογική προσέγγιση των ρημάτων που χρησιμοποιούνται είναι αποκαλυπτική και τεκμηριώνει σε βάθος την παραπάνω αντίληψη αναφορι­κά με τη σχέση «δυνάμεων» και «ἐνεργειῶν». Το ρήμα «κομιζόμεθα» (= φέ­ρω, είμαι εφοδιασμένος) σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι ο φορέας της φυσι­κής δύναμης, ότι έχει από τη φύση του στη διάθεση του τη δυνατότητα να κάνει κάτι, ενώ το ρήμα «ἀποδίδομεν» (= δίνω πίσω, παραδίδω, παράγω) σημαίνει ότι ως φορείς κάποιων δυνατοτήτων παράγουμε έργο, άμεσα συ­σχετισμένο με το εξωτερικό περιβάλλον, που μας προσδίδει έναν ενεργό ρόλο σ' αυτό το περιβάλλον.
ü  Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί πολύ συχνά του όρους «δυνάμει» –«ἐνεργείᾳ», εφόσον πιστεύει ότι κάθε ον αποτελείται από δύο στοιχεία αξεχώριστα: την  ύλη και τη μορφή . Η ύλη περιέχει μέσα της τη μορφή στην αρχή «δυνάμει» και, αν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, θα την αποκτήσει και «ἐνεργείᾳ». Για παράδειγμα, το μάρμαρο είναι "δυνάμει" άγαλμα, αν όμως το δουλέψει ο κατάλ­ληλος τεχνίτης, μπορεί να γίνει άγαλμα, οπότε θα είναι άγαλμα "ἐνεργείᾳ".

Τα τρία είδη δυνάμεων
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (Μετὰ τὰ φυσικά), υπάρχουν τρία εί­δη δυνάμεων:
  1. αυτές που υπάρχουν στον άνθρωπο από τη γέννηση του (συγγενεῖς), όπως οι αισθήσεις,    è συνδέονται με το ἄλογον μέρος της ψυχής.
  2.  αυτές που τις αποκτά ο άνθρωπος με την άσκηση, με το ἔθος, όπως η ικανότητα για το παίξιμο ενός μουσικού οργάνου (π.χ. αυλού)
            è συνδέο­νται με το ἄλογον και με το λόγον ἔχον μέρος της ψυχής
3. τις δυνάμεις που τις αποκτά ο άνθρωπος με τη μάθηση (όπως οι τέ­χνες, δηλαδή οι επιστημονικές γνώσεις)
            è συνδέονται με το λόγον ἔχον μέρος της ψυχής.

Η χρονική βαθμίδα των ρηματικών τύπων- χρονικά επιρρήματα
Παρατηρούμε στο αρχαίο κείμενο ότι ο Αριστοτέλης, όταν ανα­φέρεται σε όσα είναι εκ φύσεως, χρησιμοποιεί για τις δυνάμεις τους (που προϋπάρχουν) το επίρρημα πρότερον ή ρηματικούς τύπους αορίστου («ἰδεῖν», «ἀκοῦσαι», «ἐλάβομεν», «ἐχρησάμεθα», «χρησάμενοι», «ἔσχομεν») που δηλώνουν το προτερόχρονο, ενώ για τις ενέρ­γειες το ὕστερον.
Το ίδιο γίνεται και όταν αναφέρεται στις ηθικές αρετές, εκεί όμως οι ενέργειες προηγούνται («τὰς δ΄ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον»: προτερόχρονο) ή συμπίπτουν χρονικά με τις δυνάμεις ποιοῦντες μανθάνομεν» - «πράττοντες γινόμεθα»: σύγχρονο).


πρότερον
ὕστερον
αισθήσεις (φύσει)
δύναμις
ενέργεια
αρετές / τέχνες (ἐξ ἔθους)
ενέργεια
δύναμις

Χαρακτηριστική είναι η χρήση του επιρρήματος «πολλάκις». Παρόλο που αναφέρεται σε όσα χαρακτηριστικά έχουμε εκ φύσεως, η χρήση του υποδηλώνει ότι για την κατάκτηση των ηθικών αρετών είναι απαραίτητη η άσκηση και η επανάληψη.

ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν
Σχήμα εξ αναλόγου: «τὰς δ’ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν» (εννοείται : ἐνεργοῦμεν πρότερον) 
Περίεργη εδώ η χρήση της λέξης τῶν ἄλλων, εφόσον οι αρετές δεν περιλαμβάνονται στις τέχνες. Και στον Γοργία του Πλάτωνα συναντάμε παρόμοια χρήση: «...ὑπὸ τῶν πολιτῶν καὶ τῶν ἄλλων ξένων».
Στην παραβολική αυτή πρόταση η παρουσία του επιθετικού προσδιορισμού ἄλλων θα ηταν δικαιο­λογημένη, μόνο αν η ἀρετὴ ηταν και αυτη μια τέχνη· κανονικά η πρόταση αυτή θα είχε τη μορφη ὥσπερ ἐπῖ τῶν τεχνῶν.

ü  Μια εξηγηση για την "περιττολογία" αυτη του Αριστοτέλη θα μπορούσε να ηταν η ακόλουθη: Η διαδικασία με την οποία ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι γινόμαστε τελικά κάτοχοι των ηθικών αρετών, ίδια με εκείνην που μας κάνει κατόχους των τεχνών, κάνει στην πραγματικότητα τα ρηματα λαμβάνομεν (για τις αρετές) και μανθάνομεν (για τις τέχνες) συ­νώνυμα· η συνωνυμία όμως αυτη των ρημάτων εύκολα πια οδηγεί -μέσα στην ψυχη του λέγοντος- στον ταυτισμό, από κάποια άποψη, και των αντικειμένων τους: το αντικείμενο του πρώτου ρηματος («τὰς δ΄ ἀρετὰς») είναι απλώς ένα μέρος από το αντι­κείμενο του δεύτερου ρηματος («ταῦτα», δηλαδή τὰς τέχνας).

Στοιχεία προφορικού λόγου στα κείμενα τού Αριστοτέλη[1]
Είναι φανερό πως η "ψυχολογική" αυτη εξή­γηση έγκειται στην παρουσία στοιχείων προφορικού λόγου στα κείμε­να του Αριστοτέλη, κάτι όμως που μπορεί να θεωρηθεί ασφαλές, αφού τα έργα του Αριστοτέλη που μάς σώθηκαν ήταν, στην πραγματικότητα, οι προσωπικές του σημειώσεις τις οποίες έπαιρνε μαζί του -για απολύ­τως προσωπική χρήση- στην αίθουσα διδασκαλίας ως υποβοήθηση της μνή­μης του στην ώρα του μαθήματος («ακροαματικά» έργα). Τέτοια κείμενα διατηρούν, φυσικά, σε πολύ μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά του προφορικού λόγου και, πάντως, δεν έχουν τα χαρακτηριστικά του προσεγμένου και αυστηρού γρα­πτού λόγου.

ἅ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν
Στο σημείο αυτό, λαμβάνοντας αφορμή από την αναφορά του στις τέ­χνες, ο Αριστοτέλης θέτει με έμμεσο τρόπο και μια άλλη διάσταση. Ως μέλη μιας κοινωνίας πρέπει («δεῖ») να επιλέξουμε έναν ενεργό ρόλο συμμετοχής και κοινωνικής προσφοράς, η οποία μπορεί να προκύψει μέσα από την από­κτηση γνώσεων, ικανών να παράγουν έργο, αξιοποιήσιμο από το κοινωνικό σύνολο. Το δέσιμο με την ομάδα και η αίσθηση ότι είμαστε οργανικά ενταγμένοι στην κοινωνία ως κρίκοι μιας αλυσίδας προέρχεται από την αμοιβαία σχέση μας με τους άλλους. Το «εγώ» μετατρέπεται σε «εμείς» μέσω του «δοῦναι καὶ λαβεῖν». Η κοινωνία μάς προσφέρει τις γνώσεις («μαθόντας») κι εμείς της το ανταποδίδουμε («ποιεῖν»).
ð κοινωνική διάσταση ηθικής αρετής.


οἶον οἰκοδομοῦντες ... κιθαρίζοντες κιθαρισταί
Επιλέγονται δύο παραδείγματα(«οἶον»):
1)   το ένα τεχνικής-επαγγέλματος («οἰκοδομεῖν»)
2)   το άλλο τέχνης («κιθαρίζειν»),
Έτσι, καλύπτονται και οι δύο διαστάσεις των τεχνών. Ακολουθώντας την πάγια τακτική του, ο Αριστοτέλης προσκομίζει τα πα­ραδείγματα  κατά ζεύγη: πέτρα - φωτιά, όραση - ακοή, οικοδόμοι – κιθαριστές. Το ένα παράδειγμα θα ήταν ίσως φτωχό και ανεπαρκές, ενώ τα πολλά κουραστικά.

ü        Έτσι, ο φιλόσοφος παρατηρεί ότι στην ηθική αρετή συμβαίνει ό,τι ακριβώς και στις πρακτικές τέχνες: οι άνθρωποι πρώτα εξασκού­νται στην οικοδομική, για να γίνουν οικοδόμοι, και στο παίξιμο της κιθάρας, για να γίνουν κιθαριστές («οἷον οἰκοδομοῦντες ... κιθαρισταί»). Με τη χρήση του ενεστώτα («οἰκοδομοῦντες, κιθαρίζοντες - γίνονται οἰκοδόμοι, κιθαρισταί») γίνεται εμφανής η σχέση συγχρόνου ανάμεσα στην επαναλαμβανόμενη πράξη και την κατάκτηση μιας τέχνης. Από τα παραδείγματα είναι φανερό ότι κανείς δε γεννιέται οικοδόμος ή κιθαριστής, αλλά με τη συνεχή εξάσκηση, με το να χτίζει δηλαδή σπίτια ή να παίζει κιθάρα, θα φτάσει κάποια στιγμή σ' ένα ικανοποιητικό επίπεδο γνώσης της κάθε τέ­χνης.
Την ίδια άποψη, ότι, δηλαδή, η τέχνη κατακτάται με την εξάσκηση, συναντούμε και στον Πλάτωνα, ο οποίος μάλιστα λέει ότι και το παιδικό παιχνίδι είναι μια μορφή εξάσκησης για την τέχνη που το παιδί προορίζεται να ασκήσει στο μέλλον.
ü Την ομοιότητα που παρουσιάζουν τα δύο αυτά παραδείγματα επισημαίνει το σχήμα από κοινού: «οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταὶ (γίνονται)»

οὕτω δὴ καὶ ... ἀνδρεία ἀνδρεῖοι
Αφού, λοιπόν, μεσολάβησαν τα χειροπιαστά παραδείγματα των τεχνών, ο Αριστοτέλης με έναν κυκλικό τρόπο επανέρχεται στις αρετές εισάγοντας τα παραδείγματα που ακολουθούν με το επίρρημα «οὕτω», δηλαδή το δεύτερο σκέλος της αναλογικής σχέσης τεχνών και αρετών [«ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τε­χνῶν... οὕτω δὴ (καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν»)].
Με το «οὕτω δὴ» συνάγει το συμπέρασμα εφαρμόζοντας τα παραδείγματα στην ηθική αρετή και δίνοντας ευκαιριακά τρεις μορφές της καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες ... ἀνδρείοι»):
            α. τη δικαι­οσύνη
            β. τη σωφροσύνη
            γ. την ανδρεία.

ü  Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζονται με πολυσύνδετο σχήμα («τὰ μὲν δίκαια …, τὰ δὲ σώφρονα …, τὰ δ’ ἀνδρεῖα …»)  και σχήμα από κοινού [«τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα (πράττοντες) σώφρονες (γινόμεθα), τὰ δ’ ἀνδρεῖα (πράττοντες) ἀνδρεῖοι (γινόμεθα)»].
Όπως, λοιπόν, και στις τέχνες, γινόμαστε δίκαιοι, σώφρονες και ανδρείοι συνη­θίζοντας να κάνουμε τις αντίστοιχες πράξεις και σταδιακά αποκτάμε ως μόνιμα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μας αυτές τις ηθικές αρετές. Η σχέση ενέργειας και δύναμης είναι κι εδώ σχέση προτερόχρονη ή σύγχρονη.
è Τα παραδείγματα ηθικών αρετών που προσκομίζει εδώ ο Αριστοτέλης παραπέμπουν στον πλατωνικό Πρωταγόρα, όπου ο επώνυμος σοφιστής παραθέτει ως μόρια της (πολιτικής) αρετής τη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη, την ανδρεία και την οσιότητα.

Το αριστοτελικό παράδοξο
Αυτη η τελευταία διαπίστωση, ότι, δηλαδή, πρώτα γίνονται οι πράξεις της αρετής και έπειτα ακολουθεί η απόκτηση της, φαίνεται παράδοξο και δημιουργεί μι­α εύλογη απορία: πώς η απόκτηση της αρετής είναι μεταγενέστε­ρη, αφού, για να κάνει κανείς -για παράδειγμα- μια δίκαιη πράξη, πρέπει να είναι κιόλας δίκαιος;
Ο Αριστοτέλης λύνει αυτή την ἀπο­ρίαν με τα ακόλουθα (που τα αναφέρει σε άλλο σημείο, λίγο παρακάτω): Για να χαρακτηριστεί μια πράξη ενάρετη, πρέπει να πληροί ορισμένους αναγκαίους όρους. Δηλαδή, οι πράξεις που προηγούνται και επαναλαμβάνονται δεν είναι τυχαίες ούτε γίνονται με την υπόδειξη κάποιου άλλου, αλλά αυτός που τις κάνει έχει:  
α. συνείδηση της πράξης του (εἰδώς)
β. την ανάλογη προαίρεση (προαιρούμενος) , δηλαδή οι πράξεις είναι αποτέλεσμα επιλογής και προτίμησης και
γ.  σιγουριά και σταθερότητα στην πραγματοποίησή τους ( βεβαίως καὶ ἀμετακινήτως).       (βλ. και σχόλιο βιβλίου εν. 10η: «ἕξις προαιρετική»)

_ Με άλλα λόγια, οι πράξεις χαρακτηρίζονται δίκαιες και σώφρονες, αν αυτός που τις κάνει, τις κάνει και με τον τρόπο που τις κάνουν οι δίκαιοι και σώφρονες άνθρωποι. Σωστά, λοιπόν, λέμε ότι ο άνθρωπος γίνεται δίκαιος με τις επαναλαμβανόμενες πράξεις δικαιοσύνης.

Σύγκριση Ηθικών Νικομαχείων -Επιταφίου
Στον Ἐπιτάφιο λόγο του Περικλή, όπως παραδίδεται από το Θουκυδίδη, χρησιμοποιείται η έννοια «ἀρετή»:
1)      Κλείνοντας την κύρια πρόθεση του λόγου του, ο Περικλής χρησιμοποιεί την έννοια ρετή, όχι με την ευρύτητα του αριστοτελικού όρου, αλλά με το ηθικό περιεχόμενο της ευεργετικής δύναμης που φανερώνεται στις σχέσεις των ανθρώπων. Συγκεκριμένα λέει τα εξής: «Κα τ ς ρετν νηντιώμεθα τος πολλος· ο γρ πσχοντες ε, λλ δρντες κτμεθα τος φλους. Βεβαιτερος δ δρσας τν χριν στε φειλομνην δι' ενοας δδωκε σζειν· δ ντοφελων μβλτερος, εδς οκ ς χριν, λλ' ς φελημα τν ρετν ποδσων» (Θουκ. ΙΙ, 40, 4 - 5) («Και στη διάθεσή μας απέναντι στους ξένους διαφέρομε απ’ τους πολλούς, γιατί αποκτούμε φίλους ευεργετώντας τους και όχι περιμένοντας απ’ αυτούς κάποιο καλό. Η φιλία τού ευεργέτη είναι πιο σταθερή, γιατί προσπαθεί να διατηρήσει το δεσμό του με τον άλλο, ενώ εκείνος που χρωστάει χάρη είναι λιγότερο πρόθυμος, θεωρώντας την ευγνωμοσύνη του σαν χρέος και όχι σαν αίσθημα»).
2)      Σε άλλο χωρίο του λόγου με τον όρο ρεταί δηλώνονται τα ανδραγαθήματα των νεκρών: « γρ τν πόλιν μνησα, α τνδε κα τν τοινδε ρετα κόσμησαν …» (Θουκ. ΙΙ, 42, 2) («γιατί αυτών που κοίτονται εδώ και των ομοίων τους η ανδρεία εστόλισε την πολιτεία με όσα εγώ, υμνώντας την, είπα πως έχει»).

Ομοιότητες στα δύο κείμενα (του Θουκυδίδη και του Αριστοτέλη)
α) Η αρετή και δεν αντιμετωπίζεται ως αφηρημένη ιδέα αλλά ως συγκεκριμένη πράξη με θετικό περιεχόμενο («α τνδε κα τν τοινδε ρετα κόσμησαν»)
β) Είναι αποτέλεσμα επανάληψης όμοιων ενεργειών («ο γρ πσχοντες ε, λλ δρντες κτμεθα τος φλους»).
γ) Η δράση είναι κοινός τόπος και στα δύο κείμενα, όπως φαίνεται από το απόσπασμα των Ηθικών Νικομαχείων «τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ’ ἀνδρεῖα ἀνδρείοι» και το απόσπασμα τού Επιταφίου «δρῶντες κτώμεθα τούς φίλους. Βεβαιτερος δ δρσας τν χριν...»           

Πρώτο και τρίτο πληθυντικό πρόσωπο
Ο Αριστοτέλης, όταν στην πορεία του στοχαστικού του λόγου αναφέρεται σε ανθρώπους, χρησιμοποιεί το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο: στην προηγούμενη διδακτική ενότητα βρίσκουμε δύο «ἡμῖν», εδώ οκτώ ρήματα σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο (κομιζόμεθα, ἀποδίδομεν, ἐλάβομεν, ἐχρησάμεθα, ἔσχομεν, λαμβάνομεν, μανθάνομεν, γινόμεθα), ενώ και στις επόμενες ενότητες (τουλά­χιστον ως την έκτη) υπάρχουν πολλά ακόμα ανάλογα παραδείγ­ματα (γινόμεθα, πράττομεν, ἀπεχόμεθα κ.ά.).
Όμως ο λόγος με­ταβαίνει στο τρίτο πληθυντικό, όταν αναφέρονται τα παραδείγ­ματα με τους οικοδόμους και τους κιθαριστές· και στην ε­πόμενη ενότητα χρησιμοποιείται το τρίτο πληθυντικό πρόσωπο, όταν ο Αριστοτέλης επανέρχεται στα ίδια παραδείγματα (γίνονται, ἔσον­ται), Η τριτοπρόσωπη αυτή αναφορά ίσως να οφείλεται στο ότι ο Αριστοτέλης δεν είχε προσωπική επαφή με τις τέχνες και τους τεχνίτες και ο τομέας αυτός της ανθρώπινης δραστηριότητας δεν ενέπιπτε στα άμεσα ενδιαφέροντα του. Ωστόσο, παρατηρούμε ό­τι εμφανίζεται και πάλι το τρίτο πρόσωπο εκεί που θα περιμένα­με το πρώτο: στην τέταρτη ενότητα εναλλάσσεται το πρώτο με το τρίτο πληθυντικό (γινόμεθα, οἱ μὲν δίκαιοι οἱ δὲ ἄδικοι –οἱ μὲν γὰρ σώφρονες καὶ πρᾶοι γίνονται) και στην έκτη βρί­σκουμε τη φράση ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται, ενώ θα περιμέναμε ἀγαθοὶ ἄνθρωποι γινόμεθα.
Ü Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η χρήση του τρίτου προσώπου δεν υποδηλώνει συνειδητή συμπεριφορά, δηλαδή την πρόθεση του Αριστοτέλη για αποστασιοποίηση του από τους τε­χνίτες, αφού η ίδια χρήση παρατηρείται και όταν αναφέρεται σε θέματα σχετικά με την ηθική. Το τρίτο, λοιπόν, πρόσωπο χρησιμο­ποιείται μάλλον αυθόρμητα και ασυναίσθητα, δίνοντας μάλιστα και κάποια ποικιλία στο λόγο. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη προέρχονται από προσωπικές του σημειώσεις, που χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις των μαθημάτων του. Είναι, λοιπόν, εύλογο σ’ αυτές τις σημειώσεις να έχουν παρεισφρήσει και στοιχεία του προφορικού λόγου. 




v ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ-ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ


Παράγωγα
Συνώνυμα


λαμβάνω
λήψη, (σύλ-, πρόσ-, πρό-, ανά-, κατά-, περί-, αντί-, μετά-, υπό-) ληψη, λαβή, χειρολαβή, παραλαβή, απολαβή, λάφυρο, λαβίδα, εργολάβος, εργολαβία, εργολήπτης, παραλήπτης, λήμμα, (κατά-, ακατά-, ευ-, επί-, ανεπί-, ασύλ-) ληπτός, ευυ­πόληπτος, ανυπόληπτος, επιλήψιμος

αἱρῶ, δέχομαι

χρῶμαι
χρεία, χρέος, χρήση, χρήσιμος, χρηστός, χρηστότητα, εύχρηστος, άχρηστος, (κατα-)χρηστικός, χρησιμεύω, καταχραστής
μεταχειρίζομαι, ἔχω, κτῶμαι

πράττω
πράγμα, πράξη, πράκτορας, πρακτορείο, εισπράκτορας, πρακτικός, άπρακτος, δυσπραγία, ευπραγία, μονόπρακτο, απράγμονας, πολυπράγμονας
δρῶ, ποιῶ, ἐργάζομαι, ἐπιτελῶ


Ετυμολόγηση λέξεων- Παράγωγα
ü  κομιζόμεθα < κομίζομαι: κομιστής, διακομιστής, κόμιστρο, μετακόμιση, προσκόμιση, αποκόμιση, διακομιδή, ανακομιδή, συγκομιδή, αποκομιδή 
ü  ἐνεργείας < ἐν + ἔργον < ἐργάζομαι: εργασία, διεργασία, επεξεργασία, προεργασία, εργασιοθεραπεία, εργασιομανής, εργαστήριο, εργαλείο, εργάτης, εργατικός, εργατικότητα, εργατοπατέρας, εργατοϋπάλληλος, εργατοώρα, έργο, εργοδηγός, εργοδότης, άεργος, άνεργος, περίεργος, πάρεργο, εργόχειρο, ανενεργός, ραδιενεργός, απεργός, συνεργός, απεργία, ανεργία, κωλυσιεργία, καλλιέργεια, ενέργεια, περιέργεια, πανούργος, κακούργος, ραδιούργος, χειρουργός, δημιουργός, ξυλουργός, μουσουργός, στιχουργός, υφαντουργία, μεταλλουργία, μεταξουργία, δημιούργημα, κακούργημα, όργανο, όργιο 
ü  τεχνῶν < τίκτω: τόκος, επίτοκος, επιτόκιο, απότοκος, τοκετός, τεκνοποίηση, άτεκνος, τέκτονας, αρχιτέκτονας, τεχνική, τεχνοκράτης, τεχνολογία, έντεχνος, άτεχνος, περίτεχνος 
ü  οἰκοδόμοι < οἶκος + δόμος ( < δέμω): οίκημα, οίκηση, ιδιοκατοίκηση, διοίκηση, συγκατοίκηση, μετοίκηση, οικία, κατοικία, μονοκατοικία, πολυκατοικία, συνοικία, αποικία, παροικία, ένοικος, περίοικος, κάτοικος, συγκάτοικος, μέτοικος, οικισμός, οικιστικός, αποικισμός, αποικιστικός, οικοδεσπότης, οικογένεια, οικότροφος, οικόπεδο, οικοσκευή, οικόσημο, οικονομία, οικόσιτος, οικουμένη, οικολογία 
ü  σώφρονες < σῶς + φρὴν (γεν. φρενός): φρενίτιδα, φρενοκομείο, φρενοβλαβής, παράφρων, μετριόφρων, εχέφρων, εθνικόφρων, ευφροσύνη, παραφροσύνη, μετριοφροσύνη, σωφροσύνη, νομιμοφροσύνη, φρόνιμος 
ü  ἀνδρεία < ἀνὴρ (γεν. ἀνδρός): ανδρικός, ανδρισμός, ανδροπρεπής, ανδροκρατία, ανδρόγυνο, ανδροπρεπής, άνανδρος, εύανδρος, ανδράποδο, εξανδραποδισμός, ανδραγαθία, ανδρείκελο, ανδριάντας
ü  δύναμις < δύναμαι
ü  δίκαιος < δίκη

v ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ στα ΘΕΜΑΤΑ για ΣΥΖΗΤΗΣΗ

1.  Όσα λέγονται στην ενότητα αυτή αποτελούν ένα δεύτερο αποδεικτικό επι­χείρημα του Αριστοτέλη για την άποψη του ότι «οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται». Πες με δικά σου λόγια το επιχείρημα αυτό.
βλ. την ενότητα «Το επιχείρημα του Αριστοτέλη στην ενότητα αυτή»

2. Πρόσεξε ότι ο Αριστοτέλης, που έχει οργανώσει εδώ τον λόγο του πάνω στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο (μανθάνομεν), βάζει στη θέση του προσώπου αυ­τού το τρίτο πληθυντικό πρόσωπο στη φράση «οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνον­ται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί». Μη βιαστείς να βγάλεις οποιοδήποτε συμπέ­ρασμα. Αν, πάντως, αρχίζεις να έχεις μέσα σου κάποια υποψία γι' αυτή την αλλαγή, περίμενε να δεις πώς θα συμπεριφερθεί ο Αριστοτέλης (από αυτή την άποψη) και στις τρεις επόμενες ενότητες. Τότε προσπαθήστε να βρείτε μέσα στην τάξη μια συνολική εξήγηση γι' αυτή την αλλαγή προσώπων στον λόγο (εδώ!) του Αριστοτέλη. Αποφασίστε επίσης τότε πόσο συνειδητή είναι από τον Αριστοτέλη η συμπεριφορά του αυτή.
βλ. την ενότητα: «πρώτο και τρίτο πληθυντικό πρόσωπο».
v Ερωτήσεις Αξιολόγησης

Ερμηνευτικές ερωτήσεις
1. α) Να επισημάνετε τη λέξη με την οποία εισάγεται η νέα ενότητα και να εξηγήσετε το ρόλο της στη δομή της επιχειρηματολογίας του φιλοσόφου.
β) Χρησιμοποιώντας την επαγωγική μέθοδο, να συνθέσετε μία παρά-γραφο στην οποία θα υποστηρίξετε τη βασική θέση του Αριστοτέλη (οδεμία τν θικν ρετν φύσει μν γγίνεται) με το επιχείρημα που προβάλλεται εδώ, διατυπωμένο με δικά σας λόγια.
2. Ο λόγος του φιλοσόφου εδώ είναι δομημένος με τη βοήθεια των μεθόδων της αντίθεσης και της αναλογίας. Αφού επισημάνετε σε ποια σημεία χρησιμοποιείται η κάθε μέθοδος, να δείξετε ποια στοιχεία της επιχειρηματολογίας αντιτίθενται και ποια παρουσιάζονται αναλογικά. Επίσης να βρείτε ποιοι εκφραστικοί τρόποι (λεξιλόγιο, σύνταξη κλπ.) εξυπηρετούν καθεμιά από τις δύο μεθόδους ανάπτυξης.
3. Να βρείτε τα χρονικά επιρρήματα της ενότητας και να δείξετε τη λειτουργικότητά τους σε σχέση με την επιχειρηματολογία.
4. τς δυνάμεις κομιζόμεθα, τς νεργείας ποδίδομεν: α) Ποιο είναι το περιεχόμενο των εννοιών δύναμις - νέργεια στην αριστοτελική φιλοσοφία; β) Ποια από τις δύο έννοιες θεωρεί ο φιλόσοφος πιο αξιόλογη; Μπορούμε να το συμπεράνουμε αυτό από το κείμενο; γ) να αναφέρετε τα είδη των δυνάμεων που διακρίνει ο Αριστοτέλης.
5. Α. Να συνδέσετε κάθε στοιχείο της στήλης Α με τις φράσεις της στήλης Β που του αντιστοιχούν, γράφοντας μπροστά από τα γράμματα της στήλης Α τους αντίστοιχους αριθμούς της στήλης Β. Κανένα στοιχείο της στήλης Β δεν περισσεύει.
Α
Β
α) φύσει
β) ἐξ ἔθους
1. ὕστερον τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν
2. ἔχοντες ἐχρησάμεθα
3. χρησάμενοι ἔσχομεν
4. τὰς αἰσθήσεις ἐλάβομεν
5. ποιοῦντες μανθάνομεν
6. ἐνεργήσαντες πρότερον
7. δίκαιοι γινόμεθα
8. πρότερον τὰς δυνάμεις κομιζόμεθα
Β. Να αιτιολογήσετε με λίγα λόγια τις επιλογές σας για το στοιχείο (α) φύσει.
6. Να γράψετε ένα παράδειγμα από την καθημερινή εμπειρία σας, όπου να φαίνεται η διάκριση και ο ρόλος των εννοιών δύναμις νέργεια σε συνδυασμό με τις χρονικές βαθμίδες του προτερόχρονου και του υστερόχρονου. Μπορούν να δοθούν απλά παραδείγματα υλικών κατασκευών που ως φυσικά υλικά (π.χ. μάρμαρο) είναι δυνάμει και μετά την ολοκλήρωση της επεξεργασίας τους (π.χ. άγαλμα) είναι νεργεί.  
7. Ποια είναι η σχέση της πράξεως - νεργείας με τις ιδιότητες που έχουμε φύσει και με την ηθική αρετή σύμφωνα με τον Αριστοτέλη;
8. οτω δ κα τ μν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τ δ σώφρονα σώφρονες, τ δνδρεα νδρεοι: Ο W. D. Ross, γνωστός αριστοτελιστής, επισημαίνει στο χωρίο αυτό ένα παράδοξο. Συμφωνείτε; Να διατυπώσετε τις σκέψεις σας σένα σύντομο δοκίμιο και να τις συζητήσετε στην τάξη σας.
9. Ποια βασικά εκφραστικά μέσα χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης προκειμένου να ενισχύσει το επιχείρημά του; Να δώσετε συγκεκριμένα χωρία από το κείμενο.



Λεξιλογικές Σημασιολογικές ερωτήσεις

1. Να συμπληρώσετε τα κενά στις παρακάτω φράσεις με ένα ομόρριζο του ρήματος «κομίζω».
α)
Στα μεγάλα αστικά κέντρα η ………………………. των σκουπιδιών γίνεται σε καθημερινή βάση.
β) Για να στηρίξεις τη θέση σου είναι απαραίτητη η ……………………….. αποδεικτικών στοιχείων.
γ)
Το ταξί αποτελεί πια ένα ακριβό μεταφορικό μέσο, καθώς το …………………… έχει αυξηθεί σημαντικά.
δ)
Η …………………… και επεξεργασία των καρπών της ελιάς αποτελεί μια κοπιαστική και χρονοβόρα διαδικασία.
ε)
Οι τραυματίες …………………… στο πλησιέστερο κέντρο υγείας.

2. Να δώσετε στα αρχαία ελληνικά τα αντώνυμα των παρακάτω λέξεων: πρότερον, δῆλον, ἀρετάς, δίκαιοι, σώφρονες, ἀνδρεῖοι.

3. Να δώσετε στα αρχαία ελληνικά συνώνυμα των παρακάτω λέξεων: ὕστερον, δῆλον, δεῖ, ποιεῖν, ἀνδρεῖοι

4. Να βρείτε στο κείμενο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τις παρακάτω: οικόσημο, μετακόμιση, δεοντολογία, κομιστής, θυρωρός, λήμμα, χρήμα, παρόραμα, λάφυρο, εύχρηστος, ευήκοος, τοκετός.

5. Με την ποιητική ή αναφορική λειτουργία των λέξεων που ακολουθούν (συγγενών ετυμολογικά με όρους του διδαγμένου κειμένου) να σχηματίσετε ισάριθμες περιόδους λόγου στη νεοελληνική γλώσσα: 1. οικοδόμημα, 2. δόση, 3. παρθενογένεση, 4. χρεοκοπία, 5. μετοχή, 6. εργαστήριο.

6. «Σώφρονες»: ποια είναι τα συνθετικά του επιθέτου; Να σχηματίσετε άλλα πέντε επίθετα από το δεύτερο συνθετικό και να δώσετε και τα αντίστοιχα ουσιαστικά τους.

7. α) Να δώσετε στην αρχαία ελληνική δύο συνώνυμα για καθένα από τα παρακάτω ρήματα: ποδίδομαι, δε, πράττω, κομίζω.
β) Να γράψετε ένα ομόηχο για καθεμιά από τις λέξεις: τι, κοσαι, δεν, δε.




[1] Η ενότητα αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σχολιασμό και τής 3η ενότητας («πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης»




Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης