Ηθικά Νικομάχεια: ΕΝΟΤΗΤΑ 3




ΕΝΟΤΗΤΑ 3η (Β1, 5-7)

Άλλα επιχειρήματα για τη σχέση ηθικής αρετής
και ηθικής πράξης

Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν· οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ' ἐστίν, ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσινἁμαρτάνουσιν, καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. Ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται, ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη· ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί. Ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες· ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται, ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί. Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί.

v ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Μαρτυρεῖ δὲ
καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν·
οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς,
καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου
τοῦτ' ἐστίν,
 ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν 
ἁμαρτάνουσιν,
καὶ διαφέρει τούτῳ 
πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης.

Ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν 
καὶ διὰ τῶν αὐτῶν 
καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται,

ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη·
ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν
καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί. 
Ἀνάλογον δὲ
καὶ οἰκοδόμοι
καὶ οἱ λοιποὶ πάντες·
ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν
ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται,
ἐκ δὲ τοῦ κακῶς
κακοί.
Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, 
οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος,

ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί.
Και επιβεβαιώνει (την ανωτέρω άποψη)
και αυτό που συμβαίνει στις πόλεις.
Δηλαδή, οι νομοθέτες κάνουν ενάρετους τους πολίτες με τον εθισμό
και η επιδίωξη κάθε νομοθέτη
αυτή είναι,
όσοι, όμως, δεν το καταφέρνουν αυτό,
δεν πετυχαίνουν αυτό που επιδιώκουν,
και σ’ αυτό διαφέρει
ένα πολίτευμα καλό
από ένα πολίτευμα λιγότερο καλό.
Επιπλέον, για τους ίδιους λόγους
και με τα ίδια μέσα
γίνεται και η γένεση και η φθορά κάθε αρετής,
και το ίδιο συμβαίνει και σε κάθε τέχνη·
δηλαδή, με το παίξιμο της κιθάρας
γίνονται και οι καλοί και οι κακοί κιθαριστές.
Με ανάλογο τρόπο (γίνονται)
και οι οικοδόμοι
και όλοι οι υπόλοιποι (τεχνίτες)·
δηλαδή, χτίζοντας με καλό τρόπο σπίτια,
θα γίνουν καλοί οικοδόμοι ,
όμως χτίζοντας με κακό τρόπο,
(θα γίνουν) κακοί.
Γιατί αν δεν ήταν έτσι,
καθόλου δε θα χρειαζόταν ο άνθρωπος που θα δίδασκε,
αλλά όλοι θα ήταν καλοί ή κακοί εκ γενετής.


v Νοηματικοί Άξονες
·         Ο ρόλος του νομοθέτη στην πραγμάτωση της αρετής: οι νομοθέτες προσπαθούν με τον εθισμό να κάνουν τους πολίτες ενάρετους ανθρώπους.
ü  Η διαφορά αγαθής και φαύλης πολιτείας.
·         Η κατάκτηση κάθε αρετής πραγματώνεται ή όχι ανάλογα με το αν υπάρξει καλός εθισμός σ΄ αυτήν ή όχι.
·         Παραδείγματα από τις τέχνες.
ü  Ο ρόλος της εξάσκησης των κιθαριστών και των οικοδόμων
ü  Ο ρόλος του διδάξοντος







v   Ερμηνευτική Προσέγγιση

Σύνδεση με την προηγούμενη ενότητα
Στην προηγουμένη ενότητα τονίστηκε ότι τις ηθικές αρετές δεν τις έχουμε εκ των προτέρων, αλλά τις αποκτάμε, αφού προηγηθεί η πράξη (οι εμπειρίες, οι επαναλήψεις, η άσκηση, ο εθισμός). Τώρα, προς επίρρωση αυτής της θέσης (για να αναδειχτεί η αξία και ο καίριος ρόλος της επανάληψης και του εθισμού), επιστρατεύεται το παράδειγμα με τους νομοθέτες, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν τους πολίτες καλούς ανθρώπους (να έχουν ηθική αρετή) με τον εθι­σμό, με την άσκηση. Επιπρόσθετα, παρατίθενται και πάλι τα παρα­δείγματα από το χώρο των τεχνών, για να τονισθεί η ποιοτική αξιολόγηση της επαναλαμβανόμενης πράξης, ότι, δηλαδή, ο βαθμός κατάκτησης της αρετής εξαρτάται από την ποιότητα του εθισμού σε αυτήν.

Μαρτυρεῖ δὲ ... ἀγαθὴ φαύλης
Το θέμα για το οποίο γίνεται λόγος είναι η σχέση ηθικής αρετής και πράξης, και πρέπει να αποδειχτεί ότι η ηθική αρετή δεν είναι εκ φύσεως, αλλά καλλιεργείται με την ηθική πράξη. Για το λόγο αυτό, ο Αριστοτέλης μεταφέρεται στο χώρο της πολιτικής προσκομίζοντας τώρα ένα νέο επιχείρημα («μαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον...»). Το επιχείρημα που φέρνει ως μαρτυρία («μαρτυρεῖ δὲ») εισάγεται με τον προσθετικό «καὶ» («καὶ τὸ γινόμενον») και αφορά στο έργο των νομοθετών. Βασικός στόχος και επιδίωξή τους είναι να κάνουν τους πολίτες να αποκτήσουν την ηθική αρετή μέσω του εθισμού σε ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές («οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς»)· αυτή είναι η πρόθεση τους, στο γενικό πλαίσιο της επιδίωξης του καλού των πολιτών («καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν»). Ωστόσο:
α) άλλοι από αυτούς οργανώνουν σωστά τον εθισμό και πετυχαίνουν το στόχο τους,
β) όμως άλλοι θεσπίζουν νόμους οι οποίοι δεν εφαρμόζουν σωστά τον εθισμό των πολι­τών, με αποτέλεσμα οι νομοθέτες να αποτυγχάνουν και να μην ασκούν τους πολίτες έτσι, ώστε να αποκτήσουν η­θική αρετή («ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσι»).
è Εξάλλου, αυτή είναι και η αιτία που διαφοροποιεί τα πολιτεύματα σε καλά και σε λιγότερο καλά («καὶ διαφέρει τούτῳ ... φαύλης»): η επιτυχία ή η αποτυ­χία στο ἐθίζειν τους πολίτες.
Στην ουσία το επιχείρημα αυτό έχει ως εξής: αν οι ηθικές αρετές ήταν έμφυτες, όλες οι ενέργειες των νομοθετών να κάνουν τους πολίτες καλούς θα ήταν μάταιες, αφού όλοι θα γεννιούνταν με ή χωρίς αυτές και οποιαδήποτε προσπάθεια δεν θα μπορούσε να μεταβάλει αυτά τα χαρακτηριστικά. Έτσι, αποδεικνύεται, αφενός, ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως και, αφετέρου, ότι αυτές δεν αποκτώνται αλλιώς παρά μόνο με τη διαρκή άσκηση και την επανάληψη ηθικών πράξεων.

ü  Στο σχετικό χωρίο της ενότητας η λέξη που δεσπόζει, έχοντας το μεγαλύτερο σημασιολογικό βάρος, είναι η μετοχή ἐθίζοντες και σ' αυτήν αναφέρεται η επαναληπτική αντωνυμία αὐτό (= τὸ ἐθίζειν)· με τον εθισμό, λοιπόν, και όχι με άλλο μέσο κάνουν οι νομοθέτες τους πολίτες ἀγαθούς.

Πολιτική διάσταση της ηθικής αρετής
Το επιχείρημα το αντλεί από τον χώρο της πόλης, καθώς για τον φιλόσοφο υπάρχει στενή σχέση μεταξύ ηθικής και πολιτικής. Άλλωστε, μόνο αν ένας άνθρωπος διέπεται από ηθικές αρετές, μπορεί να λειτουργήσει σωστά μέσα στην πόλη και ως πολίτης και ως πολιτικός. Σύμφωνα με την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων, το άτομο δεν επιδιώκει την ηθική του διαμόρφωση για χάρη του εαυτού του, αλλά ως πολίτης, στο πλαίσιο της λειτουργίας της πόλεως-κράτους· έτσι, και η ηθική αρετή είναι γνώρισμα του πολίτη ως μέλους του συνόλου. Γι' αυτό αναφέρονται εδώ οι νομοθέτες ως οι άνθρωποι που με τους νό­μους θα εξασκήσουν με τον εθισμό τους πολίτες στην ηθική αρετή (ό­πως οι δάσκαλοι θα εξασκήσουν τους τεχνίτες). Με άλλα λόγια, για τον Αριστοτέλη η ηθική αρετή έχει πολιτική-κοινωνική διάσταση[1].

Το παιδευτικό έργο των νομοθετών
Ο Αριστοτέλης, όπως και ο Πλάτων, θεωρεί ως ένα από τα σπουδαιότερα έργα της πολιτείας το παιδευτικό, που υλοποιείται κυρίως με τους νόμους και την παιδεία. Ο Αριστοτέλης αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στον κοινωνικό ρόλο των νομοθετών και, επομένως, είναι μεγάλη και η ευθύνη που τους καταλογί­ζει για την ποιοτική διαμόρφωση της πολιτείας[2].
Η ιδιαίτερη αναφορά στο ρόλο των νομοθε­τών πηγάζει, βέβαια, από την ιστορική πραγματικότητα της εποχής του Αριστοτέλη, κυρίως όμως από τον καθοριστικό τους ρόλο για τη δια­μόρφωση των πολιτευμάτων στην αρχαϊκή και την κλασική περίοδο. Ο «νομοθέτης», «διαλλακτής» ή «αἰσυμνήτης» στην ουσία είχε την εξου­σία του ανώτατου άρχοντα, που τον επέλεγαν οι πολίτες, για να λύσει ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στις τάξεις ή να συντάξει νέο πολίτευμα και νόμους. Οι απεριόριστες εξουσίες που λάμβαναν (κάτι που έκανε τον Αριστοτέλη να τους χαρακτηρίσει «αιρετούς τυράννους») είχαν ως εγ­γύηση το κύρος που απολάμβαναν, την πείρα, την ανιδιοτέλεια, την α­μεροληψία και την κοινή εμπιστοσύνη που διέθεταν. Το άκουσμα και μόνο των ονομάτων του Λυκούργου, του Δράκοντα, του Σόλωνα και του Κλεισθένη προκαλούσε δέος και σεβασμό στους Σπαρτιάτες και τους Αθηναίους.
Ενδεικτική του παιδευτικού ρόλου των νομοθετών είναι και η βιογραφία του Λυκούργου, που παραδίδει ο Πλούταρχος. Εκεί αναφέρεται ότι το σύνταγμά του, από το πρώτο ώς το τελευταίο άρθρο, ο Λυκούργος το έχτισε πάνω στη δύναμη της παιδείας. Μάλιστα, ο Λυκούργος θεωρούσε ότι η παιδεία των νέων είναι το πιο σπουδαίο και ωραίο έργο του νομοθέτη.
Οι νομοθέτες, λοιπόν, κατά τον Αριστοτέλη, στοχεύουν στη διαμόρφωση ενάρετων πο­λιτών και τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι οι νόμοι και το παιδα­γωγικό σύστημα. Μάλιστα, είναι προφανές ότι οι τρεις βασικοί άξονες στους οποίους κι­νείται η ενότητα (πολιτική, ηθική, παιδαγωγική) αποτελούν το ιδανικό τρίπτυχο επιτυχίας και πραγμάτωσης μιας κοινωνίας.

πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης
Η κανονική σειρά των λέξεων μέσα στη φράση θα ήταν: διαφέρει πολιτεία ἀγαθὴ πολιτείας φαύλης. Η διαφορετική θέση των λέξεων μέσα στο λόγο οφείλεται ίσως και πάλι στο γεγονός ότι τα κείμε­να του Αριστοτέλη είναι προσωπικές σημειώσεις, βοηθητικές για την προφορική διδασκαλία του, και, επομένως, σε μερικά σημεία έ­χουν κάποια χαρακτηριστικά (συντομία, ελλειπτικότητα κ.ά.) του προφορικού λόγου (βλ. και στην προηγούμενη ενότητα, το σχόλιο για τη φράση καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν).
Από την άλλη πλευρά, το παράδειγμα των νομοθετών κλείνει με τα επίθετα «ἀγαθὴ φαύλης» (έννοιες με ηθικό περιεχόμενο), για να επιτευχθεί επανασύνδεση με το συζητούμενο θέμα, που είναι η αρετή και οι διάφορες βαθμίδες από τις οποίες περνά ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να την κατακτήσει. Τοποθετημένα σ' αυτό το σημείο της φράσης, τα δυο επίθετα θυμίζουν ότι κάθε φορά που μιλούμε για διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα δεν πρέπει να λησμονείται ότι στην ουσία πρόκειται για διαφορά ως προς την πρόο­δο των πολιτών στον τομέα της αρετήςκαὶ διαφέρει τούτῳ» : και πάλι το «τούτῳ» αντικαθιστά το «τ ἐθίζειν»). Έτσι, ο Αριστοτέλης δεν αναφέρεται στα πολιτεύματα ανεξάρτητα ή εμβόλιμα ή κατά πα­ρέκβαση, αλλά συνδέει την αξία τους με την αρετή των πολιτών, την οποία αυτοί κατακτούν με μεγαλύτερη ή με μικρότερη επιτυ­χία, ανάλογα με τη συμβολή των νομοθετών. Με άλλα λόγια, ο φιλόσοφος ενδιαφέρεται για την ευθύνη των νομοθετών σε ό,τι αφορά στην επιτυχημένη ή όχι τόσο επιτυχημένη άσκηση των πολιτών στην αρετή.
Το επίθετο φαῦλος (= ευτε­λής, ασήμαντος, κακός) στο κείμενο έχει διαφορετική σημασία από την κανονική.
Ο Αριστοτέλης συνήθως κάνει διάκριση ανάμεσα στα ορθά πολιτεύματα και στις παρεκβάσεις τους, δηλαδή τις εκτροπές από αυτά (για τη διαίρεση των πολιτευμάτων σε ορθά και στις παρεκβάσεις τους θα γίνει λόγος στα Πολιτικά, ενότητα 17). Εδώ όμως δεν αναφέρεται σ’αυτό, εφόσον προϋποτίθεται ότι ο νομοθέτης επιδιώκει  σε κάθε περίπτωση το καλό των πολιτών («καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν»)· απλώς μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία στο στόχο του αυτόν («ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν»).
Μάλιστα, ο Αριστοτέλης σκόπιμα αποφεύγει το επίρρημα «κακῶς» και χρησιμοποιεί το «μὴ εὖ», για να απαλείψει τον ατυχή συνειρμό ότι ο νομοθέτης ενδέχεται να έχει κακή πρόθεση.

πολιτεία
κριτήριο χαρακτηρισμού
 ἀγαθή
καλλιέργεια της ηθικής αρετής, δηλαδή η επιτυχία των νομοθετών να κάνουν τους πολίτες ἀγαθοὺς με τον εθισμό σε ενάρετες πράξεις.
νόμοι è «κείμενοι ὀρθῶς»
φαύλη
αποτυχία των νομοθετών να καλλιεργήσουν στους πολίτες την ηθική αρετή
νόμοι è «ἀπεσχεδιασμένοι»
τελική διαπίστωση
Όλα τα πολιτεύματα  θεωρούνται ότι είναι καλά. Η διαφορά τους έγκειται στο βαθμό που επέτυχαν να καλλιεργήσουν στους πολίτες την ηθική αρετή

ü  Βέβαια, τίθεται το εξής ερώτηµα: µε ποια έννοια σκοπός των νοµοθετών είναι να καταστήσουν τους πολίτες «τν νόµων πηκόους»; Στα Πολιτικά (1294 a 3 κ.εξ.)  ο Αριστοτέλης γράφει «µίαν ενοµίαν ποληπτέον εναι τ πείθεσθαι τος κειµένοις νόµοις,  τέραν δ τ καλς κεσθαι τος νόµους ος µµένουσιν (στι γρ πείθεσθαι κα κακς κειµένοις». Από το κείµενο αυτό δεν προκύπτει σαφώς αν η υπακοή στους νόµους είναι αρετή, όποιοι και αν είναι οι νόµοι, ή αν αρετή είναι η υπακοή στους «καλούς» νόµους. Στη συνέχεια όµως ο Αριστοτέλης ορίζει κάτω από ποιους όρους µια νοµοθεσία µπορεί να θεωρηθεί αρίστη «πλς», είτε κάτω από τις υπάρχουσες δυνατότητες («τν νδεχοµένων ατος» το πιθανότερο είναι ότι, κατά την άποψή του, η υπακοή στους νόµους, στην οποία αποβλέπουν οι νοµοθέτες, είναι αρετή, εφόσον οι «νόµοι κενται καλς».

Ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται
Οι ο­μοιότητες στη διαδικασία απόκτησης της αρετής και της διαμόρφωσης μιας αγαθής πολιτείας εντοπίζονται στις κοινές αιτίες («ἐκ τῶν αὐτῶν») και στα κοινά μέσα («διὰ τῶν αὐτῶν»), η εκφορά των οποίων γίνεται με εμπρόθετους επιρρηματικούς προσδιορισμούς του αναγκαστικού αιτίου (ἐκ + γενική), του μέσου (διά + γε­νική) και τη χρήση της αντωνυμίας «ὁ αὐτός» (= ο ίδιος), που με την προ­σθήκη του άρθρου δηλώνει ταυτότητα.

«διὰ τῶν αὐτῶν»
μέσο
«ἐκ τῶν αὐτῶν»
λόγοι
ο εθισμός
η ποιότητα τού εθισμού

_ Άρα, η επα­νάληψη και η συστηματική άσκηση δεν οδηγούν αυτόματα στην αρετή. Απαι­τείται:
ü  από την πλευρά του ατόμου ικανότητα ορθής κρίσης, αξιολόγησης των δεδομένων της πραγματι­κότητας και συνειδητής επιλογής των κατάλληλων πράξεων
ü  από την πλευρά της κοινωνίας ύπαρξη ικανών ιδεολογικών φορέων να εκπέμψουν τα κατάλληλα μηνύματα και να κατευθύνουν τους πολίτες στον εθισμό συμβατών με την αρετή πράξεων.

Τα ρήματα «γίνεται – φθείρεται» παραπέμπουν στο θεμελιώδες αντιθετικό ζεύγος ήδη από τις απαρχές της φιλοσοφικής σκέψης «γένεσις – φθορά». Μάλιστα, υπάρχει και έργο του Αριστοτέλη με τον τίτλο Περὶ γενέσεως καὶ φθορᾶς.
 Για τον Αριστοτέλη, αυτή ήταν μια φυσική διαδικασία μονόδρομη: γένεση g αύξηση g τελείωση g παρακμή g φθορά. Αυτή, λοιπόν, η διαδικασία ακολουθείται και στις ηθικές αρετές. Κάθε αρετή με την καλή εξάσκηση κατακτάται, ενώ με την κακή εξάσκηση χάνεται.
ü  Πολυσύνδετο σχήμα: «καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται»

ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη... τοῦ κακῶς κακοί.
Η μέθοδος της αναλογίας που εφαρμόστηκε και στην προηγούμενη ενότητα επαναλαμ­βάνεται και στη συνέχεια αυτής της ενότητας. Η διαυγής κατηγορία των τε­χνών επιστρατεύεται, για να δώσει με αναλογικά παραδείγματα σαφέστερη την εικόνα της άποψης περί των αιτίων γενέσεως και φθοράς της αρετής («ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη»). Τα παραδείγματα, μάλιστα, που επιλέγονται είναι τα ίδια («τὸ κιθαρίζειν καὶ τὸ οἰκοδομεῖν»), προκειμένου να φανεί η συνέ­χεια της σκέψης και η προέκταση της συλλογιστικής του. Σπεύδει, βεβαίως, ο Αριστο­τέλης να τονίσει («ἀνάλογον») ότι το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σ' όλες τις τέχνες («καὶ οἱ λοιποὶ πάντες») και συνειρμικά και στην αρετή («ὁμοίως»).
ü  Σχήμα από κοινού:«ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται, ἐκ δὲ τοῦ κακῶς (οἰκοδομεῖν) κακοί (οἰκοδόμοι ἔσονται)»
ü  Πολυσύνδετα: «καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ οἱ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί.», «Ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες.»


Η διαφορά των παραδειγμάτων σε αυτή την ενότητα
Η χρήση των παραδειγμάτων με τους κιθα­ριστές και τους οικοδόμους (σε συσχετισμό με την ηθική αρετή), ό­πως αυτά δίνονται σ' αυτή την ενότητα, διαφέρουν από την προηγούμενη: στην προηγούμενη ενότητα τονίζεται ότι με την εξάσκηση μπορεί κανείς να φτάσει στην ηθική αρετή- σ' αυτήν όμως την ενότητα προστίθεται ένα νέο στοιχείο, το εὖ ή το κακῶς.

1)      Τα παραδείγματα στην προηγούμενη ενότητα:
·         Γίνεται κανείς κιθαριστής, αφού πρώτα εξασκηθεί στο παίξιμο της κιθάρας.
·         Γίνεται κανείς οικοδόμος, αφού πρώτα εξασκηθεί στο χτίσιμο των σπιτιών.

Το ίδιο ισχύει και με την ηθική αρετή: αποκτά κανείς ηθική αρετή, αφού πρώτα εξασκηθεί με ηθικές πράξεις και συνηθίσει σ' αυτήν (γίνεται, για παράδειγμα, δίκαιος, αφού πρώτα συνηθίσει να κάνει δίκαιες πράξεις).

2)      Τα παραδείγματα σ' αυτή την ενότητα:
§  Θα γίνει κανείς καλός κιθαριστής, αν πρώτα εξασκηθεί με το καλό παίξιμο της κιθάρας· αν όμως δεν εξασκηθεί καλά, θα γίνει κακός κιθαριστής.
§  Θα γίνει κανείς καλός οικοδόμος, αν πρώτα εξασκηθεί με το καλό χτίσιμο των σπιτιών· αν όμως δεν εξασκηθεί καλά, θα γίνει κακός οικοδόμος.

ü Το ίδιο συμβαίνει και με την ηθική αρετή: αποκτά κανείς ηθική α­ρετή, αν πρώτα εθιστεί καλά με ηθικές πράξεις και συνηθίσει σ' αυ­τήν· αν όμως δεν εξασκηθεί καλά, δεν κατακτά την ηθική αρετή (γίνεται, για παράδειγμα, δίκαιος, αν πρώτα συνηθίσει με σωστό τρόπο να κάνει δίκαιες πράξεις· αν όμως δε συνηθίσει με σωστό τρόπο, δε θα γίνει δίκαιος). Με άλλα λόγια, η καλή ή η κα­κή εξάσκηση είναι το κριτήριο για την κατάκτηση ή όχι του στόχου.
Την ίδια άποψη, ότι, δηλαδή, η τέχνη κατακτάται με την εξάσκηση, συναντούμε και στον Πλάτωνα, ο οποίος μάλιστα λέει ότι και το παιδικό παιχνίδι είναι μια μορφή εξάσκησης για την τέχνη που το παιδί προορίζεται να ασκήσει στο μέλλον.

Η ποιότητα του εθισμού («ἐκ τῶν αὐτῶν»)
Στην ενότητα αυτή δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ποιοτική αξιολόγηση τού εθισμού. Για το σκοπό αυτό επιστρατεύονται από το φιλόσοφο μια σειρά από αντιθέσεις, οι οποίες τονίζουν τη σημασία της ηθικής πράξης στην απόκτηση της ηθικής αρετής τόσο στην προσωπική όσο και στην πολιτική ζωή:
1)      «πολιτεία ἀγαθὴ ≠ πολιτείας φαύλης»
2)      «γίνεται ≠ φθείρεται»
3)      «ἀγαθοὶ ≠ κακοὶ»
4)      «ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται ≠ ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί» 
5)      «εὖ ≠ κακῶς»

Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἴχεν ... ἢ κακοί.
Η ενότητα καταλήγει σ' ένα συμπέρασμα συνοπτικής διατύπωσης των α­πόψεων που διατυπώθηκαν προηγουμένως, εκφρασμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελεί ένα ακόμη αποδεικτικό επιχείρημα της βασικής σκέψης του Αρι­στοτέλη ότι «οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται». Το συμπέ­ρασμα, βέβαια, προκύπτει από τα παραδείγματα των τεχνών και αναφέρεται σ' αυτές, εύκολα όμως μπορεί να κάνει την προέκταση του στις ηθικές αρε­τές.
Χρησιμοποιεί ένα σύνθετο υποθετικό λόγο, η υπόθεση του οποίου αναφέρεται στις προηγούμενες διαπιστώσεις («εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἴχεν») και οι α­ποδόσεις δημιουργούν δύο νέες αποδεικτικές προεκτάσεις:

α) την αναγκαιό­τητα της διδασκαλίας οὐδέν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος»). Για την καλλιέργεια της ηθικής αρετής απαραίτητη κρίνεται η συμβολή του διδάσκοντος και της διδασκαλίας, της εκπαίδευσης γενικότερα. Ο δάσκαλος θα διδάξει τους κανόνες της αρετής, τους τρόπους εφαρμογής αυτών και θα εκπαιδεύσει στην ορθή άσκηση. Ο δάσκαλος είναι αυτός που θα παρακολουθεί και θα καθοδηγεί τους ανθρώπους στον σωστό εθισμό. Το ίδιο απαραίτητος είναι ο δάσκαλος και στις τέχνες, διότι αυτός θα διδάξει τον ασκούμενο σε μια τέχνη τους κανόνες της και τον σωστό τρόπο εφαρμογής τους. Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος του νομοθέτη στην πόλη: αποτελεί τον δάσκαλο των πολιτών, ο οποίος χρησιμοποιώντας τα σωστά μέσα, δηλαδή τους σωστούς νόμους, θα διδάξει τους πολίτες τι είναι δίκαιο και τι άδικο, θα ορίσει τους κανόνες της δίκαιης και ηθικής συμπεριφοράς μέσα στην πόλη και θα τους οδηγήσει στην κατάκτηση των ηθικών αρετών και, άρα, στην ευδαιμονία.

β) την παραδοχή ότι κανείς δεν είναι φύσει αγαθός ή φύσει κακόςπάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγα­θοὶ ἢ κακοί»). Επομένως, το συμπέρασμα είναι και πάλι ότι οι ηθικές αρετές δεν είναι έμφυτες, αφού στην αντίθετη περίπτωση ο ρόλος του δασκάλου θα ήταν μάταιος. Αντίθετα, οι ηθικές αρετές κατακτώνται με τη σωστή άσκηση, με τη διαρκή επανάληψη ηθικών πράξεων.

Αντίφαση: ηθική αρετή και διδασκαλία
Από το συμπέρασμα που προκύπτει σχετικά με την αναγκαιότητα της δι­δασκαλίας, εμφανίζεται από πρώτη άποψη μια αντίφαση των λόγων του Α­ριστοτέλη. Στην πρώτη ενότητα κάνοντας τη διάκριση ανάμεσα στις διανοητικές και ηθικές αρετές είχε πει ότι στην κατάκτηση των διανοητικών φθάνει το άτομο μέσω της διδασκαλίας, ενώ στην κατάκτηση των ηθικών μέσω του ἔθους («ἡ μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν, ἡ δ' ἠθική ἐξ ἔθους περιγίνεται»). Τώρα όμως τονίζει τη σημασία της διδασκαλίας σε συνδυασμό με το έθος και για την κα­τάκτηση των ηθικών αρετών, κάτι που καθιστά ανίσχυρη την προηγούμενη διάκριση και ταυτόχρονα αμφισβητεί την αξιοπιστία του λόγου του.
Η παρα­πάνω, όμως, αντίφαση αίρεται για τρεις λόγους:
u Στην 1η ενότητα ο Αριστοτέλης είχε αναφέρει ότι οι διανοητικές αρετές οφείλουν τη γένεση και την αύξησή τους κατά κύριο λόγο στη διδασκαλία, ενώ οι ηθικές αρετές αποκτώνται μέσω του εθισμού. Στην 3η ενότητα μιλά πάλι για τις ηθικές αρετές και τονίζει ότι η διδασκαλία παίζει σημαντικό ρόλο στην άσκηση για την απόκτηση των αρετών. Άρα, η αντίφαση που φαινομενικά υπάρχει στην πραγματικότητα δεν ισχύει, αφού η φράση «τὸ πλεῖον» που αναφέρεται στη διανοητική αρετή (ενότητα 1η ), δεν αποκλείει τη διδασκαλία ως μέσο για την κατάκτηση και των ηθικών αρετών.
v Η συμβολή της διδασκαλίας στην απόκτηση της ηθικής αρετής είναι α­ναμφισβήτητη, με τη λογική της συμβολής της στην κα­τεύθυνση επιλογής και αφομοίωσης των σωστών ενεργειών, στις οποίες οι άνθρωποι θα εθιστούν, για να φτάσουν στην κατάκτηση της ηθικής α­ρετής. Διατηρεί, δηλαδή, την προτεραιότητα του θους και αναγνωρίζει ως συμπληρωματικό παράγοντα διαμόρφωσης του τελικού αποτελέσμα­τος τη διδασκαλία. Από την άλλη, στην περίπτωση των διανοητικών εστιάζει στην ίδια τη διαδικασία της διδασκαλίας με τη στενότερη έννοια της μετάδοσης των γνώσεων.  
wΟ Αριστοτέλης προχωρεί βήμα-βήμα στη συλλογιστική του. Μέσα στο πλαίσιο αυτής της μεθοδολογίας του εντάσσεται κι αυτή η φαινομενική αντίφα­ση, αφού την αρχική του θέση την προεκτείνει στη συνέχεια και την κά­νει σαφέστερη με την αναφορά των επιμέρους παραμέτρων της.

Τα νέα αποδεικτικά επιχειρήματα
 Θα ήταν άτοπο οι νομοθέτες να προσπαθούν να κάνουν τους πολί­τες καλούς ανθρώπους με τον εθισμό, αν αυτοί ήταν καλοί ή κακοί εκ φύσεως. Οι νομοθέτες σκέφτονται και ενεργούν έτσι, επειδή η η­θική αρετή δεν είναι εκ φύσεως στον άνθρωπο («οἱ γὰρ νομοθέται ... ἀγαθὴ φαύλης»).
Αν η ηθική αρετή υπήρχε εκ φύσεως, οι άνθρωποι θα ήταν από μόνοι τους καλοί ή κακοί και δε θα χρειαζόταν να τους διδάξει κα­νένας τίποτα σχετικό. Τώρα όμως τους διδάσκουν, γιατί όλοι ξέ­ρουν ότι, κάνοντας ενάρετες πράξεις, θα γίνουν ενάρετοι άνθρωποι, ενώ, κάνοντας κακές πράξεις, δε θα γίνουν ενάρετοι. Αρα, η ηθική αρετή δεν υπάρχει εκ φύσεως, αλλά στηρίζεται στην ηθική πράξη («Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἴχεν ... ἀγαθοὶ ἢ κακοί.»).

Ü Γενικό συμπέρασμα: οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνε­ται. Στο συμπέρασμα αυτό ο Αριστοτέλης οδηγείται εκ του αντιθέτου, απορρίπτοντας δηλαδή τις αντίθετες περιπτώσεις.

Σύγκριση Ηθικών Νικομαχείων -Επιταφίου
 Ο Περικλής στον πιτάφιο αναφέρεται στην ρετή (= ανδρεία) του Αθηναίου πολίτη ως εξής: μ μετ νόμων τ πλέον τρόπων νδρείας θέλομεν κινδυνεύειν (Θουκ. ΙΙ, 39, 4) («Αντικρύζομε τους κινδύνους πρόθυμα κι όχι με βαριά καρδιά. Τους αντικρύζομε από ανδρεία περισσότερο παρά από υπακοή σε κάποιο νόμο»).

Ομοιότητα των δύο αποσπασμάτων
Από τη σύγκριση των δύο απόψεων προκύπτει ότι οι νόμοι δε θα πρέπει να εξαναγκάζουν τους πολίτες με το φόβητρο της τιμωρίας να ενεργήσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αλλά πρέπει να υποδεικνύουν και, κυρίως, να πείθουν τους πολίτες για το ορθό που υπαγορεύουν, ώστε η πράξη του πολί­τη να μην είναι μια συμβιβαστική και υποτελής ενέργεια ενός φοβισμένου ανθρώπου, αλλά μια συνειδητή επιλογή ενός ενάρετου πολίτη. Ο ανδρείος χαρακτήρας του Αθηναίου πολίτη και η προθυμία του να αντιμετωπίζει τους κινδύνους συμφωνεί με την έννοια τής προαιρέσεως, στην οποία δίνει μεγάλη έμφαση ο Αριστοτέλης, για να χαρακτηριστεί μια πράξη ενάρετη.

Διαφορά των δύο αποσπασμάτων
Ο Αριστοτέλης δίνει έμφαση στην αναγκαιότητα και την προτεραιότητα των νόμων για τη διαμόρφωση της ηθικής αρετής και στην άμεση σχέση μεταξύ νόμου και αρετής («οἱ γὰρ νομοθέται ... ἀγαθὴ φαύλης»). Από την άλλη, ο Περικλής, συγκρίνοντας τους νόμους και την ηθική, τα αποσυν­δέει δίνοντας προτεραιότητα στο ήθος («μ μετ νόμων τ πλέον τρόπων νδρείας»).
Η διαφορά τού πολιτικού (Περικλή) από το φιλόσοφο (Αριστοτέλη) ίσως έγκειται στο σκοπό που εξυπηρετεί ο καθένας με το κείμενό του. Ο Περικλής, εκφωνώντας τον Ἐπιτάφιο εν καιρώ Πελοποννησιακού Πολέμου, αποβλέπει στην ανόρθωση τού φρονήματος των εμπολέμων Αθηναίων μέσα από την έξαρση των πολεμικών αρετών που τους διακρίνουν. Στο πλαίσιο αυτό, προβάλλει ιδιαίτερα την προθυμία τους να διακινδυνεύουν για την πατρίδα χωρίς νομικούς καταναγκασμούς. Αντίθετα, ο Αριστοτέλης δίνει έμφαση στη λειτουργικότητα των νόμων, για να υπογραμμίσει την πολιτική διάσταση τής ηθικής αρετής τού ατόμου-πολίτη.

v  ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ-ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ

Παράγωγα
Συνώνυμα
Αντώνυμα
μαρτυρῶ
μαρτυρία, μάρτυρας, μαρτύριο, μαρτυρικός.
βεβαιῶ, ὁμολογῶ, μηνύω, εἰσαγγέλλω.



ποιῶ

ποίημα, ποίηση, (εκ-, προσ-, μετά-, παρά-, αντί-, περί-, από-) ποίηση, προσποιητός, χειροποίητος, ποιότητα, ποιοτικός
δρῶ, ἐργάζομαι, πράττω, τελῶ, κατασκευάζω. πάσχω, ὑπομένω, γίγνομαι
πάσχω, ὑπομένω, γίγνομαι

ἐθίζω
εθισμός, έθιμο, συνήθεια, ασυνήθιστος.

ασκῶ, γυμνάζω, διδάσκω, παιδεύω


ἁμαρτάνω
αμαρτία, αμάρτημα, αναμάρτητος, αμαρτωλός
ἀστοχῶ, ἀποτυγχάνω, σφάλλομαι
τυγχάνω, ἐπιτυγχάνω, εὐστοχῶ

φθείρω
φθορά, φθαρτός, άφθαρτος, αδιάφθορος, ψυχο-φθόρος
ἀπόλλυμαι, ἀφανίζομαι, λυμαίνομαι, λωβῶμαι
σῴζω, λύω

οἰκοδομῶ
οικοδόμος, οικοδομή, οικοδομήσιμος, οικοδομικός, ανοικοδόμηση




διδάσκω
διδάσκαλος, διδασκαλία, διδακτήριο, διδακτικός, διδακτός, αδίδακτος, δίδαγμα, διδασκαλίστικος, δασκαλοκεντρικός
δείκνυμι, νουθετῶ, παραινῶ, συμβουλεύω
μανθάνω, πυνθάνομαι

Ετυμολόγηση λέξεων-Παράγωγα
ü πολιτεία < πολιτεύω < πολίτης < πόλις: πόλη, κωμόπολη, πολιτεία, κοινοπολιτεία, πολίτης, συμπολίτης, πολιτικός, πολιτειακός, πολιούχος, πολιτευτής, πολιτικοποίηση, πολιτικολογία, αντιπολίτευση, μεταπολίτευση, πολιτισμός, πολιτισμικός, απολίτιστος, διαπολιτισμικός. 
ü νομοθέται < νόμος + τίθημι: θεσμός, θέση, διάθεση, παράθεση, έκθεση, επίθεση, σύνθεση, θέμα, απόθεμα, παράθεμα, έκθεμα, θετός, πρόσθετος, εμπρόθετος, σύνθετος, έκθετος, αντίθετος, εκθέτης, καταθέτης, υιοθεσία, αδιαθεσία, τοποθεσία, νουθεσία, θήκη, διαθήκη, παρακαταθήκη, συνθήκη, αποθήκη, αποθηκάριος, υποθετικός, επιθετικός, συνθετικός, υπερθετικός, θεμέλιο, θεμελιώδης. 
ü ἁμαρτάνω < στερ. ἀ- + ρίζα σμαρ-
ü μαρτυρέω-ῶ < μάρτυς
ü διαφέρει < διά + φέρω: αμφορέας, ασθενοφόρο, αυτόφωρος, διάφορος, διένεξη, διηνεκής, βεληνεκές, κατάφωρος, μαρσιποφόρο, μεταφορέας, μεταφορικός, οισοφάγος, παράφορος, πολύφερνος, φαρέτρα, φερέγγυος, φέρετρο, φερτός, φορά, φορέας, φορείο, φόρεμα, φόρος, φόρτος, φωριαμός.
ü λοιποί < λείπω: διάλειμμα, έλλειμμα, υπόλειμμα, ελλιπής, λιποτάκτης, λιπο­ταξία, λοιπός, υπόλοιπος, κατάλοιπο, έλλειψη, έκλειψη, λεί­ψανο, αδιάλειπτος (-α), λοίσθιος (=έσχατος), εγκατάλειψη, λιπόψυχος, λιποψυχία, λιποψυχώ, ελλιποβαρής, ελλειμμα­τικός.

v ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ στα ΘΕΜΑΤΑ για ΣΥΖΗΤΗΣΗ

1. οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς: Όπως σε κάθε λέξη υπάρχει μια συλλαβή που τονίζεται περισσότερο από τις άλλες (= που προφέρεται δυνατότερα από τις άλλες), έτσι και οε κάθε φράση ο τόνος (= το μεγαλύτερο βάρος) πέφτει σε κάποια συγκεκριμένη λέξη (αυτή δηλαδή η λέξη έχει το μεγαλύτερο βάρος για τη διαμόρφωση της συνολικής σημασί­ας της φράσης). Ποια είναι κατά τη γνώμη σου η λέξη αυτή στην παραπάνω φράση;
Στην παραπάνω φράση ο Αριστοτέλης διευρύνει το συλλογισμό του σχετι­κά με τον επίκτητο χαρακτήρα της ηθικής αρετής και προσφέρει ένα επιπλέ­ον επιχείρημα στη βασική του θέση: «οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται». Το επιχείρημα αυτό προέρχεται από τον πολιτικό χώρο και ανα­φέρεται στον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραματίζει ο νομοθέτης για την ποιοτική λει­τουργία μιας συγκροτημένης πολιτείας. Ο νομοθέτης πρέπει να έχει ως απώ­τερο σκοπό να κάνει τους πολίτες αγαθούς και να τους οδηγήσει στην ενδε­δειγμένη στάση απέναντι στα κοινά. Καθοριστική σ' αυτήν τη στόχευση εί­ναι η τακτική που θα ακολουθήσει, ο τρόπος που θα υιοθετήσει και η πρα­κτική εφαρμογή αυτής της στόχευσης. Ο νομοθέτης καλείται, παράλληλα με την ιδεολογική θεμελίωση των νόμων που θα προτείνει, να επινοήσει και τους μηχανισμούς εκείνους που θα καθοδηγήσουν τους πολίτες στην υιοθέτηση των ενάρετων πράξεων που οι νόμοι του υποδεικνύουν. Η επιτυχία ή η αποτυχία του έργου του νομοθέτη κατά τον Αριστοτέλη, που βλέπει την ηθι­κή όχι με τη λογική μιας αφηρημένης έννοιας αλλά με την πρακτική της αξί­α, εξαρτάται από το αν θα καταφέρει να εθίσει τους πολίτες στις ενάρετες πράξεις και να τους κάνει «αγαθούς».
Με βάση, λοιπόν, τη βαρύτητα που δίνει στην πρακτική εφαρμογή των νό­μων και τη μετουσίωση της ιδέας σε πράξη είναι ευνόητο ότι η λέξη που ο Αριστοτέλης θέλει να τονίσει στην παραπάνω πρόταση είναι το «ἐθίζοντες». Η επιλογή αυτή πέρα από τη σημασιολογική ιδιαιτερότητα της λέξης στηρίζεται και:
  στο γεγονός ότι ολόκληρη η συλλογιστική του ως τώρα από την πρώτη ενότητα εστιάζει στη σημασία του «ἔθους» για την ηθική αρετή και στην αποσύνδεση της ηθικής αρετής από τις φύσει ιδιότητες του ανθρώ­που
• από το συντακτικό ρόλο της μετοχής «ἐθίζοντες» που λειτουργεί ως τροπικός προσδιορισμός στο ρήμα «ποιοῦσιν», κάτι που την συνδέει άμε­σα με την έμπρακτη παρέμβαση του νομοθέτη
  στο γεγονός ότι για έμφαση η μετοχή προτάσσεται του ρήματος, αφού κανονικά θα έπρεπε να έπεται («οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ποιοῦσιν ἀγαθούς ἐθίζοντες αὐτούς»).

2. ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν: Όπως ξέρεις από τη γραμματική σου, η αντωνυμία αυτός - αυτή - αυτό είναι επαναληπτική (- αναφέρεται σε κάτι για το οποίο έγινε λόγος προηγουμένως). Σε τι λοιπόν συγκεκριμένο αναφέ­ρεται η λέξη αυτό της παραπάνω φράσης; (Προσπάθησε να το πεις σε αρχαίο ελληνικό λόγο!)
Η επαναληπτική αντωνυμία «αὐτό» αναφέρεται σε κάποια λειτουργία που επιτελούν οι νομοθέτες κι έχει αναφερθεί παραπάνω. Από την ανάλυση του προηγούμενου θέματος και την ανάδυση της βαρύνουσας σημασίας του εθισμού των πολιτών στις ενάρετες πράξεις καταλαβαίνουμε ότι η αντωνυ­μία «αὐτό» δε μπορεί παρά να αναφέρεται στη διαδικασία εθισμού που πρέ­πει να οδηγήσουν οι νομοθέτες τους πολίτες, από την έκβαση της οποίας θα εξαρτηθεί η επιτυχία ή η αποτυχία του έργου τους. Η λέξη, λοιπόν, που θα α­ντικαθιστούσε την αντωνυμία «αὐτό», εκφρασμένη στα αρχαία ελληνικά εί­ναι το ουσιαστικοποιημένο έναρθρο απαρέμφατο: «τὸ ἐθίζειν».

3. καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας: Πρόσεξε ότι υπάρχει κόμμα πριν από τον συμπλεκτικό σύνδεσμο καί. Κουβεντιάστε μέσα στην τάξη για τις περιπτώσεις που χρειάζεται κόμμα πριν από τον σύνδεσμο αυτόν και δο­κιμάστε, ύστερα από αυτό, να μεταφράσετε με τον πιο σωστό τρόπο την πα­ραπάνω φράση.
Σε δύο κυρίως περιπτώσεις τίθεται κόμμα πριν από τον συμπλεκτικό σύνδεσμο και (στα Αρχαία και στα Νέα Ελληνικά):
α) όταν η πρόταση ύστερα από το και δεν έχει το ί­διο με την πριν από το και πρόταση υποκείμενο: «ο πατέρας γύρισε πολύ αργά στο σπίτι, και η μητέρα θύμωσε που δεν την είχε ειδοποιήσει»·
β) ό­ταν η πρόταση που αρχίζει με το και εμφανίζεται ως το αποτέλεσμα (συ­μπέρασμα κ.τ.λ.) της πριν από το και πρότασης: «μια τέτοια συμπεριφο­ρά είναι βέβαια απόλυτα σωστή, και δεν έχεις να πεις τίποτε» (και = "και επομένως", "και γι' αυτό", "και τότε").
Όπως φαίνεται από τα δύο παρα­δείγματα, οι δύο περιπτώσεις δεν είναι στην ουσία πολύ διαφορετικές με­ταξύ τους· σχεδόν συμπίπτουν. Στη φράση «καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας» υπάρχει κόμμα πριν από τον συμπλεκτικό σύνδεσμο καὶ για τρεις λόγους:
1.      ο καὶ δεν έχει συνδετική αλλά συμπερασματική σημασία. Γι’ αυτό πρέπει να μεταφραστεί με το «επομένως». 
2.      τα υποκείμενα των ρημάτων «ἁμαρτάνουσιν» και «διαφέρει» είναι διαφορετικά. 
3.      πριν από τον καὶ υπάρχει ένα ζεύγος κύριων προτάσεων που συνδέονται αντιθετικά («τὸ μὲν … ἐστίν, ὅσοι δὲ … ἁμαρτάνουσιν»). Το κόμμα κλείνει αυτό το ζεύγος και δεν αποφεύγεται ενδεχόμενη σύγχυση του αναγνώστη. 
Με αυτά ως δεδομένο είναι φανερό ότι η φράση που μας απασχολεί σωστότερο είναι να μεταφρασθεί κάπως έτσι: «Γι' αυτό και η διαφορά πο­λιτεύματος από πολίτευμα βρίσκεται ακριβώς σ' αυτό» ή «Το λογικό, επο­μένως, συμπέρασμα είναι ότι η διαφορά πολιτεύματος από πολίτευμα βρί­σκεται ακριβώς σ' αυτό».

4. Ποια αποδεικτικά επιχειρήματα πρόσθεσε οτην ενότητα αυτή ο Αρι­στοτέλης για να υποστηρίξει τη βασική του σκέψη ότι «οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται»;
βλ. την ενότητα: « τα νέα αποδεικτικά επιχειρήματα».

v Ερωτήσεις Αξιολόγησης

Ερμηνευτικές ερωτήσεις

1. Από ποιο χώρο αντλεί το νέο του επιχείρημα ο Αριστοτέλης και ποια βασική θέση του, που είδαμε στις προηγούμενες ενότητες, θέλει να ενισχύσει με αυτό;
2. Γιατί ο Αριστοτέλης επιλέγει να αντλήσει το νέο του επιχείρημα από τον χώρο της πόλης;
3. Ποια είναι η επιδίωξη κάθε νομοθέτη και πώς αυτή υλοποιείται;
4. Να επισημάνετε το κριτήριο που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης, όταν διακρίνει την γαθ πολιτεία από τη φαύλη. Σήμερα θα συμφωνούσατε με το κριτήριο αυτό ή θα το απορρίπτατε εντελώς;
5. ἐκ τν ατν κα δι τν ατν κα γίνεται πσα ρετ κα φθείρεται: α) Ποιο θεμελιώδες αντιθετικό ζεύγος φιλοσοφικών εννοιών υπόκειται στο χωρίο αυτό; β) Να δείξετε τη σχέση που έχουν τα αντιθετικά μέλη του ζεύγους με τον εθισμό και την ηθική πράξη, όπως φαίνεται στην ενότητα.
6. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί και στην ενότητα αυτή επιχειρήματα (παραδείγματα) από την τέχνη, για να ενισχύσει τη βασική του θέση. Να τα αποδώσετε με δικά σας λόγια, επισημαίνοντας τη διαφορά τους από παρόμοια επιχειρήματα της προηγούμενης ενότητας.
7. ε γρ μ οτως εχε, οδν ν δει το διδάξοντος: Η άποψη που εκφράζεται στο απόσπασμα συμφωνεί με όσα υποστήριξε ο Αριστοτέλης στην 1η ενότητα σχετικά με το ρόλο της διδασκαλίας στη γένεση και ανάπτυξη των αρετών (διανοητικών και ηθικών); Να δικαιολογήσετε την άποψή σας.
8. Να εξηγήσετε τη σχέση ηθικής και πολιτικής, όπως φαίνεται από το κείμενο της ενότητας και από όσα αναφέρει ο Αριστοτέλης στο επόμενο χωρίο των θικν Νικομαχείων για τον πολιτικό άνδρα: δοκε δ κα κατ' λήθειαν πολιτικς περ ταύτην (= τν εδαιμονίαν) μάλιστα πεπονσθαι˚ βούλεται γρ τος πολίτας γαθος ποιεν κα τν νόμων πηκόους  (1102a 10 -13). «φαίνεται δε ότι κι ο αληθινός πολιτικός ασχολείται μ’ αυτήν παρά πολύ. Γιατί θέλει να γίνουν οι συμπολίτες του ενάρετοι και να πειθαρχούν στους νόμους». (Μετάφραση: Β. Μοσκόβης).  
9. Αφού διαβάσετε προσεκτικά το κείμενο και όσα αναφέρει ο Αριστοτέλης σε άλλο χωρίο σχετικά με τους νόμους: μοίως δ κα τ κατ τς λλας ρετς κα μοχθηρίας τ μν κελεύων (= νόμος) τ δ' παγορεύων, ρθς μν κείμενος ρθς, χερον δ' πεσχεδιασμένος (ΗΝ, 1129 b 30-31), να γράψετε αν συμφωνείτε με τον Αριστοτέλη όσον αφορά το βασικό κριτήριο επιτυχίας του νομοθετικού έργου (για την αρχαία και τη σύγχρονη πολιτική κοινωνία). «Ομοίως ο νόμος κάνει το ίδιο και σχετικά με τις υπόλοιπες αρετές και τις κακίες, συνιστώντας αυτές κι απαγορεύοντας εκείνες, κάνει δε αυτό, εφόσον θεσπίζεται ύστερα από σκέψη με σωστό τρόπο, αντίθετα έχουμε κακό αποτέλεσμα όταν η νομοθεσία συντάσσεται επιπόλαια και πρόχειρα». (Μετάφραση: Β. Μοσκόβης).  

Λεξιλογικές - σημασιολογικές ερωτήσεις

1. Να βρείτε στο κείμενο λέξεις ετυμολογικά συγγενείς με τις παρακάτω: νεογνό, διάλειμμα, οισοφάγος, αρχιτέκτονας, σχήμα, λογική.

2. Να βρείτε συνώνυμα των παρακάτω λέξεων στα αρχαία ελληνικά: ἀγαθούς, βούλημα, εὖ, φθείρεται, γίνονται.

3. Δώστε δύο ομόρριζα (απλά ή σύνθετα) στα νέα ελληνικά για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: νομοθέται (να χρησιμοποιηθεί το β’ συνθετικό), ἁμαρτάνουσιν, φθείρεται, οἰκοδόμοι (να χρησιμοποιηθεί το α’ συνθετικό), διδάξοντος.

4. «Διαφέρει»: δώστε παράγωγες λέξεις στα νέα ελληνικά για κάθε θέμα του ρήματος «φέρω»
φερ-:
φορ-:
φωρ-:
οισ-:
ενεκ-:

5. «Λοιποί»: δώστε παράγωγες λέξεις στα νέα ελληνικά για κάθε θέμα του ρήματος «λείπω»
λειπ-:
 
λιπ-:
λοιπ-:

6. ἀγαθός: α) Ποια είναι η αρχική σημασία της λέξης και ποια στο συγκεκριμένο κείμενο; β) Να δώσετε τις σημασίες του επιθέτου στη νέα ελληνική.

7. φαλος: α) Ποια είναι η κυριολεκτική σημασία της λέξης; β) Τι σημαίνει στη νέα ελληνική η έκφραση «φαύλος κύκλος» και η λέξη «φαυλοκρατία»;

8. μαρτάνουσιν, φθείρεται: Ποια ομόρριζα θηλυκά ουσιαστικά αποτελούν όρους της αριστοτελικής φιλοσοφίας και ποιο είναι το σημασιολογικό τους περιεχόμενο;. 

9. τέχνη: α) Ποιες σημασίες της λέξης γνωρίζετε; β) Να γράψετε παράγωγα επίθετα (απλά ή σύνθετα).

10. μαρτάνω: α) Να δώσετε τη σημασία του ρήματος στην αρχαία ελληνική, κυριολεκτικά και μεταφορικά. β) Να δικαιολογήσετε το σημασιολογικό του περιεχόμενο στη χριστιανική ηθική.



[1] βλ. και εισαγωγή στα Πολιτικά: «Διαβάσαμε ως τώρα ... μέρος της πολιτικής φιλοσοφίας».
[2] Για το ρόλο των νομοθετών, βλ. και Πρωταγόρα, ενότητα 7 : «Και όταν πια ... να διδαχθεί η αρετή», καθώς και Πολιτεία, ενότητα 13.


Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης