ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ- ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ (ΝΕΟΥ ΤΥΠΟΥ)


Γ΄ Λυκείου                Ομάδα Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών
Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης

Γραπτή δοκιμασία στα Αρχαία Ελληνικά


Διδαγμένο κείμενο


Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη οὕτω τὸ ἔργον εὖ ἐπιτελεῖ, πρὸς τὸ μέσον βλέπουσα καὶ εἰς τοῦτο ἄγουσα τὰ ἔργα (ὅθεν εἰώθασιν ἐπιλέγειν τοῖς εὖ ἔχουσιν ἔργοις ὅτι οὔτ' ἀφελεῖν ἔστιν οὔτε προσθεῖναι, ὡς τῆς μὲν ὑπερβολῆς καὶ τῆς ἐλλείψεως φθειρούσης τὸ εὖ, τῆς δὲ μεσότητος σῳζούσης, οἱ δ' ἀγαθοὶ τεχνῖται, ὡς λέγομεν, πρὸς τοῦτο βλέποντες ἐργάζονται), ἡ δ' ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστὶν ὥσπερ καὶ ἡ φύσις, τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική. Λέγω δὲ τὴν ἠθικήν· αὕτη γάρ ἐστι περὶ πάθη καὶ πράξεις, ἐν δὲ τούτοις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον.
Οἷον καὶ φοβηθῆναι καὶ θαρρῆσαι καὶ ἐπιθυμῆσαι καὶ ὀργισθῆναι καὶ ἐλεῆσαι καὶ ὅλως ἡσθῆναι καὶ λυπηθῆναι ἔστι καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον, καὶ ἀμφότερα οὐκ εὖ· τὸ δ' ὅτε δεῖ καὶ ἐφ' οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ, μέσον τε καὶ ἄριστον, ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς. Ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τὰς πράξεις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον. Ἡ δ' ἀρετὴ περὶ πάθη καὶ πράξεις ἐστίν, ἐν οἷς ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἁμαρτάνεται καὶ ψέγεται καὶ ἡ ἔλλειψις, τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται· ταῦτα δ' ἄμφω τῆς ἀρετῆς. Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου.

1.  Ποια παραδείγματα παθών χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης και πώς είναι δυνατή η τήρηση τού μέτρου σε αυτά;
Μονάδες 10

2. Να παρουσιάσετε τους συλλογισμούς με τους οποίους ο Αριστοτέλης αποδεικνύει ότι η αρετή είναι μεσότητα και να εξηγήσετε τη διαφορά στη μορφή τους.
Μονάδες 10

3. Ποια είναι η σχέση, κατά τον Αριστοτέλη, των εννοιών: τέχνη αρετή φύση;
Μονάδες 10
4 Να επιλέξετε την απάντηση που συμπληρώνει σωστά το νόημα των προτάσεων:
1. Ο Αριστοτέλης ασκούσε αλύπητη κριτική, μεταξύ άλλων
α) στον Ηρόδοτο
β) στον Ηρακλείδη
γ) στον Ηράκλειτο

2. Ο Δημόκριτος συνέδεσε την έννοια τής ευδαιμονίας
α) με την ψυχή
β) με τα πλούσια κοπάδια
γ) με το ήθος

3. Η έννοια «ευτυχία» συγγενεύει με την έννοια
α) ευβουλία
β) ευδαιμονία
γ) και τις δύο

4. Τη δεύτερη φορά που ο Αριστοτέλης έμενε στην Αθήνα
α) ίδρυσε σχολή με το όνομα «Περίπατος»
β) ίδρυσε σχολή με το όνομα «Λύκειον»
γ) τη διεύθυνση τής Ακαδημίας την είχε ο Ξενοκράτης

5. Κατά τη δωδεκαετή παραμονή του στην Αθήνα ο Σταγειρίτης
α) έγραψε το μεγαλύτερο μέρος των Πολιτικῶν
β) συγκέντρωσε τις 158 Πολιτείες
γ) επιμελήθηκε μια νέα έκδοση των ομηρικών επών
Μονάδες 10

5α. Για καθεμία από τις τρεις παρακάτω λέξεις να γράψετε μία περίοδο λόγου στα νέα ελληνικά, όπου η ίδια λέξη, σε οποιαδήποτε μορφή της (πτώση, αριθμό, γένος, βαθμό, μέρος του λόγου), θα χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο αρχαίο κείμενο: «ἐπιστήμη», «ἐπιλέγειν», «ἁμαρτάνεται».
Μονάδες 6

5β. Να απαντήσετε στα ακόλουθα ζητούμενα:
α. εὖ: το αντώνυμο στα αρχαία ελληνικά
β. ἔχουσιν: μία παράγωγη λέξη στα αρχαία ελληνικά που δηλώνει ενέργεια
γ. πένθος: να βρείτε στο κείμενο μία λέξη με την οποία έχει ετυμολογική συγγένεια
δ. δυόσμος: να βρείτε στο κείμενο μία λέξη με την οποία έχει ετυμολογική συγγένεια
                                                                                                            Μονάδες 4

6. Πώς αξιολογεί ο Αριστοτέλης την υπερβολή, την έλλειψη και τη μεσότητα σε σχέση με την ηθική αρετή; Να συσχετίσετε τις απόψεις του με τις αντίστοιχες που εκφράζει για την πολιτική στο ακόλουθο μεταφρασμένο απόσπασμα.
Μονάδες 10

«Μεσότητα» και Πολιτεία
Φανερόν λοιπόν ότι αρίστη είναι και η πολιτική κοινωνία η συγκροτουμένη εκ των πολιτών της μέσης τάξεως, και ότι επιδεικτικαί καλού πολιτικού βίου είναι αι τοιαύται πόλεις, εν αις η μέση τάξις είναι πολυπληθεστέρα και ισχυροτέρα κυρίως μεν των δύο άλλων, ει δε μη, της μιας των τάξεων τούτων, διότι προστιθέμενη εις την ασθενεστέραν συντελεί εις την ισορροπίαν και κωλύει τας αντιθέτους ακρότητας. Διό και μέγιστον διά τας πόλεις ευτύχημα είναι το να έχουν οι μετέχοντες της πολιτικής εξουσίας περιουσίαν μέσην και επαρκή, καθότι όπου οι μεν υπερβολικά μεγάλην έχουν περιουσίαν, οι δε ουδεμίαν, εκεί ή ακροτάτη δημοκρατία επικρατεί ή άκρατος ολιγαρχία ή τυραννίς εξ αμφοτέρων τούτων των υπερβολών ανακύπτει. Διότι και εκ της νεωτάτης δημοκρατίας και εκ της ολιγαρχίας αναφύεται η τυραννίς, εκ των μέσων όμως και των προσκειμένων εις αυτήν σπανιώτατα, διον λόγον βραδύτερον, όταν ομιλήσωμεν περί των μεταβολών των πολιτευμάτων, θα είπωμεν. Ότι δε και το μέσον πολίτευμα είναι το βέλτιστον, φανερόν εκ τούτων· διότι μόνον τούτο δεν υπόκειται εις τους κινδύνους των στάσεων, λόγω του ότι όπου πολυπληθέστερα η μέση υπάρχει τάξις, ήκιστα εκεί στάσεις και εις αντιμαχόμενα μέρη διαιρέσεις του πολιτεύματος προκαλούνται. Διά τον αυτόν δε λόγον σπανίζουν εις τας μεγάλας πόλεις αι στάσεις· η μέση τάξις είναι εις αυτάς πολυπληθεστέρα, ενώ εις τας μικράς πόλεις ευκολώτερον επέρχεται η διαφοροποίησις πάντων εις δύο τάξεις, ώστε να μη καταλείπεται μέσον, και πάντες σχεδόν ή άποροι ή εύποροι είναι.
Ἀριστοτέλης, Πολιτικά, 1295 b38 - 1296 a 13. (Μετάφραση: Π. Λεκατσάς)

Αδίδακτο Κείμενο: ΥΠΕΡΕΙΔΗΣ, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ, 16-18

Στον επιτάφιο λόγο του για τους νεκρούς της πρώτης φάσης του Λαμιακού πολέμου (322 π.Χ.), η οποία ήταν νικηφόρα για τον αθηναϊκό στρατό, ο Υπερείδης αποτίνει φόρο τιμής όχι μόνο στους πεσόντες στρατιώτες αλλά κυρίως στον επικεφαλής του στρατεύματος που αντιμετώπισε τον Μ. Αλέξανδρο, τον Αθηναίο στρατηγό Λεωσθένη.

τίς γὰρ οὐκ ἂν δικαίως ἐπαινοίη τῶν πολιτῶν τοὺς ἐν τῷδε τῷ πολέμῳ τελευτήσαντας, οἳ τὰς ἑαυτῶν ψυχὰς ἔδωκαν ὑπὲρ τῆς τῶν Ἑλλήνων ἐλευθερίας, φανερωτάτην ἀπόδειξιν ταύτην ἡγούμενοι εἶναι τοῦ βούλεσθαι τῇ Ἑλλάδι τὴν ἐλευθερίαν περιθεῖναι, τὸ μαχομένους τελευτῆσαι ὑπὲρ αὐτῆς;
μέγα δ᾽ αὐτοῖς συνεβάλετο εἰς τὸ προθύμως ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος ἀγωνίσασθαι τὸ ἐν τῇ Βοιωτίᾳ τὴν μάχην τὴν προτέραν γενέσθαι. ἑώρων γὰρ τὴν μὲν πόλιν τῶν Θηβαίων οἰκτρῶς ἠφανισμένην ἐξ ἀνθρώπων, τὴν δὲ ἀκρόπολιν αὐτῆς φρουρουμένην ὑπὸ τῶν Μακεδόνων, τὰ δὲ σώματα τῶν ἐνοικούντων ἐξηνδραποδισμένα, τὴν δὲ χώραν ἄλλους διανεμομένους, ὥστε πρὸ ὀφθαλμῶν ὁρώμενα αὐτοῖς τὰ δεινὰ ἄοκνον παρεῖχε τόλμαν εἰς τὸ κινδυνεύειν προχείρως.
 ἀλλὰ μὴν τήν γε περὶ Πύλας καὶ Λαμίαν μάχην γενομένην οὐχ ἧττον αὐτοῖς ἔνδοξον γενέσθαι συμβέβηκεν ἧς ἐν Βοιωτοῖς ἠγωνίσαντο, οὐ μόνον τῷ μαχομένους νικᾶν Ἀντίπατρον καὶ τοὺς συμμάχους, ἀλλὰ καὶ τῷ τόπῳ τῷ ἐνταυθοῖ γεγενῆσθαι τὴν μάχην. ἀφικνούμενοι γὰρ οἱ Ἕλληνες ἅπαντες δὶς τοῦ ἐνιαυτοῦ εἰς τὴν Πυλαίαν, θεωροὶ γενήσονται τῶν ἔργων τῶν πεπραγμένων αὐτοῖς: ἅμα γὰρ εἰς τὸν τόπον ἁθροισθήσονται καὶ τῆς τούτων ἀρετῆς μνησθήσονται.

1. Να μεταφράσετε το απόσπασμα «τίς γὰρ οὐκ ἂν δικαίως ἐπαινοίη… μάχην τὴν προτέραν γενέσθαι».
Μονάδες 10

2. Πώς η μάχη στη Βοιωτία συνέβαλε στην ανύψωση τού στρατιωτικού φρονήματος τού αθηναϊκού στρατού;
Μονάδες 10

3. α. οἱ Ἕλληνες ἅπαντες: να γραφεί η δοτική ίδιου αριθμού τής συνεκφοράς.
β. ἀπόδειξιν, μέγα, σώματα: να γραφεί ο ίδιος τύπος στον άλλο αριθμό.
γ. ἑώρων, παρεῖχε, κινδυνεύειν, ἀφικνούμενοι, ἁθροισθήσονται: να γραφεί ο ίδιος τύπος στον αόριστο.
Μονάδες 10

4α. ἑώρων γὰρ τὴν μὲν πόλιν τῶν Θηβαίων οἰκτρῶς ἠφανισμένην : να γίνει αναλυτική σύνταξη

4β. ἀφικνούμενοι γὰρ οἱ Ἕλληνες ἅπαντες δὶς τοῦ ἐνιαυτοῦ εἰς τὴν Πυλαίαν, θεωροὶ γενήσονται τῶν ἔργων τῶν πεπραγμένων αὐτοῖς: ἅμα γὰρ εἰς τὸν τόπον ἁθροισθήσονται καὶ τῆς τούτων ἀρετῆς μνησθήσονται: να εντοπίσετε στο χωρίο πέντε τύπους σε γενική και να προσδιορίσετε τον συντακτικό τους ρόλο.
Μονάδες 10

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Η λέξη «οἷον» κάνει φανερή την πρόθεση του Αριστοτέλη να αποδείξει επαγωγικά-με την επεξεργασία κάποιων παραδειγμάτων- την άποψη ότι η ηθική αρετή στοχεύει στο μέσον ( «τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»). Έτσι, τονίζει τη στόχευση στο μέσον των συναισθημάτων και των πράξεων, στα οποία συνίσταται η ηθική αρετή («Λέγω δὲ τὴν ἠθικήν· αὕτη γάρ ἐστι περὶ πάθη καὶ πράξεις»). Αναφέρει, λοιπόν, ο Αριστοτέλης ενδεικτικά μερικά συναισθήματα (φόβος, θάρρος, επιθυμία, οργή, ευσπλαχνία), τα οποία εντάσσει σε δύο γενικές ομάδες, στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα («ἡσθῆναι και λυπηθῆναι»), με χαρακτηριστικό σχήμα αντίθεσης («ἡσθῆναι» ≠ «λυπηθῆναι»). Και, βέβαια, είναι εμφανής η αντιστοιχία του ορισμού των παθών («λέγω δὲ πάθη μὲν ἐπιθυμίαν ὀργὴν φόβον θάρσος φθόνον χαρὰν φιλίαν μίσος πόθον ζῆλον ἔλεον, ὅλως οἷς ἕπεται ἡδονὴ ἢ λύπη» ΗΝ Β 5, 1) με τα παραδείγματα που δίνονται εδώ. Το πολυσύνδετο σχήμα («οἷον καὶ φοβηθῆναι καὶ θαρρῆσαι καὶ ἐπιθυμῆσαι καὶ ὀργισθῆναι καὶ ἐλεῆσαι καὶ ὅλως ἡσθῆναι καὶ λυπηθῆναι ἔστι καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον») τονίζει τη διάκριση των συναισθημάτων σε ευχάριστα (θάρρος, επιθυμία) και δυσάρεστα (φόβος, οργή, ευσπλαχνία).
Στη συνέχεια, ο Αριστοτέλης μεταφέρεται από το υποκείμενο και την εσωτερική λειτουργία στο κοινωνικό πεδίο. Προτείνει κάποιες κοινωνικές συνιστώσες που πρέπει να λαμβάνει υπόψη του ο καθένας, μέσα από την αξιολόγηση των οποίων θα φθάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή θα ενεργήσει σύμφωνα με τη μεσότητα. Για να μπορέσει, λοιπόν, να διατηρηθεί η μεσότητα στα συναισθήματα, που είναι και το «ἄριστον», πρέπει να τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις («τὸ δ' ὅτε δεῖ καὶ ἐφ' οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ»). Συγκεκριμένα, πρόκειται για δεοντολογικούς κανόνες – γι’ αυτό και επαναλαμβάνεται συνεχώς ή εννοείται το «δεῖ» – που κατευθύνουν προς την ηθικά ορθή πράξη. Αυτοί οι κανόνες είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία πρέπει να νοιώθουμε ένα συναίσθημα («ὅτε δεῖ»), τα δεδομένα και οι συνθήκες της πραγματικότητας σε σχέση με τι οποίες πρέπει να νοιώθουμε ένα συναίσθημα («ἐφ' οἷς δεῖ»), οι άνθρωποι σε σχέση με τους οποίους πρέπει να νιώθουμε ένα συναίσθημα («πρὸς οὓς δεῖ»), ο λόγος (σκοπός) για τον οποίο πρέπει να νοιώθουμε ένα συναίσθημα («οὗ ἔνεκα δεῖ») και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να εκδηλώνουμε ένα συναίσθημα («ὡς δεῖ»).

2. Η έννοια του μέσου έχει κεντρική θέση στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Προϋπάρχει στον Πλάτωνα, ο οποίος κάνει λόγο για το μέτριον και τη συμμετρία με παρόμοια σημασία («ομορφιά και αρετή αναμφίβολα προκαλεί η τήρηση του μέτρου και η σωστή αναλογία», Φίληβος 64 e). Όμως συστηματική αξιοποίηση και ισχυρή θεμελίωσή της έννοιας της μεσότητας γίνεται από τον Αριστοτέλη με την αναγωγή της έννοιας της μεσότητας σε γενική ηθική αρχή. Γι’ αυτό και ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί δύο συλλογισμούς, για να αποδείξει ότι η αρετή είναι μεσότητα.
Αρχικά, επιδιώκει να αποδείξει ότι, όπως η τέχνη, έτσι και η ηθική αρετή στοχεύει στο μέσον. Συγκεκριμένα, ξεκινάει από τη υπόθεση αν κάθε τέχνη (επιστήμη) εκτελεί το έργο της καλά, όταν αποβλέπει στο «μέσον» («εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη ... ἄγουσα τὰ ἔργα»), αφού επιτυχημένα έργα θεωρούμε όσα έχουν μέσα τους τη «μεσότητα», που διασώζει την τελειότητα («ὅθεν εῖώθασιν ἐπιλέγειν ... μεσότητος σῳζούσης») και οι αγαθοί τεχνίτες, όταν εργάζονται, αποβλέπουν στο «μέσον» («οἱ δ΄ ἀγαθοὶ τεχνῖται ... βλέποντες ἐργάζονται»). Ως δεύτερη προκείμενη θέτει την υπόθεση ότι η ηθική αρετή (και η φύση) είναι ακριβέστερη και ανώτερη από κάθε τέχνη (επιστήμη) («ἡ δ’ άρετὴ ... ὥσπερ καὶ ἡ φύσις»). Έτσι, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι, αφού οι τέχνες (επιστήμες), που είναι κατώτερες από την αρετή, αποβλέπουν στο «μέσον», τότε πολύ περισσότερο θα έχει ως στόχο της το «μέσον» η ηθική αρετή, που είναι ακριβέστερη και ανώτερη από κάθε τέχνη («τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»).
Στη συνέχεια, με ένα δεύτερο συλλογισμό ο φιλόσοφος υποστηρίζει ότι, όταν επιτυγχάνεται η «μεσότης» στις πράξεις και τα συναισθήματα, τότε επικρατεί το ορθό, και έπεται ο έπαινος από την κοινή γνώμη («Ἡ δ’ἀρετὴ … ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται»). Εν συνεχεία, αναφέρει ότι η επιτυχία του ορθού και ο έπαινος είναι χαρακτηριστικές ιδιότητες της αρετής («ταῦτα δ’ἄμφω τῆς ἀρετῆς»). Επομένως, η αρετή είναι μια μορφή μεσότητας («Μεσότης τις ἄρα ... τοῦ μέσου»).
Ο Αριστοτέλης στον πρώτο συλλογισμό είχε χρησιμοποιήσει έναν σύνθετο υποθετικό λόγο με δύο υποθέσεις και είχε καταλήξει με επαγωγικό τρόπο στη διατύπωση του συμπεράσματος ότι η ηθική αρετή έχει ως στόχο το «μέσον» («εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη οὕτω τὸ ἔργον εὖ ἐπιτελεῖ, εἰ ἡ δ' ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστίν, τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»). Με το δεύτερο συλλογισμό καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με σχετικά διαφοροποιημένη έκφραση («Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου»). Η βασική, όμως, διαφορά που εντοπίζεται στην εκφορά των δύο συμπερασμάτων είναι η έγκλιση που χρησιμοποιείται, αφού στην πρώτη περίπτωση έχουμε «ἂν εἴη» (δυνητική ευκτική), ενώ στη δεύτερη «ἐστίν» (οριστική).
Η εξήγηση γι’ αυτή τη διαφοροποιημένη εκφραστική επιλογή πρέπει να αναζητηθεί στην απόρριψη του δογματισμού, στην επιστημονική ευθύνη, τη συνέπεια, τη μεθοδικότητα και την προσπάθεια τεκμηρίωσης των απόψεων του. Στον πρώτο συλλογισμό το συμπέρασμα προκύπτει από τη διατύπωση μιας υποθετικής σκέψης, και γι' αυτό ταιριάζει η δυνητική ευκτική, εφόσον δεν έχει ακόμη προσκομίσει τα απαραίτητα τεκμήρια για την αναμφίβολη υιοθέτηση του συμπεράσματος του. Στον δεύτερο όμως, που είναι η λογική συνέχεια τού πρώτου, ελέγχει την υπόθεση, και την αποδεικνύει με παραδείγματα που παραθέτει και τη συσχέτιση εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων. Είναι, λοιπόν, η στιγμή που ο φιλόσοφος θεωρεί ότι πρέπει να εγκαταλείψει τη μετριόφρονα στάση του και να τονίσει με πάθος τη βεβαιότητα του, κάτι που δεν εκφράζεται μόνο με την οριστική αλλά και με το βεβαιωτικό μόριο «ἄρα». Η εκφραστική επιλογή, λοιπόν, τού φιλοσόφου προσιδιάζει στο ύφος του επιστημονικού λόγου, γιατί υποδηλώνει μετριοπάθεια και διαλλακτικότητα. Εξάλλου, ο Αριστοτέλης συνέγραψε τα Ηθικά Νικομάχεια σε ώριμη πια ηλικία, κατά την οποία χαρακτηριζόταν από ηρεμία, η νηφαλιότητα, η ώριμη σκέψη και η έλλειψη δογματισμού.

3. Στο χωρίο «ἡ δ’ ἀρετὴ … στοχαστική», ο Αριστοτέλης συσχετίζει τις έννοιες τέχνη (η οποία εδώ ταυτίζεται με τον όρο «ἐπιστήμη»), φύση και αρετή και διαπιστώνει ότι έχουν ένα κοινό γνώρισμα, αλλά και διαφορές. Το κοινό τους γνώρισμα είναι ότι και οι τρεις έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν μορφές. Η διαφορά τους έγκειται σε τι δίνει μορφή η καθεμιά. Έτσι, λοιπόν, η τέχνη μορφοποιεί το υλικό της, η αρετή δίνει μορφή στην προσωπικότητα του ανθρώπου και η φύση δημιουργεί κι αυτή τις δικές της μορφές. 
Παράλληλα, ο φιλόσοφος επιχειρεί να ιεραρχήσει τις τρεις αυτές έννοιες. Έτσι, κατ’ αυτόν, η φύση είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί κάθε φυσικό ον έχει τάση προς την τελειότητα. Από τη στιγμή δηλαδή που γεννιέται και αυξάνεται, οδηγείται, ανεξάρτητα από τη θέλησή του, στο «τέλος», στην τελειότερη μορφή του. Αντίθετα, τα έργα τέχνης είναι σταθερά και αμετάβλητα και δεν τείνουν πουθενά. Ο Αριστοτέλης αναφέρει: «ο σκοπός και το ωραίο είναι σε μεγαλύτερο βαθμό παρόντα στη φύση, παρά στα έργα της τέχνης» (Περὶ ζώων μορίων, 639b, 19-21). Εξάλλου, όπως διαπιστώνει και ο Ασπάσιος, ο σχολιαστής του Αριστοτέλη, «μιμεῖται γὰρ τέχνη τὴν φύσιν» (= η τέχνη μιμείται τη φύση), γι’ αυτό και είναι κατώτερη αυτής. Από την άλλη, η αρετή είναι ανώτερη και από τη φύση και από την τέχνη, γιατί μορφοποιεί στην ουσία του τον άνθρωπο και αποτελεί ύψιστη έκφανση της μεσότητας. Όπως μάλιστα αναφέρει και ο Ασπάσιος, η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί η αρετή είναι «τελειότης φύσεως καὶ κατωρθωμένη φύσις», δηλαδή μια φυσική ιδιότητα με επιτυχία οδηγημένη στο σκοπό της. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι, για τον Αριστοτέλη, ανώτερη όλων είναι η αρετή, ακολουθεί η φύση και τελευταία στην ιεράρχηση έρχεται η τέχνη.

4
1. β) στον Ηρακλείδη

2. α) με την ψυχή

3. β) ευδαιμονία

4. γ) τη διεύθυνση τής Ακαδημίας την είχε ο Ξενοκράτης

5. α) έγραψε το μεγαλύτερο μέρος των Πολιτικῶν

5α. Η επιστήμη τής γλωσσολογίας διακρίνεται σε ποικίλους κλάδους.
Κάθε μαθητής τής Β’ λυκείου οφείλει να επιλέξει ομάδα μαθημάτων προσανατολισμού.
Η χριστιανική ηθική προβάλλει ως επιτακτική την ανάγκη εξομολόγησης και συγχώρεσης των αμαρτιών.

5β.
α. κακῶς
β. ἕξις
γ. πάθη
δ. ἡσθῆναι

6. Στο πρωτότυπο κείμενο, ο φιλόσοφος, επιδιώκοντας να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι η αρετή είναι μια μορφή μεσότητας («Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου»), επισωρεύει επιμέρους αντιθέσεις μέσα από τις οποίες τονίζεται η αποδοκιμασία της υπερβολής και της έλλειψης και η αποδοχή της μεσότητας: «οὺκ εὖ»≠«ἄριστον», «ἁμαρτάνεται ≠ κατορθοῦται», «ψέγεται ≠ ἐπαινεῖται».
Ειδικότερα, η υπερβολή και η έλλειψη απορρίπτονται: το μᾶλλον καὶ ἧττον χαρακτηρίζονται με την ήπια φράση ἀμφότερα οὐκ εὖ (το σχήμα λιτότητας υπογραμμίζει την ηπιότητα της απόρριψης). Παρακάτω ο Αριστοτέλης είναι κατηγορηματικός: ὑπερβολή ἁμαρτάνεται καὶ ψέγεται καὶ ἔλλειψις (η υπερβολή και η έλλειψη αποτελούν σφάλμα και ψέγονται, απορρίπτονται). Παρόμοια, και στο δοθέν απόσπασμα των Πολιτικών ο Σταγειρίτης επισημαίνει τους κινδύνους πολιτειακής εκτροπής που ελλοχεύουν στην περίπτωση τής ύπαρξης μεγάλων ταξικοοικονομικών διαφορών σε μια πόλη όπου οι μεν υπερβολικά μεγάλην έχουν περιουσίαν, οι δε ουδεμίαν, εκεί ή ακροτάτη δημοκρατία επικρατεί ή άκρατος ολιγαρχία ή τυραννίς εξ αμφοτέρων τούτων των υπερβολών ανακύπτει»). Μάλιστα, ως ακραίο απότοκο μιας τέτοιας κοινωνικής δομής αναφέρει την εδραίωση τυραννικών καθεστώτων Διότι και εκ της νεωτάτης δημοκρατίας και εκ της ολιγαρχίας αναφύεται η τυραννίς»).
Αντίθετα, η μεσότητα εξαίρεται, αφού αυτή συσχετίζεται με το ἄ­ριστον και με την ἀρετήν («μέσον τε καὶ ἄριστον, ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς»), και  τὸ μέσον ἐπαινεῖται, γιατί είναι το σωστό τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ  κατορθοῦται). Κατ’ αναλογίαν, ο φιλόσοφος στο μεταφρασμένο απόσπασμα τονίζει ότι  «μέγιστον διά τας πόλεις ευτύχημα είναι το να έχουν οι μετέχοντες της πολιτικής εξουσίας περιουσίαν μέσην και επαρκή». Άρα, η μεσότητα στην πολιτεία, η οποία προκύπτει μέσα από την εξίσωση των ταξικών διαφορών, εδραιώνει την κοινωνική αρμονία και συνοχή («επιδεικτικαί καλού πολιτικού βίου είναι αι τοιαύται πόλεις, εν αις η μέση τάξις είναι πολυπληθεστέρα και ισχυροτέρα κυρίως μεν των δύο άλλων, ει δε μη, της μιας των τάξεων τούτων, διότι προστιθέμενη εις την ασθενεστέραν συντελεί εις την ισορροπίαν και κωλύει τας αντιθέτους ακρότητας»). Εξάλλου, σε όσες πόλεις πλειοψηφεί η μεσαία τάξη αποκλείονται τα ενδεχόμενα κοινωνικών αναταραχών Ότι δε και το μέσον πολίτευμα είναι το βέλτιστον, φανερόν εκ τούτων· διότι μόνον τούτο δεν υπόκειται εις τους κινδύνους των στάσεων, λόγω του ότι όπου πολυπληθέστερα η μέση υπάρχει τάξις, ήκιστα εκεί στάσεις και εις αντιμαχόμενα μέρη διαιρέσεις του πολιτεύματος προκαλούνται»).
Συνολικά, για τον Αριστοτέλη η μεσότητα φαίνεται να αποτελεί όχι μόνο το ισοδύναμο τής ηθικής τελείωσης τού ανθρώπου, εφόσον τον οδηγεί στην απόκτηση τής αρετής και, συνακόλουθα, τής ευδαιμονίας, αλλά και το εχέγγυο τής υγιούς πολιτικής ζωής. Αντίθετα, κατίσχυση των ακροτήτων (υπερβολής και έλλειψης) σε μια πόλη συνιστά ιοβόλο παράμετρο τής κοινωνικής ζωής, όπως άλλωστε συμβαίνει και στην ηθική υπόσταση κάθε ατόμου. Και βέβαια, η αντιστοιχία αυτή του ατομικού και του συλλογικού βίου δεν ξενίζει, εφόσον είναι γνωστό ότι για τον Σταγειρίτη υπάρχει άρρηκτη σύνδεση τής ηθικής με την πολιτική φιλοσοφία (συγκεκριμένα, η πρώτη αποτελεί μέρος τής δεύτερης).

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Γιατί ποιος δεν μπορεί δίκαια να επαινεί τους πολίτες που πέθαναν σ’ αυτόν τον πόλεμο, οι οποίοι έδωσαν τις ψυχές τους για χάρη τής ελευθερίας των Ελλήνων, αφού θεώρησαν ότι η πιο απτή απόδειξη τής επιθυμίας τους να εξασφαλίσουν την ελευθερία στην Ελλάδα είναι η εξής, το να πεθάνουν, δηλαδή, πολεμώντας γι΄αυτή;
Και σε μεγάλο βαθμό τους παρακίνησε να αγωνιστούν με προθυμία για χάρη τής Ελλάδας το γεγονός ότι η προηγούμενη μάχη έγινε στη Βοιωτία.

2.  Ο ρήτορας αποδίδει στη μάχη στη Βοιωτία αποφασιστική σημασία για την ανύψωση τού στρατιωτικού φρονήματος των Αθηναίων οπλιτών που βίωσαν τις τρομακτικές επιπτώσεις τού Λαμιακού πολέμου (322 π.Χ.) για τους κατοίκους της. Ειδικότερα, η πόλη τής Θήβας ισοπεδώθηκε από τη μακεδονική δύναμη ἑώρων γὰρ τὴν μὲν πόλιν τῶν Θηβαίων οἰκτρῶς ἠφανισμένην ἐξ ἀνθρώπων») και η κατάληψη τής θηβαϊκής ακρόπολης επιβεβαίωσε και σε συμβολικό επίπεδο τη θλιβερή ήττα των Θηβαίων («τὴν δὲ ἀκρόπολιν αὐτῆς φρουρουμένην ὑπὸ τῶν Μακεδόνων»). Οι συνέπειες ήταν εμφανείς στο έμψυχο («τὰ δὲ σώματα τῶν ἐνοικούντων ἐξηνδραποδισμένα») και άψυχο δυναμικό τής πόλης («τὴν δὲ χώραν ἄλλους διανεμομένους») με την υποδούλωση των Θηβαίων και τής γης τους στους Μακεδόνες. Έτσι, ο αθηναϊκός στρατός φαίνεται να συνταράχτηκε από τις συμφορές των Βοιωτών και προσπάθησε με ακατάβλητο θάρρος να αποτρέψει παρόμοια έκβαση τού πολέμου για την πατρίδα του ὥστε πρὸ ὀφθαλμῶν ὁρώμενα αὐτοῖς τὰ δεινὰ ἄοκνον παρεῖχε τόλμαν εἰς τὸ κινδυνεύειν προχείρως»).

3. α. τοῖς Ἕλλησιν ἅπασι(ν)
β. ἀποδείξεις, μεγάλα, σώματα
γ. εἶδον, παρέσχε,κινδυνεῦσαι, ἀφικόμενοι, ἡθροίσθησαν

4α. ἑώρων: το ρήμα τής πρότασης
γὰρ :σύνδεσμος αιτιολογικός παρατακτικός
τὴν πόλιν: αντικείμενο στο ρήμα «ἑώρων»
τῶν Θηβαίων: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική κτητική στο  «πόλιν»
οἰκτρῶς : επιρρηματικός προσδιορισμός τού τρόπου στο ρήμα «ἑώρων»
ἠφανισμένην : κατηγορηματική μετοχή που εξαρτάται από το ρήμα αίσθησης «ἑώρων» και αναφέρεται στο αντικείμενο «τὴν πόλιν»∙ λειτουργεί ως ονοματικός ομοιόπτωτος κατηγορηματικός προσδιορισμός στο «τὴν πόλιν».
4β. τοῦ ἐνιαυτοῦ: επιρρηματικός προσδιορισμός, γενική διαιρετική στο «δὶς»  
τῶν ἔργων: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική αντικειμενική στο «θεωροὶ»
τῶν πεπραγμένων: επιθετική μετοχή, με υποκείμενο «τῶν ἔργων»∙ λειτουργεί ως ονοματικός ομοιόπτωτος επιθετικός προσδιορισμός στο «ἔργων»
τῆς τούτων: ονοματικός ομοιόπτωτος επιθετικός προσδιορισμός (δυνάμει τού άρθρου) στο «ἀρετῆς»∙ τούτων: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική κτητική στο  «ἀρετῆς»
τῆς ἀρετῆς: αντικείμενο στο ρήμα μνήμης «μνησθήσονται»