ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ: ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (ΝΕΟΥ ΤΥΠΟΥ)



Γ΄ Λυκείου                Ομάδα Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών
Γραπτή δοκιμασία στα Αρχαία Ελληνικά
Επιμέλεια: ΧαρίδημοςΞενικάκης

Διδαγμένο κείμενο
Πλάτωνος Πρωταγόρας 323C-324Α
Ὅτι μὲν οὖν πάντ’ ἄνδρα εἰκότως ἀποδέχονται περὶ ταύτης τῆς ἀρετῆς σύμβουλον διὰ τὸ ἡγεῖσθαι παντὶ μετεῖναι αὐτῆς, ταῦτα λέγω· ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ φύσει ἡγοῦνται εἶναι οὐδ’ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, ἀλλὰ διδακτόν τε καὶ ἐξ ἐπιμελείας παραγίγνεσθαι ᾧ ἂν παραγίγνηται, τοῦτό σοι μετὰ τοῦτο πειράσομαι ἀποδεῖξαι. Ὅσα γὰρ ἡγοῦνται ἀλλήλους κακὰ ἔχειν ἄνθρωποι φύσει ἢ τύχῃ, οὐδεὶς θυμοῦται οὐδὲ νουθετεῖ οὐδὲ διδάσκει οὐδὲ κολάζει τοὺς ταῦτα ἔχοντας, ἵνα μὴ τοιοῦτοι ὦσιν, ἀλλ’ ἐλεοῦσιν· οἷον τοὺς αἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖς τίς οὕτως ἀνόητος ὥστε τι τούτων ἐπιχειρεῖν ποιεῖν; Ταῦτα μὲν γὰρ οἶμαι ἴσασιν ὅτι φύσει τε καὶ τύχῃ τοῖς ἀνθρώποις γίγνεται, τὰ καλὰ καὶ τἀναντία τούτοις· ὅσα δὲ ἐξ ἐπιμελείας καὶ ἀσκήσεως καὶ διδαχῆς οἴονται γίγνεσθαι ἀγαθὰ ἀνθρώποις, ἐάν τις ταῦτα μὴ ἔχῃ, ἀλλὰ τἀναντία τούτων κακά, ἐπὶ τούτοις που οἵ τε θυμοὶ γίγνονται καὶ αἱ κολάσεις καὶ αἱ νουθετήσεις. Ὧν ἐστιν ἓν καὶ ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ συλλήβδην πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς.
Ἔνθα δὴ πᾶς παντὶ θυμοῦται καὶ νουθετεῖ, δῆλον ὅτι ὡς ἐξ ἐπιμελείας καὶ μαθήσεως κτητῆς οὔσης. Εἰ γὰρ ἐθέλεις ἐννοῆσαι τὸ κολάζειν, ὦ Σώκρατες, τοὺς ἀδικοῦντας τί ποτε δύναται, αὐτό σε διδάξει ὅτι οἵ γε ἄνθρωποι ἡγοῦνται παρασκευαστὸν εἶναι ἀρετὴν.

Α1. Να συνδέσετε τις κοινωνικές αντιδράσεις τής στήλης Α γράφοντας  δίπλα σε καθεμία τα χαρακτηριστικά τής στήλης Β που τις προκαλούν - σύμφωνα με τον Πρωταγόρα (Καθένας από τους δύο τρόπους συνδέεται με περισσότερες από μία ιδιότητες).

Α
Β


πάντες θυμοῦνται, νουθετοῦσι, διδάσκουσι, κολάζουσι

οὐδεὶς θυμοῦται οὐδὲ νουθετεῖ οὐδὲ διδάσκει οὐδὲ κολάζει, ἀλλ' ἐλεοῦσι

σμικρότης
• ἀδικία
ἀσθένεια
• ἀσέβεια
• αἰσχρότης
πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς

Μονάδες 6
Α2. Ποια είναι τα συστατικά τής πολιτικής αρετής, όπως παρουσιάζονται στο κείμενο;
Μονάδες 4

Β1. ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ φύσει ἡγοῦνται εἶναι οὐδ’ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, ἀλλὰ διδακτόν: πώς αποδεικνύει τη θέση του αυτή ο Πρωταγόρας;
Μονάδες 10

Β2. Με βάση το απόσπασμα «ὅσα δὲ ἐξ ἐπιμελείας … ἡγοῦνται παρασκευαστὸν εἶναι ἀρετὴν» να παρουσιάσετε τα μέσα με τα οποία μπορεί να αποκτηθεί η πολιτική αρετή, κατά τον Πρωταγόρα.
Μονάδες 10

Β3α. Να συνδέσετε τις λέξεις τής στήλης Α με τις ετυμολογικά συγγενείς τους από τη στήλη Β (τρεις λέξεις από κάθε στήλη περιττεύουν)
Α                                                                                 Β
μετεῖναι
μούσα
αὐτομάτου
θέμα
ἡγοῦνται
κανονικός
ἀλλήλους
μάλιστα
νουθετεῖ
αλλόφρων
ἴσασιν
ιστορία
θυμοὶ
ετυμολογία
μαθήσεως
στρατηγός

Μονάδες 5

Β3β. Να συμπληρώσετε τα κενά των φράσεων με λέξεις παράγωγες αυτών που δίνονται στην παρένθεση
1. Ο κήπος τού παππού είναι γεμάτος όλων των ειδών__________(φύσει)
2. Οι έγκλειστοι τού Μεσολογγίου προέβαλαν _________ (ἀσθενεῖς) αντίσταση στους πολιορκητές.
3. Το νέο λεξικό τής Ακαδημίας περιλαμβάνει πολλά περισσότερα ________
(συλλήβδην) από όλα τα προηγούμενα.
4. Η ___________(δύναται) των Παλαιολόγων έμελλε να συνδέσει το όνομά της με την άλωση τής Κωνσταντινούπολης.
5. Για την ___________(παρασκευαστὸν) των ζημιών που προκάλεσε ο σεισμός θα ενεργοποιηθεί η κρατική μηχανή.
Μονάδες 5

Β4. Να γράψετε στο τετράδιό σας, δίπλα στο γράμμα που αντιστοιχεί σε καθεμία από τις παρακάτω θέσεις, τη λέξη Σωστό, αν είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν είναι λανθασμένη:
α. Ο δραματικός χρόνος τής Πολιτείας είναι το 421 π.Χ.
β. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ούτε ο Ήλιος δεν μπορεί να ξεφύγει από την πορεία του.
γ. Για την παρουσίαση τής τιμοκρατικής πολιτείας πρότυπο υπήρξε η αποικία των Φοινίκων, η Καρχηδόνα.
δ. Η ιδεώδης πολιτεία κοσμείται από ανδρεία, σοφία και σωφροσύνη.
ε. Η εκπαίδευση των φυλάκων διαρκεί ώς τα 35 τους χρόνια.
Μονάδες 10

Γ. Πώς αντιμετωπίζονται, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, οι άνθρωποι που έχουν ελαττώματα «φύσει ή τύχῃ»; Να συγκρίνετε τις απόψεις του με τη σύγχρονη κοινωνιολογική προσέγγιση, όπως αναφύεται στο ακόλουθο παράλληλο κείμενο. 
Μονάδες 10
Πρέπει να γίνει κοινή διαπίστωση για όλους μας ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε διαρκώς για την κατάργηση των διακρίσεων που τοποθετούν τα άτομα με αναπηρίες στο περιθώριο της ζωής. Επιβάλλεται να προωθηθεί η λήψη μέτρων με στόχο την πλήρη ένταξή τους στην κοινωνία τόσο από την κρατική μέριμνα, από τοπικούς φορείς αλλά και από ιδιωτικούς και από τον καθένα μας.
Τα ΑΜΕΑ μάς χρειάζονται δίπλα τους ως φίλους, συνοδοιπόρους, συνεργάτες. Θέλουν την αγάπη, το σεβασμό, την εκτίμηση που θα δίναμε στο συνάνθρωπό μας όχι ως δείγμα οίκτου και συμπόνιας, αλλά ως ειλικρινή αποδοχή των δυσκολιών του και ως αναγνώριση των χαρισμάτων του. Ο αγώνας των ΑΜΕΑ πρέπει να μας παραδειγματίσει και να μας βγάλει από τον εγωκεντρισμό μας. Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες από συλλόγους γονέων και φίλων ΑΜΕΑ, από εθελοντές επαγγελματίες, από ιδιωτικούς φορείς για τη σύσταση μονάδων φροντίδας, φιλοξενίας, εκπαίδευσης και ό,τι αφορά τη βελτίω­ση της ποιότητας ζωής τους. Μπορούμε να βοηθήσουμε όλοι, ο καθένας μέσα από τη, εργασία του, τις δραστηριότητες που αγαπάει.
Κωνσταντινιά Νατσιοπούλου, Εργοθεραπεύτρια



Αδίδακτο Κείμενο


Δημοσθένης, Α’ Ὀλυνθιακός, 12-14
                                                                        
Εἰ δὲ




Το καλοκαίρι  τού 349 π.Χ ο Φίλιππος εισέβαλλε στη Χαλκιδική και στράφηκε εναντίον τής Ολύνθου (πόλης τής Χαλκιδικής, πρώην συμμάχου τού Φιλίππου). Η τελευταία ζήτησε τη βοήθεια τής Αθήνας για σύσταση συμμαχίας εναντίον τού Μακεδόνα βασιλιά. Ο Δημοσθένης με τον συμβουλευτικό του λόγο υποστήριξε με θέρμη τους Ολυνθίους.



Εἰ δὲ προησόμεθ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ τούτους τοὺς ἀνθρώπους εἶτ'  Ὄλυνθον ἐκεῖνος καταστρέψεται, φρασάτω τις ἐμοὶ τί τὸ κωλῦον ἔτ' αὐτὸν ἔσται βαδίζειν ὅποι βούλεται. Ἆρα λογίζεταί τις ὑμῶν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ θεωρεῖ τὸν τρόπον δι’ ὅν μέγας γέγονεν ἀσθενὴς ὢν τὸ κατ' ἀρχὰς Φίλιππος; Τὸ πρῶτον Ἀμφίπολιν λαβών, μετὰ ταῦτα Πύδναν, πάλιν Ποτείδαιαν, Μεθώνην αὖθις, εἶτα Θετταλίας ἐπέβη· μετὰ ταῦτα Φερᾶς, Παγασᾶς, Μαγνησίαν, πάνθ' ὅν ἐβούλετ' εὐτρεπίσας τρόπον ᾤχετ' εἰς Θράκην· εἶτ' ἐκεῖ τοὺς μὲν ἐκβαλὼν τοὺς δὲ καταστήσας τῶν βασιλέων ἠσθένησε· πάλιν ῥᾴσας οὐκ ἐπὶ τὸ ῥᾳθυμεῖν ἀπέκλινεν, ἀλλ' εὐθὺς Ὀλυνθίοις ἐπεχείρησεν. Τὰς δ' ἐπ' Ἰλλυριοὺς καὶ Παίονας αὐτοῦ καὶ πρὸς Ἀρύββαν καὶ ὅποι τις ἂν εἴποι παραλείπω στρατείας. τί οὖν, ἄν τις εἴποι, ταῦτα λέγεις ἡμῖν νῦν; ἵνα γνῶτ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ αἴσθησθ᾽ ἀμφότερα, καὶ τὸ προΐεσθαι καθ᾽ ἕκαστον ἀεί τι τῶν πραγμάτων ὡς ἀλυσιτελές, καὶ τὴν φιλοπραγμοσύνην ᾗ χρῆται καὶ συζῇ Φίλιππος, ὑφ᾽ ἧς οὐκ ἔστιν ὅπως ἀγαπήσας τοῖς πεπραγμένοις ἡσυχίαν σχήσει.

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
προΐεμαί τινα = αφήνω κάποιον (κάτι) στην τύχη του, εγκαταλείπω
καταστρέφομαί τινα = κυριεύω, υποτάσσω κάποιον
εὐτρεπίζω τι = ετοιμά­ζω κάτι, τακτοποιώ κάτι
ῥᾴζω (ῥαΐζω) = καλυτερεύω (ύστερα από αρρώστια), αναλαμβάνω (από ασθέ­νεια)


Α. Να μεταφραστεί το χωρίο: "Εἰ δὲ προησόμεθ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ... κατ' ἀρχὰς Φίλιππος;"
(Μονάδες 10)

Β. Σε ποια σημεία τού κειμένου ο ρήτορας τονίζει τον επεκτατισμό τού Φιλίππου;
(Μονάδες 10)

Γ. Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου
καταστρέψεται: ο ίδιος τύπος στον παρακείμενο
λογίζεται: το ίδιο πρόσωπο τού άλλου αριθμού στον μέλλοντα
ἀπέκλινεν: το α’ πληθυντικό οριστικής μέλλοντα
ἐπεχείρησεν: το β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα
ἐκβαλών: το β’ ενικό παρατατικού μέσης φωνής                 
Ὄλυνθον: η δοτική ενικού                      
τις: η αιτιατική πληθυντικού τού ουδετέρου  
ἄνδρες: η κλητική ενικού
μέγας: η αιτιατική ενικού τού συγκριτικού
πάνθ' : η δοτική πληθυντικού ίδιου γένος
(Μονάδες 10)

Δ1.  Να αναγνωριστούν συντακτικά οι ακόλουθες λέξεις τού κειμένου: Ἀθηναῖοι, βαδίζειν, μέγας, ὢν, Ὀλυνθίοις.
(Μονάδες 5)

Δ2. Να αναγνωρίσετε το είδος του υποθετικού λόγου τού κειμένου (μονάδες 2) και να τον μετατρέψετε έτσι, ώστε να δηλώνει απλή σκέψη (μονάδες 3).
(Μονάδες 5)

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Διδαγμένο Κείμενο

Α1. − πάντες θυμοῦνται, νουθετοῦσι, διδάσκουσι, κολάζουσι: ἀδικία, ἀσέβεια, πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς
− οὐδεὶς θυμοῦται οὐδὲ νουθετεῖ οὐδὲ διδάσκει οὐδὲ κολάζει, ἀλλ' ἐλεοῦσι: σμικρότης, ἀσθένεια, αἰσχρότης

Α2. Ο Πρωταγόρας στην περίπτωση αντιμετώπισης των επίκτητων ελαττωμάτων αναφέρεται εκ τού αντιθέτου στα συστατικά τής πολιτικής αρετής («ὦν ἐστιν ἓν καὶ ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ συλλήβδην πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς»). Ειδικότερα, η «ἀδικία» και η «ἀσέβεια», ως έννοιες αντίθετες τής πολιτικής αρετής, παραπέμπουν στη «δικαιοσύνη» και την «ευσέβεια» ή «οσιότητα» ως συστατικά της.

Β1. Ο Πρωταγόρας με το πρώτο «τεκμήριον» απάντησε στο σωκρατικό ισχυρισμό για την άνευ όρων συμμετοχή όλων των πολιτών στον πολιτικό διάλογο («Ὅτι μὲν οὖν πάντ’ ἄνδρα εἰκότως ἀποδέχονται περὶ ταύτης τῆς ἀρετῆς σύμβουλον διὰ τὸ ἡγεῖσθαι παντὶ μετεῖναι αὐτῆς, ταῦτα λέγω·») και υποχρεώνεται τώρα να προχωρήσει στην ανατροπή της σωκρατικής θέσης ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται. Είναι φανερός στο κεφάλαιο αυτό ο φόβος του Πρωταγόρα μήπως από το μύθο εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η πολιτική αρετή είναι απλώς μια φυσική καταβολή (και, επομένως, κάτι που δε χρειάζεται διδασκαλία) .
Ο Πρωταγόρας προτάσσει στην αποδεικτική διαδικασία την αποδεικτέα θέση («ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ φύσει ... πειράσομαι ἀποδεῖξαι»), κάνοντας όμως μια προσθήκη· πρώτα θα αποδείξει από πού δεν προέρχεται η αρετή και στη συνέχεια από πού προέρχεται. Έτσι, χρησιμοποιώντας το σχήμα άρσης-θέσης θα αποδείξει ότι η αρετή δεν προέρχεται από τη φύση ή την τύχη, χωρίς την προσπάθεια του ανθρώπου, αλλά ότι είναι αποτέλεσμα διδασκαλίας, φροντίδας και άσκησης («ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ φύσει ἡγοῦνται εἶναι οὐδ’ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, ἀλλὰ διδακτόν τε καὶ ἐξ ἐπιμελείας παραγίγνεσθαι»). Στην αισθητική τού λόγου τού σοφιστή συμβάλλει η παρήχηση τού «τ» που δημιουργεί η αποδεικτέα θέση: «...τοῦτό σοι μετὰ τοῦτο ...». Η διάκριση φύσει ≠ διδακτόν μπορεί να συσχετιστεί με τη θεμελιώδη διάκριση των σοφιστών σε φύσει και νόμ. Η διάκριση αυτή είναι ένα από τα σημεία που διαφοροποιούν τους σοφιστές μεταξύ τους. Ο Πρωταγόρας ανήκει στους υποστηρικτές του νόμου, αντίθετα π.χ. με τον Ιππία. Έτσι, ο ισχυρισμός των σοφιστών, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση του Πρωταγόρα, ότι με τη διδασκαλία που παρείχαν η πολιτική αρετή μπορεί να αποκτηθεί από ο­ποιονδήποτε άνθρωπο ανεξαρτήτως καταγωγής, κοινωνικής τάξης και οικονομικής κατάστασης φαινόταν ρηξικέλευθη και καινοτόμα. Ομοίως, στα Ηθικά Νικομάχεια ο Αριστοτέλης απορρίπει την αριστοκρατική διδασκαλία ότι η αρετή είναι δώρο της φύσης, που τελεσίδικα δίνεται ή όχι από τη γέννησή του στον άνθρωπο.
Ο Πρωταγόρας, λοιπόν, αρχικά αναφέρεται στα ελαττώματα που προέρχονται από τη φύση και την τύχη και σχετίζονται με την εξωτερική εμφάνιση και τον ανθρώπινο οργανισμό. Ὅσα γὰρ ἡγοῦνται ἀλλήλους κακὰ ἔχειν ἄνθρωποι φύσει ἢ τύχῃ, … τὰ καλὰ καὶ τἀναντία τούτοις·» ). Φυσικά, δεν τον απασχολούν τα φυσικά προτερήματα, γιατί αυτά δεν του είναι απαραίτητα για την απόδειξή του. Με όποιον, λοιπόν, έχει φυσικά ελαττώματα (ασχήμια, μικρό ανάστημα, ασθενικό σώμα) κανείς σώφρων άνθρωπος («τίς οὕτως ἀνόητος») δεν οργίζεται ούτε προσπαθεί να τα διορθώσει με συμβουλές, διδασκαλία και τιμωρίες, γιατί δεν εξαρτώνται από τη βούληση και την ευθύνη του ανθρώπου («ἀπό τοῦ αὐτομάτου»). Αντίθετα, οι άνθρωποι νοιώθουν οίκτο και συμπόνια για τη σκληρότητα της φύσης ή της τύχης. 
Στη συνέχεια («ὅσα δὲ ἐξ ἐπιμελείας καὶ ἀσκήσεως καὶ διδαχῆς … πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς») ο σοφιστής αναφέρεται στα χαρακτηριστικά που αποκτούν οι άνθρωποι ύστερα από φροντίδα, άσκηση και διδασκαλία. Σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσονται στοιχεία, που έχουν να κάνουν με τον χαρακτήρα του ανθρώπου και τις αρετές. Εύλογα, και πάλι, δεν ασχολείται με όσους ήδη διαθέτουν αυτές τις αρετές. Σε αυτό το σημείο ο Πρωταγόρας κυρίως στηρίζει την απόδειξη του «διδακτού» της αρετής: όποιος δεν έχει αρετές, αλλά τα αντίθετα χαρακτηριστικά (για παράδειγμα την αδικία και την ασέβεια), προκαλεί την κοινή γνώμη και οι άνθρωποι θυμώνουν μαζί του, τον τιμωρούν και τον συμβουλεύουν, διότι αδιαφόρησε να τα καλλιεργήσει. Αυτό αποδεικνύει ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται. Είναι χαρακτηριστικά τα πολυσύνδετα σχήματα που επιστρατεύει ο σοφιστής, για να αναφερθεί στα επίκτητα ελαττώματα και την αναμενόμενη αντίδραση τού κοινωνικού συνόλου σε αυτά: «...οἵ τε θυμοὶ γίγνονται καὶ... καὶ...», «... καὶ ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ...».
Το κύριο επιχείρημα, λοιπόν, που χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας βασίζεται στη διαφοροποίηση της αντίδρασης του κοινωνικού συνόλου στα έμφυτα και επίκτητα γνωρίσματα της ανθρώπινης φύσης. Έτσι, στην πορεία απόδειξης της θέσης του, διακρίνει δύο κατηγορίες χαρακτηριστικών στον άνθρωπο, τα φυσικά/έμφυτα και τα επίκτητα. Η κοινωνία ανέχεται τα φυσικά ελαττώματά τού ανθρώπου, όχι όμως και τα επίκτητα, τα οποία μεταστρέφονται σε αρετές με την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδαχή. Η ασέβεια και η αδικία ως το αντίθετο της πολιτικής αρετής είναι επίκτητα ελαττώματα. Το συμπέρασμα   που προκύπτει είναι ότι η πολιτική αρετή ως το αντίθετο της ασέβειας και της αδικίας αποκτάται με την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδαχή («Ἔνθα δὴ πᾶς παντὶ θυμοῦται καὶ νουθετεῖ, δῆλον ὅτι ὡς ἐξ ἐπιμελείας καὶ μαθήσεως κτητῆς οὔσης»). Με άλλα λόγια, το ότι καθένας θυμώνει, τιμωρεί και συμβουλεύει («οἱ θυμοὶ καὶ αἱ κολάσεις καὶ αἱ νουθετήσεις») όσους έχουν επίκτητα ελαττώματα, δηλαδή όσους δεν έχουν την πολιτική αρετή, αποδεικνύει ότι αυτή αποκτάται με μάθηση και διδασκαλία. Ο Πρωταγόρας συνεχίζει να αξιοποιεί ως βάση του σκεπτικού του την κοινή αντίληψη («πᾶς παντὶ») που έχει η κοινωνία για τον ρόλο της τιμωρίας στη διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου. Στην αισθητική τού λόγου συμβάλλει και το υπερβατό σχήμα: «ὡς ἐξ ἐπιμελείας καὶ μαθήσεως κτητῆς οὔσης».

Β2. Οι παράγοντες που θα συντελέσουν στην κατάκτηση της πολιτικής αρετής είναι η φροντίδα, η άσκηση και η διδασκαλία, που αποτελούν τις τρεις μορφές αγωγής. Ως βοηθητικά στοιχεία αναφέρονται επιπλέον η νουθεσία και η τιμωρία. Οι μορφές αγωγής αυτές παρατίθενται από το σοφιστή με πολυσύνδετο σχήμα: «... ἐξ ἐπιμελείας καὶ ἀσκήσεως καὶ διδαχῆς...».
Πιο συγκεκριμένα, Η φροντίδα (ἐπιμέλεια) είναι η επιλογή των παιδευτικών / μορφωτικών αγαθών που θα παρασχεθούν. Η άσκηση (ἄσκησις) είναι η εξασφάλιση πραγματικών συνθηκών αγωγής. Αυτό σημαίνει ότι στη διαδικασία της αγωγής είναι σημαντικό να αποκτήσουν οι άνθρωποι με τον εθισμό την προσδοκώμενη από την πολιτεία συμπεριφορά. Η διδασκαλία (διδαχή) είναι η θεωρητική κατάρτιση και η συστηματική παροχή γνώσεων στον μαθητή από τον δάσκαλο, που έχει την ευθύνη καθοδήγησης. Για να είναι, βέβαια, αποτελεσματική η διαδικασία της αγωγής οι παραπάνω μορφές αγωγής χρειάζεται να βρίσκονται σε σχέση αλληλεξάρτησης και συμπληρωματικότητας.
Στις μορφές αγωγής, βέβαια, εντάσσεται και η μίμηση, την οποία σκόπιμα παραλείπει ο Πρωταγόρας, γιατί δεν εξυπηρετεί την επιχειρηματολογία του. Η μίμηση που έχει στόχο ανώτερα πρότυπα είναι θεμιτή. Όταν, όμως, κάποιος μιμείται άκριτα ή αρνητικά πρότυπα, τότε ελλοχεύουν κίνδυνοι τόσο για την ανθρώπινη προσωπικότητα όσο και για το κοινωνικό σύνολο. Επομένως, η αποτελεσματικότητα της μίμησης είναι αμφισβητήσιμη. Ταυτόχρονα, η αναφορά τού σοφιστή στη μίμηση θα ανέτρεπε όλη του τη θεωρία για το «διδακτόν» της αρετής ή θα έστρεφε τη συζήτηση σε θέματα άσχετα ή με χαλαρή σχέση με το βασικό ζητούμενο για το διδακτό της αρετής. Εξάλλου, η αναφορά τού Πρωταγόρα στις τρεις μορφές αγωγής έμμεσα προβάλλει την αναγκαιότητα του καλού δασκάλου, για να αναλάβει την αγωγή του νέου. Ένας τέτοιος δάσκαλος είναι ο Πρωταγόρας, από τον λόγο του οποίου συνάγεται και η αξία του ως παιδαγωγού.
Στη συνέχεια, με τη φράση «Εἰ γὰρ ἐθέλεις ἐννοῆσαι τὸ κολάζειν, ὦ Σώκρατες, τοὺς ἀδικοῦντας τί ποτε δύναται, αὐτό σε διδάξει ὅτι οἵ γε ἄνθρωποι ἡγοῦνται παρασκευαστὸν εἶναι ἀρετὴν» ο σοφιστής εισάγει στον λόγο του δεύτερο συλλογισμό, στον οποίο, αξιοποιώντας την υπό όρους αναγκαιότητα της τιμωρίας, αποδεικνύει το διδακτό της αρετής. Η φράση αυτή αποτελεί την αποδεικτέα θέση, καθώς προβάλλει τον ηθικοπλαστικό / παιδευτικό χαρακτήρα της ποινής ως επιχείρημα απόδειξης για το διδακτό της αρετής. Και πάλι η σχέση του παιδευτικού χαρακτήρα της τιμωρίας και του διδακτού της πολιτικής αρετής συνιστά μεθερμήνευση της κοινής γνώμης για το θέμα από τον Πρωταγόρα («οἵ γε ἄνθρωποι ἡγοῦνται»). Όταν, λοιπόν, η οργανωμένη κοινωνία υιοθετεί την τιμωρία ως μέσο για να αποτρέψει τα μέλη της από μελλοντικές αδικοπραγίες, συγχρόνως αποδέχεται ως προϋπόθεση ότι οι άνθρωποι διαθέτουν εκείνη την ιδιαίτερη ιδιότητα (προδιάθεση) που τους επιτρέπει κάποια στιγμή -με την κατάλληλη νουθεσία, άσκηση και καλλιέργεια - να αναθεωρήσουν και να εναρμονιστούν με το τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται στην ευνομούμενη πολιτεία.

Β3α.                       Α                                                                             Β
μετεῖναι
ετυμολογία
νουθετεῖ
θέμα
ἀλλήλους
αλλόφρων
ἴσασιν
ιστορία
μαθήσεως
μούσα

Β3β.
1. Ο κήπος τού παππού είναι γεμάτος όλων των ειδών φυτά.
2. Οι έγκλειστοι τού Μεσολογγίου προέβαλαν σθεναρή αντίσταση στους πολιορκητές.
3. Το νέο λεξικό τής Ακαδημίας περιλαμβάνει πολλά περισσότερα λήμματα
 από όλα τα προηγούμενα.
4. Η δυναστεία των Παλαιολόγων έμελλε να συνδέσει το όνομά της με την άλωση τής Κωνσταντινούπολης.
5. Για την επισκευή των ζημιών που προκάλεσε ο σεισμός θα ενεργοποιηθεί η κρατική μηχανή.

Β4.
α. Σωστό
β. Λάθος
γ. Λάθος
δ. Σωστό
ε. Σωστό

Γ. Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, η κοινωνία ανέχεται τα φυσικά ελαττώματά τού ανθρώπου Ὅσα γὰρ ἡγοῦνται ἀλλήλους κακὰ ἔχειν ἄνθρωποι φύσει ἢ τύχῃ, … τὰ καλὰ καὶ τἀναντία τούτοις·»). Με την αναφορά στο ζεύγος «φύσει ή τύχῃ» ο Πρωταγόρας δείχνει ότι τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο στη φύση, αλλά προϊόν σκοπιμότητας. Δέχεται, λοιπόν, την ύπαρξη μιας τελεολογικής αρχής στη φύση, ότι όλα δηλαδή γίνονται για να εξυπηρετήσουν κάποιο σκοπό, και προσθέτει τον αστάθμητο παράγοντα του τυχαίου. Πουθενά, όμως, δεν γίνεται λόγος για παρουσία ή παρέμβαση του θείου. Είναι προφανής, λοιπόν, η αποστασιοποίηση του σοφιστή από θεοκρατικές ερμηνείες, σε αντίθεση με τον μύθο, όπου γινόταν αναφορά στη θεϊκή προέλευση της αἰδοῦς και της δίκης.
Με όποιον, λοιπόν, έχει φυσικά ελαττώματα, όπως ασχήμια, μικρό ανάστημα, ασθενικό σώμα οἷον τοὺς αἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖς») κανείς σώφρων άνθρωπος («τίς οὕτως ἀνόητος») δεν οργίζεται ούτε προσπαθεί να τα διορθώσει με συμβουλές, διδασκαλία και τιμωρίες, γιατί δεν εξαρτώνται από τη βούληση και την ευθύνη του ανθρώπου («ἀπό τοῦ αὐτομάτου»). Αντίθετα, οι άνθρωποι νοιώθουν οίκτο και συμπόνια για τη σκληρότητα της φύσης ή της τύχης. Άνθρωποι που έχουν αδικηθεί από τη φύση ως προς την εξωτερική τους εμφάνιση ή την υγεία αξίζουν την κατανόηση, τη συμπαράσταση και τη συμπάθεια των άλλων ανθρώπων.  Είναι χαρακτηριστικό το πολυσύνδετο σχήμα και η κλιμάκωση με την οποία παρουσιάζονται οι αντιδράσεις τού κοινωνικού συνόλου τις οποίες απορρίπτει ο Πρωταγόρας στην περίπτωση των έμφυτων ελαττωμάτων: «οὐδεὶς θυμοῦται οὐδὲ νουθετεῖ οὐδὲ διδάσκει οὐδὲ κολάζει». Μάλιστα, με το σχήμα άρσης-θέσης ο σοφιστής υποστηρίζει ότι στις περιπτώσεις των έμφυτων ελαττωμάτων το κοινωνικό σύνολο εκφράζει οίκτο («…ἀλλ’ ἐλεοῦσι»). Στην αισθητική τού λόγου συμβάλλει και η παρήχηση:«τοὺς αἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖς τὶς οὕτως ἀνόητος ὥστε τι τούτων...» (παρήχ. τού «σ» και τού «τ»), «τὰ καλὰ καὶ τἀναντία»(παρήχ. του α).
Μέσα από την ανάπτυξη των παραπάνω θέσεων αποκαλύπτεται η ανθρωπιστική στάση του Πρωταγόρα, η οποία κρίνεται ιδιαίτερα πρωτοποριακή για την εποχή της. Είναι χαρακτηριστική η ρητορική ερώτηση τού σοφιστή, με την οποία χαρακτηρίζει απερίφραστα ανόητο όποιον αντιδρά αρνητικά στους έχοντες κάποια φυσική μειονεξία: «οἷον τοὺς αἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖς τίς οὕτως ἀνόητος ὥστε τι τούτων ἐπιχειρεῖν ποιεῖν;». Ανάλογη ανθρωπιστική και συγκαταβατική στάση αναφύεται στο δοθέν παράλληλο κείμενο, όπου σκιαγραφείται μια σύγχρονη κοινωνιολογική ματιά στο θέμα των ΑΜΕΑ. Η γράφουσα καταγγέλλει τις κοινωνικές διακρίσεις σε βάρος των ατόμων με αναπηρία («πρέπει να αγωνιζόμαστε διαρκώς για την κατάργηση των διακρίσεων που τοποθετούν τα άτομα με αναπηρίες στο περιθώριο της ζωής») και υπογραμμίζει την κοινή ανθρώπινη ανάγκη τους για αγάπη και αλληλοβοήθεια Τα ΑΜΕΑ μάς χρειάζονται δίπλα τους ως φίλους, συνοδοιπόρους, συνεργάτες. Θέλουν την αγάπη, το σεβασμό, την εκτίμηση που θα δίναμε στο συνάνθρωπό μας»).
Ωστόσο, και στα δύο κείμενα οι θέσεις των εκφραστών τους διέπονται από δεοντολογία. Η συμπονετική στάση που αναφέρει ο Πρωταγόρας στην περίπτωση των έμφυτων ελαττωμάτων («οὐδεὶς θυμοῦται οὐδὲ νουθετεῖ οὐδὲ διδάσκει οὐδὲ κολάζει…ἀλλ’ ἐλεοῦσι») αποδίδει μάλλον περισσότερο ένα ιδανικό, παρά μια πραγματικότητα τής εποχής. Πρόκειται, επομένως, για μια έμμεσα δεοντολογική άποψη, καθώς υπονοεί τον τρόπο με τον οποίο πρέπει –κατά τη γνώμη τού σοφιστή- να αντιμετωπίζονται οι έχοντες μια φυσική καχεξία. Στο παράλληλο κείμενο η δεοντολογία είναι ρητά εκφρασμένη σε αρκετά σημεία («Πρέπει να γίνει κοινή διαπίστωση για όλους μας…», «Επιβάλλεται να προωθηθεί πρέπει να μας παραδειγματίσει…», «Μπορούμε να βοηθήσουμε όλοι…») και καταδεικνύει την προβληματική κοινωνική στάση που εξακολουθεί να υφίσταται απέναντι στα ΑΜΕΑ.
Βέβαια, στο δοθέν παράλληλο κείμενο παρατηρείται μια διαφορά στην προτεινόμενη κοινωνική στάση απέναντι στα ΑΜΕΑ. Με το σχήμα άρσης θέσης η συντάκτρια επισημαίνει ότι η στάση της κοινωνίας απέναντι στα άτομα αυτά δεν πρέπει να στηρίζεται στον οίκτο, όπως αναφέρει ο Πρωταγόρας («ἀλλ’ ἐλεοῦσι»), αλλά στον σεβασμό και στην αναγνώριση της προσωπικότητάς τους («όχι ως δείγμα οίκτου και συμπόνιας, αλλά ως ειλικρινή αποδοχή των δυσκολιών του και ως αναγνώριση των χαρισμάτων του»).

Αδίδακτο Κείμενο


Α. Αν όμως, άνδρες Αθηναίοι, αφήσουμε στην τύχη τους και αυτούς τους ανθρώ­πους (τους Ολυνθίους) και ύστερα αν ο Φίλιππος υποτάξει την Όλυνθο, ας μου πει κάποιος τι θα εμποδίσει τον Φίλιππο να πηγαίνει, όπου θέλει. Άραγε συλλογίζεται κανείς από σας, Αθηναίοι, και εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο ο Φίλιππος έχει γίνει μεγάλος, ενώ στην αρχή ήταν αδύναμος (δεν είχε δύναμη); 

Β. Στο απόσπασμα ο Δημοσθένης τονίζει τον επεκτατισμό τού Φιλίππου. Ισχυρίζεται ότι, αν οι Αθηναίοι αφήσουν τον Φίλιππο να καταλάβει την Όλυνθο, κανείς δεν θα τον εμποδίσει να βαδίσει και εναντίον της Αττικής Εἰ δὲ προησόμεθ', … ὅποι βούλεται»). Γι’αυτό και ο ρήτορας απαριθμεί τις περιοχές που έχει κυριεύσει ο Μακεδόνας βασιλιάς. Συγκεκριμένα, κατέλαβε την Αμφίπολη, την Πύδνα, την Ποτείδαια, τη Μεθώνη, τη Θεσσαλία, τις Φερές τις Παγασές και τη Μαγνησία Τὸ πρῶτον Ἀμφίπολιν λαβών, … Φερᾶς, Παγασᾶς, Μαγνησίαν»). Στη συνέ­χεια εκστράτευσε στη Θράκη όπου άλλους από τους βασιλιάδες εκθρόνισε κι άλλους ενθρόνισε («ᾤχετ' εἰς Θράκην… τῶν βασιλέων»). Όταν βρισκόταν στο στάδιο της ανάρ­ρωσης από την αρρώστιά του, επεχείρησε να εκφοβίσει τους Ολυνθίους με στρα­τιωτική επίδειξη πάλιν ῥᾴσας … Ὀλυνθίοις ἐπεχείρησεν»). Τέλος, ο ρήτορας θυμίζει στους Αθηναίους τις παλιότερες εκστρα­τείες του Φιλίππου εναντίον των Ιλλυριών, των Παιόνων και του Αρύββα Τὰς δ' ἐπ' Ἰλλυριοὺς … παραλείπω στρατείας»). Συνολικά, γίνεται φανερή στο απόσπασμα η προσπάθεια τού Δημοσθένη να θορυβήσει τους Αθηναίους απέναντι στο κίνδυνο τού μακεδονικού επεκτατισμού.

Γ.
καταστρέψεται: κατέστραπται
λογίζεται: λογιοῦνται
ἀπέκλινεν: ἀποκλινοῦμεν
ἐπεχείρησεν: ἐπιχείρει
ἐκβαλών: ἐξεβάλλου                  
Ὄλυνθον: Ὀλύνθῳ                       
τις: τινά /ἄττα
ἄνδρες: (ὦ) ἄνερ
μέγας: μείζονα /μείζω
πάνθ' : πᾶσι

Δ1.  Ἀθηναῖοι: ονοματικός ομοιόπτωτος επιθετικός προσδιορισμός στο «ἄνδρες»
βαδίζειν: έμμεσο αντικείμενο στη μετοχή «κωλῦον», τελικό απαρέμφατο, ετεροπροσωπία
μέγας: κατηγορούμενο στο υποκείμενο «Φίλιππος» μέσω τού συνδετικού ρήματος «γέγονεν»
ὢν: επιρρηματική εναντιωματική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο   «Φίλιππος»∙ λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός τής εναντίωσης στο «γέγονεν».
 Ὀλυνθίοις: αντικείμενο στο ρήμα «ἐπεχείρησεν».

Δ2. «Εἰ δὲ προησόμεθ', ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ τούτους τοὺς ἀνθρώπους εἶτ'  Ὄλυνθον ἐκεῖνος καταστρέψεται, φρασάτω τις ἐμοὶ»:
Υπόθεση: «Εἰ προησόμεθ'(α)» και «(εἰ) καταστρέψεται» (εἰ + οριστική)
Απόδοση: «φρασάτω» (προστακτική)
Είναι ευθύς και σύνθετος υποθετικός λόγος που δηλώνει το πραγματικό.

Μετατροπή σε απλή σκέψη:
Υπόθεση: εἰ + ευκτική: εἰ προησοίμεθα, εἰ καταστρέψοιτο
Απόδοση: δυνητική ευκτική:  φράσαι / φράσειε(ν) ἄν