Γ΄ Λυκείου
Ομάδα
Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών
Γραπτή δοκιμασία στα Αρχαία Ελληνικά
Διδαγμένο κείμενο
Αριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια Β6, 4-10, 16
Ὁμοίως ἡ τοῦ ἵππου ἀρετὴ ἵππον τε σπουδαῖον ποιεῖ καὶ ἀγαθὸν δραμεῖν
καὶ ἐνεγκεῖν τὸν ἐπιβάτην καὶ μεῖναι τοὺς πολεμίους. Εἰ δὴ τοῦτ' ἐπὶ πάντων
οὕτως ἔχει, καὶ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις ἀφ' ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος
γίνεται καὶ ἀφ' ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον ἀποδώσει. Πῶς δὲ τοῦτ' ἔσται,... ὧδ'
ἔσται φανερόν, ἐὰν θεωρήσωμεν ποία
τίς ἐστιν ἡ φύσις αὐτῆς.
Λέγω δὲ
τοῦ μὲν πράγματος μέσον τὸ ἴσον ἀπέχον ἀφ' ἑκατέρου τῶν ἄκρων, ὅπερ ἐστὶν ἓν
καὶ τὸ αὐτὸ πᾶσιν, πρὸς ἡμᾶς δὲ ὃ μήτε πλεονάζει μήτε ἐλλείπει· τοῦτο δ' οὐχ
ἕν, οὐδὲ ταὐτὸν πᾶσιν. Οἷον εἰ τὰ δέκα πολλὰ τὰ δὲ δύο ὀλίγα, τὰ ἓξ μέσα
λαμβάνουσι κατὰ τὸ πρᾶγμα· ἴσῳ γὰρ ὑπερέχει τε καὶ ὑπερέχεται· τοῦτο δὲ μέσον
ἐστὶ κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν ἀναλογίαν. Τὸ δὲ πρὸς ἡμᾶς οὐχ οὕτω ληπτέον· οὐ γὰρ
εἴ τῳ δέκα μναῖ φαγεῖν πολὺ δύο δὲ ὀλίγον, ὁ ἀλείπτης ἓξ μνᾶς προστάξει· ἔστι
γὰρ ἴσως καὶ τοῦτο πολὺ τῷ ληψομένῳ ἢ ὀλίγον· Μίλωνι μὲν γὰρ ὀλίγον, τῷ δὲ
ἀρχομένῳ τῶν γυμνασίων πολύ. Ὁμοίως ἐπὶ δρόμου καὶ πάλης.
|
i. α. Να χαρακτηρίσετε τις ακόλουθες προτάσεις γράφοντας
«Σωστό» ή «Λάθος». Να τεκμηριώσετε κάθε απάντησή σας παραπέμποντας στα
αντίστοιχα χωρία τού κειμένου.
1. Για να επιτύχει ο άνθρωπος τον προορισμό που τού
έχει αποδοθεί από τη φύση, πρέπει να αποκτήσει την αρετή.
2. Ανάμεσα στο 2 και το 10 το αριθμητικό μέσο είναι το
4.
3. Η αρετή σχετίζεται με τα συναισθήματα και τις
πράξεις.
4. Η αρετή τού αλόγου έχει ηθικό περιεχόμενο.
Μονάδες 4
β. Με ποιο παράδειγμα στηρίζει ο Αριστοτέλης τη θέση
του ότι η αρετή είναι «μεσότης πρὸς ἡμᾶς»;
Μονάδες 6
ii. α. «Λέγω δὲ τοῦ … οὐδὲ ταὐτὸν πᾶσιν». Ποια είναι τα κριτήρια προσδιορισμού τής μεσότητας και ποια η μεταξύ τους
σχέση;
Μονάδες 10
β. Στην Εισαγωγή τού σχολικού εγχειριδίου αναφέρεται σχετικά με
την εποχή συγγραφής των Ηθικών
Νικομαχείων: «Ο Αριστοτέλης είναι πια τώρα ένας ώριμος και ήρεμος
στοχαστής. Η συζήτηση μαζί του είναι τώρα ευκολότερη, γιατί και η δική του
στάση απέναντι στις γνώμες των άλλων προσδιορίζεται τώρα από περισσότερη
κατανόηση. Το πράγμα γίνεται φανερό ακόμη και στο ύφος των έργων του αυτής της
περιόδου.» Να επιβεβαιώσετε τη συγκεκριμένη άποψη με αναφορές σε συγκεκριμένα
χωρία τού κειμένου που σάς δόθηκε.
Μονάδες 10
iii. Να γράψετε μία λέξη ή φράση που ανταποκρίνεται στον ορισμό
που σάς δίνεται, σύμφωνα με το περιεχόμενο τής Εισαγωγής τού σχολικού
εγχειριδίου.
α. μητέρα τού Πλάτωνα.
β. μέθοδος τού Πρωταγόρα, την οποία αμφισβητεί ο Σωκράτης λόγω
τής καχυποψίας του προς τον γραπτό λόγο.
γ. σοφιστής, μανιακός με τους ορισμούς των εννοιών.
δ. εξέχων εκπρόσωπος τού Πυθαγορισμού, τον οποίο γνώρισε ο
Πλάτωνας στο πρώτο του ταξίδι στην Κ. Ιταλία.
ε. η αρετή που κατέχουν οι άρχοντες τής ιδεώδους πολιτείας, ώστε
να μπορούν να την καθοδηγούν προς το αγαθόν.
στ. διαστρεβλωμένο απότοκο τής
ιδεώδους πολιτείας.
ζ. βιολογικού περιεχομένου έργο, που συνέγραψε ο Αριστοτέλης,
κατά τη δεύτερη παραμονή του στην Αθήνα.
η. έκδοση που επιμελήθηκε ο Αριστοτέλης κατά τη διδασκαλία του
στον Αλέξανδρο.
θ. είχε τη διεύθυνση τής Ακαδημίας, όταν ο Αριστοτέλης δίδαξε
στο Λύκειον.
ι. ίδρυσε τον «Περίπατον».
Μονάδες
10
iv. «καὶ ἀγαθὸν
δραμεῖν καὶ ἐνεγκεῖν τὸν ἐπιβάτην καὶ μεῖναι τοὺς πολεμίους»: Για κάθε ένα από
τα απαρέμφατα τής φράσης να γράψετε ένα ονοματικό σύνολο που θα περιλαμβάνει
ένα παράγωγό τους. Στη συνέχεια να γράψετε μία περίοδο λόγου στα Νέα Ελληνικά
όπου το επιθετο «ἀγαθός» (σε οποιοδήποτε τύπο) θα χρησιμοποιείται με
διαφορετική σημασία από αυτή τού πρωτότυπου κειμένου.
Μονάδες
10
Β3. Ποιες ομοιότητες εντοπίζετε ανάμεσα στις απόψεις τού
Ισοκράτη σχετικά με τους μορφωμένους ανθρώπους με τις αντίστοιχες τού
Αριστοτέλη περί αρετής;
Αφού αποδοκιμάζω τις
τέχνες, τις γνώσεις και τις άλλες ικανότητες, ποιούς τότε ονομάζω μορφωμένους;
Πρώτα πρώτα αυτούς που χειρίζονται καλά τα ζητήματα που παρουσιάζονται κάθε
μέρα και αυτούς που έχουν σωστή άποψη για τις περιστάσεις και μάλιστα τέτοια που
να μπορεί να βάζει ως στόχο και να πετυχαίνει τις περισσότερες φορές το
συμφέρον. Έπειτα, εκείνους που συμπεριφέρονται κατά τρόπο αρμόζοντα και
δίκαιο σε όσους πλησιάζουν, εκείνους που υπομένουν καλόκαρδα και εύκολα τη
δυσάρεστη και ενοχλητική συμπεριφορά των άλλων, ενώ οι ίδιοι φέρονται προς τους
φίλους τους με τη μεγαλύτερη δυνατή επιείκεια και μετριοπάθεια. Ακόμη,
μορφωμένους θεωρώ εκείνους που πάντοτε κυριαρχούν επί των ηδονών και δεν
λυγίζουν μπροστά στις συμφορές, αλλά τις αντιμετωπίζουν σαν άνδρες και όπως
αξίζει στη φύση μας. Τέταρτον και το σπουδαιότερο, αυτούς που δεν τους χαλούν
οι επιτυχίες μήτε απαρνιούνται τον εαυτό τους μήτε γίνονται υπερόπτες, αλλά
παραμένουν σταθερά άνθρωποι λογικοί και δεν ικανοποιούνται περισσότερο με τα
αγαθά που έχουν χάρη στην εύνοια της τύχης παρά με εκείνα που αποκτούν εξαρχής
χάρη στον χαρακτήρα και τη φρόνησή τους. Για μένα, συνετοί, τέλειοι άνδρες και
προικισμένοι με όλες τις αρετές είναι όσοι προσαρμόζουν τον εσωτερικό τους
κόσμο όχι προς μια μόνο από αυτές τις ικανότητες αλλά προς όλες μαζί.
Ισοκράτους, Παναθηναϊκός, 30-32, Μτφρ. Α.Ι.
Γιαγκόπουλος - Ζ.Ε. Μαλαθούνη.2012. Ισοκράτης,
“Παναθηναϊκός”. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ.
Μονάδες 10
Αδίδακτο κείμενο
Πλάτωνος Γοργίας Β6, 508 a-c
Οι Πυθαγόρειοι και ο Εμπεδοκλής (σοφοί) υποστηρίζουν ότι η
δικαιοσύνη επικρατεί παντού, ενώ ο Καλλικλής πιστεύει ότι παντού υπάρχει
ανισότητα. Ο Σωκράτης αντικρούει την άποψή του.
ἐγὼ μὲν οὖν ταῦτα οὕτω τίθεμαι καί φημι ταῦτα ἀληθῆ
εἶναι∙ εἰ δὲ ἔστιν ἀληθῆ, τὸν βουλόμενον, ὡς ἔοικεν, εὐδαίμονα εἶναι
σωφροσύνην μὲν διωκτέον καὶ ἀσκητέον, ἀκολασίαν δὲ φευκτέον ὡς ἔχει ποδῶν
ἕκαστος ἡμῶν, καὶ παρασκευαστέον μάλιστα μὲν μηδὲν δεῖσθαι τοῦ κολάζεσθαι, ἐὰν
δὲ δεηθῇ ἢ αὐτὸς ἢ ἄλλος τις τῶν οἰκείων, ἢ ἰδιώτης ἢ πόλις, ἐπιθετέον δίκην
καὶ κολαστέον, εἰ μέλλει εὐδαίμων εἶναι. οὗτος ἔμοιγε δοκεῖ ὁ σκοπὸς εἶναι πρὸς
ὃν βλέποντα δεῖ ζῆν, καὶ πάντα εἰς τοῦτο τὰ αὑτοῦ συντείνοντα καὶ τὰ τῆς
πόλεως, ὅπως δικαιοσύνη παρέσται καὶ σωφροσύνη τῷ μακαρίῳ μέλλοντι
ἔσεσθαι, οὕτω πράττειν, οὐκ ἐπιθυμίας ἐῶντα ἀκολάστους εἶναι καὶ ταύτας
ἐπιχειροῦντα πληροῦν, ἀνήνυτον κακόν, λῃστοῦ βίον ζῶντα. οὔτε γὰρ ἂν ἄλλῳ
ἀνθρώπῳ προσφιλὴς ἂν εἴη ὁ τοιοῦτος οὔτε θεῷ∙ κοινωνεῖν γὰρ ἀδύνατος∙ ὅτῳ δὲ μὴ
ἔνι κοινωνία, φιλία οὐκ ἂν εἴη. φασὶ δ' οἱ σοφοί, ὦ Καλλίκλεις, καὶ οὐρανὸν καὶ γῆν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους τὴν κοινωνίαν συνέχειν καὶ
φιλίαν καὶ κοσμιότητα καὶ σωφροσύνην καὶ δικαιότητα, καὶ τὸ ὅλον τοῦτο διὰ
ταῦτα κόσμον καλοῦσιν, ὦ ἑταῖρε, οὐκ ἀκοσμίαν οὐδὲ ἀκολασίαν. σὺ δέ μοι δοκεῖς
οὐ προσέχειν τὸν νοῦν τούτοις, καὶ ταῦτα σοφὸς ὤν, ἀλλὰ λέληθέν σε ὅτι ἡ ἰσότης
ἡ γεωμετρικὴ καὶ ἐν θεοῖς καὶ ἐν ἀνθρώποις μέγα δύναται, σὺ δὲ πλεονεξίαν οἴει
δεῖν ἀσκεῖν∙ γεωμετρίας γὰρ ἀμελεῖς.
i. Να
μεταφράσετε στη νεοελληνική γλώσσα το χωρίο του αδίδακτου κειμένου: «ἐγὼ μὲν οὖν ταῦτα … εἰ μέλλει εὐδαίμων εἶναι».
Μονάδες 10
ii. Ποιο σφάλμα καταλογίζει στον Καλλικλή ο Σωκράτης και γιατί;
Μονάδες 10
iii. α. εἰ δὲ ἔστιν ἀληθῆ, τὸν βουλόμενον, ὡς ἔοικεν,
εὐδαίμονα εἶναι σωφροσύνην μὲν διωκτέον καὶ ἀσκητέον: να εντοπίσετε στο χωρίο δύο επίθετα γ’ κλίσης και να γράψετε
για το καθένα 1) την ίδια πτώση στον άλλο αριθμό, 2) τον αντίστοιχο τύπο στον
υπερθετικό βαθμό, 3) το αντίστοιχο επίρρημα στον θετικό βαθμό.
Μονάδες 6
β. ζῆν, καὶ πάντα εἰς τοῦτο τὰ αὑτοῦ συντείνοντα καὶ τὰ τῆς πόλεως, ὅπως
δικαιοσύνη παρέσται καὶ σωφροσύνη τῷ μακαρίῳ μέλλοντι ἔσεσθαι, οὕτω
πράττειν, οὐκ ἐπιθυμίας ἐῶντα ἀκολάστους εἶναι καὶ ταύτας ἐπιχειροῦντα πληροῦν:
να εντοπίσετε όλους τους συνηρημένους ρηματικούς τού χωρίου και να τους μεταφέρετε
στο β’ πληθυντικό τού παρατατικού ίδιας φωνής.
Μονάδες 4
iv.α. «εἰ δὲ ἔστιν ἀληθῆ, τὸν βουλόμενον, ὡς ἔοικεν,
εὐδαίμονα εἶναι σωφροσύνην μὲν διωκτέον καὶ ἀσκητέον, ἀκολασίαν δὲ
φευκτέον ὡς ἔχει ποδῶν ἕκαστος ἡμῶν»: Να εντοπίσετε στο χωρίο όλα τα ρηματικά επίθετα και να τα
αναγνωρίσετε το είδος τής σύνταξής τους εξηγώντας γιατί επιλέγει αυτή τη
σύνταξη ο γράφων. Έπειτα να τα αναλύσετε σε ισοδύναμες φράσεις.
Μονάδες 6
β. σὺ δέ μοι δοκεῖς οὐ προσέχειν τὸν νοῦν τούτοις, καὶ ταῦτα σοφὸς ὤν, ἀλλὰ
λέληθέν σε ὅτι ἡ ἰσότης ἡ γεωμετρικὴ καὶ ἐν θεοῖς καὶ ἐν ἀνθρώποις μέγα δύναται:
να μεταφέρετε το χωρίο στον πλάγιο λόγο με εξάρτηση Σωκράτης ἔφη….
Μονάδες 4
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Διδαγμένο
κείμενο
i. α. 1. Σωστό : «καὶ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη
ἂν ἡ ἕξις ἀφ' ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται καὶ ἀφ' ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον
ἀποδώσει»
2. Λάθος : «Οἷον εἰ τὰ δέκα πολλὰ τὰ δὲ δύο ὀλίγα, τὰ ἓξ
μέσα λαμβάνουσι κατὰ τὸ πρᾶγμα· ἴσῳ γὰρ ὑπερέχει τε καὶ ὑπερέχεται· τοῦτο δὲ
μέσον ἐστὶ κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν ἀναλογίαν.»
3. Σωστό : «καὶ ἔτι τῷ τὰς μὲν ἐλλείπειν τὰς δ'
ὑπερβάλλειν τοῦ δέοντος ἔν τε τοῖς πάθεσι καὶ ἐν ταῖς πράξεσι, τὴν δ' ἀρετὴν τὸ
μέσον καὶ εὑρίσκειν καὶ αἱρεῖσθαι.»
4. Λάθος : «Ὁμοίως ἡ τοῦ ἵππου ἀρετὴ
ἵππον τε σπουδαῖον ποιεῖ καὶ ἀγαθὸν δραμεῖν καὶ ἐνεγκεῖν τὸν ἐπιβάτην καὶ
μεῖναι τοὺς πολεμίους.»
β. Το παράδειγμα που παρατίθεται στο χωρίο «Τὸ δὲ πρὸς ἡμᾶς οὐχ οὕτω ληπτέον… Ὁμοίως ἐπὶ δρόμου καὶ πάλης»
αντλείται από το χώρο του αθλητισμού και αναφέρεται στο «πρὸς ἡμᾶς» μέσον
(υποκειμενικό). Σύμφωνα
με το εν λόγω παράδειγμα, λοιπόν, εάν τροφή
δέκα μνων θεωρείται πολλή και τροφή δύο μνων λίγη («εἴ τῳ δέκα μναῖ φαγεῖν πολὺ
δύο δὲ ὀλίγον»), δεν
είναι αναγκαίο ο προπονητής να δώσει εντολή σ' όλους τους αθλητές να πάρουν
τροφή έξι μνων, που αποτελεί το αριθμητικό μέσον («οὐ γὰρ ὁ ἀλείπτης ἓξ μνᾶς προστάξει»). Ο προπονητής, αντίθετα, θα προτείνει
διαφορετική ποσότητα τροφής σε καθέναν, αφού η σωματική διάπλαση, το πλήθος
και το είδος των ασκήσεων ποικίλουν και δημιουργούν διαφορετικές διατροφικές
ανάγκες. Έτσι, για κάποιον τροφή έξι μνων είναι λίγη και για κάποιους πολλή («ἔστι
γὰρ ἴσως καὶ τοῦτο πολὺ τῷ ληψομένῳ ἢ ὀλίγον»). Για παράδειγμα, για ένα σαν τον Μίλωνα
θα ήταν λίγη, ενώ για κάποιον αθλητή, που αρχίζει την προπόνηση, θα ήταν πολλή («Μίλωνι
μὲν γὰρ ὀλίγον, τῷ δὲ ἀρχομένῳ τῶν γυμνασίων πολύ»). Φυσικά, αυτό
ισχύει για όλα τα αθλήματα και όλους τους αθλητές («Ὁμοίως ἐπὶ δρόμου καὶ πάλης») και δείχνει το πόσο σχετικό θεωρείται
το μέσον το «προς ἡμᾶς». Με τη φράση «ἐπὶ δρόμου καὶ πάλης» αναφέρονται
συνεκδοχικά οι δρομείς και οι
παλαιστές. Δηλαδή, ο προσδιορισμός του
μέσου σχετίζεται με ποιοτικά κριτήρια και μεταβλητούς παράγοντες, όπως η
σωματική διάπλαση του αθλητή, ο χρόνος εκγύμνασης και το είδος του αθλήματος.
ii. α. . Στην παράγραφο «Ἐν παντὶ δὴ συνεχεῖ … ἀλλὰ τὸ πρὸς ἡμᾶς» ο Αριστοτέλης επιχειρεί να απαντήσει στο
ερώτημα που έθεσε στο τέλος της προηγούμενης ενότητας: «τίς ἐστιν ἡ φύσις τῆς ἀρετῆς;». Χωρίς προειδοποίηση και χωρίς να
αναφέρει τίποτε για τη σχέση της αρετής με τη μεσότητα αρχίζει τη διεξοδική και
άκρως επιστημονική διερεύνηση της έννοιας της μεσότητας. Πιστεύει, λοιπόν, ότι
η αρετή βρίσκεται στο μέσον και ταυτίζεται με την έννοια της μεσότητας.
Εμβαθύνει, έτσι, στο νόημα της μεσότητας και με αναλυτικά και εύστοχα
παραδείγματα προσπαθεί να την κάνει κατανοητή και πρακτικά αξιοποιήσιμη. Η
έννοια του μέσου έχει κεντρική θέση στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Προϋπάρχει στον Πλάτωνα, ο οποίος κάνει λόγο
για το μέτριον και τη συμμετρία με παρόμοια σημασία («ομορφιά και αρετή αναμφίβολα προκαλεί η τήρηση του μέτρου και η σωστή
αναλογία», Φίληβος 64 e). Όμως συστηματική αξιοποίηση και ισχυρή
θεμελίωσή της έννοιας της μεσότητας γίνεται από τον Αριστοτέλη με την αναγωγή της έννοιας της μεσότητας σε γενική
ηθική αρχή.
Το μέσον, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, μπορεί να προσδιοριστεί
με βάση δύο κριτήρια: τα αντικειμενικά και τα υποκειμενικά. Μάλιστα, για
την παρουσίαση των δύο κριτηρίων τής μεσότητας ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί
πολυσύνδετα σχήματα: «ταῦτα ἢ κατ’ αὐτὸ τὸ
πρᾶγμα ἢ πρὸς ἡμᾶς», «μήτε πλεονάζει μήτε ἐλλείπει»
και αντιθέσεις: «Λέγω δὲ τοῦ μὲν πράγματος μέσον
…, πρὸς ἡμᾶς δὲ …», «ἕν ≠ οὐχ ἕν», «τὸ αὐτὸ πᾶσιν ≠ οὐδὲ ταὐτὸν πᾶσιν» .
Αρχικά, σε
σχέση με το ίδιο το πράγμα («κατ' αὐτὸ τὸ πρᾶγμα»), με μέτρο, δηλαδή, το ίδιο το πράγμα
ανεξάρτητα από τη δική μας υποκειμενική προσέγγιση το μέσο προσεγγίζεται με
αντικειμενικά κριτήρια. Θεωρείται αντικειμενικό, γιατί απορρέει από παρατηρήσεις και μετρήσεις («τοῦ μὲν πράγματος μέσον τὸ ἴσον ἀπέχον ἀφ' ἑκατέρου τῶν ἄκρων»), από επιστημονική δηλαδή
γνώση, και γι’ αυτό είναι ένα και αποδεκτό από όλους («ὅπερ
ἐστιν ἕν καὶ τὸ αὐτὸ πᾶσιν»). Πρόκειται, άλλωστε, για το σημείο εκείνο που ισαπέχει από καθένα
από τα δύο άκρα («τὸ ἴσον ἀπέχον ἀφ' ἑκατέρου τῶν ἄκρων»).
Από
την άλλη πλευρά, το μέσο προσεγγίζεται και σε σχέση με τον εαυτό μας («πρὸς ἡμᾶς»), με τον
τρόπο που εμείς ως υποκείμενα προσεγγίζουμε την πραγματικότητα, και, άρα, τα
κριτήρια στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι υποκειμενικά. Είναι εκείνο το
σημείο, όπου για τον καθέναν από μας δεν υπάρχει ούτε υπερβολή ούτε έλλειψη,
αλλά αυτό που μάς ταιριάζει («ὃ μήτε πλεονάζει μήτε ἐλλείπει»). Το μέσον αυτό είναι σχετικό και ο προσδιορισμός του
εξαρτάται από τον ίδιο τον άνθρωπο, ο οποίος με τη χρήση της λογικής μπορεί να
συνεκτιμά διάφορους αστάθμητους και μεταβλητούς παράγοντες, όπως τις ιδιαίτερες
ανάγκες του, τις περιστάσεις, την εποχή, τον τόπο, τα κοινωνικά πρότυπα κτλ.
(«τοῦτο
δ' οὐχ ἕν, οὐδὲ ταὐτὸν πᾶσιν»). Τα ρήματα «πλεονάζει» και «ἐλλείπει» δεν έχουν συγκριτική αλλά απόλυτη σημασία
και αντιστοιχούν στην υπερβολή και στην έλλειψη, οι οποίες θα αναφερθούν στο τέλος της
διδακτικής ενότητας. Είναι
χαρακτηριστική η αντίθεση: «πλεονάζει ≠
ἐλλείπει». Ωστόσο,
είναι απαραίτητο να υπογραμμίσουμε ότι ο υποκειμενικός χαρακτήρας του «πρὸς
ἡμᾶς μέσου» οφείλεται στην αναγκαία δράση του υποκειμένου και ο χαρακτηρισμός
του σχετικού προσδίδεται λόγω της μεταβλητότητας των εκάστοτε συνθηκών. Το
υποκείμενο όμως και οι συνθήκες δεν μπορεί παρά να είναι αντικειμενικά
στοιχεία μιας κοινωνικής πραγματικότητας. Μάλιστα, όπως αναφέρεται στη συνέχεια, υπεισέρχεται το
κριτήριο του «ὀρθοῦ λόγου», της λογικής, και μάλιστα της λογικής του φρόνιμου
ανθρώπου («ἐν μεσότητι
οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ
λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ
φρόνιμος ὁρίσειεν»), η οποία διασφαλίζει την αντικειμενικότητα στον προσδιορισμό
του μέσου.
Επομένως, η διατύπωση «πρὸς ἡμᾶς»
είναι σχετική αλλά όχι σχετικιστική.
β. Ο Αριστοτέλης συνέγραψε τα Ηθικά Νικομάχεια σε ώριμη πια ηλικία, κατά την οποία χαρακτηριζόταν
από ηρεμία, η νηφαλιότητα, η ώριμη σκέψη και η έλλειψη δογματισμού. Η συζήτηση
μαζί του είναι τώρα ευκολότερη, γιατί και η δική του στάση απέναντι στις γνώμες
των άλλων προσδιορίζεται τώρα από περισσότερη κατανόηση. Το πράγμα γίνεται
φανερό ακόμη και στο ύφος των έργων του αυτής της περιόδου.
Η ανωτέρω άποψη επιβεβαιώνεται και
στα δοθέντα αποσπάσματα των Ηθικών
Νικομαχείων. Καταρχάς, η χρήση υποθετικού συλλογισμού, ο οποίος βασίζεται
σε προκείμενες από τις οποίες η μία τουλάχιστον είναι υποθετική πρόταση («Εἰ δὴ τοῦτ' ἐπὶ
πάντων οὕτως ἔχει») προσιδιάζει στο ύφος του επιστημονικού λόγου, γιατί
υποδηλώνει μετριοπάθεια, διαλλακτικότητα και έλλειψη δογματισμού. Άλλωστε, μέσα
στο πλαίσιο της επιστημονικής έρευνας εντάσσεται και η διατύπωση υποθέσεων, οι
οποίες αργότερα επαληθεύονται ή διαψεύδονται. Τη μετριοπάθεια και τη
διαλλακτικότητα υποδηλώνει και η χρήση της δυνητικής ευκτικής στο χωρίο «καὶ ἡ τοῦ
ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις», η οποία δηλώνει
αυτό που είναι δυνατό να γίνει στο παρόν και το μέλλον, δηλαδή το πιθανό και
ενδεχόμενο - όχι το βέβαιο και απόλυτο της
οριστικής.
Και παρακάτω, στον ορισμό τής αρετής, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί την οριστική
του πραγματικού και αποδεδειγμένου για απόψεις που ήδη έχει τεκμηριώσει («ἡ ἀρετή ἐστιν ἕξις»), ενώ για τον
καθορισμό της λογικής από τη φρόνηση χρησιμοποιεί δυνητική ευκτική («ἂν ὁρίσειεν»), γιατί παρουσιάζεται
αναπόδεικτη και μάλιστα στο κρίσιμο σημείο του ορισμού. Εξάλλου, η φρόνηση θα
οριστεί πλήρως στο έκτο βιβλίο των Ηθικών
Νικομαχείων.
Συνολικά, η υποθετική πρόταση αλλά και η δυνητική
ευκτική δίνουν τόνο αντιδογματικό και μετριοπαθή στο λόγο του Αριστοτέλη, προβάλλοντας, έτσι, το
επιστημονικό του ήθος. Ο φιλόσοφος, λοιπόν, δεν έχει διάθεση να επιβάλει τις θέσεις του˙
αντίθετα, φαίνεται να είναι πρόθυμος να τις συζητήσει περαιτέρω, να τις
συμπληρώσει ή ακόμα και να τις αναθεωρήσει.
iii. α. Περικτιόνη
β.
σχολιασμός
ποιητικών κειμένων
γ.
Πρόδικος
δ.
Αρχύτας
ο Ταραντίνος
ε.
σοφία
στ.
τιμοκρατική
πολιτεία
ζ. Περὶ ζῴων γενέσεως
η.
ομηρικά
έπη
θ.
Ξενοκράτης
ι.
Θεόφραστος
iv. δραμεῖν: δρομολόγιο τρένου
ἐνεγκεῖν: φόρτος εργασίας
μεῖναι: υπομονετικός άνθρωπος
Ισχυρίζεται ότι όλοι τον παρεξηγούν, μολονότι οι προθέσεις του είναι
πάντα αγαθές.
Β3. Στο χωρίο «Ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν» ο Αριστοτέλης δίνει τον ορισμό της ηθικής αρετής. Τα στοιχεία που απαρτίζουν αυτή την έννοια εμφαίνουν χαρακτηριστικές ομοιότητες με τις απόψεις τού Ισοκράτη για τους μορφωμένους ανθρώπους.
Πρώτ’ απ’ όλα, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η «ἕξις» είναι το προσεχές γένος της αρετής και δίνει στον όρο ηθικό περιεχόμενο: είναι το μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα που προκύπτει από συνήθεια ή επαναλαμβανόμενη άσκηση. Η ποιότητα, λοιπόν, των έξεων εξαρτάται από την ποιότητα των ενεργειών μας. Κατά συνέπεια, η αρετή δεν είναι έμφυτο χαρακτηριστικό, αλλά προκύπτει μέσα από επίμονες προσπάθειες τού ανθρώπου. Παρόμοια, και ο Ισοκράτης αποδίδει την αρετή στους «μορφωμένους» ανθρώπους, πράγμα που σημαίνει ότι είναι επίκτητο χαρακτηριστικό κι όχι εκ φύσεως δοσμένο ή προϊόν καλοτυχίας («δεν ικανοποιούνται περισσότερο με τα αγαθά που έχουν χάρη στην εύνοια της τύχης παρά με εκείνα που αποκτούν εξαρχής χάρη στον χαρακτήρα και τη φρόνησή τους»). Άλλωστε, η απόκτησή της είναι δύσκολη και προϋποθέτει συστηματική προσπάθεια («που χειρίζονται καλά τα ζητήματα που παρουσιάζονται κάθε μέρα», «εκείνους που υπομένουν καλόκαρδα και εύκολα τη δυσάρεστη και ενοχλητική συμπεριφορά των άλλων», «Ακόμη, μορφωμένους θεωρώ εκείνους που πάντοτε κυριαρχούν επί των ηδονών και δεν λυγίζουν μπροστά στις συμφορές, αλλά τις αντιμετωπίζουν σαν άνδρες»).
Επιπρόσθετα, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η αρετή είναι «ἕξις προαιρετική». «Προαίρεση» σημαίνει ελευθερία επιλογής μετά από ώριμη σκέψη. Ο προαιρετικός χαρακτήρας της αρετής αποτελεί στην ουσία την ειδοποιό διαφορά της έξεως της αρετής από τις υπόλοιπες έξεις. Επανειλημμένα υπογραμμίζεται από τον Αριστοτέλη η σημασία της προαιρέσεως για την ύπαρξη της αρετής. Σε άλλο χωρίο του ίδιου έργου διαβάζουμε τους αναγκαίους όρους, για να χαρακτηριστεί μια πράξη ενάρετη. Ο άνθρωπος πρέπει να έχει συνείδηση της πράξης του (εἰδώς), την ανάλογη προαίρεση (προαιρούμενος), σιγουριά και σταθερότητα στην πραγματοποίηση της (βεβαίως καὶ ἀμετακινήτως). Η έννοια τής συνειδητής επιλογής τής αρετής υπονοείται από τον Ισοκράτη στο χωρίο «που έχουν σωστή άποψη για τις περιστάσεις και μάλιστα τέτοια που να μπορεί να βάζει ως στόχο και να πετυχαίνει τις περισσότερες φορές το συμφέρον», εφόσον αναγνωρίζει στους μορφωμένους τη δυνατότητα να σκέφτονται σωστά και να επιλέγουν τις κατάλληλες πράξεις. Άλλωστε, και ο ρήτορας υπογραμμίζει την ανάγκη σταθερότητας ως προς την επιδίωξη των ενάρετων πράξεων («αυτούς που δεν τους χαλούν οι επιτυχίες μήτε απαρνιούνται τον εαυτό τους μήτε γίνονται υπερόπτες, αλλά παραμένουν σταθερά άνθρωποι λογικοί»).
Συνεχίζοντας τον ορισμό της αρετής, ο Σταγειρίτης την τοποθετεί «ἐν μεσότητι τῇ πρὸς ἡμᾶς». Αφού η αρετή είναι μεσότητα και αφού αυτή σχετίζεται με τον ίδιο τον άνθρωπο και τις επιλογές του, οι οποίες ρυθμίζονται από εξωγενείς και μεταβλητούς παράγοντες, αποδεικνύεται ότι η αρετή αποτελεί μεσότητα που προσδιορίζεται με υποκειμενικά κριτήρια και επιλέγεται με τη λογική. Η μεσότης αυτή βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κακίες· από αυτές, η μία βρίσκεται από την πλευρά της υπερβολής και ξεπερνάει το μέσο και αυτό που πρέπει, ενώ η άλλη βρίσκεται από την πλευρά της έλλειψης, χωρίς να φτάνει στο μέσο και σ' αυτό που πρέπει («Μεσότης δὲ δύο κακιῶν, τῆς μὲν καθ' ὑπερβολὴν τῆς δὲ κατ' ἔλλειψιν· καὶ ἔτι τῷ τὰς μὲν ἐλλείπειν τὰς δ' ὑπερβάλλειν τοῦ δέοντος ἔν τε τοῖς πάθεσι καὶ ἐν ταῖς πράξεσι, τὴν δ' ἀρετὴν τὸ μέσον καὶ εὑρίσκειν καὶ αἱρεῖσθαι»). Έτσι και ο Ισοκράτης υπογραμμίζει τη σημασία τήρησης τού μέτρου («οι ίδιοι φέρονται προς τους φίλους τους με τη μεγαλύτερη δυνατή επιείκεια και μετριοπάθεια») και την παράλληλη αποφυγή των ακροτήτων («μορφωμένους θεωρώ εκείνους που πάντοτε κυριαρχούν επί των ηδονών και δεν λυγίζουν μπροστά στις συμφορές») και ιδίως τής υπερβολής («Τέταρτον και το σπουδαιότερο, αυτούς που δεν τους χαλούν οι επιτυχίες μήτε απαρνιούνται τον εαυτό τους μήτε γίνονται υπερόπτες»). Και, βέβαια, η συμπεριφορά των μορφωμένων ανθρώπων είναι σύμφωνη με το κοινωνικό κριτήριο ορθότητας των πράξεων («εκείνους που συμπεριφέρονται κατά τρόπο αρμόζοντα και δίκαιο σε όσους πλησιάζουν»), όπως κι ο Αριστοτέλης προσδιορίζει τη μεσότητα σε σχέση μ' αυτό που πρέπει («τοῦ δέοντος»).
Μάλιστα, η φρόνηση και η λογική αποτελούν τα αντικειμενικά κριτήρια της ηθικής αρετής («ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν»). Αλλού στα Ηθικά Νικομάχεια διαβάζουμε «ἡ μετὰ τοῦ ὀρθοῦ λόγου ἕξις ἀρετή ἐστιν». Αρχικά, λοιπόν, ο νόμος συνηθίζει τους πολίτες να ενεργούν ενάρετα. Έπειτα, έρχεται η λογική, η φρόνηση, που βοηθεί το νόμο και τελειοποιεί το έργο του. Την αξία τού ορθού λόγου επισημαίνει και ο ρήτορας ως ουσιώδη για τους μορφωμένους ανθρώπους («αλλά παραμένουν σταθερά άνθρωποι λογικοί»).
Τέλος, η αναφορική προσδιοριστική στο «λόγῳ» πρόταση εξηγεί τι σημαίνει ορθότητα στη λογική («ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν»). «Ορθός λόγος είναι ο σύμφωνος με τη φρόνηση», λέει σε κάποιο άλλο σημείο των Ηθικών Νικομαχείων ο Αριστοτέλης. Στο φρόνιμο άνθρωπο ενώνονται και συνυπάρχουν όλες οι αρετές. Όταν υπάρχει η φρόνηση, γράφει αλλού ο Αριστοτέλης, όλες οι αρετές θα υπάρξουν. Οι διάφορες αρετές δείχνουν πώς αντιδρά ο φρόνιμος στις διάφορες περιστάσεις· αν λείψει μία αρετή, αποδιοργανώνεται το όλον. Έτσι, ο ηθικά σπουδαῖος αποτελεί μέτρο σύγκρισης για τους άλλους. Την έννοια τής φρονήσεως δεν παραλείπει να αναφέρει κι ο Ισοκράτης («δεν ικανοποιούνται περισσότερο με τα αγαθά που έχουν χάρη στην εύνοια της τύχης παρά με εκείνα που αποκτούν εξαρχής χάρη στον χαρακτήρα και τη φρόνησή τους»), ο οποίος μάλιστα φαίνεται να συμφωνεί με τον φιλόσοφο ως προς την δυνατότητα τού φρόνιμου ανθρώπου να συνενώνει όλες τις αρετές («Για μένα, συνετοί, τέλειοι άνδρες και προικισμένοι με όλες τις αρετές είναι όσοι προσαρμόζουν τον εσωτερικό τους κόσμο όχι προς μια μόνο από αυτές τις ικανότητες αλλά προς όλες μαζί»).
Και βέβαια, ο χαρακτηρισμός «τέλειοι άνδρες» που αποδίδει ο ρήτορας στους συνετούς ανθρώπους θυμίζει την τελεολογική αντίληψη τού Σταγειρίτη, ο οποίος υποστηρίζει ότι με την απόκτηση τής αρετής ο άνθρωπος γίνεται τέλειος, εκπληρώνοντας, έτσι, τον σκοπό τής ύπαρξής του και το ἔργον του («ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις ἀφ' ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται καὶ ἀφ' ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον ἀποδώσει»), που είναι «ψυχῆς ἐνέργεια κατὰ λόγον ἢ μὴ ἄνευ λόγου».
Συνολικά, η διακειμενική προσέγγιση των δύο αποσπασμάτων αναδεικνύει τις κοινές συνιστώσες των απόψεων περί αρετής των δύο στοχαστών. Η τήρηση τού μέτρου, ο ορθός λόγος και η φρόνηση αποτελούν κοινό τόπο και απηχούν ορισμένες καίριες αξίες τού ελληνικού πνεύματος.
Αδίδακτο
κείμενο
i. Εγώ, λοιπόν, με αυτό τον τρόπο παρουσιάζω αυτά και
ισχυρίζομαι ότι είναι αληθινά. Αν είναι όμως αληθινά, όποιος θέλει να είναι
ευτυχής, όπως φαίνεται, πρέπει να επιδιώκει και να εξασκεί τη σωφροσύνη, ενώ
είναι ανάγκη να φεύγει μακριά από την ακολασία, όπως μπορούν τα πόδια καθενός
από μας, και προπάντων να προετοιμάζεται, ώστε καθόλου να μη χρειάζεται να
τιμωρείται. Εάν όμως χρειαστεί ή αυτός ο ίδιος ή κάποιος άλλος από τους δικούς
του, είτε απλός πολίτης ή πόλη, πρέπει να τού επιβληθεί δικαστική διαδικασία
και να τιμωρηθεί, εάν πρόκειται να ευτυχήσει.
ii. Ο
Σωκράτης θεωρεί την άποψη τού Καλλικλή, ότι παντού υπάρχει ανισότητα,
εσφαλμένη. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι παρά τη σοφία του («καὶ ταῦτα σοφὸς ὤν»), φαίνεται να τού
διαφεύγει ότι η γεωμετρική ισότητα έχει μεγάλη σημασία και για τους θεούς και
για τους ανθρώπους («ἀλλὰ λέληθέν σε ὅτι
ἡ ἰσότης ἡ γεωμετρικὴ καὶ ἐν θεοῖς καὶ ἐν ἀνθρώποις μέγα δύναται»).
Απεναντίας, ο τελευταίος υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι πρέπει να δρουν με
πλεονεξία («σὺ δὲ πλεονεξίαν οἴει δεῖν
ἀσκεῖν»), πράγμα που αντιφάσκει προς τη γεωμετρία που διέπει τον κόσμο («γεωμετρίας γὰρ ἀμελεῖς»). Εξάλλου, και
οι παλαιοί σοφοί, όπως οι Πυθαγόρειοι και ο Εμπεδοκλής, υπογράμμισαν τη σημασία
τής δικαιοσύνης, τής σωφροσύνης και τής φιλίας ως συνεκτικών δυνάμεων των
θεϊκών και ανθρώπινων κοινωνιών («φασὶ δ'
οἱ σοφοί, ὦ Καλλίκλεις, καὶ οὐρανὸν καὶ γῆν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους τὴν κοινωνίαν συνέχειν καὶ
φιλίαν καὶ κοσμιότητα καὶ σωφροσύνην καὶ δικαιότητα»).
Μάλιστα, με τις ευάριθμες αντιθέσεις («σωφροσύνην ≠ ἀκολασίαν», «δικαιότητα ≠
πλεονεξίαν», «κόσμον ≠ἀκοσμίαν») ο Σωκράτης δίνει έμφαση στην απόκλιση τής
άποψης τού Καλλικλή από την ορθή, δίκαιη και γεωμετρικά ισόρροπη τάξη θεϊκών
και ανθρώπινων πραγμάτων.
iii. α. ἀληθῆ: 1) ἀληθές 2) αληθέστατα 3) ἀληθῶς
εὐδαίμονα: 1) εὐδαίμονας 2) εὐδαιμονεστάτους 3) εὐδαιμόνως
β. ζῆν: ἐζῆτε
ἐῶντα: εἰᾶτε
ἐπιχειροῦντα: ἐπεχειρεῖτε
πληροῦν: ἐπληροῦτε
iv.α. διωκτέον,
ἀσκητέον, φευκτέον: Η σύνταξη των ρηματικών επιθέτων είναι απρόσωπη. Στην απρόσωπη
σύνταξη το ρηματικό επίθετο τίθεται σε ουδέτερο γένος ενικού (σπανίως
πληθυντικού) αριθμού και έχει ενεργητική σημασία. Στη σύνταξη αυτή εξαίρεται η
πράξη που πρέπει να γίνει.
Ανάλυση:
διωκτέον: δεῖ διώκειν
ἀσκητέον: δεῖ ἀσκεῖν
φευκτέον: δεῖ φεύγειν
β. Σωκράτης ἔφη ἐκεῖνον
δέ οἷ δοκεῖν οὐ προσέχειν τὸν νοῦν τούτοις, καὶ ταῦτα σοφὸν ὄντα, ἀλλὰ λεληθέναι
ἐκεῖνον ὅτι ἡ ἰσότης ἡ γεωμετρικὴ καὶ ἐν θεοῖς καὶ ἐν ἀνθρώποις μέγα δύναιτο.