Γ΄ Λυκείου Ομάδα
Προσανατολισμού Ανθρωπιστικών Σπουδών
Γραπτή
δοκιμασία στα Αρχαία Ελληνικά
Πλάτωνος Πρωταγόρας 322 Β-
D
Οὕτω δὴ
παρεσκευασμένοι κατ’ ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν·
ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ
δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν
θηρίων πόλεμον ἐνδεής —πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική—
ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις· ὅτ’ οὖν ἁθροισθεῖεν,
ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι
διεφθείροντο. Ζεὺς
οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ
φιλίας συναγωγοί. Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ
ἀνθρώποις∙ «Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; Νενέμηνται
δὲ ὧδε∙ εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί∙ καὶ
δίκην δή καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἤ ἐπὶ πάντας νείμω;» «Ἐπὶ πάντας», ἔφη ὁ Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων∙ οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν∙ καὶ νόμον θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως».
Αριστοτέλους Πολιτικά Α 2
15-16
Φύσει μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν [: την πόλιν]· ὁ δὲ πρῶτος συστήσας μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος. Ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτιστον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ δίκης χείριστον πάντων. Χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα ὅπλα· ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ ἀρετῇ, οἷς ἐπὶ τἀναντία ἔστι χρῆσθαι μάλιστα. Διὸ ἀνοσιώτατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἐδωδὴν χείριστον. Ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν· ἡ γὰρ δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις.
Α1α. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον
αριθμό που αντιστοιχεί σε κάθε μία από τις παρακάτω περιόδους λόγου και δίπλα
σε αυτόν τη λέξη «Σωστό», αν είναι σωστή, ή τη λέξη «Λάθος», αν
είναι λανθασμένη, με βάση το αρχαίο κείμενο, και να τεκμηριώσετε την απάντησή
σας παραθέτοντας τις κατάλληλες λέξεις / φράσεις τού αρχαίου κειμένου:
1. Η ιατρική ανήκει στις
«δημιουργικές τέχνες».
2. Τα θηρία είναι από κάθε άποψη
πιο δυνατά από τους ανθρώπους.
3. Η αἰδώς και η δίκη δόθηκαν σε
όλους, σε αντίθεση με τις τεχνικές δεξιότητες.
4. Η δημιουργία τής πόλεως δεν απαιτεί ανθρώπινη παρέμβαση.
5. Ο άνθρωπος είναι εφοδιασμένος με φυσικά όπλα, τη φρόνηση και
την αρετή.
6. Ο άδικος άνθρωπος γίνεται ακόλαστος.
Μονάδες 6
Α1β. αὐτῶν, οἷς: σε ποιες λέξεις τού αρχαίου
κειμένου αναφέρονται οι αντωνυμίες;
Μονάδες 4
Β1. δημιουργικὴ τέχνη : αφού παρουσιάσετε το περιεχόμενο τού όρου, να εντοπίσετε και να
σχολιάσετε τους χαρακτηρισμούς που τού αποδίδει ο Πρωταγόρας.
Μονάδες 10
Β2. Πώς δημιουργήθηκε η πολιτική κοινωνία, σύμφωνα με τον
Αριστοτέλη; Να συγκρίνετε την άποψή του με την αντίστοιχη τού Πρωταγόρα για το
ίδιο θέμα.
Μονάδες 10
Β3. Σε
καθεμιά από τις παρακάτω θέσεις να αντιστοιχίσετε την ορθή απάντηση.
1.
Οι φύλακες-παντελείς |
α.
είχαν στρατιωτικά και διοικητικά καθήκοντα |
β.
συντηρούσαν τις άλλες δύο τάξεις |
|
γ. φρόντιζαν για
την ευδαιμονία της πόλης. |
|
2.
Το τρίτο στάδιο της αγωγής των φυλάκων περιελάμβανε |
α. γεωμετρία και
φιλοσοφία. |
β.
θέαση του Αγαθού |
|
γ.
γεωμετρία και διαλεκτική |
|
3.
Η αλληγορία του πλοίου: |
α. αφορμάται από την πολιτική
κατάσταση στη Σικελία |
β.
εξαίρει τον ρόλο των δημιουργών. |
|
γ.
υποστηρίζει ότι η πόλη μπορεί να διοικηθεί ορθά μόνο αν φιλοσοφήσουν οι
άρχοντες |
|
4.
Την αρμονία στην ιδεώδη πολιτεία διασφαλίζει: |
α.
σοφία |
β.
δικαιοσύνη |
|
γ.
ανδρεία |
|
5.
Ο χρόνος συγγραφής τής Πολιτείας |
α.
τοποθετείται ύστερα από διάφορες απογοητευτικές εμπειρίες τού Πλάτωνα |
β.
είναι πριν από τον δραματικό της χρόνο |
|
γ.
συνέβη κατά την πρώτη δεκαετία μετά τον θάνατο τού Σωκράτη. |
Μονάδες 10
Β4α. Να
αντιστοιχίσετε στο τετράδιό σας κάθε μία αρχαία ελληνική λέξη της στήλης Α με
την ετυμολογικά συγγενή της νεοελληνική λέξη τής στήλης Β. (Στη στήλη Β
περισσεύουν τρεις λέξεις.)
Στήλη Α Στήλη
Β
ἔχουσα |
συντακτικός |
Ἑρμῆν |
ανακωχή |
συστήσας |
καθηγητής |
δεσμοί |
υπόδημα |
τάξις |
έκσταση |
εἷς |
ένωση |
|
στρατός |
|
δόνηση |
|
διερμηνέας |
Μονάδες 6
Β4β. κόσμοι, δίκη: Να γράψετε τη
σημασία που έχει καθεμιά λέξη στο αρχαίο κείμενο (μονάδες 2) και να
χρησιμοποιήσετε καθεμιά από τις παραπάνω λέξεις σε μία πρόταση ή σε μία περίοδο
λόγου στη νεοελληνική γλώσσα με διαφορετική σημασία από εκείνη που έχουν στο
αρχαίο κείμενο. Οι νεοελληνικές λέξεις πρέπει να είναι στο ίδιο μέρος του λόγου
και μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε οποιονδήποτε γραμματικό τύπο. (μονάδες 2)
Μονάδες 4
Β.5 ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ : Θέογνις απ. 23. στ. 39-52 Kύρνε, κύει πόλις ἥδε (μτφρ.
ΙΝΚ)
Με
τις ελεγείες του ο ποιητής Θέογνις αποτυπώνει το αριστοκρατικό ιδεώδες σχετικά
με το «πῶς δεῖ εἴναι» ο άνθρωπος, καθιστώντας το κοινό κτήμα των Ελλήνων της
εποχής του, λίγο πριν η κοινωνική του ομάδα τεθεί στο περιθώριο των πολιτικών
εξελίξεων. Ο παραινετικός του λόγος έχει σαφή στόχο τη διδασκαλία του Κύρνου,
και κατ' επέκταση του ακροατή ή αναγνώστη.
Eγκυμονεί η πόλη μας,
Kύρνε, και φοβούμαι μη
γεννήσει τον ρυθμιστή-τιμωρό της κακής μας
ύβρης. Oι αστοί συμπολίτες μας διατηρούν ακόμη
τη σωφροσύνη τους, αλλά οι ηγέτες έχουν μπει
στον δρόμο της καταστροφής. Ποτέ ως τώρα, Kύρνε,
δεν ανέτρεψαν την πόλη οι ευγενείς· όταν όμως οι
ανέντιμοι μικροί ασπάζονται το άδικο, διαφθείρουν
τον δήμο, και παραδίδουν το δίκαιο στον άδικο, για
το προσωπικό τους κέρδος και για τη δική τους
πολιτική επιρροή, τότε μην περιμένεις ότι μια τέτοια
πόλη για πολύ θα μείνει ατάραχη ―κι αν ακόμη ούτε
φύλλο δεν κινείται για την ώρα―, όταν ανέντιμοι
άνδρες κάνουν τέτοιες επιλογές, για κέρδη που
ξεπληρώνονται με τη συμφορά του δήμου. Όλα αυτά
οδηγούν σε στάσεις, σε εμφύλιες σφαγές και σε
δικτάτορες· η πόλη μας ποτέ ας μην κάνει
αυτή την επιλογή.
Να συγκρίνετε την άποψη που
διατυπώνει ο Θέογνις για την αρετή σε σχέση με την πόλη με τις αντίστοιχες τού
Πρωταγόρα και Αριστοτέλη διαπιστώνοντας μία βασική ομοιότητα και μία διαφορά.
Μονάδες 10
Γ. Αδίδακτο κείμενο
Ξενοφών, Λακεδαιμονίων
Πολιτεία Χ 95-96
Στη Λακεδαιμονίων Πολιτείαν ο Ξενοφών επαινεί, μεταξύ άλλων, τους
νόμους του Λυκούργου, με βάση τους οποίους η εκπαίδευση των Σπαρτιατών συνέβαλε
στη διαμόρφωση της κατάλληλης αρετής τους. Η σημασία των νόμων επιτονίζεται
συχνά σε αντίθεση προς εκείνους των άλλων Ελλήνων.
Ὥσπερ οὖν [οἱ ἰδιῶται]
τῶν ἰδιωτῶν διαφέρουσιν ἀρετῇ οἱ ἀσκοῦντες τῶν ἀμελούντων, οὕτω καὶ ἡ
Σπάρτη εἰκότως πασῶν τῶν πόλεων ἀρετῇ διαφέρει, μόνη δημοσίᾳ ἐπιτηδεύουσα τὴν καλοκἀγαθίαν. οὐ
γὰρ κἀκεῖνο καλόν, τὸ τῶν ἄλλων πόλεων κολαζουσῶν ἤν τίς τι ἕτερος ἕτερον
ἀδικῇ, ἐκεῖνον* ζημίας μὴ ἐλάττους ἐπιθεῖναι εἴ τις φανερὸς εἴη ἀμελῶν
τοῦ ὡς βέλτιστος εἶναι; ἐνόμιζε γάρ, ὡς ἔοικεν, ὑπὸ μὲν τῶν
ἀνδραποδιζομένων τινὰς ἢ ἀποστερούντων τι ἢ κλεπτόντων τοὺς βλαπτομένους μόνον ἀδικεῖσθαι,
ὑπὸ δὲ τῶν κακῶν καὶ ἀνάνδρων ὅλας τὰς πόλεις προδίδοσθαι. ὥστε εἰκότως ἔμοιγε
δοκεῖ τούτοις μεγίστας ζημίας ἐπιθεῖναι. ἐπέθηκε δὲ καὶ τὴν
ἀνυπόστατον ἀνάγκην ἀσκεῖν ἅπασαν πολιτικὴν ἀρετήν. τοῖς μὲν γὰρ τὰ νόμιμα
ἐκτελοῦσιν ὁμοίως ἅπασι τὴν πόλιν οἰκείαν ἐποίησε, καὶ οὐδὲν ὑπελογίσατο οὔτε
σωμάτων οὔτε χρημάτων ἀσθένειαν· εἰ δέ τις ἀποδειλιάσειε τοῦ τὰ νόμιμα
διαπονεῖσθαι, τοῦτον ἐκεῖνος ἀπέδειξε μηδὲ νομίζεσθαι ἔτι τῶν ὁμοίων
εἶναι. ἀλλὰ γὰρ ὅτι μὲν παλαιότατοι οὗτοι οἱ νόμοι εἰσί, σαφές· ὁ
γὰρ Λυκοῦργος κατὰ τοὺς Ἡρακλείδας λέγεται γενέσθαι· οὕτω δὲ παλαιοὶ ὄντες
ἔτι καὶ νῦν τοῖς ἄλλοις καινότατοί εἰσι· καὶ γὰρ τὸ πάντων θαυμαστότατον
ἐπαινοῦσι μὲν πάντες τὰ τοιαῦτα ἐπιτηδεύματα, μιμεῖσθαι δὲ αὐτὰ οὐδεμία πόλις
ἐθέλει.
*εννοεί τον Λυκούργο
Γ1. Να μεταφράσετε το
απόσπασμα: «εἰ δέ τις ἀποδειλιάσειε… πόλις
ἐθέλει».
Μονάδες 10
Γ2. Ποια σημασία απέδιδε
η Σπάρτη στην αρετή των πολιτών και πώς αντιμετώπιζε όσους απέκλιναν από αυτή;
Μονάδες 10
Γ3α. τὸ τῶν ἄλλων πόλεων κολαζουσῶν ἤν τίς τι ἕτερος ἕτερον
ἀδικῇ, ἐκεῖνον ζημίας μὴ ἐλάττους ἐπιθεῖναι εἴ τις φανερὸς εἴη ἀμελῶν τοῦ ὡς
βέλτιστος εἶναι: να αντικαταστήσετε όλα τα επίθετα τού αποσπάσματος
στους άλλους βαθμούς.
Μονάδες 6
Γ3β. τοῖς μὲν γὰρ τὰ νόμιμα ἐκτελοῦσιν ὁμοίως ἅπασι τὴν πόλιν οἰκείαν
ἐποίησε, καὶ οὐδὲν ὑπελογίσατο οὔτε σωμάτων οὔτε χρημάτων ἀσθένειαν· εἰ δέ τις
ἀποδειλιάσειε τοῦ τὰ νόμιμα διαπονεῖσθαι, τοῦτον ἐκεῖνος ἀπέδειξε μηδὲ
νομίζεσθαι ἔτι τῶν ὁμοίων εἶναι. : να βρείτε τέσσερις τύπους συνηρημένων ρημάτων και να γράψετε το β’
ενικό πρόσωπο του παρατατικού στη φωνή που βρίσκεται ο κάθε τύπος.
Μονάδες
4
Γ4α. Να αναγνωρίσετε
συντακτικά τους όρους: τῶν ἰδιωτῶν,
ἀμελῶν, ἀδικεῖσθαι, τούτοις, τῶν ὁμοίων, ὄντες.
Μονάδες 6
Γ4β. εἰ δέ τις ἀποδειλιάσειε τοῦ τὰ νόμιμα διαπονεῖσθαι,
τοῦτον ἐκεῖνος ἀπέδειξε μηδὲ νομίζεσθαι ἔτι τῶν ὁμοίων εἶναι: να αναγνωρίσετε το είδος τού υποθετικού λόγου (μονάδα 1) και
να τον μετατρέψετε έτσι ώστε να αναφέρεται στο παρόν (μονάδες 3) .
Μονάδες 4
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Α1α.
1. Σωστό: «εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί»
2. Σωστό: «ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι».
3. Σωστό: ««Ἐπὶ πάντας», ἔφη ὁ Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων∙ οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν∙»
4. Λάθος: «ὁ δὲ πρῶτος συστήσας μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος.»
5. Λάθος: «ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ ἀρετῇ, οἷς ἐπὶ τἀναντία ἔστι χρῆσθαι μάλιστα.»
6. Σωστό: «Διὸ ἀνοσιώτατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἐδωδὴν χείριστον».
Α1β. αὐτῶν: αναφέρεται στη φράση «δίκην καὶ αἰδῶ».
οἷς: αναφέρεται στη λέξη «ὅπλα».
Β1. Παρόλο
που η «δημιουργική τέχνη» ήταν σημαντικό εργαλείο για την κάλυψη των βιοτικών
αναγκών («πρὸς μὲν τροφήν ἱκανὴ βοηθὸς
ἦν»), εντούτοις απεδείχθη ατελέσφορη στην πάλη των ανθρώπων με τα θηρία («πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεὴς»).
Είναι χαρακτηριστική στο κείμενο η προσωποποίηση τής «δημιουργικής τέχνης»: «... καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη ... ἱκανὴ
βοηθὸς ἦν, πρὸς δέ ... ἐνδεής».
«Δημιουργική τέχνη» είναι η τέχνη
των δημιουργών, δηλαδή των τεχνιτών. Ο δημιουργός (<δῆμος+ἔργον) είναι
αυτός που παράγει ένα έργο ωφέλιμο στον δήμο, στον λαό (βλ. τάξη των δημιουργών
στην πλατωνική Πολιτεία). Στην
κατηγορία των δημιουργών ανήκαν κατά τους ομηρικούς χρόνους οι μάντεις, οι γιατροί, οι κήρυκες, οι οικοδόμοι
κ.τ.λ. Στην προηγούμενη Διδακτική Ενότητα είχαν χρησιμοποιηθεί με ανάλογη
σημασία οι εκφράσεις ἔντεχνος σοφία σὺν πυρὶ και ἔμπυρος
τέχνη. Καθώς, όμως, στην πορεία του πρωταγόρειου μύθου αναπτύσσεται ο
πολιτισμός της ανθρωπότητας, δεν είναι πλέον αναγκαία η παρουσία της φωτιάς σε
κάθε δραστηριότητα, και έτσι γίνεται κυρίαρχο το δημιουργικό στοιχείο της
ανθρώπινης λογικότητας (δημιουργικὴ τέχνη).
Η « δημιουργική τέχνη» προσέφερε στον άνθρωπο
την περί τὸν βίον σοφίαν ή εὐπορία τοῦ βίου.
Γι’ αυτό ήταν πρός μέν τροφήν ικανή βοηθός, δηλαδή ταυτίζεται με το ζῆν, εξασφαλίζει την επιβίωση. Το ζῆν είναι ζητoύμεvο όλων των ζώων εν
γένει· δεν είναι κάτι που προσιδιάζει αποκλειστικά στην ανθρώπινη φύση. Ο
άνθρωπος έχει ως τέλος της ζωής του, ως ολοκλήρωση της φύσης του, το εὖ ζῆν, την ευδαιμονίαν. Η ευδαιμονία
όμως μόνο στο ευρύτερο πλαίσιο τής πόλεως μπορεί να πραγματωθεί. Η ευπορία δεν ταυτίζεται με την ευδαιμονία.
Είναι
σημαντικό, λοιπόν, να προσέξουμε ότι ο Πλάτων φροντίζει εγκαίρως να
αντιδιαστείλει την ανθρώπινη ευτυχία από μια υλικοτεχνική πρόοδο, από μια άνεση
επιβίωσης. Το πολιτισμικό στάδιο στο οποίο κυριαρχεί η τεχνική (η προμηθεϊκή
περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας) δεν είναι απλώς ποσότητα χρόνου που διανύθηκε
και έληξε. Είναι πρωτίστως μια ποιότητα ζωής, διαρκώς παρούσα ως ευλογία και
κατάρα μαζί. Μπορεί να εξασφαλίσει στον άνθρωπο την επιβίωση και την ευπορία,
μπορεί όμως και να τον εγκλωβίσει σε αυτήν.
Β2. Ο Αριστοτέλης δεν διαφοροποιείται από τη βασική
ιδέα του πρωταγόρειου μύθου: η δημιουργία της πολιτικής κοινωνίας είναι
αποτέλεσμα μιας φυσικής εξελικτικής πορείας, που απέβλεπε τόσο στην επιβίωση
όσο και στην ευτυχία των ανθρώπων· και ουσιαστική, δομική προϋπόθεση για τη
δημιουργία των πόλεων αλλά και την αντοχή τους μέσα στον χρόνο είναι το αίσθημα
του δικαίου και οι θεσμοί εύρεσης και πραγμάτωσής του μέσα στις πόλεις.
Ειδικότερα,
σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, όλοι οι άνθρωποι από τη φύση τους έχουν την τάση να
συμβιώνουν με άλλους ανθρώπους, για να εξασφαλίσουν αρχικά την επιβίωση τους
(«ζῆν») και στη συνέχεια το «εὖ ζῆν» («Φύσει
μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν»). Ο ενστικτώδης χαρακτήρας αυτής της τάσης φαίνεται από
τη χρήση των λέξεων. Η τυποποιημένη δοτική φύσει
δηλώνει συμφωνία ή αιτία (συνώνυμη η έκφραση κατὰ φύσιν).
Σύμφωνο με τη φύση ή οφειλόμενο σε αυτήν είναι ό,τι γίνεται πάντα (ή σχεδόν
πάντα) με τον ίδιο τρόπο και αφορά μια μεγάλη ομάδα ομοειδών όντων ή
φαινομένων: πάντα
τὰ φύσει ἢ αἰεὶ οὕτω γίγνεται
ἢ ὡς ἐπὶ
τὸ πολύ (Φυσικά 198b35-36). Η λέξη «ὁρμή»
στα αριστοτελικά κείμενα παραπέμπει πάντα σε βιολογικές, έμφυτες τάσεις.
Άλλωστε, με τη φράση «ἐν πᾶσι» δηλώνεται η καθολικότητα τού φαινομένου που
ανάγεται στην ανθρώπινη φύση.
Η τάση αυτή, όπως σπεύδει να
διευκρινίσει, δεν περιορίζεται στη συμβίωση σε οποιαδήποτε κοινωνική οντότητα
αλλά «σε μια τέτοια κοινωνία» («ἐπὶ τὴν
τοιαύτην κοινωνίαν») που μπορεί εκ των πραγμάτων να πετύχει το «εὖ ζῆν».
Φυσικά, η «τοιαύτη κοινωνία» δεν είναι άλλη από την πόλη-κράτος, που θεωρείται το απόγειο των κοινωνικών σχηματισμών
και η κορύφωση της εξελικτικής διαδικασίας, αφού εξασφαλίζει στους πολίτες της
την ύψιστη αυτάρκεια.
Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η κοινωνία των
ανθρώπων υφίσταται όχι μόνο λόγω της χρησιμότητάς της. Η
έννοια της συμβίωσης, κατά τον Αριστοτέλη, δεν περιορίζεται μόνο στο επίπεδο
του συμφέροντος που εξυπηρετείται από τη συλλογική προσπάθεια, αλλά
επεκτείνεται στο επίπεδο της έμφυτης επιθυμίας του ανθρώπου να επικοινωνήσει ως
ψυχική οντότητα με τους άλλους ανθρώπους, να εκφράσει τα συναισθήματα του και
να γίνει δέκτης των συναισθημάτων των άλλων. Δεν είναι τυχαίες οι αναφορές του:
για «κοινωνία φίλων» («καὶ ὡς φίλοι κοινωνοῦσιν»). Ακόμη, αναφέρει ότι «και όταν ακόμη οι άνθρωποι δε χρειάζονται ο ένας
τη βοήθεια του άλλου, δε λιγοστεύει με κανέναν τρόπο η επιθυμία τους να
συμβιώνουν» («καὶ μηδὲν δεόμενοι τῆς παρ’
ἀλλήλων βοηθείας οὐκ ἔλαττον ὀρέγονται τοῦ συζῆν»).
Κατά τον Αριστοτέλη, λοιπόν, τόσο η κοινωνικότητα του ανθρώπου όσο
και η σύσταση της πόλεως ανάγονται στη φύση, είναι φυσικά
φαινόμενα. Παρόμοια, η φράση «ἐζήτουν δὴ
ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις˙» τού πρωταγόρειου μύθου θα
μπορούσε να θεωρηθεί προδιατύπωση τής άποψης τού Αριστοτέλη ότι ο άνθρωπος
είναι «φύσει ζῷον πολιτικόν». Υπ’ αυτή την
οπτική, η δημιουργία τής πολιτικής κοινωνίας είναι αποτέλεσμα φυσικής
εξελικτικής πορείας. Ωστόσο,
ο Πρωταγόρας διαφοροποιείται από τον Αριστοτέλη στο ότι παρουσιάζει τη διάθεση
των ανθρώπων να συγκροτήσουν κοινωνίες ως απότοκο τής εξωτερικής ανάγκης
προστασίας από τα άγρια θηρία («ἀπώλλυντο οὖν
ὑπὸ τῶν θηρίων … κτίζοντες πόλεις·»). Συνεπώς, η τάση κοινωνικής συνύπαρξης δεν εκδηλώνεται από εσωτερική αναγκαιότητα
του ανθρώπου, αλλά από την εξωτερική αναγκαιότητα που επιβάλλει η φυσική
υπεροχή των άγριων θηρίων. Αντίθετα, ο Αριστοτέλης τονίζει ότι πρόκειται για
«ὁρμή», δηλαδή ψυχόρμητη τάση, προϊόν εσωτερικής αναγκαιότητας.
Οπωσδήποτε και
οι δύο στοχαστές συμφωνούν ότι ο ανθρώπινος βίος εκτός πόλεων καθίσταται
αδύνατος. Εφόσον, μάλιστα, στον πρωταγόρειο μύθο η πόλις εκφράζει το ανώτερο
στάδιο τού πολιτισμού (αυτό που εκπροσωπεί ο Δίας), γίνεται τεκμαρτό ότι ο
σοφιστής συμφωνεί με τον Σταγειρίτη ότι η πόλις είναι προϋπόθεση όχι μόνο για
το ζῆν, αλλά και για το εὖ ζῆν.
Β3.
1-γ
2-β
3-γ
4-β
5-α
Β4α.
ἔχουσα |
ανακωχή
|
Ἑρμῆν |
διερμηνέας |
συστήσας |
έκσταση
|
δεσμοί |
υπόδημα |
τάξις |
συντακτικός |
εἷς |
ένωση |
Β4β. κόσμοι = τάξη, αρμονία
Όλος ο
κόσμος γνωρίζει πλέον το ποιόν τού διεφθαρμένου πολιτικού.
δίκη = έμφυτη αντίληψη για το ορθό, το
νόμιμο, το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Η πολύκροτη
δίκη τής εγκληματικής οργάνωσης διεξήχθη επιτέλους χθες, ύστερα από διαδοχικές
αναβολές.
Β.5
Τα δοθέντα πρωτότυπα κείμενα
εκφράζουν τις απόψεις δύο διαφορετικών στοχαστών για την ύψιστη σημασία τής
ηθικής για τον πολιτικό βίο των ανθρώπων. Οι θέσεις τους παρουσιάζουν αναλογίες
με τις ιδέες που αναφύονται μέσα από το ποίημα τού Θέογνη.
Ειδικότερα, τόσο ο Πρωταγόρας όσο και ο Αριστοτέλης
υπογραμμίζουν την αξία τής δικαιοσύνης ως προϋπόθεσης για τη συγκρότηση και την
επιβίωση των πολιτικών κοινωνιών. Ο Πρωταγόρας,
από τη μία, αναφέρει ότι χωρίς την πολιτική αρετή οι ανθρώπινες κοινωνίες
οδηγούνταν σε διάλυση («ἠδίκουν ἀλλήλους … σκεδαννύμενοι
διεφθείροντο»). Γι’ αυτό
υπογραμμίζει την αναγκαιότητα καθολικής συμμετοχής στην αἰδῶ και τη δίκην («Ἐπὶ πάντας», ἔφη ὁ Ζεύς, … ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν), που εγγυώνται την αρμονία και
ευημερία τής κοινωνίας («ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί»). Παρόμοια, ο Αριστοτέλης ακολουθεί
εκ τού αντιθέτου απόδειξη για τη σημασία τής δικαιοσύνης ως συστατικού
στοιχείου τής πόλης. Ο άδικος άνθρωπος χαρακτηρίζεται με σωρεία αρνητικών
προσδιορισμών, σε υπερθετικό, μάλιστα, βαθμό («ἀνοσιώτατον», «ἀγριώτατον», «χείριστον»), αφού διασαλεύει τη
θεμελιώδη αρχή επιβίωσης της πολιτικής κοινωνίας. Η δικαιοσύνη βάζει τάξη, συγκροτεί και
συγκρατεί την οργάνωση και επιτρέπει την εμφάνιση και την επιβίωση της
κοινωνίας. Είναι συστατικό της πόλης στοιχείο, γιατί, αν λείπει, τη θέση της
τάξης παίρνει το χάος και η διάλυση
(«Ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν· ἡ γὰρ δίκη
πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις»). Στην
ίδια γραμμή σκέψης κινείται και ο Θέογνις, ο οποίος τονίζει τις επιπτώσεις τής
αδικίας στην πολιτική ζωή. Εφόσον οι πολίτες διαστρέφουν τις ηθικές αξίες («παραδίδουν το δίκαιο στον άδικο»), η
κοινωνία στο σύνολό της κινδυνεύει με ρήξη των συλλογικών δεσμών, συγκρούσεις
και εν γένει καταστροφή («τότε μην περιμένεις ότι μια τέτοια πόλη για πολύ θα μείνει ατάραχη», «Όλα αυτά
οδηγούν σε στάσεις, σε εμφύλιες σφαγές και σε δικτάτορες·»). Η αγριότητα και ο πρωτογονισμός δίνουν τη θέση τους στην
κοινωνική ειρήνη θυμίζοντας τις ακρότητες που αναφέρει) ο Αριστοτέλης για τον
κακό άνθρωπο («Χαλεπωτάτη
γὰρ ἀδικία ἔχουσα ὅπλα»). Ο
ποιητής εκφράζει τον φόβο ότι αυτή η ηθική εκτροπή μπορεί να επιφέρει δίκαιη
τιμωρία («φοβούμαι μη γεννήσει τον ρυθμιστή-τιμωρό
της κακής μας ύβρης.»).
Άλλωστε, και κατά τον Πρωταγόρα
όποιος δε συμμορφώνεται προς αυτές τις ηθικές συνιστώσες τού συλλογικού βίου
βρίσκεται αντιμέτωπος με βαρύτατες ποινές («καὶ νόμον θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ
δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως»).
Μία διαφορά που διαπιστώνεται ανάμεσα στα
συγκρινόμενα κείμενα σχετίζεται με τη σχέση τής αρετής - δικαιοσύνης με τη
φύση. Κατά τον Πρωταγόρα, η πολιτική αρετή δεν είναι έμφυτη. Ο θεός προσέφερε την
«αἰδῶ» και τη «δίκην» στους ανθρώπους μετά
την εμφάνιση τους στη γη (a posteriori). Κατά συνέπεια, η πολιτική αρετή, η εὐβουλία,
έχει δοθεί ως δυνατότητα στους ανθρώπους που, για να την ασκήσουν με τον
καλύτερο τρόπο, πρέπει να την αναζητήσουν και να τη διδαχθούν. Κατά συνέπεια,
όπως διαφαίνεται στον μύθο, η αἰδώς και
η δίκη δίνονται εκ φύσεως σε όλους τους
ανθρώπους ως ενδιάθετες προϋποθέσεις για την κατάκτηση της
πολιτικής αρετής (προδιάθεση). Ωστόσο, οι άνθρωποι, ο καθένας
ξεχωριστά και μαζί όλη η κοινωνία, πρέπει να θελήσουν να τις ασκήσουν· για τον
σκοπό αυτό μπορεί να βοηθήσει και η συστηματική εκπαίδευση, η διδαχή. Εξάλλου, το θέσπισμα τού Δία («νόμον γε θὲς παρ' ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν
κτείνειν ὡς νόσον πόλεως») επιβάλλεται σε όποιον αμέλησε να καλλιεργήσει τα
συστατικά τής πολιτικής αρετής. Ο Αριστοτέλης φαίνεται να συμφωνεί με αυτή την
άποψη περί αρετής. Η φράση φύεται ἀρετῇ
δεν σημαίνει ότι η αρετή είναι έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά ότι ο άνθρωπος έχει τη
δυνατότητα και τις προϋποθέσεις να την αποκτήσει, ίσως και έχει μια έμφυτη τάση
προς αυτήν. Ο Θέογνις, από την άλλη, στην ελεγεία του εκφράζει ένα
αριστοκρατικό ιδεώδες περί αρετής. «Oι αστοί συμπολίτες μας
διατηρούν ακόμη τη σωφροσύνη τους», λέει ο ποιητής, εννοώντας προφανώς όσους
έχουν κληρονομημένη την αρετή εκ καταγωγής. Μάλιστα, οι ευγενείς, όσοι έχουν
φυάν, είναι δηλαδή φορείς τού δώρου τής φύσης, δεν θα έκαναν ποτέ αδικίες, αφού
κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο στη φύση τους («Ποτέ
ως τώρα, Kύρνε, δεν ανέτρεψαν την πόλη οι ευγενείς»). Γι΄ αυτό ο ποιητής
συνδέει την αδικία των πολιτών με την ταπεινή τους καταγωγή («όταν όμως οι ανέντιμοι μικροί ασπάζονται
το άδικο, διαφθείρουν τον δήμο»).
Συνολικά, η σύγκριση των
δοθέντων αποσπασμάτων αναδεικνύει μία ομοιότητα και μία διαφορά μεταξύ τους.
Και οι τρεις συγγραφείς εξαίρουν τη σημασία τής δικαιοσύνης για την πολιτική
οργάνωση και ευημερία. Όμως διαφωνούν ως προς τη φύση τής αρετής, εφόσον ο
Πρωταγόρας και ο Αριστοτέλης απορρίπτουν την αριστοκρατική αντίληψη τού Θέογνη,
σύμφωνα με την οποία η αρετή δίνεται τελεσίδικα ή όχι στον άνθρωπο από τη
γέννησή του.
Γ1. Εάν όμως κάποιος από δειλία δεν εκτελεί τις νομιμες
υποχρεώσεις του, εκείνος έδειξε ότι αυτός δεν θεωρείται πια ότι συγκαταλέγεται
μεταξύ των ομοίων του. Είναι, βέβαια, σαφές ότι αυτοί οι νόμοι είναι πολύ
παλιοί. Άλλωστε, ο Λυκούργος λέγεται ότι κατάγεται από τους Ηρακλείδες. Όμως,
παρόλο που είναι τόσο παλιοί, ακόμη και σήμερα είναι πολύ καινοτόμοι για τους
άλλους. Το πιο αξιοπερίεργο, πράγματι, όλοι επαινούν τέτοιου είδους συνήθειες,
αλλά καμμία πόλη δεν θέλει να τις μιμηθεί.
Γ2. Στο δοθέν απόσπασμα ο Ξενοφών εξαίρει τη
σημασία που απέδιδαν οι Σπαρτιάτες στην δημόσια εκδήλωση τής αρετής των πολιτών
(οὕτω καὶ ἡ Σπάρτη εἰκότως πασῶν τῶν πόλεων ἀρετῇ
διαφέρει, μόνη δημοσίᾳ ἐπιτηδεύουσα τὴν καλοκἀγαθίαν), γεγονός που διακρίνει τη Σπάρτη από άλλες πόλεις. Για τον
λόγο αυτό, για όσους δεν προσπαθούν φανερά να είναι άριστοι πολίτες, ο
Λυκούργος θέσπισε ποινές εξίσου αυστηρές με εκείνες που επιβάλλονται σε
περιπτώσεις αδικίας (οὐ γὰρ κἀκεῖνο
καλόν, τὸ τῶν ἄλλων πόλεων κολαζουσῶν ἤν τίς τι ἕτερος ἕτερον ἀδικῇ, ἐκεῖνον
ζημίας μὴ ἐλάττους ἐπιθεῖναι εἴ τις φανερὸς εἴη ἀμελῶν τοῦ ὡς βέλτιστος εἶναι;). Θεωρούσε,
μάλιστα, ότι σε περιπτώσεις έμπρακτων παραβιάσεων των νόμων βλάπτεται μόνο
όποιος υφίσταται την αδικία, ενώ οι επιπτώσεις από την ύπαρξη ανήθικων πολιτών
βαραίνουν την πόλη στο σύνολό της (ἐνόμιζε
γάρ, ὡς ἔοικεν, ὑπὸ μὲν τῶν ἀνδραποδιζομένων τινὰς ἢ ἀποστερούντων τι ἢ
κλεπτόντων τοὺς βλαπτομένους μόνον ἀδικεῖσθαι, ὑπὸ δὲ τῶν κακῶν καὶ ἀνάνδρων
ὅλας τὰς πόλεις προδίδοσθαι). Γι’ αυτό και όποιος δεν ανταποκρινόταν στο
πρότυπο τού ενάρετου πολίτη δεν θεωρούνταν ισότιμος με τους υπόλοιπους (εἰ δέ τις ἀποδειλιάσειε τοῦ τὰ νόμιμα
διαπονεῖσθαι, τοῦτον ἐκεῖνος ἀπέδειξε μηδὲ νομίζεσθαι ἔτι τῶν ὁμοίων εἶναι),
έστω κι αν προέβαλλε δικαιολογίες για την κακή του διαγωγή (καὶ οὐδὲν ὑπελογίσατο οὔτε σωμάτων οὔτε χρημάτων ἀσθένειαν·).
Συνολικά, γίνεται πρόδηλη η προσπάθεια τού Ξενοφώντα στο δοθέν απόσπασμα να
εξάρει το ηθοπλαστικό περιεχόμενο τής νομοθεσίας τού Λυκούργου.
Γ3α.
ἐλάττους: μικράς (θετικός), ἐλαχίστας (υπερθετικός)
φανερὸς: φανερώτερος, φανερώτατος
βέλτιστος: ἀγαθός (θετικός), βελτίων (συγκριτικός)
Γ3β.
ἐκτελοῦσιν : ἐξετέλεις
ἐποίησε : ἐποίεις
ἀποδειλιάσειε: ἀπεδειλίας
διαπονεῖσθαι: διεπονοῦ
Γ4α. τῶν ἰδιωτῶν: αντικείμενο στο ρήμα «διαφέρουσιν».
ἀμελῶν: κατηγορηματική μετοχή,
που εξαρτάται από την περίφραση «φανερὸς εἴη» (έχει σημασία συνδετικού
ρήματος) και αναφέρεται στο υποκείμενο (τις)· λειτουργεί ως κατηγορούμενο στο
υποκείμενο.
ἀδικεῖσθαι: ειδικό απαρέμφατο, που
λειτουργεί ως αντικείμενο στο δοξαστικό ρήμα «ἐνόμιζε», ετεροπροσωπία.
τούτοις: έμμεσο αντικείμενο στο «ἐπιθεῖναι».
τῶν ὁμοίων: γενική κατηγορηματική
διαιρετική στο «τοῦτον» μέσω τού
απαρεμφάτου «εἶναι».
ὄντες: επιρρηματική
εναντιωματική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο, λειτουργεί ως επιρρηματικός
προσδιορισμός τής εναντίωσης στο ρήμα «εἰσι».
Γ4β. Η υπόθεση τού
υποθετικού λόγου («εἰ δέ τις
ἀποδειλιάσειε τοῦ τὰ νόμιμα διαπονεῖσθαι») εισάγεται με τον σύνδεσμο εἰ και
εκφέρεται με ευκτική (ἀποδειλιάσειε). Η απόδοση (τοῦτον ἐκεῖνος ἀπέδειξε μηδὲ νομίζεσθαι ἔτι τῶν ὁμοίων εἶναι)
εκφέρεται με οριστική αορίστου (ἀπέδειξε).
Δηλώνεται η αόριστη επάναληψη στο παρελθόν.
Για την αόριστη επανάληψη στο παρόν η υπόθεση θα λάβει τη
μορφή «ἐάν /ἄν / ἤν + υποτακτική» και η απόδοση «οριστική ενεστώτα». Έτσι, ο
υποθετικός λόγος θα γίνει: ἐὰν δέ τις ἀποδειλιάσῃ τοῦ τὰ νόμιμα διαπονεῖσθαι,
τοῦτον ἐκεῖνος ἀποδείκνυσι μηδὲ νομίζεσθαι ἔτι τῶν ὁμοίων εἶναι.