ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ

 


Α. Διδαγμένο κείμενο

 

1ο απόσπασμα: Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια, Β1 5-6. Β6 11-13

Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν· οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν, ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν, καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. Ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται, ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη· ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί. Ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες· ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται, ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί. Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί.

Οἷον καὶ φοβηθῆναι καὶ θαρρῆσαι καὶ ἐπιθυμῆσαι καὶ ὀργισθῆναι καὶ ἐλεῆσαι καὶ ὅλως ἡσθῆναι καὶ λυπηθῆναι ἔστι καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον, καὶ ἀμφότερα οὐκ εὖ· τὸ δ' ὅτε δεῖ καὶ ἐφ' οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ, μέσον τε καὶ ἄριστον, ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς. Ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τὰς πράξεις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον. Ἡ δ' ἀρετὴ περὶ πάθη καὶ πράξεις ἐστίν, ἐν οἷς ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἁμαρτάνεται καὶ ψέγεται καὶ ἡ ἔλλειψις, τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται· ταῦτα δ' ἄμφω τῆς ἀρετῆς. Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου.

 

2ο απόσπασμα: Αριστοτέλους Πολιτικά, Γ 6. 3-4, 1281a39-b10.

ὅτι δὲ δεῖ κύριον εἶναι μᾶλλον τὸ πλῆθος ἢ τοὺς ἀρίστους μὲν ὀλίγους δέ, δόξειεν ἂν λέγεσθαι καί τιν’ ἔχειν ἀπορίαν τάχα δὲ κἂν ἀλήθειαν. Τοὺς γὰρ πολλούς, ὧν ἕκαστός ἐστιν οὐ σπουδαῖος ἀνήρ, ὅμως ἐνδέχεται συνελθόντας εἶναι βελτίους ἐκείνων, οὐχ ὡς ἕκαστον ἀλλ’ ὡς σύμπαντας, οἷον τὰ συμφορητὰ δεῖπνα τῶν ἐκ μιᾶς δαπάνης χορηγηθέντων· πολλῶν γὰρ ὄντων ἕκαστον μόριον ἔχειν ἀρετῆς καὶ φρονήσεως, καὶ γίνεσθαι συνελθόντων, ὥσπερ ἕνα ἄνθρωπον τὸ πλῆθος, πολύποδα καὶ πολύχειρα καὶ πολλὰς ἔχοντ’ αἰσθήσεις, οὕτω καὶ περὶ τὰ ἤθη καὶ τὴν διάνοιαν. Διὸ καὶ κρίνουσιν ἄμεινον οἱ πολλοὶ καὶ τὰ τῆς μουσικῆς ἔργα καὶ τὰ τῶν ποιητῶν· ἄλλοι γὰρ ἄλλο τι μόριον, πάντα δὲ πάντες.

 

Α1α.  Να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό που αντιστοιχεί σε κάθε μία από τις παρακάτω περιόδους λόγου και δίπλα σε αυτόν τη λέξη «Σωστό», αν είναι σωστή, ή τη λέξη «Λάθος», αν είναι λανθασμένη, με βάση το αρχαίο κείμενο. Για κάθε μία από τις παραπάνω απαντήσεις να γράψετε στο τετράδιό σας το κομμάτι του αρχαίου κειμένου που την επιβεβαιώνει (μονάδες 8).

1. Κάθε νομοθέτης έχει και διαφορετική επιδίωξη μέσα στην πόλη.

2. Η απόκτηση μιας τέχνης απαιτεί διδασκαλία.

3. Η έλλειψη ως κοινωνική συμπεριφορά κατακρίνεται.

4. Το πλήθος μπορεί να κρίνει μόνο έργα για τα οποία τα μέλη του διαθέτουν ειδικές γνώσεις.

 

Α1β. αὐτὸ, ἀμφότερα: σε ποιες λέξεις/ φράσεις τού αρχαίου κειμένου αναφέρεται κάθε αντωνυμία; ονάδες 2)

 Μονάδες 10

Β1. Να εντοπίσετε και να σχολιάσετε τρία σημεία των αποσπασμάτων που δηλώνουν την κοινωνικοπολιτική διάσταση τής αρετής (ένα σε κάθε παράγραφο) καθώς και τρεις εκφραστικές επιλογές με τις οποίες ο φιλόσοφος εκφράζει αυτή τη διάσταση.

Μονάδες 10

 

Β2. ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ : Ηροδότου Ιστορίη, VII104

(μετάφραση Hλίας Σ. Σπυρόπουλος)

 

Ο Δημάρατος ήταν πρώην βασιλιάς της Σπάρτης (510-491 π.Χ.)· διαφώνησε με τον συμβασιλέα του Κλεομένη, εκθρονίστηκε και κατέφυγε στην αυλή του Δαρείου, του οποίου έγινε σύμβουλος. Με την ιδιότητα αυτή ακολούθησε τον Ξέρξη στην εκστρατεία του. Στο δοθέν απόσπασμα ο Δημάρατος απαντά στο ερώτημα τού Ξέρξη, αν θα τολμήσουν οι Έλληνες να αντισταθούν.

 

Σ' αυτά αποκρίθηκε ο Δημάρατος: «Bασιλιά μου, ήξερα απ' την αρχή πως με τη γλώσσα της αλήθειας δε θα σ' ευχαριστούσα. (…) Tώρα, εγώ δεν ισχυρίζομαι ότι μπορώ να χτυπηθώ ούτε με δέκα άντρες ούτε με δυο, κι όσο είναι στο χέρι μου ούτε καν θα μονομαχούσα. Αν όμως το έφερνε η ανάγκη ή είχε κάπως μεγάλη σημασία το τι διακυβεύεται στον αγώνα, με την πιο μεγάλη ευχαρίστηση θα ερχόμουν στα χέρια μ' έναν απ' αυτούς τους άντρες που λένε πως ο καθένας τους αξίζει για τρεις Έλληνες[1]. Tο ίδιο και οι Λακεδαιμόνιοι· πολεμώντας ένας προς ένα δεν είναι κατώτεροι από οποιονδήποτε πολεμιστή, πολεμώντας όμως όλοι τους μαζί είναι οι πιο αντρειωμένοι του κόσμου. Γιατί είναι βέβαια ελεύθεροι, όμως η ελευθερία τους δεν είναι απόλυτη· γιατί πάνω τους στέκεται δυνάστης ο νόμος, που τον τρέμουν πολύ περισσότερο απ' ό,τι οι δικοί σου εσένα. Εκτελούν λοιπόν ό,τι τους προστάζει αυτός· και τους δίνει πάντοτε την ίδια προσταγή, απαγορεύοντάς τους να υποχωρούν στη μάχη μπροστά σε πλήθος ανθρώπων, όσο μεγάλο κι αν είναι αυτό, αλλά να μένουν στις γραμμές τους και να ζητούν ή τη νίκη ή τη θανή. Tώρα, αν μιλώντας έτσι σου δίνω την εντύπωση ότι φλυαρώ, ε λοιπόν, από δω και πέρα δε θέλω ν' ανοίξω το στόμα μου· αλλά τώρα εξαναγκάστηκα να μιλήσω. Οπωσδήποτε, ας έρθουν τα πράγματα όπως τα θέλει η καρδιά σου, βασιλιά μου».

 

Να συγκρίνετε τα γνωρίσματα τής πολεμικής αρετής των Λακεδαιμονίων, όπως τα παρουσιάζει ο Δημάρατος, με όσα εκθέτει ο Αριστοτέλης για τη σχέση νόμου- αρετής (1ο απόσπασμα) καθώς για τις δυνατότητες τού πλήθους (2ο απόσπασμα).

 Μονάδες 10

 

Β3. Να συνδέσετε καθεμία από τις φράσεις της στήλης Α με μία φράση της στήλης Β, ώστε να συμπληρώνεται ορθά το νόημά της. Τρεις φράσεις της στήλης Β περισσεύουν.

Α

Β

1.    O ίδιος ο Σωκράτης ονόμαζε την εξαγωγή της σωκρατικής άποψης από τον αντίπαλο συνομιλητή

2.    Ο Πρωταγόρας στη δική του εκδοχή του προμηθεϊκού μύθου τονίζει την

3.    Οι δημιουργοί στην πλατωνική Πολιτεία είναι

4.    Το σημαντικότερο πρόβλημα που συζητείται στην πλατωνική Πολιτεία είναι η

5.    Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η πόλις-κράτος αποτελείται από   

α. ανάπτυξη της κοινωνικής οργάνωσης του ανθρώπου.

β. διάλεξη.

γ. δικαιοσύνη.

δ. η πολυπληθέστερη από τις τρεις τάξεις.

ε. ανόμοια μεταξύ τους στοιχεία.

ζ. διδασκαλία της αρετής.

η. μία αριστοκρατία του πνεύματος.

θ. μαιευτική.

Μονάδες 10

 

Β4α. Να αντιστοιχίσετε στο τετράδιό σας κάθε μία αρχαία ελληνική λέξη της στήλης Α με την ετυμολογικά συγγενή της νεοελληνική λέξη τής στήλης Β. (Στη στήλη Β περισσεύει μία λέξη.)       ονάδες 7)

Στήλη Α                                                        Στήλη Β               

νομοθέτου

δωμάτιο

τέχνη

εξιτήριο

οἰκοδόμοι

καθηγητής

ἡσθῆναι

δυόσμος

λέγεσθαι

άμαξα

συνελθόντας

ρήτορας

χορηγηθέντων

θεμελιώδης

 

επιτόκιο

                                                            

 

Β4β. Για καθεμιά από τις δύο παρακάτω λέξεις να γράψετε μία περίοδο λόγου στα νέα ελληνικά, όπου η ίδια λέξη, στο ίδιο μέρος του λόγου, σε οποιαδήποτε μορφή της (πτώση, αριθμό, γένος), χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο αρχαίο κείμενο ονάδες 3):

στοχαστική, διάνοιαν, μόριον.

Μονάδες 10

Γ. Αδίδακτο κείμενο

Πλάτωνος Ίων 533Ε–534D

Στον διάλογο αυτό ο Σωκράτης αμφισβητεί τη δυνατότητα των ποιητών να ερμηνεύουν με την ίδια δεξιότητα οποιοδήποτε ποιητικό είδος, εφόσον η καλλιτεχνική τους παραγωγή δεν είναι προϊόν τέχνης κι επιστήμης, αλλά έχει θεϊκή προέλευση.

 

πάντες γὰρ οἵ τε τῶν ἐπῶν ποιηταὶ οἱ ἀγαθοὶ οὐκ ἐκ τέχνης ἀλλ’ ἔνθεοι ὄντες καὶ κατεχόμενοι πάντα ταῦτα τὰ καλὰ λέγουσι ποιήματα, καὶ οἱ μελοποιοὶ οἱ ἀγαθοὶ ὡσαύτως (…). κοῦφον γὰρ χρῆμα ποιητής ἐστιν καὶ πτηνὸν καὶ ἱερόν, καὶ οὐ πρότερον οἷός τε ποιεῖν πρὶν ἂν ἔνθεός τε γένηται καὶ ἔκφρων καὶ ὁ νοῦς μηκέτι ἐν αὐτῷ ἐνῇ· ἕως δ’ ἂν τουτὶ ἔχῃ τὸ κτῆμα, ἀδύνατος πᾶς ποιεῖν ἄνθρωπός ἐστιν καὶ χρησμῳδεῖν. ἅτε οὖν οὐ τέχνῃ ποιοῦντες καὶ πολλὰ λέγοντες καὶ καλὰ περὶ τῶν πραγμάτων, ὥσπερ σὺ περὶ Ὁμήρου, ἀλλὰ θείᾳ μοίρᾳ, τοῦτο μόνον οἷός τε ἕκαστος ποιεῖν καλῶς ἐφ’ ὃ ἡ Μοῦσα αὐτὸν ὥρμησεν, ὁ μὲν διθυράμβους, ὁ δὲ ἐγκώμια, ὁ δὲ ὑπορχήματα, ὁ δ’ ἔπη, ὁ δ’ ἰάμβους· τὰ δ’ ἄλλα φαῦλος αὐτῶν ἕκαστός ἐστιν. οὐ γὰρ τέχνῃ ταῦτα λέγουσιν ἀλλὰ θείᾳ δυνάμει, ἐπεί, εἰ περὶ ἑνὸς τέχνῃ καλῶς ἠπίσταντο λέγειν, κἂν περὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων· διὰ ταῦτα δὲ ὁ θεὸς ἐξαιρούμενος τούτων τὸν νοῦν τούτοις χρῆται ὑπηρέταις καὶ τοῖς χρησμῳδοῖς καὶ τοῖς μάντεσι τοῖς θείοις, ἵνα ἡμεῖς οἱ ἀκούοντες εἰδῶμεν ὅτι οὐχ οὗτοί εἰσιν οἱ ταῦτα λέγοντες οὕτω πολλοῦ ἄξια, οἷς νοῦς μὴ πάρεστιν, ἀλλ’ ὁ θεὸς αὐτός ἐστιν ὁ λέγων, διὰ τούτων δὲ φθέγγεται πρὸς ἡμᾶς. 

…………………………………………..

μελοποιοὶ = λυρικοί ποιητές

ὑπορχήματα = χορευτικοί ύμνοι

 

Γ1. Να μεταφράσετε στη νέα ελληνική το απόσπασμα: «πάντες γάρ … καὶ δ’ ἔπη, ὁ δ’ ἰάμβους».

Μονάδες 20

 

Γ2.  Ποια σκοπιμότητα εντοπίζει ο Σωκράτης στον έλεγχο που ασκεί το θεϊκό στοιχείο στους ποιητές;

Μονάδες 10

 

Γ3. α. οὐ γὰρ τέχνῃ ταῦτα λέγουσιν ἀλλὰ θείᾳ δυνάμει, ἐπεί, εἰ περὶ ἑνὸς τέχνῃ καλῶς ἠπίσταντο λέγειν, κἂν περὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων· διὰ ταῦτα δὲ ὁ θεὸς ἐξαιρούμενος τούτων τὸν νοῦν τούτοις χρῆται ὑπηρέταις καὶ τοῖς χρησμῳδοῖς καὶ τοῖς μάντεσι τοῖς θείοις, ἵνα ἡμεῖς οἱ ἀκούοντες εἰδῶμεν ὅτι οὐχ οὗτοί εἰσιν οἱ ταῦτα λέγοντες οὕτω πολλοῦ ἄξια: να αντικαταστήσετε τους υπογραμμισμένους τύπους στα παραθετικά τους (μονάδες 6).

 

Γ3.β. καὶ κατεχόμενοι πάντα ταῦτα τὰ καλὰ λέγουσι ποιήματα: να γράψετε για κάθε ρηματικό τύπο τού αποσπάσματος το β’ ενικό ευκτικής και προστακτικής αορίστου β’ ίδιας φωνής (μονάδες 4).

Μονάδες 10

 

Γ4.α. Να χαρακτηρίσετε συντακτικά τους όρους: ποιεῖν, ὁ μὲν, ὑπηρέταις (μονάδες 3)

 

Γ4. β. ἕως δ’ ἂν τουτὶ ἔχῃ τὸ κτῆμα, ἀδύνατος πᾶς ποιεῖν ἄνθρωπός ἐστιν καὶ χρησμῳδεῖν: να αναγνωρίσετε το είδος τού υποθετικού λόγου που λανθάνει στο απόσπασμα (μονάδες 2) και στη συνέχεια να μεταφέρετε τη φράση τον πλάγιο λόγο με εξάρτηση «Σωκράτης ἔφη…» (μονάδες 5).

Μονάδες 10

 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

 

Α1α.  1. Λάθος: οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν

2. Σωστό: Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί.

3. Σωστό: ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἁμαρτάνεται καὶ ψέγεται καὶ ἡ ἔλλειψις.

4. Λάθος: Διὸ καὶ κρίνουσιν ἄμεινον οἱ πολλοὶ καὶ τὰ τῆς μουσικῆς ἔργα καὶ τὰ τῶν ποιητῶν· ἄλλοι γὰρ ἄλλο τι μόριον, πάντα δὲ πάντες.

 

Α1β. αὐτὸ: τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς/ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου

ἀμφότερα: μᾶλλον καὶ ἧττον

 

Β1. Στα δοθέντα αποσπάσματα από τα Ηθικά Νικομάχεια και τα Πολιτικά ο Αριστοτέλης επιχειρεί την εξέταση τής ηθικής αρετής στο πλαίσιο των κοινωνικών συναναστροφών στο οργανωμένο περιβάλλον τής πόλεως κράτους. Έτσι, προσδίδει κοινωνικοπολιτική διάσταση στην αρετή, την οποία μάλιστα ενισχύει με διάφορες εκφραστικές επιλογές.

Στο πρώτο απόσπασμα από τα Ηθικά Νικομάχεια ο Σταγειρίτης μεταφέρεται στον χώρο της πολιτικής προσκομίζοντας τώρα ένα νέο επιχείρημα («μαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν»). Το επιχείρημα που φέρνει ως μαρτυρία («μαρτυρεῖ δὲ») εισάγεται με τον προσθετικό «καὶ» («καὶ τὸ γινόμενον») και αφορά στο έργο των νομοθετών. Βασικός στόχος και επιδίωξή τους είναι να κάνουν τους πολίτες να αποκτήσουν την ηθική αρετή μέσω του εθισμού σε ανάλογες πράξεις και συμπεριφορές («οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς»)· αυτή είναι η πρόθεση τους, στο γενικό πλαίσιο της επιδίωξης του καλού των πολιτών («καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν»). Ωστόσο άλλοι από αυτούς οργανώνουν σωστά τον εθισμό και πετυχαίνουν το στόχο τους, όμως άλλοι θεσπίζουν νόμους οι οποίοι δεν εφαρμόζουν σωστά τον εθισμό των πολι­τών, με αποτέλεσμα οι νομοθέτες να αποτυγχάνουν και να μην ασκούν τους πολίτες έτσι, ώστε να αποκτήσουν η­θική αρετή («ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσι»). Εξάλλου, αυτή είναι και η αιτία που διαφοροποιεί τα πολιτεύματα σε καλά και σε λιγότερο καλά («καὶ διαφέρει τούτῳ ... φαύλης»): η επιτυχία ή η αποτυ­χία στο ἐθίζειν τους πολίτες. Το επιχείρημα το αντλεί ο Σταγειρίτης από τον χώρο της πόλης, καθώς για τον φιλόσοφο υπάρχει στενή σχέση μεταξύ ηθικής και πολιτικής. Μια χαρακτηριστική εκφραστική επιλογή στο εν λόγω χωρίο είναι η αντίθεση στα επίθετα «ἀγαθὴ φαύλης» (έννοιες με ηθικό περιεχόμενο). Με αυτά επιτυγχάνεται επανασύνδεση με το συζητούμενο θέμα, που είναι η αρετή και οι διάφορες βαθμίδες από τις οποίες περνά ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να την κατακτήσει. Με άλλα λόγια, ο φιλόσοφος ενδιαφέρεται για την ευθύνη των νομοθετών σε ό,τι αφορά στην επιτυχημένη ή όχι τόσο επιτυχημένη άσκηση των πολιτών στην αρετή. Επομένως, το επίθετο φαῦλος (= ευτε­λής, ασήμαντος, κακός) στο κείμενο έχει διαφορετική σημασία από την κανονική. Ο Αριστοτέλης συνήθως κάνει διάκριση ανάμεσα στα ορθά πολιτεύματα και στις παρεκβάσεις τους, δηλαδή τις εκτροπές από αυτά (για τη διαίρεση των πολιτευμάτων σε ορθά και στις παρεκβάσεις τους θα γίνει λόγος στα Πολιτικά). Εδώ όμως δεν αναφέρεται σ’αυτό, εφόσον προϋποτίθεται ότι ο νομοθέτης επιδιώκει  σε κάθε περίπτωση το καλό των πολιτών («καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν»)· απλώς μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία στο στόχο του αυτόν («ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν»). Παρόμοια, σε άλλο χωρίο των Ηθικών Νικομαχείων, ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για νόμο που είναι κείμενος ὀρθῶς και έχει επιτυχία, και για νόμο ἀπεσχεδιασμένον (δηλαδή προχειροφτιαγμένο), που δεν έχει επιτυχία.

Στη δεύτερη παράγραφο από τα Ηθικά Νικομάχεια ο φιλόσοφος τονίζει την αντίδραση της κοινής γνώμης στις πράξεις και τα συναισθήματα μας. Τα ρήματα «ἁμαρτάνεται», «ψέγεται», «ἐπαινεῖται» και «κατορθοῦται» δηλώ­νουν τη δράση του υποκειμένου της αρετής και την αντίδραση του περιβάλ­λοντος. Η υπερβολή και η έλλειψη είναι λανθασμένες επιλογές του υποκειμέ­νου («ἁμαρτάνεται») και ενεργοποιούν την κοινωνική κριτική, η οποία τις αποδοκιμάζει («ψέγεται»), ενώ, όταν επιτυγχάνεται το μέσον («κατορθοῦται»), και πάλι η κοινή γνώμη επιδοκιμάζει το τελικό αποτέλεσμα («ἐπαινείται»), αναδεικνύοντας σε σημαντικό παράγοντα την ηθική της πόλης. Ο ἔπαινος και ο ψόγος [: επίκριση, αποδοκιμασία], που αποδίδονται από την κοινωνία στα μέλη της, αποτελούν το χαρακτηριστικότερο δείγμα του πολιτικού χαρακτήρα της αριστοτελικής ηθικής. Οι καθιερωμένες αξίες της κοινωνίας αποτελούν ένα αντικειμενικό δεδομένο για τον εκάστοτε πολίτη. Εξισορροπείται έτσι ο προσωπικός-υποκειμενικός χαρακτήρας της ηθικής. Μάλιστα, στη φράση «ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται» ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί πρωθύστερο σχήμα, εφόσον η επιτυχία του ορθού λογικά προηγείται του επαίνου που εγείρει. Έτσι ο Σταγειρίτης δίνει έμφαση στον έπαινο και την αποδοχή της μεσότητας, και συνακόλουθα στην κοινωνική διάσταση τής αρετής.

Τέλος, στο δοθέν απόσπασμα από τα Πολιτικά ο φιλόσοφος υπογραμμίζει την άρρηκτη σύνδεση μεταξύ ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας, καθώς στο πλαίσιο τής αθροιστικής θεωρίας του εστιάζει στην άθροιση της αρετής και της φρόνησης των πολλών ως αποδεικτικό στοιχείο τής ικανότητας άσκησης της εξουσίας. Η αρετή και η φρόνηση, κατά τον Αριστοτέλη, είναι τα κύρια γνωρίσματα του ανθρώπου ως πολίτη. Οι πολλοί, επομένως, ασκούν σωστά και αποτελεσματι­κά την εξουσία, αφού αξιοποιούν το σύνολο των επιμέρους «μορίων» αρετής και φρόνησης που ο καθένας διαθέτει. Άλλωστε, η συμμετοχή των πολιτών στην εκκλησία του δήμου και ο μεγάλος αριθμός των πολιτών-δικαστών έδειχνε καθαρά πως το σώμα των πολιτών θεωρούνταν στην Αθήνα ικανό να παίρνει αποφάσεις (χάρη στην "αθροιστικά" συσσωρευόμενη αρετή και φρόνηση). Η θέση αυτή ενισχύετα με μια παρομοίωση: «καὶ γίνεσθαι συνελθόντων, ὥσπερ ἕνα ἄνθρωπον τὸ πλῆθος, πολύποδα καὶ πολύχειρα καὶ πολλὰς ἔχοντ’ αἰσθήσεις, οὕτω καὶ περὶ τὰ ἤθη καὶ τὴν διάνοιαν.». Εδώ ο Αριστοτέλης παρομοιάζει (ὥσπερ… ) τους πολλούς με έναν άνθρωπο που έχει πολλά πόδια, πολλά χέρια, πολλές αισθήσεις και, επιπλέον, πληθωρική αντί­ληψη και πολύπτυχο ήθος. Οι πολλοί, επομένως, είναι σαν ένας άρχοντας, που διαθέτει ποσοτικά τόσες ικανότητες που κανείς μεμονωμένος άνθρωπος δεν μπορεί να συγκεντρώσει, γιατί αυτός ο «άρχοντας-πολλοί» αποτελεί α­ντανάκλαση του συνόλου των ικανοτήτων όλων των πολιτών. Μάλιστα, τα ζεύγη ἀρετῆς- ἤθη και  φρονήσεως-διάνοιαν  αντιστοιχούν στην αριστοτελική διάκριση των αρετών σε ηθικές και διανοητικές και υποδηλώνουν ότι αθροιστικά το πλήθος μπορεί να τις συνδυάζει. Άλλωστε, η φρόνησις έχει τη σημασία μιας συγκεκριμένης διανοητικής αρετής, αυτής που επιτρέπει στον άνθρωπο να κάνει σωστές ηθικές επιλογές σε πρακτικά ζητήματα της καθημερινής ζωής.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι, κατά τον Αριστοτέλη, μόνο αν ένας άνθρωπος διέπεται από ηθικές αρετές, μπορεί να λειτουργήσει σωστά μέσα στην πόλη και ως πολίτης και ως πολιτικός. Σύμφωνα με την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων, το άτομο δεν επιδιώκει την ηθική του διαμόρφωση για χάρη του εαυτού του, αλλά ως πολίτης, στο πλαίσιο της λειτουργίας της πόλεως-κράτους· έτσι, και η ηθική αρετή είναι γνώρισμα του πολίτη ως μέλους του συνόλου. Με άλλα λόγια, για τον Αριστοτέλη η ηθική αρετή έχει πολιτική-κοινωνική διάσταση και η αριστοτελική ηθική είναι πολιτική ηθική.

 

Β2. Το δοθέν απόσπασμα από το ιστορικό έργο τού Ηροδότου αναδεικνύει την πολεμική αρετή των Λακεδαιμονίων μέσα από τα λόγια ενός πρώην βασιλιά τής Σπάρτης. Τα στοιχεία που συνθέτουν τη σπαρτιατική ανδρεία εμφαίνουν χαρακτηριστικές ομοιότητες με όσα εκθέτει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια για τη σχέση νόμου και αρετής καθώς και στα Πολιτικά αναφορικά με την αθροιστική υπεροχή τού πλήθους.

Καταρχάς, και στα δύο αποσπάσματα τονίζεται ο παιδευτικός ρόλος τού νόμου. Αποτελεί πάγια αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων ότι ο νόμος δεν αποβλέπει απλώς στην αποτροπή και τιμωρία των παραβατικών συμπεριφορών, αλλά παιδαγωγεί διά βίου τους πολίτες και τους οδηγεί σε επαινετές συμπεριφορές. Αυτή είναι και η θέση του Αριστοτέλη: ὁ νομοθέτης οὐκ ἐᾷ τὰ φαῦλα πράττειν, τὰ δὲ καλὰ καὶ σπουδαῖα κελεύει (Ἠθικὰ Μεγάλα, 1.9.9.2-3, 1187a14-15).  Με αυτό τον τρόπο ο νόμος λειτουργεί ως ισχυρός παράγοντας ενότητας και συνοχής μέσα στην κοινωνία. Γι’αυτό και ο Σταγειρίτης επιστρατεύει το παράδειγμα με τους νομοθέτες, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν τους πολίτες καλούς ανθρώπους (να έχουν ηθική αρετή) με τον εθι­σμό, με την άσκηση («οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς»)· αυτή είναι η πρόθεση τους, στο γενικό πλαίσιο της επιδίωξης του καλού των πολιτών («καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ’ ἐστίν»). Ο φιλόσοφος αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στον κοινωνικό ρόλο των νομοθετών και, επομένως, είναι μεγάλη και η ευθύνη που τους καταλογί­ζει για την ποιοτική διαμόρφωση της πολιτείας. Παρόμοια, κατά τον Δημάρατο, ο νόμος είναι ο απρόσωπος οδηγός που προφυλάσσει το πλήθος από την αυθαιρεσία (όμως η ελευθερία τους δεν είναι απόλυτη·) και είναι ανώτερος από τη βούληση ενός βασιλιά ή ενός τυράννου (γιατί πάνω τους στέκεται δυνάστης ο νόμος, που τον τρέμουν πολύ περισσότερο απ' ό,τι οι δικοί σου εσένα. Εκτελούν λοιπόν ό,τι τους προστάζει αυτός·). Μάλιστα, ο νόμος προστάζει τους Σπαρτιάτες να πολεμούν με αυτοθυσία, διδάσκοντάς τους έτσι την αρετή τής ανδρείας (και τους δίνει πάντοτε την ίδια προσταγή, απαγορεύοντάς τους να υποχωρούν στη μάχη μπροστά σε πλήθος ανθρώπων, όσο μεγάλο κι αν είναι αυτό, αλλά να μένουν στις γραμμές τους και να ζητούν ή τη νίκη ή τη θανή).

Σε ό,τι αφορά στις δυνατότητες τού πλήθους, και τα δύο αποσπάσματα (πρωτότυπο και παράλληλο) υποβαθμίζουν την ατομική αξία σε σχέση με τη συλλογική. Στο απόσπασμα από τα Πολιτικά ο Αριστοτέλης συγκρίνει το πλήθος με τους αρίστους σε ό,τι αφορά στην άσκηση τής εξουσίας (ὅτι δὲ δεῖ κύριον εἶναι μᾶλλον τὸ πλῆθος ἢ τοὺς ἀρίστους μὲν ὀλίγους δέ, δόξειεν ἂν λέγεσθαι καί τιν’ ἔχειν ἀπορίαν τάχα δὲ κἂν ἀλήθειαν). Το αρνητικό στοιχείο τού πλήθους είναι ότι το κάθε επιμέρους άτομο μπορεί να μην είναι αξιόλογος άνθρωπος («ὧν ἕκαστός ἐστιν οὐ σπουδαῖος ἀνήρ»). Το στοιχείο αυτό δίνεται με σχήμα λιτότητας (οὐ σπουδαῖος) που περιορίζει τη βαρύτητα τού χαρακτηρισμού. Παρόμοια εκφραστική επιλογή κάνει και ο Δημάρατος, όταν μιλάει για τις πολεμικές δυνατότητες κάθε Σπαρτιάτη ξεχωριστά (πολεμώντας ένας προς ένα δεν είναι κατώτεροι από οποιονδήποτε πολεμιστή). Η διαφορά είναι ότι εδώ το σχήμα λιτότητας (όχι κατώτεροι) επιστρατεύεται, για να δηλώσει ένα θετικό γνώρισμα των Λακεδαιμονίων σε ατομικό επίπεδο, ότι δηλαδή και στις μονομαχίες μπορούν να διακριθούν έναντι των άλλων.

Ωστόσο, εξόφθαλμη ομοιότητα ανάμεσα στα δύο κείμενα αποτελεί η ιδέα περί τής αθροιστικής υπεροχής, η οποία καθιστά τις δυνατότητες τού πλήθους πολλαπλάσιες έναντι κάθε ατόμου ξεχωριστά. Ο Σταγειρίτης υποστηρίζει ότι το ενωμένο σύνολο του «πλήθους» υπερτερεί σε σχέση με το σύνολο των «αρίστων» Τοὺς γὰρ πολλούς, ὧν ἕκαστός ἐστιν οὐ σπουδαῖος ἀνήρ, ὅμως ἐνδέχεται συνελθόντας εἶναι βελτίους ἐκείνων, οὐχ ὡς ἕκαστον ἀλλ’ ὡς σύμπαντας»), όπως ο Δημάρατος προβάλλει την εξέχουσα δύναμη των Σπαρτιατών, όταν ενώνονται (πολεμώντας όμως όλοι τους μαζί είναι οι πιο αντρειωμένοι του κόσμου). Η αξία της συνεισφοράς των πολλών και συνεπώς η ιδέα της αθροιστικής θεωρίας είναι γνωστή ήδη από τα χρόνια του Ομήρου. Στη ραψωδία Ν της Ιλιάδας ο ποιητής περιγράφει μια φοβερή μάχη μεταξύ των Αχαιών και των Τρώων δίπλα στα καράβια και βάζει κάποια στιγμή στο στόμα του Ποσειδώνα την ακόλουθη φράση, με την οποία ο θεός θέλει να εμψυχώσει τον ήρωα Ιδομενέα (στ. 237): «κι οι πιο αχαμνοί, σαν πουν να σμίξουνε, κάτι θα κάνουν πάντα» («συμφερτὴ δ’ ἀρετὴ πέλει ἀνδρῶν καὶ μάλα λυγρῶν»). Η μόνη διαφορά εδώ ανάμεσα στα δύο κείμενα εντοπίζεται στο βαθμό βεβαιότητας στις σχετικές διατυπώσεις. Ο Αριστοτέλης εκφράζει τη θέση του διστακτικά (ἐνδέχεται), ενώ ο Δημάρατος ανεπιφύλακτα, φθάνοντας, μάλιστα, σε σημείο υπερβολής (οι πιο αντρειωμένοι του κόσμου).

Συνολικά, η διακειμενική προσέγγιση των αποσπασμάτων αναδεικνύει τη μεταξύ τους συνάφεια σε ό,τι αφορά στην αθροιστικά συσσωρευόμενη πολιτική –στρατιωτική δύναμη τού πλήθους. Παράλληλα, τόσο το πρωτότυπο όσο και το παράλληλο κείμενο αναδεικνύουν ως διαχρονικές αρχαιοελληνικές αξίες την αρετή και την αξία τής τήρησης των νόμων, ώστε να διασφαλίζονται οι προϋποθέσεις είτε ορθής λαϊκής κυριαρχίας είτε πολεμικής ισχύος.

 

 

Β3.    1: θ

2: α

3: δ

4: γ

5: ε

 

Β4α.

Στήλη Α                                                        Στήλη Β               

νομοθέτου

θεμελιώδης

τέχνη

επιτόκιο

οἰκοδόμοι

δωμάτιο

ἡσθῆναι

δυόσμος

λέγεσθαι

ρήτορας

συνελθόντας

εξιτήριο

χορηγηθέντων

άμαξα

                                                 

Β4β. Ο Σεφέρης συνέγραψε μια σειρά από στοχαστικά δοκίμια.

Ο νεαρός μαθητής αποδείχτηκε διάνοια, εφόσον κατάφερε να λύσει έναν εξαιρετικά περίπλοκο μαθηματικό γρίφο.

Τα μόρια τού νερού συστέλλονται, όταν παγώνει. 


Γ1. Γιατί όλοι οι καλοί ποιητές των επών δεν απαγγέλλουν όλα αυτά τα ωραία ποιήματα από την τέχνη τους, αλλά επειδή καταλαμβάνονται από το θεϊκό στοιχείο, και το ίδιο ισχύει και για τους καλούς λυρικούς ποιητές (…). Γιατί ο ποιητής είναι ένα άδειο αντικείμενο και πτηνό και ιερό, και δεν μπορεί να δημιουργήσει, προτού τον καταλάβει ο θεός και η μανία του και δεν έχει πια το μυαλό του. Όσο, όμως, το κατέχει αυτό, κάθε άνθρωπος αδυνατεί να δημιουργήσει ποιήματα και χρησμούς. Επειδή, λοιπόν, πράγματι δημιουργούν και λένε πολλά για διάφορα πράγματα, όπως εσύ για τον Όμηρο, όχι με την τέχνη τους, αλλά με το θεϊκό μερίδιο, ο καθένας τους μπορεί να δημιουργεί καλά μόνο αυτό για το οποίο τον ενέπνευσε η μούσα, άλλος διθυράμβους, άλλος εγκώμια, άλλος χορευτικούς ύμνους, άλλος έπη κι άλλος ιάμβους.

 

Γ2.  Στο δοθέν απόσπασμα ο Σωκράτης αποδεικνύει ότι η ποιητική δεξιότητα δεν οφείλεται σε τεχνικούς κανόνες, αλλά είναι προϊόν θεϊκού ελέγχου. Ο θεός, δηλαδή, εμπνέει τους ποιητές, τους χρησμολόγους και τους μάντεις, κάνοντάς τους να χάσουν προσωρινά το μυαλό τους (διὰ ταῦτα δὲ ὁ θεὸς ἐξαιρούμενος τούτων τὸν νοῦν τούτοις χρῆται ὑπηρέταις καὶ τοῖς χρησμῳδοῖς καὶ τοῖς μάντεσι τοῖς θείοις). Με αυτό τον τρόπο τους θέτει στη θεϊκή υπηρεσία, ώστε να γίνει σαφές στους ακροατές ότι ο θεός στην πραγματικότητα μιλάει στους ανθρώπους, κι όχι αυτοί που εκφέρουν τα ωραία ποιήματα (ἵνα ἡμεῖς οἱ ἀκούοντες εἰδῶμεν ὅτι οὐχ οὗτοί εἰσιν οἱ ταῦτα λέγοντες οὕτω πολλοῦ ἄξια, οἷς νοῦς μὴ πάρεστιν, ἀλλ’ ὁ θεὸς αὐτός ἐστιν ὁ λέγων, διὰ τούτων δὲ φθέγγεται πρὸς ἡμᾶς). Οι τελευταίοι, εξάλλου, εκείνη τη δεδομένη στιγμή βρίσκονται σε κατάσταση απώλειας συνείδησης, αφού ο θεός τους έχει πάρει τον νου τους.

 

Γ3. α.

τύποι κειμένου (θετικός)

συγκριτικός

υπερθετικός

θείᾳ

θειοτέρᾳ

θειοτάτῃ

καλῶς

κάλλιον

κάλλιστα

πολλοῦ

πλείονος / πλέονος

πλείστου

 

 

Γ3.β.

τύποι κειμένου

β’ ενικό ευκτικής

β’ ενικό προστακτικής

κατεχόμενοι

κατάσχοιο

κατάσχου

λέγουσι

εἴποις

εἰπέ

 

 

Γ4.α. ποιεῖν: απαρέμφατο τής αναφοράς στο επίθετο ἀδύνατος, ταυτοπροσωπία.

ὁ μὲν: επιμεριστική παράθεση ως ονοματικός ομοιόπτωτος προσδιορισμός στο ἕκαστος.

ὑπηρέταις: κατηγορούμενο στο αντικείμενο τούτοις τού ρήματος χρῆται.

 

Γ4. β. Η υπόθεση λανθάνει στη δευτερεύουσα χρονικοϋποθετική πρόταση ἕως δ’ ἂν τουτὶ ἔχῃ τὸ κτῆμα, η οποία εισάγεται με τον χρονικό σύνδεσμο ἕως και εκφέρεται με υποτακτική (ἔχῃ) μαζί με το αοριστολογικό μόριο ἄν. Με απόδοση οριστική ενεστώτα (ἐστιν) σχηματίζει λανθάνοντα υποθετικό λόγο που δηλώνει την αόριστη επανάληψη στο παρόν / μέλλον.

 

Μετατροπή σε πλάγιο λόγο:

Σωκράτης ἔφη ἕως δὲ τουτὶ ἔχοι τὸ κτῆμα, ἀδύνατον πάντα ποιεῖν ἄνθρωπον εἶναι καὶ χρησμῳδεῖν.

 

Επιμέλεια: Χαρίδημος Ξενικάκης

[1] εννοεί τους Πέρσες.